Προκόπης Παυλόπουλος: Οι Σκοπιανοί ομολόγησαν ότι παραχάραξαν την ιστορία.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΕΡΕΝΣ ΚΟΥΙΚ ΜΕ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ Η.Π.Α.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με ιδιαίτερη χαρά σας ξαναβλέπω στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Και όπως το κάνω κάθε φορά έτσι και τώρα, θα σας πω λίγα λόγια- γιατί ξέρω πως για εσάς είναι αυτονόητα, αλλά οφείλω να τα πω για να κάνουμε έναν απολογισμό του τι έχει συμβεί ως σήμερα και τι πρέπει να υπερασπισθούμε, εκεί καθένας από εσάς που δραστηριοποιείται – για ένα μείζον γεγονός για την Ελλάδα που είναι τα Εθνικά της Θέματα. Δεν χρειάζεται να σας πω για άλλους τομείς, αλλά για τα Εθνικά μας Θέματα, ιδίως σε αυτούς τους κρίσιμους καιρούς, έχουμε ανάγκη από την δική σας στήριξη. Και όχι μόνο για λόγους συναισθηματικούς, αλλά γιατί έχουμε δίκιο ως Έλληνες να υπερασπιζόμαστε, τα Εθνικά μας Θέματα όπως τα υπερασπιζόμαστε. Θα τονίσω δε, για μιαν ακόμη φορά, πως δεν ξεχνάμε ότι η Ελλάδα αποτελεί – και αυτό είναι πια οριστικό και αμετάκλητο – μέλος της ΕΕ και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης. Και επίσης ένας συνεπής σύμμαχος στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Άρα τα Εθνικά μας Θέματα τα υπερασπιζόμαστε μέσα στο πλαίσιο του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Και τα υπερασπιζόμαστε με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Γι’ αυτό σας είπα πως όταν τα υπερασπιζόμαστε αυτά, υπερασπιζόμαστε ταυτόχρονα και το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Θα αναφερθώ στα τρία βασικά μας θέματα.
I. Κυπριακό, και με την αυτονόητη πάντα διευκρίνιση ότι το Κυπριακό δεν είναι μόνον Ελληνοκυπριακό ή πρόβλημα μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας. Είναι Ευρωπαϊκό πρόβλημα, είναι Διεθνές πρόβλημα: Επιδιώκουμε, πάντα, μια δίκαιη και βιώσιμη λύση και είμαστε απόλυτα ειλικρινείς. Όμως έχει καταστήσει σαφές, και είναι πολύ σημαντικό ότι τούτο πλέον είναι αποδεκτό και από τα Ηνωμένα Έθνη και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό πρέπει να το αντιληφθεί η Τουρκία: Λύση του Κυπριακού μπορεί να υπάρξει μόνο με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, δοθέντος ότι η Κύπρος είναι πλήρες κράτος-μέλος της ΕΕ και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης. Τούτο σημαίνει, με βάση μάλιστα το πρωτογενές Ευρωπαϊκό Δίκαιο, ότι δεν είναι νοητή λύση του Κυπριακού με στρατεύματα κατοχής και εγγυήσεις τρίτων. Κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο με βάση το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και έχει καταστεί σαφές στην Τουρκία. Το τονίζω, όχι μόνο από την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πέραν δε τούτου, αν αποδεχόμασταν κάτι τέτοιο για την Κύπρο, φανταστείτε πόσο καταστροφικό προηγούμενο, για την κυριαρχία των κρατών-μελών της ΕΕ, θα εδημιουργείτο. Τι άλλα προβλήματα θα μπορούσαν να υπάρξουν στο μέλλον. Αυτό είναι πλέον κοινός κανόνας στο πλαίσιο της ΕΕ και μια σημαντική επιτυχία σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση αυτού του μεγάλου θέματος. Και είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι αυτή, πλέον, είναι κοινή γραμμή όλων των δημοκρατικών Πολιτικών Δυνάμεων, και στην Κύπρο και στην Ελλάδα.
II. Eλληνοτουρκικές σχέσεις: Όπως είχα την ευκαιρία να διευκρινίσω και στο συγχαρητήριο μήνυμα που έστειλα στον Πρόεδρο της Τουρκίας, τον κ. Ταγίπ Ερντογάν, με την ευκαιρία της επανεκλογής του, εμείς, οι Έλληνες, – το έχουμε αποδείξει και στην πράξη – επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Τουρκία. Και του ευχήθηκα μιαν επιτυχημένη πορεία του Προεδρίας του για το καλό και του τουρκικού λαού και της ειρήνης στην περιοχή, καθώς και πορεία της Τουρκίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως, διευκρίνισα ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, η φιλία μας και η καλή γειτονία, εξαρτώνται από έναν θεμελιώδη παράγοντα: Τον πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, και, επίσης, τον σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου. Κυρίως των Συνθηκών οι οποίες καθορίζουν τα σύνορα της Ελλάδας που είναι και σύνορα της ΕΕ. Δηλαδή της Συνθήκης της Λωζάννης και της Συνθήκης των Παρισίων, του 1947. Το επαναλαμβάνω: Όπως έχει αποδείξει η πράξη, οι Συνθήκες αυτές είναι πλήρεις, δεν αναθεωρούνται, δεν επικαιροποιούνται, καθορίζουν τα σύνορα επακριβώς, δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες. Το ότι είναι επίσης και σύνορα της ΕΕ τα Ελληνικά σύνορα, το λέει, σε πλειάδα διατάξεων, το ίδιο το πρωτογενές Ευρωπαϊκό δίκαιο. Επιπλέον: Το ποιο είναι το έδαφος της Ελλάδας και της ΕΕ, προκύπτει εμμέσως πλην σαφώς και από επί μέρους κανόνες του πρωτογενούς και του παραγώγου Ευρωπαϊκού Δικαίου, που αφορά την προστασία του Περιβάλλοντος, όπως είναι το πρόγραμμα Natura, για το οποίο είχα την ευκαιρία να κάνω αναφορά εντελώς πρόσφατα. Η Τουρκία, λοιπόν, οφείλει να σεβασθεί όλα αυτά. Να εφαρμόσει το Διεθνές Δίκαιο, να σεβασθεί το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, να σεβασθεί τα σύνορα της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν τα σέβεται αυτά, εδώ είμαστε να υπάρχει φιλία, καλή γειτονία και ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Εμείς πιστεύουμε σε αυτή. Δεν ξέρω πόσο πιστεύει η ίδια η Τουρκία. Θέλω να μείνω στην διευκρίνηση του κ.Ερντογάν, ότι πράγματι έχει αυτή τη φιλοδοξία η Τουρκία. Αλλά οι κανόνες που υπενθύμισα είναι κανόνες για όλους τους Ευρωπαίους, και αυτούς που αποτελούν μέλη της ΕΕ και αυτούς που φιλοδοξούν να γίνουν μέλη. Επομένως, εδώ εκπτώσεις δεν θα υπάρξουν. Και να θυμόμαστε, το τονίζω: Κάθε αμφισβήτηση των συνόρων και του εδάφους της Ελλάδας, είναι αμφισβήτηση των συνόρων και του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με όλες τις εντεύθεν συνέπειες.
III. Τέλος, ως προς το ζήτημα που αφορά τις σχέσεις μας με την γειτονική μας χώρα, την ΠΓΔΜ: Και εδώ είμαστε απολύτως σαφείς και απολύτως ειλικρινείς. Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύουμε ότι ευνοούμε την προοπτική της προς το ΝΑΤΟ και προς την ΕΕ. Κι εδώ όμως υπάρχει μια σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την Ιστορία και με το Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει αυτό – όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την ΕΕ και επίσης από το ΝΑΤΟ και από τα Ηνωμένα Έθνη – πρέπει η γειτονική μας χώρα να φέρει τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της, και πρωτίστως στο Σύνταγμά της. Γιατί το Σύνταγμά της, ως έχει σήμερα, δεν ανταποκρίνεται – σε καμία περίπτωση – σ’αυτές τις προϋποθέσεις. Και πράγματι ανέλαβαν αυτή την υποχρέωση. Κατόπιν τούτου, περιμένουμε την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης. Μόνο όταν τελειώσει και τελειώσει οριστικά – δεν πρόκειται σ’αυτό να υπάρξουν εκπτώσεις – μόνο μετά το πέρας όλης αυτής της διαδικασίας και αφού διαπιστωθεί ότι αυτή η αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατόν να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ, όπως άλλωστε διευκρίνισε σαφώς χθες ο ίδιος ο Γ.Γ. του ΝΑΤΟ κ. Στόλτενμπεργκ. Επίσης, τότε μόνο μπορεί να μιλάμε για έναρξη συζητήσεων σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τότε και μόνο τότε είναι δυνατόν να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στην Βουλή των Ελλήνων. Αναμένουμε λοιπόν. Ευχόμαστε η διαδικασία αυτή να έχει ευνοϊκή κατάληξη, αλλά η ευθύνη – όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι – ανήκει στην γειτονική μας χώρα. Από τα όσα ως τώρα έχουν συμβεί και συμφωνηθεί και ανεξάρτητα με το ποια θα είναι η έκβαση, εμείς οι Έλληνες κρατάμε κάτι σημαντικό: Το ότι μέσα από αυτήν την Συμφωνία προκύπτει – και, το τονίζω, ανεξάρτητα με το ποια θα είναι η έκβαση στο μέλλον – ότι, όπως η ίδια η ΠΓΔΜ ομολογεί, η Ιστορία και ο Πολιτισμός της Μακεδονίας μας, της Μακεδονίας του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αυτής της Μακεδονίας η οποία άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της πάνω στην Ιστορία και τον Πολιτισμό της Ανθρωπότητας, αυτή η κληρονομιά είναι Ελληνική στο ακέραιο. Το γειτονικό μας Κράτος έχει έναν Λαό ο οποίος είναι σλαβικός, μια γλώσσα που είναι σλαβική και το ομολογούν και οι ίδιοι. Και νομίζω ότι είναι προς όφελος των ιδίων – και χαίρομαι γιατί υπήρξαν ανάλογες διαπιστώσεις πρόσφατα – ότι πρέπει να αναζητήσουν σ’αυτή την σλαβική τους καταγωγή, την σλαβική τους προέλευση, ό,τι θετικό οι Σλάβοι έχουν προσφέρει στην περιοχή. Και όχι να αναζητούν ρίζες ή κληρονομιές που δεν τους ανήκουν. Το κρατάμε αυτό εμείς, οι Έλληνες. Γιατί είναι σημαντικό και είναι η πρώτη φορά που το αποδέχτηκαν ύστερα από την δήλωση του Κίρο Γκλιγκόροφ. Αλλά επαναλαμβάνω: Η ευθύνη για την περαιτέρω πορεία τους ανήκει. Εμείς είμαστε εδώ και να διευκολύνουμε την δική τους πορεία, αλλά – και το τονίζω – να μην παραχωρήσουμε ο,τιδήποτε από εκείνο που μας ανήκει, σύμφωνα με την Ιστορία μας και τον Πολιτισμό μας.
Να είσθε βέβαιοι, ότι σε αυτά τα θέματα, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές που μπορεί να υπάρχουν και που είναι θεμιτές σε μια πραγματική Δημοκρατία, όλες οι Δημοκρατικές Πολιτικές Δυνάμεις, θα μείνουν ως το τέλος ενωμένες. Γιατί εμείς, οι Έλληνες, ξέρουμε πως ό,τι σημαντικό πετύχαμε σ’ αυτόν τον κόσμο και σε αυτήν την πορεία μας, το πετύχαμε ενωμένοι. Ξέρουμε το κόστος του διχασμού, ξέρουμε ότι μας στοίχισε ακόμη και κομμάτια του Εθνικού μας Κορμού. Και δεν είμαστε διατεθειμένοι, σας διαβεβαιώ, να επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος. Και πάλι σας ευχαριστώ, καλώς ορίσατε.
Τ.ΚΟΥΙΚ: Κύριε Πρόεδρε, ευχαριστώ θερμά που δεχτήκατε στο προεδρικό Μέγαρο αυτά τα Ελληνόπουλα. Τα περισσότερα από τα οποία είναι της δεύτερης γενιάς, με πολύ σημαντικό, το ότι μιλούν τα ελληνικά, γιατί όπως μου είπαν τα έμαθαν από το σπίτι τους. Παρόλο που έχουμε κάποιες περιπτώσεις μικτών γάμων. Όπως για παράδειγμα μιας Ελληνοπούλας που ο πατέρας της είναι από την Αίγυπτο. Και ξέρετε τι σημαίνει για εμάς αυτή η τριμερής συνεργασία. Πρόσφατα ήσασταν στην Αλεξάνδρεια, της Ελλάδας Κύπρου και Αιγύπτου, στην περιοχή μας. Από την άλλη την πλευρά θυμάμαι αυτό το οποίο μου είπανε άλλοι φοιτητές, ελληνόπουλα της τέταρτης και πέμπτης γενιάς, που μου είπαν ότι χρειαζόμαστε τη στήριξη της οικογένειάς μας για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Αρά δεν είναι μόνο η συνεισφορά μας σαν Ελληνική Πολιτεία με τους δασκάλους μας αποσπασμένους, ή τις Εκκλησίες με τα σαββατιανά και τα απογευματινά σχολεία, αλλά είναι και θέμα των ελληνικών οικογενειών που μεγαλώνουν αυτά τα παιδιά της δεύτερης και τρίτης γενιάς. Ταυτόχρονα κύριε Πρόεδρε πρέπει να σας πω ότι η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, προσπάθησε με τη βοήθεια των διπλωματικών αρχών αλλά και των οργανώσεων μας στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά, να κάνει μια καλή κατανομή Ελληνόπουλων με γονείς από όλη την Ελλάδα.
Θέλω να ευχαριστήσω στο πρόσωπο του κυρίου Πλευράκη του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας και του Μιχάλη του Κόκκινου που είναι Γενικός, τη μεγάλη προσπάθεια που καταβάλλουν για να έχουμε κάθε χρόνο παιδιά της Ομογένειας. Και πρέπει να σας αναγγείλω ότι από τον επόμενο μήνα θα έχουμε και για πρώτη φορά, μετά από δεκάδες χρόνια παιδιά από την Ομογένεια που έρχονται από την Υποσαχάρια Αφρική. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κύριε Πρόεδρε που δεχτήκατε τα Ελληνόπουλα στο Προεδρικό Μέγαρο, και για την ενημέρωση που τους κάνατε.