Του Θύμιου Λυμπερόπουλου
Πριν από μερικές ημέρες μάθαμε από τα διεθνή μέσα πως η UBER TAXI κράτησε κρυφή μια κυβερνοεπίθεση που δέχτηκε το 2016, με αποτέλεσμα να υποκλαπούν τα προσωπικά δεδομένα 57 εκατομμυρίων πελατών και οδηγών της παγκοσμίως. Η UBER παραδέχθηκε πως δεν ενημέρωσε ποτέ τις αρμόδιες αρχές, αλλά αντιθέτως πλήρωσε τους χάκερς 100 χιλ. δολάρια για να διαγράψουν τα δεδομένα και να κρατήσουν το περιστατικό μακριά από τη δημοσιότητα.
Επίσης πριν από 20 περίπου ημέρες ανακοινώθηκε από τον Υπουργό Μεταφορών κ. Χρήστο Σπίρτζη πως η ΒΕΑΤ ΤΑΧΙ – η πολυδιαφημισμένη και ως κοινωνικό κίνημα αξιολόγησης επαγγελματιών οδηγών – έχει έδρα στο Λονδίνο και συναλλάσσεται με τους ελάχιστους πλέον συνεργαζόμενους οδηγούς μέσω εμβασμάτων από άλλες εταιρίες μετόχους της που λειτουργούν σε καθεστώς offshore.
Για αυτές τις δύο εταιρίες (UBER και ΒΕΑΤ) που προσπάθησαν και προσπαθούν ακόμη και σήμερα, με δόλια μέσα, να διεισδύσουν στην Ελληνική αγορά, η αντιπολίτευση και ειδικά η αξιωματική υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής, δημόσιος διαφημιστής και υβριστής του κλάδου των Ταξί.
Μετά τις ανωτέρω αποκαλύψεις που παρεμπιπτόντως δεν ήταν οι μόνες ή οι πρώτες για τις εν λόγω εταιρίες, θα περιμέναμε από ένα σοβαρό κόμμα, να δηλώσει πως… εξαπατήθηκε, πως επιτέθηκε σε ένα ολόκληρο επαγγελματικό κλάδο και τις οικογένειές τους λόγω κάποιας κακής συγκυρίας ή πληροφόρησης, λόγω του ανάδρομου Ερμή, λόγω αντιστροφής του προσήμου των πόλων της γης, λόγω τέλος πάντων κάποιας εξωγήινης δύναμης που υπέδειξε στον Κ. Μητσοτάκη τις αλλοδαπές UBER και ΒΕΑΤ ως τους ηθικούς και τίμιους αντικαταστάτες δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων αυτοκινητιστών και το θάνατο των οικογενειών τους.
Διότι μόνο αν κάποιος αστειευτεί θα μπορέσει να προσπεράσει χωρίς ψυχική διαταραχή το γεγονός ότι θεσμικοί εκπρόσωποι της ΝΔ όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Άδωνις Γεωργιάδης, ο Κωστής Χατζηδάκης, ο Κώστας Αχ. Καραμανλής, ο Κώστας Κυρανάκης και άλλοι που βρέθηκαν στο δημόσιο διάλογο, υπερασπίστηκαν εταιρίες φαντάσματα για το Ελληνικό φορολογικό σύστημα και υπερθεμάτισαν για αντεθνικά συμφέροντα που πλήττουν την ήδη βαριά λαβωμένη μικρομεσαία τάξη. Μια μικρομεσαία τάξη που δέχθηκε το πρώτο ισχυρό χτύπημα του νεοφιλελευθερισμού όταν ο Γιώργος Παπανδρέου έδωσε τα κλειδιά της Ελλάδας στις Γερμανικές Τράπεζες. Όταν άνοιξε τις πύλες της κολάσεως και με μία υπογραφή έδωσε το δικαίωμα στο ξένο οικονομικό σύστημα να επιβάλλει όρους και δεσμεύσεις όμοιες με μία πολεμική κατοχή.
Και αντί η ΝΔ να στηριχτεί στην προσπάθεια που έκανε ο Κώστας Καραμανλής, που αντιστάθηκε με προσωπικό και πολιτικό κόστος στις ξένες επιθέσεις, συμπεριφέρεται ως ένα κόμμα πλήρως υποταγμένο στα οικονομικά ακραία κελεύσματα που δρουν ληστρικά σε εξουθενωμένες κοινωνίες.
Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, είχε μία ευκαιρία να δείξει πως μία Ελλάδα ενωμένη μπορεί να ξεπεράσει δυσκολίες. Όχι γιατί συμπορεύεται με το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γιατί αντιδρά και καταγγέλλει εκείνους τους πολυεθνικούς κολοσσούς που αποβλέπουν στη λεηλασία του μικρομεσαίου παραγωγικού ιστού. Η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, που κακώς ονομάζεται ακόμη έτσι, θα μπορούσε να πει ΟΧΙ στους UBER και BEAT κερδοσκόπους και να δείξει πως ενδιαφέρεται για τον Έλληνα ταλαιπωρημένο επιχειρηματία, τον εργαζόμενο, τον άνεργο που σήμερα βιώνει τον εφιάλτη των εγκληματικών ενεργειών του Γ. Παπανδρέου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποδείχθηκε λίγος, ελάχιστος, πρόδωσε τους ιστορικούς αγώνες του Κωνσταντίνου Καραμανλή, πρόδωσε τον πατριωτισμό του Κώστα Καραμανλή του νεότερου και στο τέλος διολίσθησε στο βούρκο του άκρατου νεοφιλελευθερισμού για την εξουσία και μόνο, σα να είναι ένα κληρονομικό του δικαίωμα.
Όμως ξεχνά (από κόμπλεξ) πως τον Κώστα Καραμανλή τον φυσικό ηγέτη της σύγχρονης Κεντροδεξιάς, τον έκανε ηγέτη ο λαός γιατί απέδειξε πως ένα βαρύ επίθετο δικαιώνεται μόνο από τις πατριωτικές πράξεις.