ΣΗΜΕΙΑ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΚΕΨΗΣ ΤΟΥ ΣΤΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΛΟΥ
Σαλαμίνα, 28.3.2018
Αισθήματα Εθνικής Υπερηφάνειας με διακατέχουν, μετά το πέρας της επίσκεψής μου στο Συγκρότημα Αρχηγείου του Στόλου, για το αξιόμαχο και την ετοιμότητα του Πολεμικού Ναυτικού της Χώρας κατά την υπεράσπιση της Εθνικής μας Κυριαρχίας και των Συνόρων μας, συνακόλουθα δε της Κυριαρχίας και των Συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
I. Οφείλω να επισημάνω ότι η υπεράσπιση αυτή, εκ μέρους του Πολεμικού μας Ναυτικού, καταξιώνεται ακόμη περισσότερο εκ του ότι και τα θαλάσσια σύνορα της Χώρας μας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθορίζονται σαφώς, και δίχως ίχνος δυνατότητας αμφισβήτησης, από το Διεθνές Δίκαιο στο σύνολό του.
Α. Διαμηνύουμε λοιπόν προς κάθε γείτονα χώρα, και ιδίως προς την φίλη και γείτονα Τουρκία, ότι βάση της φιλίας και της καλής γειτονίας μας καθώς και της ευρωπαϊκής της προοπτικής -την οποία ευνοούμε ειλικρινώς- είναι η πλήρης και πιστή τήρηση του Διεθνούς Δικαίου στο σύνολό του. Τούτο, άλλωστε, συνιστά και θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως κατέστη σαφές προς την ηγεσία της Τουρκίας κατά την προχθεσινή Σύνοδο στη Βάρνα.
Β. Υπό τ’ ανωτέρω δεδομένα, για την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, δεν υφίστανται αμφισβητήσεις και, πολύ περισσότερο, γκρίζες ζώνες σε ό,τι αφορά τα σύνορά μας -άρα και τα θαλάσσια- με τις γειτονικές μας χώρες, κατά συνέπεια δε και με την Τουρκία. Η οποία οφείλει να παύσει να ισχυρίζεται το αντίθετο, συμμορφούμενη προς την διεθνή νομιμότητα. Και η μόνη διαφορά που υφίσταται σχετικώς προς επίλυση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι η οριοθέτηση της νησιωτικής υφαλοκρηπίδας.
II. Τέλος, υπενθυμίζω για πολλοστή φορά ότι η συγκεκριμένη νομική βάση του Διεθνούς Δικαίου, που τεκμηριώνει την κατά τ’ ανωτέρω σαφήνεια του καθορισμού και των θαλάσσιων συνόρων μας -επέκεινα δε και του καθορισμού της ΑΟΖ- συμπυκνώνεται στις εξής, κυρίως, Συνθήκες:
Α. Πρώτον, στην Συνθήκη της Λωζάνης του 1923. Με βάση την Συνθήκη αυτή, η οποία δεν αναθεωρείται ούτε επικαιροποιείται, επιπλέον δε είναι πλήρης και δεν αφήνει κενά ερμηνείας, τα θαλάσσια σύνορά μας στο Αιγαίο είναι σαφώς καθορισμένα, δίχως περιθώρια οιασδήποτε αμφισβήτησης. Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, και όσοι τις επινοούν επιδεικνύουν και άγνοια αλλά και έλλειψη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.
Β. Δεύτερον, στην Συνθήκη των Παρισίων του 1947, η οποία αφορά το καθεστώς της παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
1. Συγκεκριμένα, το καθεστώς της τελικής παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (Απρίλιος του 1947) μεταξύ των Συμμάχων, νικητών του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και της Ιταλίας. Ιδιαίτερη σημασία, εντός αυτού του θεσμικού πλαισίου, έχουν οι διατάξεις του άρθρου 14 της ως άνω Συνθήκης, σύμφωνα με τις οποίες: «1. Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λιψόν, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον ως και τας παρακειμένας νησίδας. 2. Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημέναι». Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η διατύπωση της παραγράφου 1 του άρθρου 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων είναι τόσο σαφής, ώστε να μην αφήνει οιοδήποτε περιθώριο ως προς την ουσία και την έκταση της κυριαρχίας της Ελλάδος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί των Δωδεκανήσων. Ειδικότερα:
α) Η κυριαρχία αυτή είναι «πλήρης», πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ουδέναν περιορισμό επιδέχεται κατά την άσκησή της. Το δε περιεχόμενο της «πλήρους» κυριαρχίας προσδιορίζεται, ως προς τα Δωδεκάνησα, με βάση τους κανόνες του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος περί κυριαρχίας, καθώς και με βάση τις περί κυριαρχίας των κρατών-μελών διατάξεις ιδίως του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣυνθΕΕ), δοθέντος ότι η Ελλάδα είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οιαδήποτε αμφισβήτηση της ερμηνείας των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων συνιστά, αυτοθρόως, παραβίαση του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
β) Η κυριαρχία της Ελλάδος, με την ως άνω έννοια, εκτείνεται όχι μόνον εφ’ όλων των νήσων που αναφέρονται ρητώς στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων αλλά, κατά την κατηγορηματική διατύπωση της κατά τ’ ανωτέρω παραγράφου, και επί των «παρακειμένων νησίδων» στο σύνολό τους. Επειδή δε οι διατάξεις αυτές ουδεμία διάκριση κάνουν εν προκειμένω, η διατύπωσή τους καταλαμβάνει τις κάθε είδους «παρακείμενες νησίδες», ανεξαρτήτως μεγέθους τους ή άλλου χαρακτηριστικού τους (π.χ. κατοικημένες ή μη). Υπό το πρίσμα αυτό είναι προφανές, όπως ήδη επισήμανα, πως και στην περιοχή της Δωδεκανήσου δεν είναι νοητές, από πλευράς Διεθνούς Δικαίου, «γκρίζες ζώνες», αναφορικά με την έκταση και το περιεχόμενο της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής κυριαρχίας επ’ αυτής.
2. Επιπροσθέτως, υπενθυμίζουμε και το αυτονόητο δικαίωμα της Ελλάδας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ περί προληπτικής νόμιμης άμυνας, να τα θωρακίζει αμυντικά εναντίον κάθε επιβουλής, με όλα τα διαθέσιμα μέσα, όταν και εφόσον το κρίνει σκόπιμο. Πέραν τούτου, η Τουρκία δεν έχει κατά το Διεθνές Δίκαιο λόγον επ’ αυτού, διότι δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στην Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων.
Γ. Τρίτον, στην Συνθήκη του Montego Bay του 1982, δια της οποίας κωδικοποιήθηκε το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας σε νέο συμβατικό κείμενο, υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Και ναι μεν η Τουρκία δεν έχει προσχωρήσει στην Σύμβαση του Montego Bay, πλην όμως -και πάντα κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης- επειδή η Σύμβαση αυτή έχει υιοθετηθεί από πολύ μεγάλο αριθμό κρατών, παράγει γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, οι οποίοι είναι δεσμευτικοί για κάθε κράτος, άρα και για την Τουρκία.
Η αναφορά στα κατά τ’ ανωτέρω δεδομένα του Διεθνούς Δικαίου έγινε για να καταδειχθεί, μ’ έμφαση, ότι η εκ μέρους των Ενόπλων μας Δυνάμεων -συνεπώς και εκ μέρους του Πολεμικού μας Ναυτικού- υπεράσπιση των Συνόρων και της Κυριαρχίας της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνιστά και υπεράσπιση της διεθνούς νομιμότητας εν γένει. Και διαμηνύουμε, προς κάθε κατεύθυνση, ότι η υπεράσπιση της διεθνούς νομιμότητας δεν είναι απλώς δικαίωμά μας. Είναι και χρέος μας έναντι της Διεθνούς Κοινότητας