Ο Αρχίλοχος, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της λυρικής ποίησης, αναφέρεται από τις πηγές ως καταγόμενος από την Πάρο και τη Θάσο.
Το παράδοξο αυτό της διπλής καταγωγής οφείλεται στο γεγονός ότι ο πατέρας του, Τελεσικλής, ίδρυσε γύρω στο 675 π.Χ. την αποικία των Παρίων στη Θάσο (αν και σύμφωνα με άλλη εκδοχή αυτός ο Τελεσικλής δεν ήταν ο πατέρας, αλλά ο προπάππους του Αρχίλοχου, και η ίδρυση της Θάσου έγινε παλαιότερα). Ο Lesky αναφέρει την άποψη ότι ο Αρχίλοχος ήταν στην ουσία νόθος γιος του Τελεσικλή, που γεννήθηκε περίπου το 680 π.Χ. από τη δούλη Ενιπώ. Ίσως αυτό να εξηγεί το γεγονός ότι δε φαίνεται να ανήκε στην ανώτερη τάξη των πόλεων της Αρχαϊκής εποχής, αλλά μάλλον σε μια τάξη επαγγελματιών στρατιωτών.
Στα ποιήματά του μιλάει συχνά για τη στρατιωτική ζωή και για τις μάχες κυρίως στη θρακική περαία της Θάσου. Ο πόλεμος ήταν για αυτόν επάγγελμα, ενώ η ποίηση τον βοηθούσε να εκφράσει τις έντονες συγκινήσεις μιας ταραγμένης εποχής. Και ήταν στον πόλεμο που βρήκε το θάνατο πολεμώντας ενάντια στους Ναξίους.
Έζησε πολυτάραχη ζωή και αναγκάστηκε να γίνει μισθοφόρος. Πολέμησε στην Ιωνία, στη Θράκη, στη Μακεδονική Τορώνη και στην Εύβοια. Σκοτώθηκε πολεμώντας τους Νάξιους, χωρίς να γνωρίζουμε ακριβώς αν ο Νάξιος Κόρακας τον σκότωσε στη Νάξο ή στην αποικία της, που βρισκότανε στη Θράκη. Ο αριστοκράτης Κριτίας κατηγορεί τον Αρχίλοχο πως ο ίδιος ο ποιητής είναι υπεύθυνος για όσα του προσάπτουν και την κακή φήμη που απέκτησε. Σημαντική βιογραφική μαρτυρία για τον ποιητή αποτελεί και η επιγραφή από την Πάρο, που δημοσίευσε πρώτος ο Ν. Κοντολέων.
Συνέθεσε ελεγείες, ύμνους και ποιήματα σε ιαμβικό και τροχαϊκό μέτρο. Θεωρείται ο δημιουργός του λόγιου ιάμβου και της χρήσης του με σκοπό τη σάτιρα. Ιδιαίτερα γνωστός έμεινε ο στίχος του “Πολλ’ οίδ’ ἀλώπηξ, ἐχῖνος δέ έν, μέγα”. μετάφραση: Η αλεπού ξέρει πολλά και ο σκαντζόχοιρος ένα, μεγάλο.
Για τον χρόνο της ζωής του ποιητή διατυπώθηκαν κατά καιρούς διάφορες απόψεις. Είναι σήμερα βέβαιο πως ο ποιητής έζησε και έγραψε στα μέσα του 7ουπ.Χ. αιώνα. Εκεί μας οδηγούν και οι εσωτερικές ενδείξεις από τους ίδιους τους στίχους του. Έτσι στο απόσπασμα 122 W. (= 74D.,), όπου γίνεται λόγος για έκλειψη Ηλίου, αποτελεί ένα βασικό τεκμήριο, διότι η χρονολόγηση της έκλειψης αποτελεί ένδειξη και ξέρουμε σήμερα ότι οι στίχοι αναφέρονται στην έκλειψη της 6ης Απριλίου του έτους 648π.Χ. Πρόκειται για την παλαιότερη ακριβή χρονολογία που έχουμε στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία.
Έργα
Τα ποιήματα του Αρχίλοχου περιλαμβάνουν κυρίως ελεγείες, ιαμβικά τρίμετρα, τροχαϊκά τετράμετρα και επωδές. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ποίησής του, όπως και αυτής άλλων σύγχρονών του λυρικών ποιητών, είναι η χρήση του α΄ προσώπου. Σε ένα ποίημά του, για παράδειγμα, μιλάει για τον άτυχο έρωτά του προς τη Νεοβούλη, κόρη του Λυκάμβη. Οι στίχοι του είναι γεμάτοι πικρία και μίσος.
Η μεγάλη καινοτομία του Αρχίλοχου είναι ότι ανοίγει διάπλατα την πόρτα σε έναν κόσμο προσωπικών συναισθημάτων, σηματοδοτώντας μια οριστική τομή στην παγκόσμια ποίηση. Δημιούργησε επίσης νέο ύφος, συνδυάζοντας στοιχεία από τη λαϊκή ποίηση, αλλά και από τα ομηρικά έπη.
Το ποιητικό έργο του Αρχίλοχου μνημονεύθηκε και τιμήθηκε και από τους μεταγενέστερούς του ποιητές αλλά και φιλοσόφους, όπως ο Ηρόδοτος, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Ο Θεόκριτος τον εξυμνεί και ο Ηρακλείδης Ποντικός συνέγραψε μια μελέτη με τίτλο Περί Αρχιλόχου και Ομήρου. Μεγάλη ήταν και η επίδραση που άσκησε στους Λατίνους ποιητές, ιδιαίτερα στον Οβίδιο. Δεν έλειψαν ωστόσο και οι επικριτές του, μεταξύ των οποίων ο Ηράκλειτος και ο Πίνδαρος, που αποδοκίμαζαν το γεγονός πως ο Αρχίλοχος συχνά υποβάθμιζε ή και χλεύαζε στοιχεία της αριστοκρατικής κοσμοθεωρίας, όπως ήταν η αυτοθυσία. Αλλά και ο Κριτίας τον κατηγορούσε ως άνθρωπο κακότροπο, που το μόνο που ήξερε να κάνει ήταν να βρίζει.
Η ποιητική ακμή του τοποθετείται στην περίοδο 670-640 π.Χ. Μέσα από τους στίχους του Αρχίλοχου αναδύεται μια εποχή όπου οι άνδρες ζούσαν σε διαρκή πολεμική προπαρασκευή. Αυτό καθόριζε τις σχέσεις μεταξύ τους, δημιουργούσε φιλίες αλλά και έχθρες, όριζε τη μοίρα τους. Ονόματα συμπολεμιστών ζωντανεύουν για λίγο μαζί με τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά τους, που ο Αρχίλοχος επαινεί ή κοροϊδεύει. Οι ανασκαφές της Θάσου αποκάλυψαν τα ίχνη της πόλης στην Αρχαϊκή εποχή, και σε ορισμένες περιπτώσεις έδωσαν στοιχεία για τα πρόσωπα και τις καταστάσεις που περιγράφει ο ποιητής.
Οι Πάριοι τίμησαν ιδιαίτερα τον Αρχίλοχο. Ένα μνημείο με τη μορφή κιονόκρανου, που διασώζει σημαντική επιγραφή με βιογραφικά στοιχεία του ποιητή ανεγέρθηκε από το Μνησιεπή γύρω στο 350-300 π.Χ. και ίσως σηματοδοτούσε μια λατρεία του αφηρωισμένου Αρχίλοχου. Ένα δεύτερο μνημείο ανεγέρθηκε τον 1ο αι. π.Χ. από το Σωσθένη.