Η αναγνώριση μιας πλήρως ανεξάρτητης, εθνικής ουκρανικής εκκλησίας έχει τεράστιο βάρος σε μια χώρα όπου περίπου επτά στους δέκα ανθρώπους ταυτοποιούνται ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Για μια κοινότητα όπου το πέρασμα του χρόνου μετριέται με αιώνες αντί για εβδομάδες, τα πρόσφατα γεγονότα στην Ορθόδοξη Εκκλησία εκτυλίσσονται με ιλιγγιώδη ρυθμό. Στις 11 Οκτωβρίου, ο Βαρθολομαίος Α’, ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης και ένας από τους κορυφαίους ηγέτες στον ορθόδοξο κόσμο, ανακοίνωσε ότι θα παραχωρήσει στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας πλήρη ανεξαρτησία –θα καταστεί «αυτοκέφαλη» σύμφωνα με την ορολογία της εκκλησίας- τερματίζοντας αρκετούς αιώνες ελέγχου της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας επί μιας περιοχής που είναι μεγάλο μέρος της σημερινής Ουκρανίας. Ο Βαρθολομαίος επιβεβαίωσε επίσης την ιερή νομιμότητα των επικεφαλής των δύο διαφωνούντων Ορθοδόξων σωμάτων της Ουκρανίας, τα οποία δεν έχουν αναγνωρίσει την εξουσία της Μόσχας.
Οι ηγέτες της Ουκρανίας ασκούσαν πιέσεις για την απόφαση αυτή επί πολλούς μήνες. Η αναγνώριση μιας πλήρως ανεξάρτητης, εθνικής εκκλησίας έχει τεράστιο βάρος σε μια χώρα όπου περίπου επτά στους δέκα ανθρώπους ταυτοποιούνται ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Αλλά πέρα από τα ζητήματα θρησκευτικής συνείδησης, η απόφαση είναι πιθανό να διαμορφώσει την αίσθηση της πολιτιστικής και εθνικής ταυτότητας της Ουκρανίας καθώς η χώρα διαπραγματεύεται την θέση της στην σύγχρονη Ευρώπη και τους δεσμούς της με την Ρωσία.
Παρόλο που η απόφαση αναμένεται να τεθεί σε ισχύ στα τέλη Νοεμβρίου, η προοπτική της αμέσως προκάλεσε μια δηκτική επιτίμηση από το Πατριαρχείο Μόσχας, το οποίο κατηγόρησε τον Βαρθολομαίο για δικαιοδοτική υπέρβαση. Ως αποτέλεσμα, στις 15 Οκτωβρίου η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ανακοίνωσε ότι διακόπτει τους δεσμούς με την Κωνσταντινούπολη. Δεδομένου του μεγάλου μεγέθους της ορθόδοξης κοινότητας της Ρωσίας, αυτή η κίνηση θα μπορούσε να γίνει το σημαντικότερο ρήγμα στην Ανατολική Χριστιανοσύνη από τότε που αποσπάστηκε από την Δυτική Εκκλησία το 1054.
Αυτό που μπορεί αρχικά να μοιάζει με εκρηκτική εκκλησιαστική διαμάχη έχει μεγάλη σημασία ακόμη και για εκείνους που σκέπτονται πιο κοσμικά. Για τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Πέτρο Ποροσένκο, του οποίου τα θετικά δημοσκοπικά ποσοστά βυθίζονται και που επιθυμεί να επανεκλεγεί το επόμενο έτος, η ανακοίνωση σημείωσε μια σημαντική νίκη, καθώς πιθανότατα θα οδηγήσει στην καθιέρωση μιας ανασυσταθείσας Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, η οποία υποστηρίζει την φιλοευρωπαϊκή ατζέντα του. Αντίθετα, η απόφαση της Κωνσταντινούπολης κατάφερε ένα πλήγμα στον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς απειλεί να ωθήσει την ουκρανική κοινωνία πιο μακριά από την τροχιά της Μόσχας.
Για την Ρωσία, τα στοιχήματα είναι τόσο πολιτικά όσο και θρησκευτικά: Την επομένη της απόφασης του Βαρθολομαίου, ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ καταδίκασε τόσο τις «προκλήσεις» της Κωνσταντινούπολης όσο και την «άμεση και ανοιχτή υποστήριξη» της Ουάσινγκτον ως προς αυτές. Την ίδια ημέρα, το Ρωσικό Συμβούλιο Ασφαλείας συζήτησε το θέμα. Δεδομένης της φορτισμένης ατμόσφαιρας που περιβάλλει αυτό το ζήτημα, πολλοί φοβούνται ότι θα αποτελέσει το πρόσχημα για ανανεωμένες συγκρούσεις στην ανατολική περιοχή Donbas της Ουκρανίας, ή μέχρι που θα προκαλέσει την διεύρυνση μιας σύγκρουσης η οποία τροφοδοτείται όχι σε μικρό βαθμό από τις ανταγωνιστικές ερμηνείες της ιστορίας και του πολιτιστικού ανήκειν.
ΟΥΡΑΝΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
Η Παγκόσμια Ορθοδοξία υποδιαιρείται σε 14 ανεξάρτητες Ορθόδοξες Εκκλησίες, που κυμαίνονται εδαφικά από την Αλεξάνδρεια και την Ιερουσαλήμ έως την Γεωργία και την Ρουμανία. Μεταξύ αυτών, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι μακράν η μεγαλύτερη. Μια ενοποιημένη εκκλησία της Ουκρανίας θα ήταν σχεδόν σίγουρα δεύτερη, αλλά από την δεκαετία του 1990 οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί της Ουκρανίας χωρίστηκαν σε τρεις ξεχωριστές κοινότητες: Την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας-Πατριαρχείο Μόσχας (Ukrainian Orthodox Church–Moscow Patriarchate, UOC-MP), την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας-Πατριαρχείο Κιέβου, και την πολύ μικρότερη Ουκρανική Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία. Από τις τρεις, μόνο η UOC-MP αναγνωρίστηκε προηγουμένως ως έγκυρο μέλος του ευρύτερου Ορθόδοξου κόσμου. Ωστόσο, η UOC-MP διατηρεί στενούς δεσμούς με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ή αλλιώς με το Πατριαρχείο της Μόσχας.
Παρόλο που το Πατριαρχείο της Μόσχας δεν είναι κρατική οντότητα, οι ιεράρχες του είναι στενά ευθυγραμμισμένοι με το Κρεμλίνο σε πολλά θέματα και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει κεντρική θέση στις προσπάθειες μετα-κομμουνιστικής Ρωσίας να προβάλλει ήπια ισχύ στο εξωτερικό.
Ο Πούτιν, εν τω μεταξύ, προσπαθεί να απεικονίσει τον εαυτό του ως υπερασπιστή της παραδοσιακής ηθικής και των χριστιανικών αξιών, και η κυβέρνησή του προσβλέπει συνήθως στην εκκλησία για νομιμοποίηση, όπως όταν το Πατριαρχείο της Μόσχας υποστήριξε την ρωσική στρατιωτική παρέμβαση στην Συρία επικαλούμενο την κακή κατάσταση των Ορθοδόξων Χριστιανών σε εκείνη την διαλυμένη από τον πόλεμο χώρα.
Η ουκρανική αυτοκεφαλία, αν καταφέρει να περάσει, θα έρθει με ένα μεγάλο κόστος για τη Μόσχα και για την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Στην πράξη, η εκκλησία θα χάσει τον έλεγχο σε πάνω από 12.000 ενορίες στο ουκρανικό έδαφος -περίπου το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού που κατέχει. Επίσης, θα χάσει την πρόσβαση σε κάποιους από τους πιο ιερούς τόπους της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης, συμπεριλαμβανομένης της Μονής των Σπηλαίων του 11ου αιώνα στο Κίεβο, μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Το συμβολικό βάρος του διαζυγίου είναι ακόμη μεγαλύτερο. Ρώσοι, Ουκρανοί και Λευκορώσοι ομοίως εντοπίζουν τις πολιτιστικές τους ρίζες στο Ανατολικό Σλαβικό πρώιμο κράτος των Ρως του Κιέβου. Πράγματι, πολλοί θεωρούν ότι τα αντίστοιχα έθνη τους γεννήθηκαν όταν ο κυβερνήτης των Ρως, Μέγας Πρίγκιψ Βλαντιμίρ, υιοθέτησε την βυζαντινή τελετουργία του Χριστιανισμού το έτος 988. Η αιώνων μακρά εξουσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας επί του Κιέβου της επέτρεψε να διεκδικήσει την πνευματική κληρονομιά αυτής της παράδοσης. Η κληρονομιά των Ρως του Κιέβου και η ένωση της ιερής και κοσμικής ισχύος που αντιπροσωπεύει έχουν επίσης αποδειχθεί χρήσιμες για το Κρεμλίνο, προσφέροντας μια ρητορική βάση στον Πούτιν ώστε να υπονομεύσει την έννοια ενός πλήρως ανεξάρτητου ουκρανικού κράτους. Με άλλα λόγια, είναι δύσκολο να υπερτιμηθεί το πλήγμα που κατάφερε η ανακοίνωση του Βαρθολομαίου στο κράτος και στην εκκλησία της Ρωσίας.
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν γελοιοποιήσει την απόφαση να χορηγηθεί αυτοκεφαλία στην Ουκρανία, θεωρώντας την ως μια επίθεση στο κύρος και την θέση της χώρας τους. Ο προεδρικός εκπρόσωπος Ντμίτρι Πεσκόφ το προχώρησε τόσο ώστε δήλωσε πως η Ρωσία «θα υπερασπίζεται τα συμφέροντα των Ορθοδόξων» εάν απειληθούν στην Ουκρανία. Ο Πεσκόφ διευκρίνισε ότι μιλούσε μόνο για διπλωματικά και πολιτικά μέσα, αλλά δεν καθησυχάστηκαν όλοι.
ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΥΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ;
Ακυρώνοντας τις διεκδικήσεις του Πατριαρχείου Μόσχας έναντι της Ουκρανίας, η απόφαση του Βαρθολομαίου καθιστά επίσημη μια τάση που έχει ήδη ξεκινήσει εδώ και καιρό. Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές, η UOC-ΜΡ εξακολουθεί να διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό θρησκευτικών ενοριών, μοναστηριών και κληρικών στην Ουκρανία. Μια έρευνα του 2018, ωστόσο, διαπίστωσε ότι μόνο το 19,1% των Ορθοδόξων Ουκρανών ανήκουν στην UOC-ΜΡ, έναντι του 42,6% που είναι μέλη του πιο ανεξάρτητου Πατριαρχείου του Κιέβου (0,4% ανήκει στο Ουκρανικό Αυτοκέφαλο Ορθόδοξο Πατριαρχείο και 34,8% δεν έχουν επίσημη υπαγωγή). Λιγότερο από μια δεκαετία πριν, το αντίστροφο ήταν αληθές: Μια έρευνα του 2010 διαπίστωνε ότι 34,5% των πιστών ανήκε στην UOC-MP και μόλις 22,1% στο Πατριαρχείο του Κιέβου.
Σε μεγάλο βαθμό, αυτή η δραματική μετατόπιση της θρησκευτικής νομιμοφροσύνης είναι συνέπεια των διαμαρτυριών του Μαϊντάν την περίοδο 2013-14 και της αποπομπής του τότε προέδρου της Ουκρανίας, Βίκτορ Γιανουκόβιτς, ο οποίος είχε ευνοήσει τους δεσμούς με την Ρωσία αντί της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Πατριαρχείο του Κιέβου υποστήριξε ανοιχτά τους διαδηλωτές του Μαϊντάν, ανοίγοντας ακόμη και τις πόρτες του χρυσοποίκιλτου μοναστηριού του Αγίου Μιχαήλ στο Κίεβο, για να τους προσφέρει καταφύγιο. Σε αντιδιαστολή, πολλοί αντιλήφθηκαν την θέση της UOC-MP ως κάπου μεταξύ ουδέτερης και φιλορωσικής, αν και κάποιοι μέσα στην εκκλησία μίλησαν υπέρ των διαδηλωτών. Εκείνες τις μέρες, το γεγονός και μόνο των δεσμών της UOC-MP με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία τακτικά έκανε προσευχές υπέρ της ηγεσίας και του στρατού της Ρωσίας, έχει προκαλέσει αμφιβολίες για το αν υποστηρίζει πραγματικά μια κυρίαρχη Ουκρανία.
Δεν είναι λοιπόν παράξενο το ότι η αυτοκεφαλία θα είναι ένα δώρο για τον ακλόνητα ενάντιο στο Κρεμλίνο πρόεδρο της Ουκρανίας, Πέτρο Ποροσένκο, ο οποίος εκθείασε τα οφέλη που θα απέδιδε μια ανεξάρτητη εκκλησία στην εθνική ασφάλεια και την κυριαρχία της Ουκρανίας, σημειώνοντας ότι η Ρωσία θα χάσει «έναν από τους τελευταίους μοχλούς επιρροής στην πρώην αποικία της». Ο Ποροσένκο μάλιστα εξίσωσε την γεωπολιτική σημασία αυτού του γεγονότος με την ένταξη στην ΕΕ ή το ΝΑΤΟ.
Δεν μοιράζονται όλοι οι Ουκρανοί τον ενθουσιασμό του προέδρου τους. Αν και χιλιάδες συγκεντρώθηκαν στο Κίεβο στις 14 Οκτωβρίου για μια λειτουργία που γιόρτασε την ανακήρυξη από την Κωνσταντινούπολη, μια έρευνα διαπίστωσε ότι μόνο μια βραχείας κεφαλής πλειοψηφία Ουκρανών -54%- υποστηρίζει μια ενοποιημένη αυτοκέφαλη εκκλησία. Αυτό σημαίνει ότι η UOC-MP είναι απίθανο να εξαφανιστεί οποτεδήποτε σύντομα.
Ομοίως, το Μπλοκ της Αντιπολίτευσης της Ουκρανίας, το πολιτικό κόμμα που φιλοξενεί τα απομεινάρια του φιλορωσικού συνασπισμού του Γιανουκόβιτς, αρνήθηκε να υποστηρίξει ένα νομοθετικό ψήφισμα τον Απρίλιο του 2018 που ζητούσε αυτοκεφαλία. Ο ηγέτης του μπλοκ, Yuriy Boyko, τόνισε ότι ως κοσμική οντότητα, το κράτος δεν είχε «κανένα δικαίωμα να παρεμβαίνει σε θρησκευτικά θέματα». Παρόλο που ο Ποροσένκο έχει δεσμευτεί ότι δεν θα διωχθούν όσοι παραμένουν στην UOC-MP, οι πομπώδεις έπαινοι υπέρ του αυτοκέφαλου ως «μια μεγάλη νίκη του ουκρανού λαού που αγαπά τον Θεό επί των δαιμόνων της Μόσχας, η νίκη του Καλού επί του Κακού, η νίκη του Φωτός επί του Σκότους», είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει κάποιες αντιδράσεις.
Τρία νομοσχέδια που εισήχθησαν στο κοινοβούλιο της Ουκρανίας τα τελευταία χρόνια προκαλούν επίσης αναστάτωση. Το πρώτο θα επέτρεπε στις θρησκευτικές κοινότητες να αλλάξουν την υπαγωγή τους με απλή πλειοψηφία των μελών τους, γεγονός που δημιούργησε φόβους ότι εθνικιστές εγκάθετοι θα ενταχθούν στις κοινότητες της UOC-MP απλώς για να την καταλάβουν. Το δεύτερο και το τρίτο θα απαιτούσαν από τα θρησκευτικά σώματα που εδρεύουν σε ένα «επιθετικό κράτος» (διάβαζε: Ρωσία) να σηματοδοτούν αυτή την υπαγωγή στο όνομά τους και θα επέτρεπε στο Κίεβο να ελέγχει μερικούς από τους εκκλησιαστικούς διορισμούς τους. Μέχρι στιγμής, αυτά τα νομοσχέδια έχουν παγώσει στο νομοθετικό σώμα, αλλά στο σημερινό κλίμα θρησκευτικής έντασης, μπορεί να προσελκύσουν ανανεωμένη προσοχή. Αν περάσουν, τα νομοσχέδια θα μπορούσαν να ανοίξουν νομικές οδούς για διακρίσεις έναντι των μελών της UOC-MP, προκαλώντας ανησυχητικά ερωτήματα σχετικά με το επίπεδο της κρατικής παρέμβασης στην ουκρανική θρησκευτική ζωή.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΕΧΑΣΕ ΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
Οι λεπτομέρειες σχετικά με το πώς ακριβώς θα ενωθούν οι αντίπαλες εκκλησίες της Ουκρανίας παραμένουν προς επεξεργασία. Επίσης, δεν είναι σαφές ποιος θα είναι επικεφαλής της νέας οντότητας. Ο ηγέτης του Πατριαρχείου Κιέβου, Φιλάρετος, είναι μια διχαστική προσωπικότητα την οποία πολλοί δεν θα αποδεχθούν˙ σε ηλικία 89 ετών, θα ήταν σε κάθε περίπτωση κάτι περισσότερο από ένας διορισμός που απλώς κρατά την θέση. Ο μητροπολίτης Makariy (Μακάριος), επικεφαλής της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι κάπως νεώτερος αλλά στερείται ευρείας δημοτικότητας. Όσο για τον μητροπολίτη Onufriy (Ονούφριο), τον ηγέτη της UOC-ΜΡ, η υποψηφιότητά του είναι πολιτικά απαγορευτική, ακόμη και αν ενδιαφερόταν για την θέση.
Η πρόβλεψη του τρόπου με τον οποίο θα εξελιχθούν οι εν λόγω ενδοεκκλησιαστικές διαμάχες είναι μια δύσκολη δουλειά. Αυτό που γίνεται ολοένα και πιο πιθανό είναι ότι ο Πούτιν θα μείνει στην μνήμη ως ο Ρώσος ηγέτης ο οποίος ακούσια πέτυχε αυτό που φοβόταν: Να χάσει την Ουκρανία για πάντα. Τουλάχιστον, φέρει μεγάλη ευθύνη για την θέση σε κίνηση των πολιτικών μετατοπίσεων στην Ουκρανία που οδήγησαν στην δήλωση του Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Αλλά μην κάνετε λάθος: Δεν υπάρχουν άγιοι σε αυτή την αντιγνωμία. Ακόμη και ο θρόνος της Κωνσταντινούπολης ασφαλώς είχε πολιτικά κίνητρα για να καθορίσει ότι ο έλεγχος της Μόσχας επί του Κιέβου, ένα status quo που η Κωνσταντινούπολη είχε αποδεχθεί για 332 χρόνια, ήταν στην πραγματικότητα απαράδεκτος για κανονιστικούς λόγους. Ο Ποροσένκο, εν τω μεταξύ, θα υπερασπιστεί το ζήτημα της αυτοκεφαλίας για να λαμπρύνει τα εθνικιστικά του διαπιστευτήρια και να εδραιώσει την εξουσία του κατά την πορεία προς τις προεδρικές εκλογές του Μαρτίου του 2019. Το εάν αυτός, μαζί με τους θρησκευτικούς ομολόγους του, θα χρησιμοποιήσει τελικά αυτή την άνευ προηγουμένου ευκαιρία για να ενώσει μάλλον παρά να διαιρέσει τους Ουκρανούς, απομένει να φανεί.
Ο GEORGE SOROKA είναι λέκτορας Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, όπου είναι συνδεδεμένος με το Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Minda de Gunzburg και το Κέντρο Davis για Ρωσικές και Ευρασιατικές σπουδές. Είναι συν-συντάκτης του επερχόμενου τόμου Ukraine After Maidan: Revisiting Domestic and Regional Security (ibidem Press, 2018).
foreignaffairs