Η τετραμελής παρέα είχε ξεκινήσει την προηγούμενη ημέρα από το Λουρμαρέν της Προβηγκίας με προορισμό το Παρίσι. Αφού διανυκτέρευσαν στο μικρό πανδοχείο «Chapon Fin», στο Θουασί, συνέχισαν τον δρόμο τους πλησιάζοντας προς τη γαλλική πρωτεύουσα. Το σπορ Φασέλ-Βεγκά οδηγούσε ο εκδότης Μισέλ Γκαλιμάρ. Δίπλα του καθόταν ο φίλος του και νομπελίστας λογοτέχνης Αλμπέρ Καμύ. Στα πίσω καθίσματα η σύζυγος του Γκαλιμάρ Ζανίν, η κόρη τους Αννα και ο Φλοκ, ο ράτσας τεριέ σκύλος τους. Εριχνε χιόνι, γεγονός που έκανε τον δρόμο ιδιαιτέρως ολισθηρό. Επρόκειτο όμως για διαδρομή εύκολη, μια ευθεία με ψηλά δέντρα αριστερά και δεξιά. Ο οδηγός πάτησε γκάζι, όταν κάποια στιγμή έχασε τον έλεγχο. Το αμάξι άρχισε να κάνει ζιγκ ζαγκ για να τερματίσει βίαια την τρελή πορεία του πάνω σε έναν πλάτανο. Ηταν δύο το μεσημέρι της 4ης Ιανουαρίου 1960. Ο Καμύ ανασύρθηκε νεκρός, ο Γκαλιμάρ βαρύτατα τραυματισμένος για να υποκύψει πέντε ημέρες αργότερα, οι δύο γυναίκες δεν είχαν πάθει απολύτως τίποτε, ενώ ο σκύλος είχε εξαφανιστεί.
Ατύχημα-«σκάνδαλο»
Μετά το αρχικό σοκ ο Ζαν-Πολ Σαρτρ έγραφε αποχαιρετώντας τον φίλο και (από κάποια στιγμή) ιδεολογικό αντίπαλό του: «Αλλοι πεθαίνουν γέροι, άλλοι πάλι (πάντα με αναστολή) μπορούν να πεθάνουν οποιαδήποτε στιγμή χωρίς να αλλάξει το νόημα της ζωής τους, το νόημα της ζωής γενικότερα. Εχουμε όμως ανάγκη οι καλύτεροι από εμάς άνθρωποι να φτάνουν ως το τέρμα της σήραγγας. Σπάνια ο χαρακτήρας ενός έργου και οι συνθήκες της ιστορικής στιγμής απαιτούσαν με τόσο ξεκάθαρο τρόπο να ζήσει ένας συγγραφέας. Το ατύχημα που σκότωσε τον Καμύ το αποκαλώ “σκάνδαλο” γιατί προβάλλει στην καρδιά του ανθρώπινου κόσμου τον παραλογισμό των βαθύτερων απαιτήσεών μας. Ο Καμύ, στα είκοσι χρόνια του, χτυπημένος ξαφνικά από μια αρρώστια που ανέτρεψε τη ζωή του, ανακάλυψε το παράλογο – ανόητη άρνηση του ανθρώπου. Το συνήθισε, στοχάστηκε την ανυπόφορη υπόστασή του, τα βρήκε με τον εαυτό του, γλίτωσε. Ωστόσο (…) ο ασθενής που γιατρεύτηκε συνετρίβη από έναν θάνατο απρόβλεπτο, που ήρθε από αλλού. Και το παράλογο μοιάζει να προβάλλει ως το ερώτημα που κανένας δεν του θέτει πια, που ο ίδιος δεν θέτει πια σε κανέναν, είναι η σιωπή που δεν είναι πια σιωπή, που δεν είναι πια απολύτως τίποτε…».
Σήμερα, 53 χρόνια από την αποχώρηση και 100 χρόνια από τη γέννηση του «προφήτη του παραλόγου», όπως τον αποκάλεσαν – με τη λέξη «προφήτης» να αποκτά σχεδόν κυριολεκτική διάσταση, δεδομένου ότι ο Καμύ ήταν εκείνος που χαρακτήρισε τον εικοστό αιώνα «αιώνα του άγχους και του στρες» και τον 21ο «αιώνα της κατάθλιψης και της μελαγχολίας» -, η συζήτηση σχετικά με το πόσο ο τραγικός θάνατός του αποτελεί την επιβεβαίωση της θεωρίας του περί ύπαρξης του παραλόγου μέσα στον κόσμο αλλά και μέσα στον άνθρωπο (μόνη σωτηρία μας είναι η αποδοχή του, έλεγε) συνεχίζεται. Εξάλλου και ο ίδιος είχε πει, σε ανύποπτο χρόνο, ότι «δεν υπάρχει τίποτε πιο παράλογο από τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα»…
Ηθική και πολιτική
Την ίδια στιγμή τα πανανθρώπινα νοήματα που εμπεριέχονται στο έργο του είναι εδώ, διαχρονικά και επίκαιρα, για να πυροδοτήσουν τη σκέψη του σύγχρονου ανθρώπου: ο έντονος ανθρωπισμός του όπως έχει αποτυπωθεί στα κείμενα και στα θεατρικά του, οι βαθιά ηθικές απόψεις του για την πολιτική (δεν μπορεί να υπάρχει πολιτική χωρίς ηθική, διακήρυττε), για την ελευθερία («η άνευ όρων ελευθερία είναι το αντίθετο της ελευθερίας»), για τον ρόλο των πνευματικών ανθρώπων («αρκεί η σιωπή ενός άγνωστου φυλακισμένου που ταπεινώνεται στην άλλη άκρη της γης για να ανασύρει τον συγγραφέα από την εξορία του»), για την ιστορική ευθύνη των λαών («ενώπιον ενός κόσμου που απειλείται με διάσπαση, όπου οι μεγάλοι Ιεροεξεταστές κινδυνεύουν να εδραιώσουν για πάντα τα βασίλεια του θανάτου, η γενιά μου ξέρει ότι οφείλει μια ειρήνη ανάμεσα στα έθνη που να μην είναι απότοκο δουλείας»)…
Η ανάλυση και αποτίμηση του συνόλου της δημιουργίας του είναι βεβαίως υπόθεση δύσκολη και αφορά τους μελετητές, ερευνητές και τους σύγχρονους φιλοσόφους. Εμείς, ως απλοί αναγνώστες αλλά και ως άνθρωποι διψασμένοι για την αλήθεια που εμπεριέχει ο λόγος των αληθινά φωτισμένων, μπορούμε πάντα να ανατρέχουμε σε αυτή τη δημιουργία και να βρίσκουμε, αν όχι λύσεις και απαντήσεις, σίγουρα παρηγοριά από ένα πνεύμα βαθιά οξυδερκές αλλά και απέραντα συμπονετικό. Από τον συγγραφέα που θεωρούσε ότι δεν μπορεί να τεθεί «στην υπηρεσία εκείνων που δημιουργούν την Ιστορία αλλά μόνο στην υπηρεσία εκείνων που την υφίστανται». Από τον άνθρωπο που δήλωσε: «Ανάμεσα στη Δικαιοσύνη σας (σ.σ.: αναφερόταν, βεβαίως, στην κατεστημένη εξουσία) και στη μάνα μου προτιμώ τη μάνα μου».
Ελευθερία ως το τέλος
Επίλογος: Ο Αλμπέρ Καμύ ετάφη στο χωριό Λουρμαρέν, ο ήλιος του οποίου του θύμιζε την Αλγερία. Το 2009 με αφορμή την πεντηκοστή επέτειο του θανάτου του (1960) ο Νικολά Σαρκοζί πρότεινε ως «μια εξαιρετικά συμβολική πράξη» τη μεταφορά των οστών του στο παρισινό Πάνθεον (όπου, μεταξύ άλλων, βρίσκονται οι τάφοι των Ρουσό, Ουγκό, Ζολά, Βολταίρου…). Ο γιος του, Ζαν Καμύ, αρνήθηκε λέγοντας ότι κάτι τέτοιο ερχόταν σε αντίθεση με τις απόψεις και με τη στάση ζωής του πατέρα του. Η δίδυμη αδελφή του Κατρίν θύμισε ότι «δεν του άρεσαν οι τιμές». Ο διδάκτωρ της Φιλοσοφίας Μισέλ Ονφρέ σε επιστολή που απηύθυνε στον Σαρκοζί τόνισε: «Ο Καμύ υπερασπίστηκε την ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Γι’ αυτόν η ελευθερία χωρίς δικαιοσύνη είναι η αγριότητα του πιο ισχυρού. Και η δικαιοσύνη χωρίς ελευθερία είναι η κυριαρχία του συρματοπλέγματος. Η κοινωνία μας, αυτή που εσείς επίσημα ενσαρκώνετε, δεν είναι ελεύθερη παρά μόνο για τους ισχυρούς και είναι άδικη για τους αδύναμους». Ο Καμύ αναπαύεται μέχρι σήμερα στο Λουρμαρέν.