Βασίλης Δημ. Χασιώτης : Το εθνικό ζήτημα του ονόματος των Σκοπίων και μια προσωπική μου εμπλοκή σ’ αυτό…
Με το ζήτημα της ονομασίας του Κράτους των Σκοπίων, μου ήρθε στο νου, μια προσωπική εμπλοκή που είχα (εκών-άκων) με την υπόθεση του ονόματος της πΓΔΜ, η οποία μάλιστα εμπλοκή, είχε ως αφετηρία την Βουλή των Ελλήνων!
Ήταν 29 Φεβρουαρίου του 1996, και ήδη διένυα τη δεύτερη δεκαετία της θητείας μου στην Εμπορική Τράπεζα. Την περίοδο εκείνη, κατείχα τη θέση του Διευθυντή του Γραφείου του Στρατηγικού Σχεδιασμού. Στις 29 Φεβρουαρίου, έτυχε να βρίσκομαι εκτός Τράπεζας, παρακολουθώντας ένα σεμινάριο σε κάποιο Εκπαιδευτικό Κέντρο -δεν ενθυμούμαι αυτή τη στιγμή τον φορέα που τον διεξήγαγε. Η ώρα, πρέπει να ήταν γύρω στις 9 το πρωί, όταν στην αίθουσα του σεμιναρίου, μπήκε κάποιος υπάλληλος του εκπαιδευτικού κέντρου, και μου ζήτησε να επικοινωνήσω επειγόντως με το γραφείο μου στην Τράπεζα. Πράγματι, τηλεφώνησα, όμως ουδείς εκεί γνώριζε τι ακριβώς συνέβαινε, μου είπαν απλώς ότι με ζητά ο γενικός διευθυντής και ότι έπρεπε να επιστρέψω αμέσως στη Τράπεζα και να πάω να τον δω και επίσης ότι, μου είχε τηλεφωνήσει δυο τρεις φορές και ο -συνταξιούχος- πατέρας μου.
«Εθνική γκάφα»!
Για να πω την αλήθεια, περισσότερο με προβλημάτισε το πρωινό τηλέφωνο του πατέρα μου παρά η επείγουσα κλήση να παρουσιαστώ στη Διοίκηση της Τράπεζας, διότι οι «έκτακτες» και «επείγουσες» υπηρεσιακές υποθέσεις ήταν κάτι το σύνηθες, τουλάχιστον στο επίπεδο των διευθυντικών στελεχών.
Έτσι, όταν μετά από μια περίπου ώρα γύρισα στο γραφείο μου, το πρώτο που έκανα ήταν να τηλεφωνήσω στον πατέρα μου, ο οποίος φάνηκε ταραγμένος, και μου είπε, πώς -όπως τόχε συνήθειο- παρακολουθούσε στην τηλεόραση μια πρωινή εκπομπή, από εκείνες που διαβάζουν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και ότι σε κάποιες αναφέρεται το όνομά μου, και ότι κάποιοι βουλευτές «ζητούν τη τιμωρία» μου, και ότι το ζήτημα «έχει σχέση με την Μακεδονία».
Μετά την επικοινωνία με τον πατέρα μου, το μυαλό μου δεν μπορούσε να πάει κάπου. Τέλος πάντως, επισκέφτηκα τον γενικό διευθυντή, (για την ακρίβεια τον αναπληρωτή γενικό διευθυντή στον οποίο υπαγόμουν ιεραρχικά) ο οποίος που έδωσε την εφημερίδα «Αυριανή», και που είπε ότι «γράφει κάτι» για μένα.
Η εφημερίδα, κάτω από τον τίτλο «ΓΚΑΦΑ ΟΛΚΗΣ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ!», πληροφορούσε ότι η Εμπορική Τράπεζα «διατηρούσε εδώ και χρόνια στα αρχεία της», «επίσημα έγγραφα και χάρτες… με τα οποία πληροφορούσε τους πελάτες της ανά τον κόσμο, ότι τα Σκόπια ονομάζονται «Μακεδονία»». Αναφέρονταν επίσης σε επιστολή του Γραφείου του οποίου ήμουν Διευθυντής, (η επιστολή υπογράφονταν από μένα ως Διευθυντή του Γραφείου Στρατηγικού Σχεδιασμού και από τον Τμηματάρχη του Γραφείου ο οποίος όμως δεν είχε καμιά ουσιαστική συμμετοχή στην υπόθεση πέραν της καθαρά τυπικής προσυπογραφής της επιστολής εκ μέρους του ως β’ υπογραφής, γι΄ αυτό άλλωστε και έμεινε έξω από την όλη εμπλοκή που περιορίστηκε στο πρόσωπό μου) η οποία (αριθμ. πρωτοκ. 28/10/9-2-96 της Υπηρεσίας Στρατηγικού Σχεδιασμού Μάρκετινγκ και Οργάνωσης / Γραφείο Στρατηγικού Σχεδιασμού) απευθύνονταν σε αρμόδιους υπηρεσιακούς παράγοντες της Τράπεζας, και τους ζητούνταν να επέμβουν σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο που τους απεστάλη από το Γραφείο Στρατηγικού Σχεδιασμού και στο οποίο χάρτες των Σκοπίων (πέντε στον αριθμό) αναφέρονταν ως «Ma» (Macedonia) προκειμένου να διορθώσουν την ονομασία του Κράτους αυτού προσθέτοντας το πρόθεμα «FYR of…», ή, αν δεν μπορούσαν να το κάνουν, να σβήσουν τους χάρτες εντελώς. Η εφημερίδα χαρακτήριζε την υπόθεση ως «συγκλονιστική», και πληροφορούσε το κοινό της ότι η «αποκάλυψη» έγινε από βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας που κατέθεσε σχετική ερώτηση στη Βουλή (όλα τα παραπάνω δημοσιεύματα ανέφεραν ως πηγή του ρεπορτάζ τους σχετική ερώτηση του -τότε- βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Α. Σπηλιόπουλο) και ο οποίος ζητούσε την επιβολή κυρώσεων σε βάρος των «υπευθύνων».
Όμως, δεν ήταν μόνο η «Αυριανή», μα, μέχρι το μεσημέρι, πληροφορήθηκα ότι αναφορά στην ίδια υπόθεση γίνονταν και από τις εφημερίδες «Απογευματινή», «Ελεύθερος Τύπος» και «Αδέσμευτος», όλες να αναδημοσιεύουν την παραπάνω επιστολή, με ανάλογους τίτλους : «Αδέσμευτος» : «Ιδού τι κατάφεραν οι αρμόδιοι της Εμπορικής Τράπεζας – Πελάτης τα Σκόπια σαν «Μακεδονία»! – Γκάφα ολκής». «Απογευματινή» : «Εθνική γκάφα – Δικαιολογίες ψελλίζουν οι αρμόδιοι». «Ελεύθερος Τύπος» : ««Μακεδονία» τα Σκόπια σε χάρτη της Εμπορικής Τράπεζας».
Στη συνάντησή μου με τον γενικό διευθυντή της Τράπεζας, έδωσα τις σχετικές εξηγήσεις, (παρακάτω αναλυτικά), ενώ, γυρνώντας στο γραφείο μου δέχτηκα τηλέφωνο και από τον Πρόεδρο της Τράπεζας, ο οποίος, μου δήλωσε την αμέριστη συμπαράστασή του, όταν δε του είπα ότι θα προβώ και σε κατάθεση μήνυσης για τις εφημερίδες, όχι μόνο για τα τερατώδη ψέματά τους μα και διότι ως όφειλαν δεν είχαν έρθει σε επαφή και με μένα ώστε να έχουν την άποψη και του αρμόδιου υπηρεσιακού παράγοντα της Τράπεζας για το θέμα που δημοσιοποίησαν, μου σύστησε να το «αφήσω το θέμα, διότι δεν αξίζει τον κόπο να ασχολούμαι μαζί τους». Παρ΄ όλα αυτά, δεν τον άκουσα.
Πάντως, εκείνη τη στιγμή, δεν μπόρεσα να μην συγκρατήσω την ειρωνική σκέψη, ότι, η αφεντιά μου, αναδεικνύονταν σε «εθνικής εμβέλειας» παράγοντα του τόπου, με δυνατότητες επηρεασμού των εξελίξεων εθνικών μας θεμάτων! Όπως επίσης δεν μπόρεσα να κρύψω την αηδία, περισσότερο και από την οργή μου, για το γεγονός, πως για καθαρά αντιπολιτευτικούς λόγους, Τύπος και πολιτικό προσωπικό, δεν διστάζουν να κονιορτοποιούν την υπόληψη και την αξιοπρέπεια απλών πολιτών και μισθωτών, εφόσον μια ένδειξη και μόνο πράξεως ή παραλείψεώς τους, μπορούν να αξιοποιηθούν, χωρίς καμία διάθεση αναζήτησης της πραγματικότητας και της αλήθειας, στο παιχνίδι που παίζουν. Όχι ότι είχα δηλαδή κάποια καλύτερη άποψη περί όλων αυτών, απλώς τώρα, είχα την «τύχη» να αποκτώ προσωπική εμπειρία του πράγματος, ώστε να ομιλώ πλέον «εκ πείρας».
Μάλιστα, ο εις εκ των δύο βουλευτών που κατέθεσε ερώτηση για το ίδιο θέμα, προχωρώντας ακόμα περισσότερο, δηλώνει πως τους χάρτες τους προμηθεύτηκε η Τράπεζα από το εξωτερικό (!!), δηλαδή, εδώ έχουμε και την υπόνοια, έμμεση πλην σαφή, πως βρισκόμουν ίσως και σε «επαφές» με ξένες υπηρεσίες ή ξένους παράγοντες, για να προμηθευτώ τι; Πέντε χάρτες, σαν αυτούς που κατά χιλιάδες είναι αναρτημένοι στο διαδίκτυο, τους οποίους ελεύθερα, γρήγορα και δωρεάν μπορεί κάποιος να προμηθευτεί χωρίς να πληρώσει ούτε μια δραχμή (αναφέρομαι στη «δραχμή» διότι η υπόθεση εξελίσσεται στα 1996), παρότι εγώ, είχα δώσει κάποιο πόσο, (νομίζω ήταν της τάξης των 250-300 δραχμών), προκειμένου να αγοράσω ένα cd που αναφέρονταν στην παγκόσμια γεωγραφία, δίνοντας σε κάθε κράτος που αναφέρονταν, εκτός των άλλων και δημογραφικές, πολιτικές και οικονομικές πληροφορίες. Μάλιστα όταν ζήτησα στο κατάστημα που πουλούσε τέτοια είδη ένα «πακέτο παγκόσμιας γεωγραφίας κατασκευασμένο στην Ελλάδα», μου είπαν πως δεν διέθεταν και κι έτσι αγόρασα το συγκεκριμένο που ήταν εισαγωγής. Αυτό το cd αγοράστηκε από μένα για ιδιωτική χρήση (δεν κόπηκε δηλαδή τιμολόγιο στο όνομα της Τράπεζας).
Το «σώμα του εγκλήματος»
Περί τίνος όμως πρόκειται; Ποια είναι αυτά τα «επίσημα έγγραφα και χάρτες» που ζηλότυπα διατηρούσα «εδώ και χρόνια» στα αρχεία του Γραφείου Στρατηγικού Σχεδιασμού του οποίου τύγχανα διευθυντής, όπως πληροφορούσε το διψασμένο για «αλήθειες» κοινό της η εφημερίδα και μαζί μ’ αυτό, κι εμένα -πλέον;
Λοιπόν, ιδού το «σώμα του εγκλήματος», όπως αυτό το αποτύπωσα στην απαντητική μου επιστολή προς τη Διοίκηση της Τράπεζας και μέσω αυτής στη Βουλή όπως και στα εμπλεκόμενα λόγω αρμοδιότητας υπουργεία Εθνικής Οικονομίας και Εξωτερικών.
Στα πλαίσια των υπηρεσιακών αναγκών του Γραφείου Στρατηγικού Σχεδιασμού για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του, κατάρτισα ένα «Ηλεκτρονικό Αρχείο Δεδομένων Στρατηγικού Σχεδιασμού» (ΗΑΔΣΣ), το οποίο αποτελούσε μια βάση δεδομένων (και όχι «έγγραφα»), χρήσιμων για την κατάρτιση και παρακολούθηση του στρατηγικού προγράμματος της Τράπεζας. Τέτοια στοιχεία, κατάλληλα ομαδοποιημένα, ήταν, ενδεικτικά : μακροοικονομικά μεγέθη (εθνικοί λογαριασμοί, ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και λοιπών ισοζυγίων, επενδύσεις, πιστωτική επέκταση, καταθέσεις, δημοσιονομικά στοιχεία κ.λ.π) της Ελλάδας (σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο όπου υπήρχαν σχετικά διαθέσιμα στοιχεία), της Ευρώπης, των μεγαλύτερων εκτός Ευρώπης οικονομιών και χωρών στις οποίες η Τράπεζα είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να έχει παρουσία, κλαδικά μεγέθη τομέων της οικονομίας ιδίως του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, αναλυτικά στοιχεία των ανταγωνιστριών τραπεζών στην Ελλάδα και στις χώρες παρουσίας της Τράπεζας (ισολογισμοί κ.λπ.), αναλυτικά στοιχεία των μεγαλύτερων επιχειρήσεων της χώρας (ισολογισμοί, ισοζύγια), επεξεργασμένοι πίνακες με τα ανωτέρω στοιχεία (καταρτίσεις χρονολογικών σειρών, δείκτες, αριθμοδείκτες, εκτιμήσεις εξελίξεων κ.λπ.), αναλυτικά στοιχεία δαπανών, εξόδων και εσόδων όλων των διευθύνσεων της Εμπορικής Τράπεζας (όπως και των Περιφερειακών Διευθύνσεων) και πρόσθετων στοιχείων που αφορούσαν την κάθε Διεύθυνση ξεχωριστά, ιδίως αυτές που ήταν κέντρα εσόδων. Επίσης στην ίδια βάση δεδομένων ήταν συγκεντρωμένος όλος ο όγκος της υπηρεσιακής αλληλογραφίας και των υπηρεσιακών εγγράφων, όπως και επιλογές μελετών και ερευνών που ήταν χρήσιμες στη κατάρτιση του στρατηγικού προγράμματος τόσο του ενοποιημένου της Τράπεζας όσο και των επιμέρους Διευθύνσεών της η κάθε μια από τις οποίες ήταν υποχρεωμένη στη σύνταξη του δικού της στρατηγικού προγράμματος. Τέλος, υπήρχε και ένα «καλάθι», στο οποίο «πετάγονταν» χωρίς επεξεργασία στοιχεία και έγγραφα, που (με μια πρώτη, πρόχειρη ματιά) μπορεί να ήταν χρήσιμα πράγμα που θα αποφασίζονταν όταν θα επεξεργάζονταν σε πρώτη ευκαιρία σε βάθος, αφού το ΗΑΔΣΣ, υφίστατο τέτοια επεξεργασία ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε να αποφασιστεί ποια από αυτά θα διατηρούνταν ως έχουν, ποια θα διαγράφονταν και ποια θα διατηρούνταν αφού προηγούμενα θα επεξεργάζονταν περαιτέρω.
Ακριβώς μέσα σ’ αυτό το «καλάθι» στοιχείων προς επεξεργασία, «πετάχτηκαν» ανάμεσα σε εκατοντάδες, χιλιάδες, πρωτογενή και ανεπεξέργαστα στοιχεία, και οι πέντε χάρτες που αποτελούν το «σώμα του εγκλήματος», για το οποίο εζητήθη η κεφαλή μου επί πίνακι.
Τι ήταν αυτοί; Ήταν ένας χάρτης της πΓΔΜ, και άλλοι τέσσερις (ένας της Ευρώπης, ένας της Βουλγαρίας, ένας της Σερβίας και ένας της Αλβανίας), στους οποίους η πΓΔΜ αναφέρονταν ως «Ma». Όλοι τους προέρχονταν από το ιδιωτικό μου γεωγραφικό cd που ανέφερα παραπάνω. Γιατί μπήκαν αυτοί χάρτες προς (μελλοντική) επεξεργασία; Όχι ασφαλώς για να μοιράζω τους χάρτες στους πελάτες (έλεος! κάτι ποιο ευφυές δεν ήταν δυνατό να κατασκευαστεί ως σκευωρία;), ούτε βεβαίως για να «μποϋκοτάρω» την εθνική προσπάθεια για απόκρουση των ανιστόρητων ισχυρισμών της γείτονος, μα για κάτι πολύ πιο ταπεινό. Μπήκαν στο «καλάθι», προκειμένου να διαπιστωθεί αν θα ήταν «καλαισθητικά» όμορφο, στις εκθέσεις που γίνονταν για τις χώρες στις οποίες η Τράπεζα ήδη δραστηριοποιούνταν ή είχε βλέψεις προς επέκταση σ΄ αυτές, (κι εδώ υπάγονται όλες οι παραπάνω περιπτώσεις των χαρτών), στο εξώφυλλο, κάτω από το όνομα της χώρας, να ετίθετο και ο χάρτης της, μαζί ενδεχομένως με κάποια θεμελιώδη μακροοικονομικά στοιχεία πάνω σ΄αυτόν (π.χ., το τρέχον ΑΕΠ, ο τρέχων πληθωρισμός, η τρέχουσα ανεργία, το τρέχον ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, κ.λπ.). ΑΥΤΗ ΗΤΑΝ ΟΛΗ Η ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ!
Μάλιστα, έχει σημασία εδώ, να πούμε ότι την παρείσφρηση των χαρτών αυτών, οι οποίοι ΟΥΔΕΠΟΤΕ χρησιμοποιήθηκαν σε υπηρεσιακό έγγραφο αλλά παρέμειναν ως ανεπεξέργαστο υλικό στο παραπάνω «καλάθι» για τους λόγους που ανέφερα, και ασφαλώς δεν υπήρχε περίπτωση να χρησιμοποιηθούν σε υπηρεσιακό έγγραφο χωρίς να διορθωθούν προηγουμένως αφού ο έλεγχος στα υπηρεσιακά έγγραφα ήταν πάντα σχολιαστικός και γίνονταν από περισσότερους από δύο στελέχη, μας την εντόπισε, πολύ πριν πληροφορηθούν την ύπαρξή τους οι βουλευτές, ο Σύλλογος Εργαζομένων της Τράπεζας, πριν κατατεθούν οι ερωτήσεις στη Βουλή!
Πράγματι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά του ΔΣ του Συλλόγου της 9/2/1996, μέλος του ΔΣ ανέφερε την ύπαρξη των παραπάνω χαρτών, χωρίς να είναι αποδέκτης του σχετικού αρχείου ΗΔΣΣ, αφού όχι μόνο αυτό μα και όλα τα υπηρεσιακά έγγραφα που σχετίζονταν με τον στρατηγικό σχεδιασμό ήταν εμπιστευτικά και είχαν ως αποδέκτες αποκλειστικά τα μέλη τα μέλη της Διοίκησης της Τράπεζας (Πρόεδρος, Γενικός Διευθυντής, Αναπληρωτές Γενικοί Διευθυντές), τους Διευθυντές και τους Τομεάρχες των Διευθύνσεων Μονάδων Διοίκησης). Παρόλα αυτά, δόθηκαν και στον Σύλλογο οι δέουσες εξηγήσεις, σε επικοινωνία μου με τον αναπληρωτή Πρόεδρό του, και αμέσως με επιστολή μου, που στάλθηκε σε όλες τις Διευθύνσεις της Τράπεζας, ζητήθηκε με την ανωτέρω από 9/2/1996 επιστολή μου, να γίνουν οι σχετικές διορθώσεις των χαρτών ή να διαγραφούν, όπως ήδη εξιστόρησα παραπάνω. ΑΥΤΗ ακριβώς η επιστολή είναι που έφτασε στα χέρια των δύο ερωτώντων βουλευτών.
Πώς έφτασαν στα χέρια των βουλευτών οι χάρτες;
Σε κάθε Διεύθυνση (και Περιφερειακή Διεύθυνση) στέλνονταν το τμήμα του ΗΑΔΣΣ, με ό,τι στοιχεία την αφορούσαν, μαζί με το «καλάθι» των «προς επεξεργασία στοιχείων». Τα στοιχεία στέλνονταν αποθηκευμένα σε tape stramers (οι γνωστές κασέτες της εποχής εκείνης στις οποίες αποθηκεύονταν ηλεκτρονικά στοιχεία), η δε είσοδος σ’ αυτά τα tape stramers γίνονταν μονάχα με τη χρήση ειδικού κωδικού που εκδίδονταν από μένα τον ίδιο και ήταν διαφορετικός για κάθε αποδέκτη, πρόσβαση δε σ’ αυτόν είχαν ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτημένα στελέχη. Αποδέκτες συνεπώς ήταν και οι Περιφερειακές Διευθύνσεις της Τράπεζας, στον βορειοελλαδικό χώρο, (5 τον αριθμό, μαζί με την Ήπειρο) κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία να τονιστεί δοθέντος ότι οι ερωτώντες βουλευτές ήταν και οι δύο της Α’ Θεσσαλονίκης, (οι κύριοι Αναστάσιος Σπηλιόπουλος και Παναγιώτης Ψωμιάδης οι οποίοι και κατέθεσαν τις ερωτήσεις τους στη Διεύθυνση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου της Βουλής, στις 28 και 22 Φεβρουαρίου 1996 αντίστοιχα -αριθμ. πρωτοκ. ερωτήσεων 5809 και 5713 αντίστοιχα), συμπεραίνω επομένως, ότι τις πληροφορίες τους τις έλαβαν από πολιτικούς τους φίλους που εργάζονταν στην Τράπεζα. Πάντως, ουδείς εκ των δύο βουλευτών, θεώρησε σκόπιμο να έρθει σε επαφή μαζί μου, τον καθ’ ύλην αρμόδιο υπεύθυνο, ή με την Διοίκηση της Τράπεζας, προκειμένου να πληροφορηθεί ακριβώς περί τίνος επρόκειτο και ασφαλώς, από εκεί και πέρα να πράξουν κατά συνείδηση.
Η απαντητική επιστολή μου στις εφημερίδες και η άρνηση δημοσίευσής της
Όταν στις 29/2/1996, όπως εξιστόρησα, έλαβα γνώση όλων των ανωτέρω, ακριβώς την επομένη, 1/3/1996 έστειλα με κούριερ, σε όλες τις παραπάνω εφημερίδες που αναδείκνυαν το ζήτημα και με ενέπλεκαν προσωπικά σ’ αυτό, επιστολή στην οποία τους εξέθετα την πραγματικότητα, την αλήθεια, παρά την αντίθετη παρότρυνση του τότε Προέδρου της Εμπορικής Τράπεζας κ. Παναγιώτη Πουλή, να μην αντιδράσω. Από όλες τις εφημερίδες, ΜΟΝΟ η «Αυριανή» δημοσίευσε την επιστολή μου, ενώ οι άλλες, δεν έκαναν ούτε απλή μνεία αυτής.
Έτσι, κάτω από τον τίτλο «Μια απάντηση για τους χάρτες της Εμπορικής», στη σελίδα 6 της 3ης Μαρτίου 1996, δημοσιεύτηκε η παρακάτω επιστολή μου. (Η αναφορά εδώ για τρεις χάρτες, αντί για πέντε, οφείλεται στο ότι δεν είχα στα χέρια μου όλες τις καταγγελίες, και έμεινα με την εντύπωση ότι επρόκειτο μόνο για τρεις χάρτες, ενώ η αναφορά στην παρακάτω επιστολή μου αποκλειστικά στο όνομα του ενός μόνο ερωτώντος βουλευτή, οφείλεται στο ότι την ύπαρξη και ετέρου ερωτώντος βουλευτού για το ίδιο ζήτημα την πληροφορήθηκα λίγες μόνο ώρες μετά αφού εν των μεταξύ οι επιστολές προς τις εφημερίδες είχαν ταχυδρομηθεί) :
«Κύριε Διευθυντά
»Στις 29/2/1996 δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα σας κείμενο με τον τίτλο «ΓΚΑΦΑ ΟΛΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ» και με υπότιτλο «Διένειμε χάρτες στους πελάτες της με τα Σκόπια να εμφανίζονται ως «Μακεδονία».
»Η παρούσα αποστέλλεται με την ιδιότητα του ατομικώς εμπλεκόμενου στην άνω υπόθεση και δεν έχει καμία σχέση με την επίσημη θέση που θα λάβει ή όχι η Εμπορική Τράπεζα. Κατόπιν αυτού, είναι προφανές ότι δεν νομιμοποιούμαι να τοποθετηθώ στα σημεία εκείνα που αποκαλύπτουν τις αληθείς προθέσεις όσων διέρρευσαν και που στη συνέχεια οδήγησαν τον βουλευτή της Ν.Δ. κ. Αν. Σπηλιόπουλο να καταθέσει ερώτηση στη Βουλή.
»Το μόνο, ίσως, που μπορώ να «αποκαλύψω» σε υπηρεσιακό επίπεδο και που δεν μνημονεύεται στις διαρρεύσασες «πληροφορίες», είναι ότι οι χάρτες αυτοί, που ελήφθησαν από έτοιμο ξένο πακέτο που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά και φυσικά δεν είναι το μόνο -άρα δεν σχεδιάστηκαν από εμάς-, περιλαμβάνονται στο Ηλεκτρονικό Αρχείο Δεδομένων Στρατηγικού Σχεδιασμού (ΗΑΔΣΣ), το οποίο αποτελεί ένα σύνολο εκατοντάδων αρχείων με χιλιάδες σελίδες και το οποίο : α. Είναι εμπιστευτικό εσωτερικό ηλεκτρονικό έγγραφο με αποκλειστικούς αποδέκτες τους διευθυντές και τα μέλη της Διοίκησης β. ΔΕΝ διανέμεται σε -πελάτες (αυτονόητο κατόπιν των ανωτέρω). Περαιτέρω, οι χάρτες, όχι μόνο οι επίμαχοι, αλλά όλοι όσοι υπάρχουν στο ΗΑΔΣΣ, ΔΕΝ χρησιμοποιούνται στο στρατηγικό σχεδιασμό, ΟΥΤΕ άλλα έγγραφα αλλά υπάρχουν στην προοπτική της μελλοντικής τους αξιοποίησης στα σχεδιαζόμενα Συστήματα Διοικητικών Αναφορών και ειδικότερα ΣΕ ΓΡΑΦΙΚΕΣ παραστάσεις, ενώ, δεν έχουν επεξεργασθεί ακόμη ούτε είναι βέβαιο ότι τελικά θα χρησιμοποιηθούν αυτοί οι ίδιοι, που επί του παρόντος χρησιμοποιούνται σε πειραματικό στάδιο, όπως και άλλα αρχεία του ΗΑΔΣΣ.
»Τα ανωτέρω αδυνατώ να πιστέψω ότι δεν τα γνωρίζουν οι διαρροείς. Προς τι η εσκεμμένη απόκρυψή τους; Προς τι αυτός ο τρόπος «αξιοποίησης» ενός ανθρώπινου λάθους, το οποίο ευθύς ως μας εγνωστοποιήθη, σπεύσαμε αμέσως να το διορθώσουμε; ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΨΕΛΙΖΟΥΜΕ, ΑΛΛΑ ΕΥΘΑΡΣΩΣ; Και μάλιστα επί ενός αρχείου, όχι μόνο εσωτερικού της τράπεζας, όχι μόνο εμπιστευτικού, αλλά με εξαιρετικά μικρό αριθμό αποδεκτών; Γιατί απέκρυψαν ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ μέσα στις οποίες διέλαθαν της προσοχής μας αυτοί οι τρεις χάρτες; Γνωρίζουν πολύ καλά οι διαρροείς, ότι την περίοδο που εδημιουργείτο η 1η Έκδοση του ΗΑΔΣΣ -που περιείχε και τους υπόψη χάρτες-, το Γραφείο Στρατηγικού Σχεδιασμού που λειτουργούσε ΜΕ ΜΟΝΑΔΙΚΗ δύναμη τον Διευθυντή του, κατ’ εκείνη την περίοδο : 1) Ολοκλήρωνε το Σύστημα Στρατηγικού Σχεδιασμού της Τράπεζας, 2) Επεξεργάζονταν στρατηγικά προγράμματα 50 Διευθύνσεων της Τράπεζας, 3) Συνέτασσε το Ενοποιημένο Στρατηγικό Πρόγραμμα της Τράπεζας, 4) Διεκπεραίωνε τις τρέχουσες υποθέσεις του, 5) Ολοκλήρωνε την 1η Έκδοση του ΗΑΔΣΣ, και 6) Δεν γνωρίζω αν έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό που θα πω, αλλά ανάμεσα σ’ όλα τ’ άλλα, ο διευθυντής του Γραφείου Στρατηγικού Σχεδιασμού, εδακτυλογραφούσε το μεγαλύτερο όγκο όλων των ανωτέρω δραστηριοτήτων ελλείψει γραμματειακής υποστήριξης. Η συνολική αυτή δραστηριότητα, που ήλθε σε πέρας σε όλα τα σημεία της, από ΕΝΑΝ μόνο άνθρωπο, είναι πολύ λογικό για τους τιμητές της παραγωγικότητας (;), να μην δικαιολογούν τρείς παραβλέψεις. Ομολογώ, ότι όσοι έκριναν το έργο μας με τέτοια κριτήρια, είναι πολύ αυστηροί και ίσως -ρητορικό το «ίσως»- οι ίδιοι να μην τα αποδέχονταν για τον εαυτό τους. Σε ό,τι αφορά, μετά από πολλά χρόνια υπηρεσίας στην Τράπεζα, με εν κυκλοφορία χιλιάδες υπογραφές μου σε χιλιάδες υπηρεσιακά έγγραφα επί εξαιρετικά σημαντικών αποφάσεων «κατόρθωσαν» κάτι να μου προσάψουν -κι αυτό όχι πρωτογενώς δικό μου- το ότι περιορίστηκαν απλώς σε «κάτι» με τιμά -άλλωστε, εγώ ο ίδιος ως διευθυντής του στρατηγικού σχεδιασμού της τράπεζας, δεν παύω να τονίζω, ότι τα λάθη ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟ ΘΛΙΒΕΡΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΟΣΩΝ ΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ και ό,τι απεχθάνομαι είναι η προσπάθεια αποφυγής λαθών μέσω της απραξίας ή της υποτονικότητας των όποιων προσπαθειών. Με λυπεί, βέβαια, που έτυχε να τα εντοπίσουν στο θέμα αυτό, που τους έδωσε λαβή για άσκηση πατριδοκαπηλίας εναντίον ενός απλού πολίτη, και μάλιστα, επειδή ακριβώς πρόκειται για έναν απλό πολίτη, ο ερωτών βουλευτής θα έπρεπε ίσως να προσπαθήσει να πληροφορηθεί περί τίνος πρόκειται. Ο τρόπος που ενήργησε, στη δική μου τουλάχιστον αντίληψη, μου δημιουργεί την εικόνα μιας εξουσίας με πρόσωπο που με προβληματίζει, αφού δεν διστάζει με μεγάλη άνεση να σπιλώνει υπολήψεις απλών πολιτών, οι οποίοι βέβαια δεν έχουν τη δυνατότητα να αντικρούσουν επιθέσεις αυτού του είδους. Σε ό,τι αφορά την αποστροφή του βουλευτού κ. Σπηλιόπουλου, ότι σπεύδουμε να προδικάσουμε «το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων σε βάρος της χώρας μας», τούτο μόνο θα πω : ακούγοντας αυτά τα σημαντικά, αισθάνθηκα σαν παράγων των εθνικών εξελίξεων της χώρας μας. Θα το ήθελα, αλλά δυστυχώς δεν είμαι. Μου παρέχονται διαστάσεις έξω και πέρα από τις πραγματικές. Αν ήμουν όντως παράγων εθνικών εξελίξεων, να είσθε βέβαιος, κ. Σπηλιόπουλε, ότι πολλαπλάσια λάθη σε αριθμό και βαρύτητα, δεν θα μετρούσαν όσο αυτά που επιχειρήθηκαν να μου προσμετρηθούν. Και σε ό,τι αφορά την έκθεση της χώρας, η χώρα δεν εξετέθη από τους τρεις αυτούς χάρτες, αλλά από την επιπολαιότητα εκείνων που, που αν όντως είχαν την αίσθηση των αρχών της υπηρεσιακής δεοντολογίας, θα μας ενημέρωναν, ως όφειλαν, και δεν θα έσπευδαν να δημοσιοποιήσουν τρεις χάρτες, ούτως ή άλλως ανενεργούς σε υπηρεσιακό επίπεδο. Οι σκοπιμότητες που επικράτησαν στη σκέψη τους ομοίως με προβληματίζουν και σε καμία περίπτωση δεν προτάσσω τις όποιες εθνικές τους ευαισθησίες. Θα είχε νόημα η προτεραιότητα που έδωσαν -η προτεραιότητα της δημοσιοποίησης, αν όχι πολιτικοποίησης- ΑΝ ΜΑΣ ΕΝΗΜΕΡΩΝΑΝ ΚΑΙ ΑΡΝΟΥΜΕΘΑ ή ΑΠΛΩΣ ΚΩΛΙΣΕΥΡΓΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΟΥΜΕ.
»ΜΕ ΕΚΤΙΜΗΣΗ
»ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΑΣΙΩΤΗΣ
»ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
Οι απαντήσεις μου στους επερωτώντες βουλευτές
Στους επερωτώντες βουλευτές, η Τράπεζα απάντησε μέσω του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, με τις υπό στοιχεία 25/5.3.1996 και 26/11.3.1996 επιστολές του αρμόδιου αν. γενικού διευθυντή της Τράπεζας (για τις ερωτήσεις των κυρίων Ψωμιάδη και Σπηλιόπουλου αντίστοιχα) οι οποίες επιστολές ουσιαστικά δεν διαβίβαζαν παρά αυτούσιες επιστολές μου προς τον Πρόεδρο της Τράπεζας (μία για τον κάθε ερωτώντα βουλευτή) στις οποίες έδινα τις απαραίτητες εξηγήσεις και οι οποίες γίνονταν δεκτές και ως θέσεις της Τράπεζας χωρίς καμία άλλη παρέμβαση σε όσα εγώ ανέφερα, και στις οποίες επιστολές μου ανάφερα όσα και ανωτέρω εξέθεσα. Επιπλέον, με άλλη επιστολή μου προς το υπουργείο Εξωτερικών που κι αυτό είχε εμπλακεί και ζητούσε εξηγήσεις για τους χάρτες, το πληροφόρησα αυτό που όφειλε να γνώριζε, ότι δηλαδή, επρόκειτο για ηλεκτρονικό προϊόν (ηλεκτρονική γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια) που νόμιμα εισάγονταν και πωλούνταν στην ελληνική αγορά για χρόνια και επομένως, κακώς το Κράτος απευθύνονταν σε μένα, αλλά μάλλον, εγώ θα έπρεπε να ερωτήσω πώς είναι δυνατόν να μην το είχε πληροφορηθεί, πέραν του ότι, βεβαίως, βάσιμα κανείς μπορεί να θέσει το ερώτημα αν επρόκειτο για το μόνο παρόμοιο προϊόν που κυκλοφορούσε στη χώρα! Μάλιστα, πράγμα που δεν το έμαθα ποτέ, το ενδιαφέρον είναι είναι σε τι ενέργειες προέβη το υπουργείο Εξωτερικών προς την εταιρεία που κατασκεύαζε το προϊόν.
Η μήνυση
Αφού ξεμπέρδεψα λοιπόν με όλη τη σχετική γραφειοκρατία στις 12-3-1996, κατέθεσα σχετική μήνυση κατά παντός υπευθύνου, και αίτημα στις 22-4-1996 συμπληρωματικής κλήτευσης μαρτύρων, (αφορούσε τους ερωτώντες βουλευτές και τους κατά Νόμο υπεύθυνους των εφημερίδων που προέβησαν στα σχετικά δημοσιεύματα, εκτός των αρχικώς υποδειχθέντων ως μαρτύρων των μελών του ΔΣ των Εργαζομένων που κι αυτοί κατέθεσαν). Στόχος μου εδώ ήταν να αποκαλυφθούν οι ανώνυμοι διαρροείς, για τους οποίους δεν είχα καμία αμφιβολία ότι επρόκειτο για συναδέλφους μου στην Τράπεζα, προκειμένου να στραφώ στη συνέχεια εναντίον τους, όμως, δεν κατέστη δυνατή η αποκάλυψή τους, κι έτσι η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο. Ευτυχώς γι’ αυτούς, διότι θα είχαν να αντιμετωπίσουν και πολύ σοβαρά υπηρεσιακά προβλήματα αν αποκαλύπτονταν η ταυτότητά τους.
Μάλιστα στη μήνυση, δεν απέκλεια και την εσκεμμένη παραπληροφόρηση των τελικών αποδεκτών των διαρροέων (εννοώντας τους δύο βουλευτές), οι οποίοι έτσι, έπαιξαν το προσωπικό παιχνίδι των διαρροέων. Επίσης, αναφερόμουν στην άρνηση των εφημερίδων που ανέδειξαν το θέμα να δημοσιεύσουν (πλην της εφημερίδας «Αυριανή») και την δική μου θέση, οι οποίες έτσι κάλυπταν ανώνυμους συκοφάντες και απέκλειαν την «απολογία» του επωνύμου «θύματος» της συκοφαντίας τους.
Ηθικόν δίδαγμα
Αυτή είναι η ιστορία της προσωπικής μου εμπλοκής σε ένα «εθνικό θέμα», με μια ουσιαστικά κατασκευασμένη αφορμή. Την αιτία δεν την έμαθα ποτέ, απλώς την εικάζω. Σε ό,τι αφορά δε τα πρόσωπα, ειλικρινώς, το μυαλό μου δεν μπορούσε να πάει πουθενά. Αποδεικνύει όμως τη όλη ιστορία, πόσο εύκολα μπορεί κάποιος από το πουθενά να εμπλακεί για το τίποτα σε μια δίνη γεγονότων που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να τον συνθλίψουν. Αν στην περίπτωσή μου, δεν είχα την αμέριστη στήριξη της Διοίκησης της Τράπεζας, ή, αν η Διοίκηση κατέφευγε στην εύκολη λύση του να επιβάλλει «κυρώσεις» σε έναν υπάλληλό της χάρη του «γενικότερου συμφέροντος» της επιχείρησης αλλά και να μην εμπλακεί και η ίδια σε μια πολιτική αντιπαράθεση, πολύ εύκολα, θα ήταν δυνατό να υποστώ σοβαρή υπηρεσιακή ζημία με απρόβλεπτες από εκεί και πέρα συνέπειες.
Ηθικόν δίδαγμα; Ο μόνος τρόπος να κάνεις λιγότερα (σοβαρά) λάθη είναι γενικώς να κάνεις όσο το δυνατόν λιγότερα (σοβαρά) πράγματα.
Είναι αυτό που ουδέποτε υιοθέτησα, καταβάλλοντας ενίοτε βαρύ τίμημα (δεν αναφέρομαι στην παραπάνω υπόθεση. Όμως, είναι αυτή η αρχή, πάνω στην οποία συχνά είδα να χτίζονται «επιτυχείς» καριέρες και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα (ομιλώ εκ πείρας και για τις δύο περιπτώσεις)…