Ο Οδόακρος ή Φλάβιος Οδόακρος (Flavius Odovacer, 433 – 15 Μαρτίου 493)[2] ήταν ο πρώτος μη-Ρωμαίος βασιλιάς της Ιταλίας τον πέμπτο αιώνα μ.Χ. Η θητεία του αποτελεί ορόσημο αναφορικά με το τέλος της κλασσικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στη Δυτική Ευρώπη και την αρχή του μεσαίωνα.
Ο Οδόακρος ήταν Σκίρος φοιδεράτος (ομόσπονδος) στρατηγός της Ιταλίας που εξεγέρθηκε και ανέτρεψε τον τελευταίο δυτικό Ρωμαίο αυτοκράτορα Ρωμύλο Αυγουστύλο στις 4 Σεπτεμβρίου του 476. Μολονότι διατηρούσε στα χέρια του την πραγματική διακυβέρνηση της Ιταλίας, ο Οδόακρος κυβέρνησε, θεωρητικά τουλάχιστον, εν ονόματι του Ιουλίου Νέπωτα και μετά το θάνατο του τελευταίου το 480, ως υπόλογος στους Βυζαντινούς αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης. Ο τίτλος που χρησιμοποίησαν οι σύγχρονοί του, αλλά και ο ίδιος τουλάχιστον σε μια περίπτωση, ήταν αυτός του «βασιλιά» (λατ. Rex).[3]
Καταγωγή
Η καταγωγή του Οδόακρου δεν είναι βέβαιη. Ήταν μάλλον γιος ενός Σκίρου (γερμανική φυλή) φύλαρχου με το όνομα Εδήκος, υποτελή των Ούνων στα χρόνια του Αττίλα. Το όνομά του είναι σίγουρα γερμανικό και φαίνεται πως η μητέρα του ήταν επίσης γερμανικής καταγωγής, αν και η εθνικότητά της μας είναι άγνωστη. Ο πατριάρχης Ιωάννης Αντιοχείας θεωρεί τον Οδόακρο Σκίρο, ενώ ο ιστορικός Ιορδάνης τον αναφέρει ως Ρόυγιο αλλά και ως βασιλιά των Θουρίγγιων.[4] Η συλλογή «Consularia Italica» τον αποκαλεί βασιλιά των Έρουλων, ενώ ο Θεοφάνης φαίνεται να υποθέτει πως ήταν Γότθος.[5]
Ηγέτης των Φοιδεράτων
Το 470, ο Οδόακρος διορίστηκε ηγέτης των Φοιδεράτων. Την εποχή εκείνη υπήρχαν τουλάχιστον 30.000 φοιδεράτοι με τις οικογένειές τους, που είχαν ζήσει στην Ιταλική χερσόνησο για πολλά χρόνια. Παρ’όλα αυτά, τους είχε παραχωρηθεί γη σε άγονες περιοχές γύρω από τα Απέννινα Όρη. Όταν ο Φλάβιος Ορέστης διορίστηκε στρατηγός και πατρίκιος του δυτικού Ρωμαίου αυτοκράτορα Ιουλίου Νέπωτα το 475, ο Οδόακρος έγινε αρχηγός των γερμανικών (Σκίριων και Έρουλων) φοιδεράτων της Ιταλίας. Προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξή τους για την ανατροπή της αυτοκρατορίας, ο Ορέστης τους πρότεινε το ένα τρίτο της χερσονήσου υπό τον όρο να τον βοηθήσουν στην επικείμενη ανταρσία.
Οι φοιδεράτοι αποδέχθηκαν τη συμφωνία και ηγήθηκαν της επανάστασης όπως αυτή είχε σχεδιαστεί. Στις 28 Αυγούστου του 475 νίκησαν τον Ιούλιο Νέπωτα, ο οποίος διέφυγε στη Δαλματία. Ο Ορέστης τότε προώθησε τον γιό του Ρωμύλο στη θέση του αυτοκράτορα, με τον επίσημο τίτλο Ρωμύλος Αύγουστος. Κατόπιν αυτού, ο Ορέστης αισθάνθηκε ασφαλής και επιχείρησε να καταπατήσει τη συμφωνία του με τους φοιδεράτους. Οι τελευταίοι αντέδρασαν υπό την ηγεσία του Οδόακρου και αφού νίκησαν τον Ορέστη, τον φυλάκισαν και τελικά τον εκτέλεσαν. Τόσο οι Έρουλοι όσο και οι Σκίριοι μαζί με μεγάλο τμήμα του ρωμαϊκού στρατού ανακήρυξαν αμέσως τον Οδόακρο βασιλιά της Ιταλίας (rex Italiae).[6] Τελικά, το 476 ο Οδόακρος προχώρησε προς τη Ραβέννα και κατέλαβε την πόλη αναγκάζοντας το Ρωμύλο να διαφύγει (σώος κι αβλαβής) στις 4 Σεπτεμβρίου του 476.
Ο Οδόακρος απαρνήθηκε τον τίτλο του αυτοκράτορα που ήταν ούτως ή άλλως χωρίς ουσία και έτσι απέφυγε μια πιθανή σύρραξη με την Κωνσταντινούπολη. Έστειλε τα αυτοκρατορικά εμβλήματα στο Βυζαντινό αυτοκράτορα Ζήνωνα και αυτοανακηρύχθηκε πατρίκιος της δυτικής αυτοκρατορίας, που αποτελούνταν πια μόνο από την Ιταλία, τη Δαλματία και έναν μικρό θύλακα της κεντρικής Γαλατίας. Ο νόμιμος δυτικός αυτοκράτορας Ιούλιος Νέπως διοίκησε ατύπως από τη Δαλματία ως το θάνατό του το 480. Ο Οδόακρος αναγνώρισε τον Νέπωτα και έκοψε νομίσματα προς τιμήν του.
Βασιλιάς της Ιταλίας
Η ανακήρυξη του Οδόακρου σε πρώτο Γερμανό βασιλιά της Ιταλίας το 476 σημάδεψε την απαρχή μιας νέας εποχής. Ο ίδιος ήταν Αρειανός χριστιανός και λέγεται πως ήταν αγράμματος. Μετά τη νίκη του, οι μισθοφόροι φοιδεράτοι και οι οικογένειές τους απέκτησαν εδάφη στη Ιταλία και τους αποδόθηκαν ειδικά φορολογικά προνόμια. Ο Οδόακρος διατήρησε τη ρωμαϊκή διοίκηση, τη Σύγκλητο καθώς και το νομοθετικό και φορολογικό καθεστώς της Ιταλίας ως είχαν. Με τη σειρά τους, ο λαός και η Σύγκλητος στήριξαν το βασιλιά με σθένος.
Στα πολεμικά πεδία, ο Οδόακρος συγκέντρωσε Γερμανο-ιταλικό στρατό με τον οποίον νίκησε τους Βάνδαλους στη Σικελία και τελικά κατέκτησε ολόκληρο το νησί το 477. Μετά το θάνατο (ενδεχομένως δολοφονία) του Ιούλιου Νέπωτα το 480, ο ίδιος στρατός προσάρτησε επιτυχώς τη Δαλματία, πράγμα που επέτρεψε στον Οδόακρο να διορίσει το δικό του διοικητικό συμβούλιο και να προχωρήσει στην κοπή των δικών του νομισμάτων. Σύναψε επίσης συμφωνίες με τους Βησιγότθους και τους Φράγκους και συμμάχησε μαζί τους ενάντια στους Βουργουνδούς, τους Αλαμανούς και τους Σάξονες.
Καθώς επέκτεινε το βασίλειό του, η δημοτικότητα του Οδόακρου εντός Ιταλίας εκτινάχθηκε, ενώ η συμφωνία με Βησιγότθους και Φράγκους αύξησε την επιρροή του σημαντικά. Οι εξελίξεις αυτές άρχισαν να ανησυχούν τον Ζήνωνα, που σταδιακά άρχισε να βλέπει τον Οδόακρο ως αντίπαλο.
Το 487 ο Οδόακρος οδήγησε τα στρατεύματά του σε νίκη κατά των Ρούγιων στο Νωρικό, αλλά απέφυγε να προσαρτήσει τα εδάφη αυτά στο βασίλειό του. Οι εναπομείναντες Ρούγιοι αναγκάστηκαν να αναζητήσουν καταφύγιο στους Οστρογότθους, ενώ τα πρώην εδάφη τους παρέμειναν ακατοίκητα και εποικίστηκαν από τους Λομβαρδούς το 493. Το 488 ο Ζήνων ξεκίνησε εκστρατεία δυσφήμησης ενάντια στον Οδόακρου, κυρίως με λεκτικές προσβολές, κατηγορώντας τον ότι συνεισέφερε στην ανταρσία του Ιλλού το 484. Ο Ζήνων έπεισε τους υποτελείς του Οστρογότθους ότι ο Οδόακρος ήταν εχθρός τους, που έπρεπε να απομακρυνθεί. Ο Ζήνων υποσχέθηκε στον ηγέτη των Οστρογότθων Θεοδώριχο ολόκληρη την Ιταλία σε περίπτωση που νικούσαν τον Οδόακρο.
Την ίδια χρονιά, το 488, ο Θεοδώριχος οδήγησε τους Οστρογότθους κατά της Ιταλίας, διασχίζοντας τις Ιούλιες Άλπεις. Με την προδοσία αυτή, οι Βυζαντινοί πέτυχαν μονομιάς δυο στόχους. Πρώτον, απαλλάχθηκαν από τους Οστρογότθους στα Βαλκάνια και δεύτερον εξαφάνισαν από σκηνής τον δραστήριο Οδόακρο.
Θάνατος
Ο Θεοδώριχος και οι Οστρογότθοι κατατρόπωσαν τον Οδόακρο διαδοχικά στην Ακυληία (488), στη Βερόνα (489) και στον ποταμό Άδδα (490). Την ίδια χρονιά, ο Θεοδώριχος ξεκίνησε την πολιορκία της Ραβέννας. Η πολιορκία διήρκεσε τρία χρόνια και σημαδεύτηκε από πολλαπλές επιθέσεις και από τις δύο πλευρές. Επειδή καμία πλευρά δεν μπορούσε να κερδίσει ξεκάθαρα, στις 25 Φεβρουαρίου 493, ο επίσκοπος της Ραβέννας, Ιωάννης, διαπραγματεύτηκε μία συμφωνία μεταξύ των δύο μερών σύμφωνα με την οποία ο Οδόακρος και ο Θεοδώριχος θα μοιραζόντουσαν τη διακυβέρνηση της Ιταλίας. Οι δυο τους γιόρταζαν το γεγονός σε ένα συμπόσιο όταν, μετά την πρόποσή του, ο Θεοδώριχος δολοφόνησε τον Οδόακρο με τα ίδια του τα χέρια.
Νέος βασιλιάς της Ιταλίας ανακηρύχθηκε ο Θεοδώριχος, που ήταν και ο ιδρυτής της Οστρογοτθικής δυναστείας της χερσονήσου. Οι εναπομείναντες φοιδεράτοι του Οδόακρου παρέμειναν στην Ιταλία και συνεργάστηκαν με τους Οστρογότθους. Εξάλλου, πολλοί από τους μισθοφόρους αυτούς όπως και οι πατεράδες τους είχαν πολεμήσει στο πλευρό των Οστρογότθων ήδη από το 454, στη Μάχη της Νεδάβας.
Παραπομπές και σημειώσεις
1. SNAC. w6rz1w2b. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
2. Prosopography of the Later Roman Empire, Vol. 2, s.v. Odovacer, σσ. 791 – 793
3. O Αμμιανός Μαρκελλίνος, ο Κασσιόδωρος, και κάποια παπικά κείμενα αναφέρουν τον τίτλο «βασιλιάς» (rex). Ο [[Ιορδάνης (ιστορικός)|]] τον αναφέρει ως «Βασιλεύοντα των Ρωμαίων και των Γότθων» (Gothorum Romanorumque regnator). Στους «Γοτθικούς Πολέμους» του, ο Προκόπιος λέει πως ήταν «αυτοκράτορας» και «τύραννος». Η μοναδική ρητή αναφορά στον Οδόακρο ως «Βασιλιά της Ιταλίας» ανήκει στον Βίκτωρα Βίτενσις.
4. Jordanes (1908). The origin and deeds of the Goths, in English version. Princeton University, σελ. 75.
5. McGeorge, Penny (2002). Late Roman warlords. Oxford University Press, σελ. 284. ISBN 9780199252442.
6. Edward Gibbon, The Decline and Fall of the Roman Empire, Volume I, Chap. XXXVI (Chicago: Encyclopaedia Britannica, Inc., 1952), σελ. 590.
[wikipedia.org]