Του Μαρίνου Αλειφέρη
Πρωτοφανές θράσος επέδειξαν οι διαρρήκτες που “χτύπησαν” στο σπίτι όπου ο μακελάρης αστυνομικός, δολοφόνησε εν ψυχρώ την κόρη του, την γυναίκα του και την πεθερά του.
Οι κακοποιοί μπήκαν στο σπίτι των Αγίω Αναργύρων από την πλαϊνή πόρτα ενώ αυτό ήταν κλειστό και σφραγισμένο από την αστυνομία. Έκαναν τα πάντα άνω κάτω και αφαίρεσαν διάφορα αντικείμενα άγνωστης έως τώρα αξίας.
Την κλοπή κατήγγειλε ο θείος της γυναίκας του αστυνομικού ο οποίος αυτήν την ώρα δίνει κατάθεση στην αστυνομία.
Το χρονικό του μακελειού άφησε άναυδη την Ελλάδα
Είναι ξημερώματα Δευτέρας , 18 Δεκεμβρίου 2017. Γύρω στις 3 με 4 το πρωί, ο αστυνομικός ο 46χρονος Χρήστος Ζαπαντιώτης, βρίσκεται με τη γυναίκα του και την πεθερά του (την 49χρονη Ελένη Χερουβείμ και την 70χρονη Βασιλική Χερουβείμ), στο σαλόνι του διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου (του διώροφου οικήματος) στην οδό Ευριπίδου 25.
Κάποια στιγμή διαπληκτίζονται και ξεσπά καβγάς γύρω από τις κληρονομικές διαφορές που είχε ο αστυνομικός με την πεθερά του για το σπίτι που ζει με την γυναίκα του. Το κλίμα φορτίζεται επικίνδυνα και η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο.
Ο αστυνομικός βγάζει το όπλο του και με αυτό απειλεί την πεθερά του. Εκείνη την ώρα ηγυναίκατου, γιατρός στο επάγγελμα, τρέχει και βάζει το σώμα της σαν “ασπίδα” ανάμεσα στην μάνα της (επίσης γιατρό) και στον άνδρα που έχει χάσει τον έλεγχο.
Το μυαλό του σε μια στιγμή γυρίζει “στα κόκκινα”. Το χέρι του οπλίζει και η σφαίρα βρίσκει εξ επαφής στο στήθος την γυναίκα. Αυτήν που είναι η μάνα του παιδιού του. Αυτήν που διάλεξε για συνοδοιπόρο ζωής.
Το μυαλό του μόλις την βλέπει να πέφτει νεκρή, θολώνει ακόμη περισσότερο. Κυνηγάει με ορμή την πεθερά του. Το γεγονός πως βρέθηκαν 3 σφαίρες στους τοίχους του σαλονιού, μαρτυρά τα γεγονότα. Στο τέλος μια σφαίρα χτυπά θανάσιμα και την πεθερά του και πέφτει και αυτή νεκρή στο σαλόνι. Τα αίματα των δύο γυναικών βάφουν το πάτωμα.
Από εκεί και πέρα ο αστυνομικός πρωταγωνιστεί στο θρίλερ που μόνος του έγραψε και σκηνοθέτησε. Πηγαίνει στην κρεβατοκάμαρα που κοιμάται το παιδί του. Η αγαπημένη του κόρη, Μυρτώ – Πετρίνα. Το αγγελούδι που είναι παραδομένο στον Μορφέα. Την εκτελεί με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Μόλις την προηγούμενη μέρα την είχε πάει βόλτα, οι δυο τους είχαν σταματήσει στον φούρνο της γειτονιάς και της είχε αγοράσει κουλούρι. Τα παιδικά της γέλια ήταν η ανταμοιβή του. Τώρα την έχει σκοτώσει. Τι άλλο του μένει; Στρέφει το όπλο εναντίον του και αυτοκτονεί. Το άψυχο σώμα του κείτεται δίπλα σε εκείνο της κόρης του. Η αυλαία έχει πέσει.
Μια ηλικιωμένη γυναίκα που μένει στην γειτονιά, ισχυρίζεται ότι άκουσε τον θόρυβο από τους πυροβολισμούς αλλά νόμιζε ότι τα άκουσε μέσα στον ύπνο της και κουκουλώθηκε.
Το πρωί η μικρούλα δεν πήγε στον παιδικό σταθμό. Ένας ξάδελφος της γυναίκας του αστυνομικού, ανησυχεί. Άτιμο πράγμα το ένστικτο λένε. Φτάνει στο σπίτι. Χτυπάει τα κουδούνια. Τρομάζει με την σιωπή. Βάζει το κεφάλι του σε ένα μισάνοιχτο παράθυρο. Αυτό που βλέπει τον σοκάρει. Η θεία του και η αγαπημένη του ξαδέλφη είναι νεκρές.
Είχαμε ανησυχήσει το πρωί και προσπαθήσουμε να δούμε τι συμβαίνει γιατί έλειπαν τέσσερα άτομα. Το μικρό δεν είχε πάει στο σχολείο του”, τόνισε χαρακτηριστικά ο εξάδελφος της συζύγου του αστυνομικού και πρόσθεσε: “Σκαρφάλωσα από το πλάι στην εξωτερική σκάλα και είδα ότι η κεντρική πόρτα ήταν ανοιχτή. Είδα την κοπέλα και τους φώναξα να σπάσουν την πόρτα, την έσπασαν και μπήκα μέσα γιατί υπήρχε ένα μικρό παιδί και φοβήθηκα για το παιδί. Αντίκρισα την μητέρα με την κόρη στο σαλόνι, το μωρό στο κρεβάτι και τον πατέρα γονατισμένο μπροστά στο κρεβάτι”.
Τρέχει και σπάει την πόρτα της εισόδου. Προχωράει και πέρα από το σαλόνι όπου βρίσκονται οι σοροί των δύο γυναικών. Όταν φτάνει στην κρεβατοκάμαρα βλέπει την ανιψιά του νεκρή και δίπλα ξαπλωμένο τον αυτόχειρα πατέρα της.
Καλεί την αστυνομία. Το κακό μαντάτο ταξιδεύει σαν αστραπή. Η είδηση βυθίζει στο πένθος όλη τη χώρα.