Όταν το στρες και η καταπόνηση φτάνουν σε επίπεδα ανεξέλεγκτα, η εργασιακή εξάντληση μπορεί να οδηγήσει σε συναισθηματική εξουθένωση, σωματική κόπωση ή εξάντληση και διανοητική κούραση με επιβράδυνση των πνευματικών λειτουργιών.
Η κατάσταση αυτή, που είναι γνωστή ως σύνδρομο εργασιακής εξάντλησης, είναι διαφορετική από την προσωρινή αδιαθεσία, που ξεπερνιέται μετά από μια περίοδο ξεκούρασης.
Οι αιτίες, που μπορούν να οδηγήσουν σε εργασιακή εξουθένωση είναι πολλές και περιλαμβάνουν το χρόνιο στρες, την ανασφάλεια επαγγελματικής απασχόλησης, την υπερκόπωση, τις πολλές ώρες εργασίας, τα αυστηρά χρονοδιαγράμματα, την απουσία αμοιβών που αισθάνεται ο εργαζόμενος ότι δικαιούται, την πληθώρα των καθημερινών προβλημάτων ή διαφωνιών, τα ξαφνικά ψυχικά τραύματα, τη σεξουαλική παρενόχληση και τη σωματική κακοποίηση.
Τα προβλήματα που οδηγούν στο σύνδρομο εργασιακής εξουθένωσης, άρχισαν να συσχετίζονται από επιστημονικές μελέτες και με άλλες σοβαρές σωματικές ασθένειες. Το εργασιακό στρες έχει συσχετισθεί με την αύξηση της συχνότητας των παθήσεων της καρδίας, της γρίπης, του μεταβολικού συνδρόμου και της ψηλής πίεσης.
Μια έρευνα έχει μάλιστα δείξει ότι το στρες μπορεί να εξουδετερώνει τις ωφέλιμες για την καρδία δράσεις ενός επαγγέλματος με σωματική άσκηση. Προκαλεί έτσι μεγαλύτερο βαθμό αθηρωσκλήρυνσης στους εργαζόμενους με στρες απ’ ότι σε αυτούς, που δεν έχουν στρες παρά το γεγονός, ότι και οι δύο ομάδες εργαζομένων είχαν του ίδιου τύπου σωματικά υγιή, επαγγελματική απασχόληση.
Μερικές έρευνες έδειξαν, ότι το στρες μπορεί να οδηγεί σε ανθυγιεινές συμπεριφορές, όπως κακή διατροφή και υπερκατανάλωση αλκοόλ που με τη σειρά τους είναι αιτίες ασθενειών.
Σε έρευνα σε 677 εργαζομένους, Ισραηλινοί γιατροί έδειξαν ότι αυτοί που παρουσίαζαν εργασιακή εξάντληση, είχαν 1,8 φορές περισσότερες πιθανότητες να προσβληθούν από διαβήτη τύπου 2. Στο διαβήτη τύπου 2, ο οργανισμός καθίσταται ανθεκτικός στη δράση της ινσουλίνης, που είναι η βασική ορμόνη ρύθμισης της γλυκόζης.
Οι εργαζόμενοι, που μελετήθηκαν ήσαν υγιείς στην αρχή της έρευνας, που διήρκεσε για σχεδόν 6 χρόνια. Το 77% των συμμετεχόντων ήσαν άνδρες και ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 43 ετών. Τα επαγγέλματα τους, ανήκαν σε διάφορες κατηγορίες, ψηλότερες διευθυντικές θέσεις, εποπτικές και μέσου διευθυντικού επιπέδου θέσεις, μηχανικοί, εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι με ηλεκτρονικούς υπολογιστές και αυτοεργοδοτούμενοι.
Για να αξιολογηθεί ο βαθμός εργασιακής εξάντλησης, που παρουσίαζαν, χρησιμοποιήθηκε ειδικό ερωτηματολόγιο. Σε περίπου 50% των εργαζομένων, βρέθηκε να υπάρχει ψηλού βαθμού εργασιακή εξουθένωση.
Από το σύνολο των συμμετεχόντων 17 παρουσίασαν διαβήτη τύπου 2 κατά τη διάρκεια της έρευνας. Από τους εργαζομένους που παρουσίασαν σύνδρομο εργασιακής εξάντλησης, 3,2% έγιναν διαβητικοί. Σε αυτούς χωρίς εργασιακή εξάντληση μόνο 1,8% παρουσίασαν διαβήτη τύπου 2.
Οι ερευνητές απέκλεισαν το ενδεχόμενο ο διαβήτης να προκαλείτο από ψηλή πίεση. Η άμεση επίδραση του στρες στη γένεση του διαβήτη, μπορεί να σχετίζεται με την αύξηση των λιπαρών οξέων στο αίμα και μείωση της καλής χοληστερόλης HDL που προκαλούνται από το χρόνιο, ανεξέλεγκτο στρες.
Το στρες, προκαλεί διαταραχές στις δυνατότητες του οργανισμού να επεξεργάζεται το ζάχαρο. Υπάρχουν μάλιστα άνθρωποι με γενετικό υπόστρωμα που τους κάνει πιο ευάλωτους στις διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης και το στρες επιδεινώνει την κατάσταση. Το εργασιακό στρες, αλλά και άλλες στρεσσογόνες καταστάσεις στη ζωή του εργαζομένου, πιθανόν να συμβάλλουν στη γένεση του διαβήτη.
Η σημασία των ευρημάτων των Ισραηλινών γιατρών έγκειται στο ότι το στρες βρέθηκε να έχει μια πιο άμεση επίδραση στους φυσιολογικούς μηχανισμούς του οργανισμού προκαλώντας διαταραχές του ορμονικού μεταβολισμού ρύθμισης της γλυκόζης οδηγώντας έτσι στο διαβήτη.
Με λίγα λόγια το σύνδρομο εργασιακής εξάντλησης, αυξάνει τις πιθανότητες προσβολής από σοβαρές ασθένειες όπως ο διαβήτης, πιθανόν στον ίδιο βαθμό που το κάνουν οι γνωστοί άλλοι παράγοντες κινδύνου δηλαδή το κάπνισμα, η απουσία σωματικής άσκησης, ο ψηλός δείκτης μάζας σώματος (είναι δείκτης της παχυσαρκίας και υπερβολικού βάρους σώματος).
[medlook.net]