Ολόκληρη η ομιλία – μανιφέστο ανθρωπισμού του Προέδρου της Δημοκρατίας

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΑΤΡΩΝ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Πάτρα, 30 Νοεμβρίου 2017
Σεβασμιώτατοι, Άγιοι Πατέρες,
Κυρίες και Κύριοι
Σας ευχαριστώ θερμώς γιατί για δεύτερη φορά κατά την διάρκεια της προεδρικής μου θητείας βρίσκομαι μαζί σας αυτή την ιερή ημέρα. Ημέρα που τιμούμε την μνήμη του Πολιούχου των Πατρών, του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου.
Η εδώ παρουσία μου δεν είναι απλώς παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας για λόγους εθιμοτυπίας. Η μνήμη του Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, ο βίος του, το μαρτύριο του, δεν μας δίνουν μόνο την δυνατότητα να τιμήσουμε την μνήμη του. Ο βίος και το μαρτύριό του είναι πηγή διδαγμάτων για όλους μας. Για τον Κλήρο για την Κοινωνία και ιδίως για την Πολιτεία. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ανδρέας ο Πρωτόκλητος ήταν εκείνος που με το μαρτύριό του και τον βίο του δίδαξε την έννοια της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο. Αυτή ήταν η αιτία που μαρτύρησε. Είναι από εκείνους που δίδαξαν τις βασικές Αρχές που ο Χριστιανισμός έδωσε στον Ευρωπαϊκό μας Πολιτισμό και όχι μόνο στον Ελληνικό Πολιτισμό. Γιατί ξέρουμε καλά ότι η Χριστιανοσύνη είναι ο τρίτος πυλώνας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Και έδωσε στον Πολιτισμό μας αυτό τις αρχές της Αλληλεγγύης, της Δικαιοσύνης και ιδίως της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Θυμάμαι Σεβασμιώτατε τι είχα πει στις 30 Νοεμβρίου 2015. Τα δικά σας λόγια, τα δικά μου λόγια. Είναι το ίδιο επίκαιρα, θα έλεγα μάλιστα ακόμα περισσότερο. Γιατί το μεγάλο ζήτημα δεν είναι μόνο ζήτημα Ελληνικό. Είναι γενικώτερα Ευρωπαϊκό. Είναι ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που οφείλει να υπερασπισθεί το ρόλο της. Και αυτό τον ρόλο θα τον υπερασπισθεί μέσα από τις Αρχές και τις Αξίες τις οποίες συμβολίζει.
Έτσι μου δίνεται η ευκαιρία να τονίσω  κάτι το οποίο οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε, στην κοινωνία μας. Και να το ξεκαθαρίσουμε πέρα και έξω από οποιεσδήποτε ιδεολογικές διαφορές μπορεί να υπάρχουν. Και μιλώ Σεβασμιώτατε για τον ρόλο της Εκκλησίας στο πλαίσιο της Ελλάδας και της Ιστορίας της.
Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι όποιος στέκεται απέναντι στην Ιστορία με όρους αντικειμενικούς, πιστεύει δεν πιστεύει, οφείλει να αναγνωρίσει τον ρόλο της Εκκλησίας. Γιατί ο ρόλος αυτός είναι καθοριστικός και για την πορεία του Έθνους μας και του Λαού μας, αλλά και για τον αγώνα επιβίωσης που δίνει σήμερα ο Ελληνικός Λαός. Και το τονίζω: Δεν είναι θέμα πίστης, είναι θέμα ιστορικής αλήθειας. Το Έθνος μας, το Έθνος των Ελλήνων πορεύθηκε ανά τους αιώνες μαζί με την χριστιανική διδασκαλία και την Ορθοδοξία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι από την εποχή του Βυζαντίου, και τότε, ουσιαστικά κέντρο του δικού του πολιτισμού ήταν η Ελλάδα. Το Βυζάντιο δεν αποτελούσε μέρος του Μεσαίωνα, όπως κάποιοι ανακριβέστατα ισχυρίζονται. Γιατί η Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη δεν είχε Ιερά Εξέταση, δεν γνώρισε Μεσαίωνα. Το Βυζάντιο, και αυτό πρέπει να το υπερασπισθούμε, είναι το όχημα από το οποίο πέρασε ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός και ο Ρωμαϊκός Πολιτισμός για να φθάσουμε στην Αναγέννηση. Αν δεν υπήρχε το Βυζάντιο δεν θα υπήρχε Αναγέννηση. Αν δεν υπήρχε η Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη με την συνεισφορά της, δεν θα είχαμε φθάσει στην Αναγέννηση. Και ύστερα στα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς δεν ήταν άραγε η Εκκλησία εκείνη που στήριξε το φρόνημα των Ελλήνων, δεν ήταν ο συνδετικός κρίκος του Έθνους, μαζί με άλλους βεβαίως; Ποιος θα μπορούσε να υποτιμήσει αυτό τον ρόλο, πιστεύει δεν πιστεύει; Και ύστερα μετά την έκρηξη της Εθνεγερσίας δεν ήταν η Εκκλησία που πρωτοστάτησε στην Αγία Λαύρα; Σ΄ όλους τους Αγώνες στην πορεία, ανεξάρτητα  αν υπήρξαν ορισμένες παρεκβάσεις κατά καιρούς, η συνολική αποτίμηση του ρόλου της Εκκλησίας με όρους ιστορικής αντικειμενικής αλήθειας, είναι αποτίμηση όχι απλώς θετική αλλά – το τονίζω- καθοριστική για την πορεία του Έθνους και του Λαού μας.
Και έρχομαι στα σημερινά. Ο ρόλος της Εκκλησίας κι εδώ είναι καθοριστικός και στον πάσχοντα συνάνθρωπο και για την αποτροπή της ρήξης του κοινωνικού ιστού.
Κυρίες και κύριοι
Όλοι ομολογούν, ακόμα και οι πιο έγκριτοι οικονομολόγοι στον κόσμο, ότι δεν υπάρχει ιστορικό παράδειγμα χώρας εν καιρώ ειρήνης που έχασε περίπου το 30% του ΑΕΠ της και δεν εξερράγη κοινωνικώς. Άλλοι λαοί και άλλες χώρες εξερράγησαν κοινωνικώς με πολύ λιγότερες θυσίες. Γιατί συνέβη αυτό στην Ελλάδα; Κι αυτό είναι μια ιστορική αλήθεια που δεν μπορεί να την υποτιμάμε. Γιατί στην Ελλάδα λειτουργούν ακόμα δύο θεσμοί που ίσως δεν λειτουργούν αλλού. Και μιλάω για τον θεσμό της Οικογένειας και για τον θεσμό της Εκκλησίας.
Δεν υποτιμώ την συνεισφορά πολλών άλλων, ενώσεων προσώπων, ιδιωτών, οι οποίοι συνεισέφεραν αυτές τις ώρες για να σταθούμε όρθιοι, για να μπορέσουμε να καλύψουμε τα κενά που το Κράτος αφήνει σε ένα κοινωνικό κράτος, το οποίο κινδύνευσε να καταρρεύσει. Και ακόμα δίνουμε αγώνα επιβίωσης για να μην καταρρεύσει. Γιατί αν καταρρεύσει, αυτό είναι το τέλος μιας κοινωνίας. Μπορεί να υποτιμά κανείς την σημασία αυτών των δύο θεσμών, για να μπορέσουμε σήμερα να κοιτάμε το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία απ’ ό,τι στο παρελθόν; Θα ήταν ιστορικά άδικο και θα δίναμε στις νέες γενιές ένα κακό παράδειγμα, αν για λόγους ιδεοληψίας και ενός εσφαλμένου «μοντερνισμού», αγνοούσαμε αυτή την ιστορική αλήθεια. Ξέρω ότι για μιαν ακόμη φορά και θα παρεξηγηθώ και θα υποστώ την κριτική. Είναι χρέος μου να δέχομαι γτην κριτική, όπως είναι χρέος μου, να ομολογώ την ιστορική αλήθεια. Γιατί αν την αγνοήσουμε αυτή την ιστορική αλήθεια δεν θα μπορέσουμε ν’ αντιμετωπίσουμε άλλη κρίση. Και κανείς δεν μας εγγυάται, σ’ αυτόν τον δύσκολο κόσμο που ζούμε, ότι δεν θ’ αντιμετωπίσουμε κι άλλες κρίσεις.
Με αυτά τα εφόδια, η Ελλάδα όχι μόνο δίνει μάχη επιβίωσης για τον Λαό της, αλλά η Ελλάδα έχοντας πάρει οριστικά την πορεία της μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρωταγωνιστεί. Για να μπορέσει και η Ευρωπαϊκή Ένωση – γιατί και άλλοι λαοί έχουν τα δικά τους προβλήματα –  να διαδραματίσει τον ρόλο που της ανήκει. Γιατί η Ευρώπη πρέπει να γίνει δυνατή. Και θα γίνει δυνατή όχι μόνο μέσα από την οικονομία της, όχι μόνο μέσα από την οικονομική πρόοδο -που δεν την υποτιμώ καθόλου- αλλά κυρίως μέσα από τους Θεσμούς και μέσα από τον Πολιτισμό, τον οποίο εκείνη μπορεί να προβάλλει σε ολόκληρο τον Κόσμο. Και αυτή η Δημοκρατία και αυτός ο Πολιτισμός στηρίζονται στις βασικές αρχές της Ειρήνης, της Αλληλεγγύης, της Δικαιοσύνης και ιδίως της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Με αυτές τις σκέψεις, Σεβασμιότατε, φεύγω για μιαν ακόμη φορά από την Πάτρα. Αυτά μας διδάσκει τούτη η πόλη, μέσα στις δυσκολίες πού αντιμετωπίζει έχοντας ως Σκέπη τον Πολιούχο της. Και τονίζω ότι τον έχει ως παράδειγμα βιωματικό και για εκείνους που πιστεύουν και για αυτούς που δεν πιστεύουν. Το λέω για μια ακόμη φορά, και με αυτό κλείνω. Η αλήθεια κρίνεται με ιστορικά κριτήρια, δεν κρίνεται με ιδεοληψίες ούτε με μονοπώληση της ιστορικής πραγματικότητας.
Χρόνια Πολλά και σας  ευχαριστώ θερμώς για την φιλοξενία.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ