Τον επανυπολογισμό των οφειλών που έχουν δημιουργήσει χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες εξαιτίας της κρίσης, με βάση το νέο σύστημα και τις ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται στον νόμο Κατρούγκαλου, προωθεί το υπουργείο Εργασίας, στο πλαίσιο των αλλαγών που διαπραγματεύεται το οικονομικό επιτελείο με τους εκπροσώπους των δανειστών στη ρύθμιση των 120 δόσεων.
Ο φάκελος με την ελληνική πρόταση βρίσκεται στο τελικό στάδιο και ήδη πραγματοποιείται η διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο κλιμακίων με τους εκπροσώπους των δανειστών, οι οποίοι σύμφωνα με πληροφορίες της Καθημερινής, δεν είναι αρνητικοί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Αναλυτικά στον φάκελο περιλαμβάνεται η πρόταση για διεύρυνση του εξωδικαστικού συμβιβασμού ρύθμισης οφειλών σε μισθωτούς, συνταξιούχους και ελεύθερους επαγγελματίες που δεν μπόρεσαν για τεχνικούς λόγους να υπαχθούν ως τώρα στη ρύθμιση των 120 δόσεων.
Ειδικά, λοιπόν, για τις οφειλές των ελεύθερων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών προς τα ασφαλιστικά Ταμεία που έχουν μεταφερθεί στο ΚΕΑΟ και εκτιμώνται σε 15,8 δισ. ευρώ επί συνόλου 33,8 δισ. ευρώ στο υπουργείο Εργασίας έχουν επισημάνει εδώ και καιρό ότι το παλαιό σύστημα αποδεδειγμένα εκτίναξε τις οφειλές σε δυσθεώρητα ύψη, αφού τις επέβαλε σε πλασματικά εισοδήματα που αυξάνονταν ανά τριετία βάσει των ετών ασφάλισης.
Το θέμα εξετάστηκε και στο ΚΥΣΟΙΠ και μεταξύ των προτάσεων που τέθηκαν, είναι η ρύθμιση των 120 δόσεων για όλους, η αύξηση του ακατάσχετου ορίου οφειλών για τους αγρότες στα 10.000 ευρώ και η επέκταση της προστασίας της α’ κατοικίας για όλους.
Οι οφειλόμενες εισφορές θα υπολογιστούν, βάσει της πρότασης, στο 20% του πραγματικού φορολογητέου εισοδήματος.
Ένα άλλο σενάριο, που αφορά κυρίως τους ασφαλισμένους που βρίσκονται κοντά στη συνταξιοδότηση, προβλέπει τον υπολογισμό των οφειλών με βάση το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, όπως ορίζεται στον νόμο του 2016. Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται ότι θα καταστεί εφικτή η ένταξη χιλιάδων ελεύθερων επαγγελματιών σε μια ρύθμιση που θα μπορεί να εξυπηρετείται χωρίς να διαταραχθεί το αίσθημα δικαίου, καθώς οι συντάξεις προκύπτουν με βάση το ύψος των εισφορών που έχουν καταβληθεί.