Μια σημαντική ανακατάταξη συμβαίνει στη Μέση Ανατολή; – Γιατί η Τουρκία στρέφεται προς το Ιράν και την Ρωσία

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

erdogan rohani putin
Η κοσμοθεωρία του Ερντογάν μοιράζεται πολλές αρχές με εκείνες της Ισλαμικής Δημοκρατίας και της Ρωσίας. Όπως και η Μόσχα και η Τεχεράνη, η Άγκυρα είναι τώρα πιο αντι-δυτική από οποιαδήποτε άλλη στιγμή της πρόσφατης μνήμης. Με αυτή την έννοια, η Τουρκία απομακρύνεται από το ΝΑΤΟ και τείνει προς τις δύο αναθεωρητικές δυνάμεις.

Φωτογραφία: Οι πρόεδροι Χασάν Ρουχανί του Ιράν, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν της Τουρκίας και Βλαντιμίρ Πούτιν της Ρωσίας σε κοινή συνέντευξη Τύπου μετά την συνάντησή τους στην Άγκυρα, τον Απρίλιο του 2018. UMIT BEKTAS / REUTERS
Έχοντας επικρίνει επί μακρόν την πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, ο πρόεδρος Donald Trump σκιαγράφησε το περίγραμμα μιας νέας προσέγγισης στην περιοχή. Τον περασμένο μήνα, η διοίκησή του αποκάλυψε τη νέα στρατηγική της για την Συρία, σηματοδοτώντας την απομάκρυνση από μια αποστολή επικεντρωμένη στην αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους (ή ISIS) προς μια αποστολή που αποσκοπούσε στην ανάσχεση του Ιράν.
Αλλά αυτά τα νέα σχέδια δεν εξετάζουν μια κρίσιμη πρόκληση: Τις μεταβαλλόμενες συμμαχίες στην περιοχή, οι οποίες έχουν ενταθεί μετά την δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Jamal Khashoggi στο σαουδαραβικό Προξενείο της Κωνσταντινούπολης.
Οι συμμαχίες στη Μέση Ανατολή είναι από καιρό μετατοπιζόμενες τεκτονικές πλάκες. Επί δεκαετίες, οι περιφερειακές δυνάμεις -ιδίως το Ιράν, το Ιράκ, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία- ανταγωνίζονταν για να μεγιστοποιήσουν την ισχύ τους έχοντας ως φόντο τις παρεμβάσεις της Ρωσίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και, αργότερα, των Ηνωμένων Πολιτειών. Μέχρι πρόσφατα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι περιφερειακοί σύμμαχοί τους -το Ισραήλ, η πλειοψηφία των κρατών του Αραβικού Κόλπου και η Τουρκία- ευθυγραμμίζονταν εναντίον του Ιράν.
Μετά την πυρηνική συμφωνία του 2015, φαινόταν βέβαιο ότι αυτές οι περιφερειακές δυνάμεις, υποστηριζόμενες από την Ουάσινγκτον, θα κατάφεραν να απομονώσουν τους μουλάδες. Ωστόσο, πολλοί εσωτερικοί, περιφερειακοί και διεθνείς παράγοντες συνέβαλαν στην άρση αυτού του μακρόχρονου status quo. Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων είναι η αποστασιοποίηση της Τουρκίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και η κλίση της προς το Ιράν και την Ρωσία.
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΑΓΚΥΡΑΣ
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για την αναδυόμενη ευθυγράμμιση της Άγκυρας με την Τεχεράνη και τη Μόσχα. Πρώτον, η ανάρρηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην τουρκική προεδρία το 2014 -μια κίνηση που σηματοδότησε την εδραίωση της εξουσίας του μετά από μια δεκαετία ως πρωθυπουργός- σηματοδότησε μια αλλαγή στις πολιτικές της χώρας. Ο Ερντογάν ενίσχυσε θρησκευτικές παρατάξεις και μετακίνησε την χώρα μακριά από τον περίφημο κοσμικό χαρακτήρα της Άγκυρας, που χρονολογείτο από τον ιδρυτή της, Κεμάλ Ατατούρκ, στις αρχές του εικοστού αιώνα.
Η κοσμοθεωρία του Ερντογάν μοιράζεται πολλές αρχές με εκείνες της Ισλαμικής Δημοκρατίας και της Ρωσίας. Όπως και η Μόσχα και η Τεχεράνη, η Άγκυρα είναι τώρα πιο αντι-δυτική από οποιαδήποτε άλλη στιγμή της πρόσφατης μνήμης. Με αυτή την έννοια, η Τουρκία απομακρύνεται από το ΝΑΤΟ και τείνει προς τις δύο αναθεωρητικές δυνάμεις.
Οι πεποιθήσεις του Ερντογάν διαμορφώνουν την αντίληψή του για την περιφερειακή τάξη. Ο Τούρκος πρόεδρος φαίνεται να βλέπει τον εαυτό του ως σύγχρονο σουλτάνο, τον νόμιμο κληρονόμο της ηγεσίας των Σουνιτών. Το έχει προχωρήσει τόσο πολύ ώστε να ισχυριστεί ότι η δική του «είναι η μόνη χώρα που μπορεί να ηγηθεί του μουσουλμανικού κόσμου». Αυτό καθιστά τον Οίκο των Σαούντ λιγότερο σύμμαχο και περισσότερο ανταγωνιστή.
Πράγματι, η δολοφονία του Khashoggi είναι μόνο η τελευταία σε μια σειρά εξελίξεων που έχουν επιδεινώσει τις εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Σαουδικής Αραβίας. Στο συνεχιζόμενο ρήγμα στον Περσικό Κόλπο, όπου η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της διέκοψαν τους δεσμούς με το Κατάρ (φαινομενικά λόγω της ισχυρής και ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής του Κατάρ, αλλά στην πραγματικότητα λόγω των αυξανόμενων εντάσεων που απορρέουν από την σαουδαραβική προσέγγιση προς το Ιράν και από τον πόλεμο στην Υεμένη), η Άγκυρα συμπαρατάχθηκε με την Τεχεράνη στηρίζοντας τη Ντόχα. Για την Τουρκία, το κράτος του Κόλπου ήταν ένας σημαντικός σύμμαχος του οποίου η περιφερειακή προοπτική ευθυγραμμίζεται με την δική της. Και οι οικονομικοί δεσμοί των δύο χωρών ήταν επίσης σημαντικοί για την Άγκυρα. Ακόμη και πριν από την κρίση, η Τουρκία είχε υπογράψει στρατιωτικό πρωτόκολλο με το Κατάρ και άνοιξε την πρώτη στρατιωτική βάση της στην περιοχή το 2015. Πιο πρόσφατα, η Τουρκία υπέγραψε συμφωνία για την αγορά ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400, παρακινώντας τον υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Τζέιμς Μάττις, να προειδοποιήσει την Τουρκία ότι θα πρέπει να επανεξετάσει την κίνηση, καθώς το ΝΑΤΟ δεν θα ήταν σε θέση να ενσωματώσει αυτά τα όπλα στον στρατιωτικό σχηματισμό.
Αυτές οι εξελίξεις σημειώθηκαν με φόντο την συριακή σύγκρουση, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σαουδική Αραβία παρέμειναν ενωμένες λόγω της μακρόχρονης συνεργασίας, της αντίστοιχης εχθρότητάς τους προς το Ιράν και του συνεχιζόμενου πολέμου στην Υεμένη. Για την Τουρκία, ο σύνδεσμος Ιράν-Ρωσία φαίνεται να της ταιριάζει καλύτερα από το ΝΑΤΟ. Η Άγκυρα ενδιαφέρεται για την σταθεροποίηση της Συρίας, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι ο πρόεδρος Μπασάρ αλ-Άσαντ θα παραμείνει στην εξουσία. Ο στόχος αυτός ευθυγραμμίζεται με τους στόχους του Ιράν και της Ρωσίας. Η Μόσχα και η Τεχεράνη συνεργάστηκαν στενά στην Συρία -με την Ρωσία να παρέχει αεροπορική κάλυψη στα στρατεύματα ξηράς του Ιράν- για να εξασφαλίσουν τόσο την λαβή του Assad στην εξουσία όσο και την δική τους περιφερειακή θέση. Αμφότερες, όσο και η Τουρκία, ενδιαφέρονται για την διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας, κάτι που θα μπορούσε να τους βοηθήσει να αποφύγουν έναν πιθανό περιφερειακό κατακερματισμό και μια κρατική αποτυχία που θα μπορούσε να διαχυθεί και να απειλήσει την επιβίωσή τους.
Η Τουρκία φαίνεται επίσης να ανησυχεί περισσότερο για τους Κούρδους απ’ όσο για το ISIS, ένας άλλος παράγοντας που την ευθυγραμμίζει περισσότερο με το Ιράν και την Ρωσία παρά με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Σαουδική Αραβία. Το Ιράν είναι ίσως σε καλύτερη θέση από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ για να βοηθήσει να μετριαστούν οι τουρκικές ανησυχίες σχετικά με το μέλλον των Κούρδων. Παρόλο που προφανώς κανένα μέρος δεν επιθυμεί να δει τους Κούρδους να αποσπώνται από τα αντίστοιχα κράτη τους, το Ιράν -όπως και η Τουρκία- φαίνεται να αισθάνεται ότι απειλείται έντονα από έναν ενισχυμένο κουρδικό πληθυσμό. Για αμφότερα το Ιράν και την Τουρκία, η διάλυση της Συρίας και μια κουρδική απόσχιση από την χώρα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ολισθηρή οδό που θα ενθαρρύνει τους κουρδικούς πληθυσμούς και θα δημιουργήσει μια απειλή για την εδαφική τους ακεραιότητα και την εθνική τους ενότητα.
Μια εναπομείνασα παρουσία του ISIS, εν τω μεταξύ, παρέχει στο κουαρτέτο Άγκυρας-Τεχεράνης-Μόσχας-Δαμασκού την δικαιολογία για να κρατήσουν τους στρατούς τους ενεργούς στο θέατρο. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι πρωτεύουσες αυτές δεν θεωρούν δικαιολογημένα το ISIS ως απειλή. Αντ’ αυτού, βλέπουν ευκαιρίες σε ένα αποδυναμωμένο ISIS, του οποίου ο εδαφικός έλεγχος και οι ικανότητες είναι σε μεγάλο βαθμό μειωμένες, επιτρέποντάς τους να δικαιολογήσουν τις επίμονες και ενίοτε επιθετικές στρατιωτικές τους προσπάθειες. Πράγματι, ο Ερντογάν μέχρι που αναπτύσσει στενότερους δεσμούς με την Tahrir al-Sham, μια τρομοκρατική ομάδα συνδεδεμένη με την Αλ Κάιντα που δραστηριοποιείται κυρίως στην Συρία και αριθμεί περίπου 10.000 μαχητές. Η ομάδα, όπως φαίνεται να πιστεύει ο Ερντογάν, μπορεί να στραφεί εναντίον των Μονάδων Λαϊκής Προστασίας (YPG), μια κουρδική πολιτοφυλακή, την οποία οι Τούρκοι φέρονται να βλέπουν ως ενισχυμένη από τις προσπάθειες των ΗΠΑ και της Σαουδικής Αραβίας στην Συρία.
Βεβαίως, το Ιράν, η Ρωσία και η Τουρκία εξακολουθούν να έχουν μια ορισμένη δυσπιστία η μια για την άλλη. Και η δυσπιστία τους έχει τις ρίζες της σε μια ιστορία αντιπαλότητας. Στο κάτω-κάτω, οι τρεις χώρες έχουν πολεμήσει η μια την άλλη σε καταστροφικούς πολέμους και ανταγωνίστηκαν για ισχύ στην περιοχή. Ταυτόχρονα, έχουν επί του παρόντος ορισμένα κοινά συμφέροντα και κοινές αντιλήψεις περί απειλών, που τις οδηγούν σε στενή συνεργασία σε διάφορους τομείς, μεταξύ άλλων στον στρατιωτικό και τον οικονομικό τομέα.
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ
Στον βάλτο της γεωπολιτικής της Μέσης Ανατολής, η Τουρκία φαίνεται να είναι ο μεγάλος νικητής, κεφαλαιοποιώντας σε αυτή την επανευθυγράμμιση για να βελτιώσει την εικόνα της στον μουσουλμανικό κόσμο ως ηγετικό έθνος πρόθυμο να αντισταθεί στην Σαουδική Αραβία -της οποίας η στενότερη σχέση με το Ισραήλ και ο πρωταγωνιστικός ρόλος της στον καταστρεπτικό πόλεμο στην Υεμένη έχει αμαυρώσει την φήμη της. Η Άγκυρα φαίνεται να παίζει και στις δύο πλευρές της συριακής διαμάχης, ίσως σε μια προσπάθεια να μεγιστοποιήσει τη μόχλευσή της σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις. Πράγματι, η επιτυχία της αμερικανικής πολιτικής για την Συρία εξαρτάται εν μέρει από την Τουρκία. Ως αποτέλεσμα, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να κατανοήσει τους κύριους περιφερειακούς στόχους της Άγκυρας και να αξιολογήσει την ικανότητα του ΝΑΤΟ να προλάβει μια ανεπιθύμητη μετατόπιση στην περιφερειακή ισορροπία ισχύος.
Η φαινομενική επανευθυγράμμιση της Τουρκίας θα επηρεάσει πιθανώς τη νέα εκστρατεία των ΗΠΑ στην Συρία και την βιωσιμότητα της πολιτικής της Ουάσινγκτον στη Μέση Ανατολή συνολικά. Ως απόκριση σε αυτή την εξέλιξη, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσουν την θέση τους στο τραπέζι για να δείξουν ότι έχουν τόσο τα μέσα όσο και την πολιτική βούληση να συνεισφέρουν σε μια σταθερή Συρία. Θα πρέπει να σηματοδοτήσουν ότι μπορούν να είναι ένας έντιμος μεσολαβητής -αν και αυτό θα ήταν πιθανώς δύσκολο να το καταπιούν, δεδομένου ότι σχεδόν οποιαδήποτε βιώσιμη ειρηνευτική συμφωνία θα αφήσει τον Assad στην θέση του. Ο Άσαντ έχει διαπράξει αμέτρητες φρικαλεότητες, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης χημικών όπλων εναντίον του δικού του λαού, αλλά οι προοπτικές των Ηνωμένων Πολιτειών να τον απομακρύνουν από την εξουσία είναι ολοένα και πιο χλωμές. Αντί να παραμείνει επικεντρωμένη στην απομάκρυνση του Assad, η διοίκηση Trump θα πρέπει να δει τη μεγαλύτερη εικόνα και να εξασφαλίσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή. Ουσιαστικά, η Συρία δεν μπορεί να παραμείνει ένα ασφαλές καταφύγιο για διεθνείς τρομοκρατικές ομάδες ώστε να σχεδιάζουν επιθέσεις σε όλο τον κόσμο -όπως έπραξαν πρόσφατα με ματαιωθείσες συνωμοσίες που στόχευαν την Γερμανία και τις Κάτω Χώρες.
Καθώς οι αναφορές για τα γεγονότα γύρω από τον θάνατο του Khashoggi γίνονται όλο και πιο τρομακτικές, η Σαουδική Αραβία προσέφερε 100 εκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες για να βοηθήσει στην σταθεροποίηση της Συρίας. Ωστόσο, φαίνεται ότι το Ριάντ δεν θα μπορέσει να εξαγοράσει την έξοδό του από αυτή την κατάσταση. Αυτά τα χρήματα μπορεί να αρκούν για να παρατείνουν την συναλλακτική σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας για λίγο περισσότερο.
Αλλά δεν θα κάνουν τίποτα για να σταματήσουν την δυναμική ενός ταχέως μεταβαλλόμενου γεωπολιτικού τοπίου, στο οποίο το Ιράν, η Ρωσία και η Τουρκία αναδύονται ως ένα συνεκτικό μπλοκ. Η ευθυγράμμιση αυτών των τριών χωρών -που έχουν κοινά συμφέροντα στην Συρία- θα μπορούσε να ξεπεράσει αυτό το συγκεκριμένο θέατρο και να οδηγήσει σε μια πιο θεμελιώδη επανευθυγράμμιση της ισχύος σε όλη την περιοχή, με μακροπρόθεσμες συνέπειες για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο COLIN P. CLARKE είναι πρόσθετος ανώτερος Πολιτικός Επιστήμονας στον μη κερδοσκοπικό, μη κομματικό οργανισμό RAND Corporation και ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο Soufan.
Η ARIANE M. TABATABAI είναι συνεργαζόμενη Πολιτικός Επιστήμονας στην RAND.
foreignaffairs

ΔΗΜΟΦΙΛΗ