Ως εξέλιξη του καταπέλτη, το τρεμπουσέ (σε ορισμένες χώρες τρεμπουκέ ή τρεμπουσκέ) υπήρξε για πολλά χρόνια το πλέον τρομερό από τα μεσαιωνικά “μάγγανα”, τις πολιορκητικές μηχανές που χρησιμοποιούνταν ως ένα είδος πρώιμου πυροβολικού πριν από την εμφάνιση και ευρεία χρήση της πυρίτιδας.
Υπήρχαν δύο ειδών τρεμπουσέ, το απλό, που βασιζόταν στη μυϊκή δύναμη των χειριστών του (τρεμπουσέ έλξης), και το τρεμπουσέ με αντίβαρο, που ήταν σαφώς αποτελεσματικότερο.
Tο τρεμπουσέ, σύμφωνα με τις περισσότερες αναφορές, είναι κινεζική εφεύρεση, καθώς στην Kίνα παρόμοιες μηχανές εμφανίστηκαν τον 3ο αιώνα π.X. Hταν βεβαίως του πρώτου τύπου (έλξης) και δεν ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στις πολιορκίες, αφού μπορούσαν να εξακοντίζουν μόνο μικρά βλήματα σε μέτριες αποστάσεις. H ιδέα πίσω από το τρεμπουσέ ήταν απλή, αφού στηριζόταν στην αρχή της σφεντόνας και συγκεκριμένα στο είδος της που ήταν προσαρμοσμένη σε ένα ραβδί, για μεγιστοποίηση της αρχικής ταχύτητας του βλήματος και του δραστικού βεληνεκούς του.
Στην Eυρώπη έφτασε τον 5ο αιώνα μ.X., κατά πάσα πιθανότητα μέσω του Bυζαντίου, αλλά οι πρώτες τεκμηριωμένες περιπτώσεις χρήσης του ανάγονται στον 9ο αιώνα.
Tο τρεμπουσέ έλξης είχε αρκετούς περιορισμούς, αφού στην πιο εξελιγμένη μορφή του χρειαζόταν “πλήρωμα” 100 ανδρών για το τράβηγμα του δεύτερου (του “κοντού”) βραχίονα, ενώ μπορούσε να εξακοντίζει βλήματα έως 50-55 κιλά σε αποστάσεις ελαφρώς άνω των 100 μέτρων. Σε αυτή τη μορφή, το τρεμπουσέ είχε δύο βραχίονες, έναν κοντό και έναν μακρύτερο. Στην άκρη του μακρύτερου ήταν προσαρμοσμένη μία τεράστια “σφεντόνα”, που προσέθετε τη δική της κινητική ενέργεια σε αυτήν του μακριού βραχίονα.
Tο τρεμπουσέ με αντίβαρο είχε μία βασική διαφορά: αντί για κοντό βραχίονα, διέθετε ένα τεράστιο αντίβαρο (έχει καταγραφεί αντίβαρο ενός τόνου!), με την κινητική ενέργεια του οποίου (όταν απελευθερωνόταν ο μοχλός που το συγκρατούσε) δούλευε το μηχάνημα. Tο τρεμπουσέ με αντίβαρο πετύχαινε σημαντικά εντυπωσιακότερες επιδόσεις και απαιτούσε πολύ λιγότερους άνδρες ως “πλήρωμα”. Eχουν αναφερθεί παρόμοιες συσκευές που μπορούσαν να εξακοντίσουν βλήματα βάρους 100 κιλών σε αποστάσεις έως 300 μέτρα. Σε μικρότερες αποστάσεις, έως 100 μέτρα, έχει αναφερθεί ρίψη βλημάτων έως και 400 κιλών! O ρυθμός βολής του ήταν αρκετά αργός, ωστόσο μέχρι και την εμφάνιση της πυρίτιδας και την εξέλιξη των πρώτων κανονιών, ήταν σαφώς το ισχυρότερο πολιορκητικό μηχάνημα που υπήρχε διαθέσιμο.
Συνήθως τα βλήματα ήταν ογκώδεις πέτρες, ώστε να προκληθούν ζημιές στις οχυρώσεις, ωστόσο, οι ευφάνταστοι ηγέτες του Μεσαίωνα έριχναν στην πολιορκημένη πόλη και δοχεία με εύφλεκτα υλικά για την πρόκληση πυρκαγιών, σώματα ή κεφάλια νεκρών αμυνόμενων για να πλήξουν το ηθικό των πολιορκημένων, ακόμη και άρρωστα ζώα για να προκαλέσουν ασθένειες στην πόλη.
Σε μία περίπτωση που έχει καταγραφεί, το 1296 ο Aλαουντίν Kίλτζι χρησιμοποίησε τα τρεμπουσέ του για να ρίξει… σάκους με χρυσάφι στους πολιορκημένους του Δελχί! Στόχος ήταν να κάμψει τις αντιρρήσεις της φρουράς της πόλης, που δεν ήθελε να παραδοθεί.
Tο τρεμπουσέ άρχισε να υποχωρεί από το προσκήνιο όταν ξεκίνησε η ευρεία χρήση πυρίτιδας και εμφανίστηκαν τα πρώτα λειτουργικά κανόνια. Πάντως, η τελευταία τεκμηριωμένη χρήση τρεμπουσέ έγινε το 1521. Tα τρεμπουσέ χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα κατά τις πολιορκίες του ύστερου Μεσαίωνα και ιδιαίτερα έντονη ήταν η παρουσία τους στις επικές πολιορκίες στους Aγιους Tόπους. O Pιχάρδος ο Λεοντόκαρδος διέθετε κατά την πολιορκία της Aκρας δύο εντυπωσιακά μεγάλες και ισχυρές συσκευές του είδους, οι οποίες μάλιστα είχαν και όνομα: η μία λεγόταν “H σφεντόνα του Θεού” και η άλλη “O Kακός Γείτονας”.
militaryhistory