ΣΗΜΕΙΑ ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗΣ ΤΟΥ Σ’ ΕΠΙΤΙΜΟ ΔΗΜΟΤΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΒΟΪΟΥ
Σιάτιστα, 4.11.2017
Κύριε Δήμαρχε,
Ο εξαιρετικά τιμητικός τίτλος του Επίτιμου Δημότη Βοΐου, τον οποίον απονείματε όχι φυσικά στο πρόσωπό μου αλλά στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας, λειτουργεί εφεξής, όπως είναι πολιτειακώς ευνόητο, ως παρακαταθήκη χρέους και αντίστοιχος δείκτης πορείας κατά την άσκηση των καθηκόντων μου. Αυτή η παρακαταθήκη χρέους και αυτός ο δείκτης πορείας νοηματοδοτούνται από την μακραίωνη Ιστορία και από την απαστράπτουσα Πολιτιστική Κληρονομιά της Σιάτιστας.
Ι. Σ’ αυτήν, λοιπόν, την μακραίωνη και σπουδαία Ιστορία της Πόλης σας επιτρέψατέ μου ν’ αναφερθώ, κατ’ ανάγκην δι’ ολίγων.
A. Η ίδρυση της Σιάτιστας χρονολογείται τον 15ο αιώνα.
1. Συγκεκριμένα, στα χρόνια του Σουλτάνου Μουράτ του Α′, οι Τούρκοι Κονιάροι (από την περιοχή του Ικονίου) κυρίευσαν όλη, σχεδόν, την Μακεδονία και εγκαταστάθηκαν κυρίως στην Θεσσαλία και στην Νοτιοδυτική Μακεδονία, οπότε κατέλαβαν και την γόνιμη και εύφορη πεδιάδα των Καραγιανίων (Ξηρολίμνης). Το αποτέλεσμα ήταν ότι πολλοί Χριστιανοί αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις περιοχές αυτές και να κατευθυνθούν στα βραχώδη υψώματα της Σιάτιστας, μέρος οχυρό, ασφαλές και απόκρυφο, προκειμένου να διαφυλάξουν, με κάθε θυσία, την πίστη τους, την εθνική τους ταυτότητα και την ελευθερία της συνείδησής τους. Έτσι εγκαταστάθηκαν αρχικά στην κάτω συνοικία, που ονομάζεται ως σήμερα «Γεράνεια».
2. Αλλά και κάτοικοι των γύρω χωριών, όπως το Τσιαρούσινο (Μικρόκαστρο), η Τραπεζίτσα, η Πέλκα (Πελεκάνος), το Παλιόκαστρο, το Έξαρχο, η Σαρακίνα, η Γιάνκοβη, η Τσερβένα, το Πέτροβο κ.ά., μη μπορώντας ν’ ανθέξουν τις λεηλασίες και τον βίαιο εξισλαμισμό, που επιχειρούσαν εις βάρος τους αρχικώς οι Κονιάροι και κατόπιν οι Τουρκαλβανοί, κατέφυγαν στα κρησφύγετα της Σιάτιστας, δημιουργώντας τον δεύτερο συνοικισμό της Πόλης, την «Χώρα».
Β. Μετά τις διώξεις που εξαπέλυσαν οι Αλβανοί, το 1612, η Σιάτιστα δέχθηκε και πάλι νέους κατοίκους, ιδιαίτερα από την Ήπειρο και την Θεσσαλία, αλλά και από την Μοσχόπολη, το Σούλι, την Δάρδα, την Λάγγα, τον Μοριά και άλλες περιοχές. Ο πληθυσμός της ήταν αμιγώς Ελληνικός, εκτός από τις τουρκικές αρχές, που είχαν την έδρα τους στην Πόλη, τα δε ελληνικά ήταν η γλώσσα των προγόνων σας.
Γ. Από τα μέσα του 17ου αιώνα αρχίζει η πορεία της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης της Πόλης, που θα διαρκέσει ως τις αρχές του 19ου αιώνα.
1. Η εν λόγω ανάπτυξη θα στηριχθεί, κατά κύριο λόγο, στο εμπόριο που ανέπτυσσαν οι Σιατιστινοί έμποροι–πραματευτάδες, από κοινού με τους εμπόρους άλλων μακεδονικών πόλεων όπως η Καστοριά, η Κοζάνη, η Έδεσσα, η Θεσσαλονίκη κ.λπ., στην αρχή με την Βενετία και, στην συνέχεια, με τις χώρες της Βαλκανικής Χερσονήσου και της Κεντρικής Ευρώπης. Η Βενετία, η Τεργέστη, το Βουκουρέστι, το Βελιγράδι και η Βιέννη είναι οι πόλεις στις οποίες κυρίως ανέπτυξαν τις εμπορικές τους δραστηριότητες οι Σιατιστινοί.
2. Η μεγάλη ακμή και ο πλούτος, σε συνδυασμό με την αξιόλογη αγωνιστική της δράση κατά των τότε κατακτητών, υπήρξαν οι αιτίες που τέσσερις φορές σε μισό περίπου αιώνα, αρχίζοντας από το 1784, πολυάριθμες ορδές Τουρκαλβανών επέδραμαν εναντίον της. Οι επιδρομές αποκρούσθηκαν με γενναιότητα από τους κατοίκους της Σιάτιστας, που αμύνθηκαν οχυρωμένοι στ’ αρχοντικά και στις εκκλησίες τους.
3. Η Σιάτιστα γνώρισε την μεγαλύτερη οικονομική της ακμή κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Η περίοδος της ύφεσης και της κάμψης εμφανίζεται στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν η Αυστρία, μετά τον ατυχή πόλεμο με την Γαλλία, καταστράφηκε οικονομικά και παρέσυρε στην πτώχευση και πολλούς εμπορικούς οίκους της Σιάτιστας. Όμως, η επαφή, όλο αυτό το διάστημα, των Σιατιστινών με τον πολιτισμό της Ευρώπης είχε ως αποτέλεσμα την πνευματική και κοινωνική ανάπτυξή τους, καθώς και την άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου.
ΙΙ. Εμβληματική, κυριολεκτικώς, υπήρξεν η προσφορά των Σιατιστινών στους αγώνες υπέρ Πατρίδας.
Α. Τον πρώτο κορυφαίο σταθμό, στους απαράμιλλους αγώνες των Σιατιστινών για την Ελευθερία της Πατρίδας μας, σηματοδοτεί η μεγάλη συμβολή τους στην Εθνεγερσία του 1821. Εντυπωσιάζει το γεγονός ότι μια μικρή, ορεινή, Πόλη γέννησε τέτοια παλληκάρια, που προσέφεραν τόσα πολλά στον υπέρ πάντων Αγώνα των Ελλήνων για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού.
1. Η ενεργός ανάμειξή της αρχίζει με το Γεώργιο Παπάζωλη, ο οποίος συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Γρηγόριο Ορλώφ. Με την υποστήριξη του τελευταίου κατατάχθηκε στον ρωσικό στρατό, όπου προήχθη σε αξιωματικό. Θερμός πατριώτης και οραματιστής της Ελευθερίας της Πατρίδας μας μιλά στην Αυτοκράτειρα της Ρωσίας, Αικατερίνη, για την Ελλάδα και τα δεινά του υπόδουλου Λαού μας. Έτσι, το έτος 1770, αποστέλλεται από την Αυτοκράτειρα στην Ελλάδα, για να προπαρασκευάσει την Επανάσταση. Ανεξάρτητα από την επιτυχία του έργου του, ο Παπάζωλης δικαίως θεωρείται πρόδρομος του Ρήγα και των Φιλικών.
2. Η υποστήριξη που παρέσχε η Σιάτιστα στην δράση του Ρήγα Βελεστινλή υπήρξε μεγάλη, καθώς ο αριθμός των νεαρών Σιατιστινών, που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον Μεγάλο και Φλογερό Έλληνα Επαναστάτη και Ανθρωπιστή, ήταν εντυπωσιακός. Συγκεκριμένα:
α) Aπό το 1790 εκδίδεται στην Βιέννη, από τους στενούς συνεργάτες του Ρήγα Φεραίου, Σιατιστινούς αδερφούς Πούλιου, το πρώτο δημοσιογραφικό όργανο των σύγχρονων Ελλήνων, «Εφημερίς». Η πρώτη αυτή δημοσιογραφική εξόρμηση των Σιατιστινών αδερφών είχε πατριωτικό χαρακτήρα, καθώς αποσκοπούσε στην πνευματική και πολιτική αφύπνιση του Απόδημου Ελληνισμού. Στο πρώτο φύλλο της «Εφημερίδος», που κυκλοφόρησε στις 31 Δεκεμβρίου 1870, διαβάζουμε τα εξής: «Όντες υστερημένοι οι απόγονοι εκείνων των περιβόητων Ελλήνων από την αυτονομίαν και υποδεδουλωμένοι εις πολλά βάσανα, με όλον τούτο δεν παύουσι ποτέ μιμούμενοι τους παλαιούς προπάτορας». Επίσης, στην Βιέννη, στα τυπογραφεία των αδερφών Πούλιου, ο Ρήγας τύπωσε την περίφημη «Χάρτα», τον Θούριο και τις υπόλοιπες επαναστατικές προκηρύξεις.
β) Στον στενό κύκλο του Ρήγα ανήκε και ο Σιατιστινός Θεοχάρης Γ. Τουρούντζιας, έμπορος, που μοίραζε άφθονο επαναστατικό υλικό στα διάφορα κέντρα της Αυστροουγγαρίας, όπου περιφερόταν δήθεν για εμπορικές συναλλαγές. Στραγγαλίσθηκε, μαζί με τον Ρήγα και τους άλλους συντρόφους του, στο Βελιγράδι και συγκεκριμένα στον Πύργο Νεμπόϊσα, στις 24-6-1798. Ακολουθούν, στον στενό κύκλο του Ρήγα, οι Ι. Μανούσης, οι αδερφοί Ζαβίρα (Γεώργιος και Ιωάννης), ο Κ. Δούκας, ο Μιχαήλ Δούκας, ο Χ. Περραιβός, ο Ιωάννης Αγακίδης. Σιατιστινοί όλοι τους, που είχαν μεγάλη συμβολή στην Επανάσταση.
3. Σιατιστινός ήταν και ο οπλαρχηγός Γεώργιος Νιόπλιος, ο οποίος, εκπροσωπώντας την Σιάτιστα, συνεννοήθηκε με τους πρόκριτους της Δυτικής Μακεδονίας για τον κοινό ξεσηκωμό. Αργότερα, ως προεστός, μαζί με άλλους 500 Σιατιστινούς απέκρουσε, για δεύτερη φορά, επιδρομή γκέκηδων. Σπουδαίοι οπλαρχηγοί της Επανάστασης του 1821 υπήρξαν και οι Ιωάννης (Νάνος) Τουρούντζιας και Λάμπρος Κασσανδρηνός, που μετείχαν στην υπεράσπιση των Ψαρών, ο Αναστάσιος Γεωργίου (διατέλεσε μεταξύ άλλων και έπαρχος Καρπενησίου), καθώς και οι αξιωματικοί Παντελής Δημητρίου και Δημήτριος Τζήνος (ή Ζήνος). Αλλά και οι Φιλικοί Ιωάννης Παπαγόρας και Νικόλαος Λασπάς .
Β. Τον δεύτερο κορυφαίο σταθμό στους διαχρονικούς αγώνες της Πόλης σας και των ηρωϊκών της κατοίκων για την Πατρίδα και την Ελευθερία σηματοδοτεί η τεράστια προσφορά της στον Μακεδονικό Αγώνα.
1. Τον Ιούλιο του 1904, η Σιάτιστα υποδέχεται μ’ ενθουσιασμό τον ήρωα του Μακεδονικού αγώνα, Παύλο Μελά. Το σώμα του και άλλα ανταρτικά σώματα στελεχώνονται από δεκάδες Σιατιστινών, πολλοί από τους οποίους έπεσαν στα βουνά της Μακεδονίας.
2. Συνεχιστής του μεγάλου αγώνα του Παύλου Μελά και των παρακαταθηκών του υπήρξε και ο Σιατιστινός Παύλος Νεράντζης ή Καπετάν Περδίκας, που η προτομή του κοσμεί την Πόλη σας. Άλλοι σπουδαίοι οπλαρχηγοί από την Σιάτιστα ήταν ο Σπυρίδων Δαρδάλης (Τσαούσης) και ο Τριαντάφυλλος Σαμαράς (Καραπιπέρης).
3. Η Σιάτιστα απελευθερώθηκε από τους Τούρκους πριν από 105 χρόνια, όντας έκτοτε αναπόσπαστο μέρος του Εθνικού μας Κορμού. Και την επέτειο αυτήν εορτάζουμε σήμερα, με την δέουσα λαμπρότητα και αίσθημα άφατης ευγνωμοσύνης προς τους Ήρωές της.
ΙΙΙ. Από τ’ ανωτέρω προκύπτει, αναντιρρήτως, η διαπίστωση ότι για εμάς, τους Έλληνες, η Ελευθερία είναι υπαρξιακή, κυριολεκτικώς, αρχή και αξία. Η Ελλάδα βεβαίως και αποτελεί δύναμη Ειρήνης και Ασφάλειας στα Βαλκάνια αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Είναι, όμως, πάντοτε έτοιμη να υπερασπισθεί μέχρι κεραίας τα σύνορά της, το έδαφός της και την κυριαρχία της, που αποτελούν, αντιστοίχως, σύνορα, έδαφος και κυριαρχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα διαμηνύουμε προς τους φίλους Λαούς της Βαλκανικής τα εξής:
Α. Προς την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας: Tην καλούμε να εγκαταλείψει τον, ολισθηρό και υπονομευτικό για την διεθνή της εικόνα και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της, δρόμο του ευτελούς κιβδηλοποιού και παραχαράχτη τη Ιστορίας. Και, όλως αντιθέτως, να σεβασθεί το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο σύνολό τους. Διότι είναι σαφές ότι όσο επιμένει στην χρησιμοποίηση ονόματος, το οποίο, πέραν της προκλητικής παραχάραξης της Ιστορίας, αποπνέει αλυτρωτισμό, υπονομεύει την ευρωπαϊκή της προοπτική. Το ευρωπαϊκό κεκτημένο αποκλείει από την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση κράτη τα οποία αμφισβητούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το status quo των υφιστάμενων συνόρων.
Β. Προς την γείτονα Τουρκία εμείς οι Έλληνες, τείνουμε πάντοτε χείρα φιλίας και καλής γειτονίας. Θέλουμε μια Τουρκία δημοκρατική, θέλουμε μια Τουρκία ευημερούσα, η οποία να έχει ευρωπαϊκή προοπτική. Αλλά για να γίνει αυτό πράξη προϋποθέτει, από την πλευρά της Τουρκίας, πλήρη, ειλικρινή και έμπρακτη απόδειξη του σεβασμού του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο σύνολό τους. Προϋποθέτει δηλαδή πλήρη έμπρακτο και αποδεδειγμένο σεβασμό και της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία αναγνωρίζει μόνο θρησκευτική μειονότητα στην Ελλάδα κι αυτό πρέπει να γίνει εμπράκτως αποδεκτό εάν η ίδια η Τουρκία θέλει να έχει ευρωπαϊκή προοπτική. Επίσης πρέπει να θυμίσω σε όλους ότι το Άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ θεμελιώνει το δικαίωμα προληπτικής άμυνας, το φυσικό δικαίωμα της «ατομικής ή συλλογικής νόμιμης άμυνας» κράτους-μέλους του ΟΗΕ. Υπενθυμίζω επίσης ότι ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ το 2005 είχε πει μεταξύ άλλων «Επικείμενες απειλές καλύπτονται πλήρως από το άρθρο 51, το οποίο διασφαλίζει το φυσικό δικαίωμα των κυρίαρχων κρατών να αμυνθούν εναντίον ένοπλης επίθεσης».
Ενόψει των προεκτεθέντων, a fortiori η Ελλάδα νομιμοποιείται, όταν και εφόσον το κρίνει σκόπιμο για την άμυνά της, να κάνει χρήση και ως προς τα Δωδεκάνησα του κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του Χάρτη του ΟΗΕ δικαιώματος προληπτικής άμυνας έναντι της Τουρκίας, δίχως μάλιστα χρονικό περιορισμό. Και τούτο διότι, ιδίως μετά το 1974 κατά τ’ ανωτέρω, η απειλή χρήσης βίας εκ μέρους της Τουρκίας –άρα η συνακόλουθη επικείμενη απειλή, όπως προεκτέθηκε- είναι αφενός κάτι παραπάνω από προφανής, και δη με επανειλημμένες και διαφόρων μορφών προκλήσεις και, αφετέρου, διαρκής όπως καταδεικνύει ακόμη και η σημερινή τουρκική συμπεριφορά στο Αιγαίο. Πρόσθετη απόδειξη συνιστά και το γεγονός του, εντελώς αντίθετου με κάθε έννοια του διεθνούς δικαίου, «casus belli» της Τουρκίας ως προς την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας.
Αν λοιπόν δεν υπάρχει ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο και στις διεθνείς συνθήκες τότε δεν είναι δυνατό να χτισθεί πραγματική φιλία. Τέτοιες φιλίες- δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω – χτίζονται πάνω στην σταθερή βάση του αμοιβαίου σεβασμού του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Εμείς το εννοούμε αυτό και καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να ζήσουμε ως φίλοι και καλοί γείτονες. Υπ’ αυτό το πνεύμα, έχω καλέσει για επίσημη επίσκεψη, μετά μάλιστα από πολλές δεκαετίες, στην Ελλάδα, τον φίλο Πρόεδρο της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν. Και είμαι βέβαιος ότι η επίσκεψη αυτή θ’ αποτελέσει ορόσημο για την ειρηνική συνύπαρξη των δύο Λαών μας και μάλιστα μέσα σε μια συγκυρία κατά την οποία, καθένας για διαφορετικούς βεβαίως λόγους, δοκιμάζονται, αλλά είναι αποφασισμένοι να υπερβούν την κρίση και να κατακτήσουν το μέλλον που τους αναλογεί και τους αρμόζει.
Γ. Παρεμφερές μήνυμα εκπέμπουμε και προς την φίλη γείτονα Αλβανία: Προωθούμε πάντοτε με ειλικρίνεια τις σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με αυτήν και ευνοούμε την ευρωπαϊκή της προοπτική. Οι στόχοι αυτοί μπορούν να επιτευχθούν μόνο με πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου στο σύνολό τους, κάτι όμως το οποίο δεν συμβιβάζεται με συμπεριφορές οι οποίες παραβιάζουν τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου, όπως π.χ. τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων και το κορυφαίο Δικαίωμα στην Ιδιοκτησία.
Κύριε Δήμαρχε,
Αναχωρώντας από την Σιάτιστα, με τον άκρως τιμητικό τίτλο του Επίτιμου Δημότη Βοΐου, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι όσα εξέθεσα θ’ αποτελέσουν καθοριστικής σημασίας δείκτη πορείας κατά την άσκηση των καθηκόντων μου. Επιπλέον, παίρνω μαζί μου, στις νοερές αποσκευές μου, τις καλύτερες αναμνήσεις της έξοχης φιλοξενίας που μου επιφυλάξατε, για την οποία και πάλι βαθύτατα σας ευχαριστώ.