Η εργασία μοχλός ανάπτυξης

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

 
2E9894B7-D6F1-4BC0-AD44-3313363105C7Του Φοίβου Κλαυδιανού
Μεγάλη Παρασκευή στάλθηκε στους θεσμούς το πρώτο draft της Ολιστικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής, που η κυβέρνηση φιλοδοξεί να αποτελέσει το διαβατήριο της χώρας για το πέρασμά της στη μεταμνημονιακή εποχή και έχει διπλή στόχευση.
Πρώτον, να καμφθούν οι ανησυχίες των θεσμών, των κρατών-μελών της Ευρωζώνης και των αγορών μήπως μετά τη χαλάρωση της επιτροπείας η Ελλάδα επανέλθει στον «άσωτο» δρόμο του δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
Δεύτερον, να σηματοδοτηθεί στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας ότι το τιμόνι της χώρας περνά ξανά σε ελληνικά χέρια και επιταχύνεται η διόρθωση των αδικιών που είχαν συσσωρευτεί τα χρόνια του μνημονίου.
 
Το κομβικό σημείο, στο οποίο ενώνονται τα δύο αυτά σκέλη, είναι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Για την κυβέρνηση, πυρήνας της αναπτυξιακής στρατηγικής δεν είναι ούτε η τεχνητή αύξηση της ζήτησης μέσω του κρατικού δανεισμού (όπως γινόταν τα χρόνια πριν από την κρίση) ούτε η μείωση του κόστους παραγωγής μέσω της συμπίεσης της εργασίας (όπως αποτυχημένα επιχειρούνταν την πρώτη περίοδο του μνημονίου). Αντιθέτως, δρομολογούνται μια σειρά από οριζόντιες παρεμβάσεις με στόχο την ανάδειξη του καλά εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού σε μοχλό της αναπτυξιακής διαδικασίας και εργαλείο αύξησης της παραγωγικότητας. Ταυτόχρονα, χτίζεται ένα πλέγμα προστασίας των δικαιωμάτων του αλλά και ευρύτερης ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους -με αιχμή την παιδεία και την υγεία-, καθώς και αναδιανομής του παραγόμενου πλούτου προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας.
Φοροελαφρύνσεις, μισθοί και κοινωνικό κράτος
Σε αυτή την κατεύθυνση, οι στόχοι για τα υψηλά δημοσιονομικά πλεονάσματα παραμένουν, αλλά αλλάζει σε σημαντικό βαθμό το μείγμα πολιτικής για την επίτευξή τους. Ανάμεσα στις αλλαγές που αναφέρονται στο σχέδιο ξεχωρίζουν: η στοχευμένη μείωση των φορολογικών βαρών ανάλογα με τα δημοσιονομικά περιθώρια που θα διαμορφωθούν, η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού και η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων αλλά και η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους με πόρους.
Σε ό,τι αφορά στους μακροοικονομικούς στόχους, σύμφωνα με πληροφορίες της «Νέας Σελίδας», η αναπτυξιακή στρατηγική προβλέπει μείωση της ανεργίας στο 14% έως το 2020 και ετήσια ανάπτυξη 2,1% για τα έτη 2020-2021. Ωστόσο, όπως πληροφορούμαστε, οι συντάκτες του σχεδίου και τα κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης θεωρούν τις εκτιμήσεις αυτές πολύ μετριοπαθείς -έως και απαισιόδοξες-, αλλά δεν ήθελαν να εμπλακεί η ελληνική πλευρά στην ατέρμονη διαμάχη Ευρώπης και ΔΝΤ ως προς το θέμα των προβλέψεων για την αναπτυξιακή πορεία της Ελλάδας.
Πώς το κράτος θα ενισχύσει την ανάπτυξη
Οι οριζόντιες πολιτικές για την ενίσχυση της ανάπτυξης μπορούν να ομαδοποιηθούν στις εξής κατηγορίες:
1. Αύξηση των κονδυλίων για έρευνα και καινοτομία και για διασύνδεσή τους με την παραγωγή.
2. Επένδυση στις υποδομές (κυρίως μεταφορές και ενέργεια), στη μεταξύ τους διασύνδεση (π.χ., λιμάνια με αεροδρόμια και οδικό δίκτυο) και στα logistics.
3. Στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ιδίως της προσπάθειας αύξησης του μεγέθους τους, των μεταξύ τους συνεργειών και της συμμετοχής τους στις διεθνείς αλυσίδες αξίας.
4. Στήριξη της εξωστρέφειας και των εξαγωγών.
5. Ενίσχυση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος με επιτάχυνση και απλοποίηση των διαδικασιών σύστασης και αδειοδότησης.
6. Μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης (μείωση γραφειοκρατίας, ηλεκτρονικές συναλλαγές).
7. Μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης με στόχο την επιτάχυνση των αποφάσεών της.
Οι χρηματοδοτικές πηγές
Δεδομένης της μέχρι τώρα αδυναμίας του τραπεζικού συστήματος να προχωρήσει σε νέες πιστώσεις, της αρνητικής αποταμίευσης και του μικρού ειδικού βάρους των ξένων επενδύσεων, οι ιδιωτικές πηγές δεν αποτελούν τις βασικότερες πηγές κεφαλαίων για τις παραπάνω παρεμβάσεις, μολονότι ήδη ο όγκος των κόκκινων δανείων μειώνεται με θεαματικό ρυθμό και οι επενδύσεις από το εξωτερικό βρίσκονται σε φάση εκρηκτικής ανόδου. Το ίδιο ισχύει και για την υπό σύσταση Αναπτυξιακή Τράπεζα. Η κυβέρνηση, λοιπόν, προτίμησε να στηριχτεί σε περισσότερο βέβαια εργαλεία, δηλαδή στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων -και ιδίως στο ευρωπαϊκό σκέλος του- και σε διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς. Συγκεκριμένα, αναμένονται περίπου 5-5,5 δισ. ετησίως από το ΕΣΠΑ, 1-1,5 δισ. από εθνικούς πόρους, 7 δισ. μόνο έως το 2020 από την ΕΤΕπ και αρκετά ακόμη (που είναι αδύνατον να υπολογιστούν) από το σχέδιο Γιούνκερ και την EBRD.
Σε ό,τι αφορά στους κλάδους της οικονομίας στους οποίους στοχεύει η αναπτυξιακή στρατηγική, μεγάλη έμφαση δίνεται στην επαναβιομηχάνιση της παραγωγής, ενώ ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στα συμπλέγματα τουρισμός – πολιτισμός (προβολή του τουριστικού προϊόντος της χώρας μέσω δράσεων προβολής της πολιτιστικής παραγωγής και κληρονομιάς) και τουρισμός – βιομηχανία – αγροτική παραγωγή (προώθηση μέσω του τουρισμού των υψηλής ποιότητας ελαφρώς επεξεργασμένων αγροτικών προϊόντων), όπως και στη φαρμακευτική παραγωγή.
Θετική η αντίδραση των θεσμών
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Νέας Σελίδας», η Ολιστική Αναπτυξιακή Στρατηγική συντάχθηκε κατά 80% τις τελευταίες εβδομάδες, αφού ανέλαβε υπουργός Οικονομίας ο Γιάννης Δραγασάκης, δεδομένου ότι οι προηγούμενες επεξεργασίες, πρώτα επί Γιώργου Σταθάκη και κατόπιν επί Δημήτρη Παπαδημητρίου, κρίθηκε ότι χρειάζονταν επικαιροποίηση και σύμπτυξη, παρόλο που δεν άλλαξε κάτι σημαντικό στους βασικούς άξονες πολιτικής. Το δύσκολο έργο της συλλογής των στοιχείων από τα διάφορα υπουργεία και του συντονισμού του σύνταξης το είχε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας, Αλέξης Χαρίτσης, αν και είναι απολύτως σαφές ότι πρόκειται για συλλογική δουλειά της κυβέρνησης.
Παρά τα όσα γράφτηκαν αρχικά από ορισμένα ελληνικά ΜΜΕ, οι θεσμοί έχουν υποδεχτεί θετικά το κείμενο της αναπτυξιακής στρατηγικής και μέχρι την παρουσίαση του κειμένου από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο στο Eurogroup των τελών του Απριλίου αναμένεται να γίνουν μόνο επιμέρους αλλαγές. Μακροπρόθεσμα, σκοπός της κυβέρνησης είναι, μέσω της διαδικασίας διαβούλευσης των περιφερειακών συνεδρίων, να συνεχιστεί με πιο μόνιμο – θεσμικό τρόπο ο εμπλουτισμός της στρατηγικής, με τη συμμετοχή των ΟΤΑ και των παραγωγικών φορέων.
Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 45 της εφημερίδας «Νέα Σελίδα», 15/4/2018

ΔΗΜΟΦΙΛΗ