Η Τουρκία προσπαθεί να ισορροπήσει στο γεωπολιτικό εκκρεμές της περιοχής εκφράζοντας σειρά αξιώσεων σε ρόλο δυνητικού ηγεμόνα. Ο κίνδυνος για την ίδια είναι η πρόκληση αντισυσπειρώσεων, κάτι το οποίο είναι πιθανό ελέω της ύπαρξης των ευμεγεθών κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τα τελευταία περίπου δεκαπέντε έτη έχουν βρει την Ελλάδα και την Κύπρο, καθώς και το Ισραήλ και την Αίγυπτο ενώπιον μιας νέας πραγματικότητας μετατροπής τους σε μείζονες παραγωγούς υδρογονανθράκων. Οι πλέον επίκαιρες εκτιμήσεις για το ενεργειακό δυναμικό της Ανατολικής Μεσογείου έχουν επιβεβαιώσει ακόμη και τις πιο αισιόδοξες αρχικές προβλέψεις, ενώ και οι ίδιοι οι περιφερειακοί συσχετισμοί έχουν παρωθήσει τα τέσσερα κράτη προς ένα επίπεδο έστω εμβρυακής συνεννόησης και ενεργειακής συνεργασίας.
Η Ελλάδα, αν και έχει καθυστερήσει εν σχέσει με τους υπόλοιπους τρεις δρώντες, καλείται επίσης να διαχειριστεί τα δυνητικά κέρδη της από την αναβάθμισή της σε χώρα διαμετακόμισης των ενεργειακών προϊόντων της περιοχής, με βάση την γεωγραφική θέση της επί του διαδρόμου Ανατολής-Δύσης, ήτοι μεταξύ των χωρών-παραγωγών και των χωρών-καταναλωτών. Τα σταθερά βήματα προς την κατεύθυνση της δημιουργίας του εν λόγω διαδρόμου συνθέτουν μια εικόνα εξοβελισμού της Τουρκίας από το νέο ενεργειακό «Ελ Ντοράντο».
Δεδομένης της ηγεμονικής ιδιοσυστασίας της τουρκικής στρατηγικής συμπεριφοράς και των διακηρυγμένων επιθετικών προθέσεων εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και του αιγαιακού χώρου, κρίνεται σκόπιμο να ελεγχθούν τα όρια και οι προκλήσεις για την Τουρκία με διακύβευμα τους πόρους της Ανατολικής Μεσογείου.
Τα τιθέμενα ερωτήματα εστιάζουν στην στρατηγική συμπεριφορά του τουρκικού παράγοντα με διακύβευμα τα κοιτάσματα της περιοχής και τις εξελίξεις, οι οποίες αφορούν την εξόρυξη και την εν γένει εκμετάλλευσή τους. Ποια είναι η σημασία του ενεργειακού συμπλόκου της εν λόγω θαλάσσιας περιοχής για την Άγκυρα; Ποιες είναι οι προκείμενες προκλήσεις για τη νεο-οθωμανική πρόταση αναβάθμισης του ρόλου της Τουρκίας;
ΤΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ
Αρχικά, αξίζει να πραγματοποιηθεί μια συνοπτική ανασκόπηση των δεδομένων αναφορικά με το «ενεργειακό σύμπλοκο» της Ανατολικής Μεσογείου. Η Αίγυπτος, σύμφωνα με ανακοινώσεις του Υπουργείου Πετρελαίου και Ορυκτού Πλούτου της χώρας, διαθέτει 72 τρισ. κυβικά πόδια αποδεδειγμένων κοιτασμάτων φυσικού αερίου, ενώ τα ανεπιβεβαίωτα κοιτάσματα δύνανται να προσεγγίσουν τα 120 τρισ. κυβικά πόδια [1], στοιχεία τα οποία την κατατάσσουν στη 16η θέση παγκοσμίως. Επί πολλά χρόνια, η τεράστια εσωτερική ζήτηση –δεδομένου του πληθυσμού των 90 εκατομμυρίων ανθρώπων– δεν επέτρεπε σχεδιασμούς για εξαγωγή υδρογονανθράκων. Αντιθέτως, τον περασμένο Φεβρουάριο, υπεγράφη συμφωνία ύψους 15 δισ. δολαρίων για την εξαγωγή ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Αίγυπτο [2], εξέλιξη με ευδιάκριτες στρατηγικές προεκτάσεις. Η εν λόγω συμφωνία ήρθε να προστεθεί σε μια ακόμα, μεταξύ Ισραήλ και Ιορδανίας το 2016, γεγονός το οποίο καταδεικνύει την αυξανόμενη σύγκλιση των οικονομικών συμφερόντων μεταξύ σημαντικών δρώντων της περιοχής.
Το Ισραήλ άρχισε τις υποθαλάσσιες έρευνες ήδη από το 2000 και σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα συνολικά αποδεδειγμένα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην χώρα ανέρχονται στα 176 δισ. κυβικά μέτρα, με ένα εξαιρετικά υψηλό δυναμικό εντός της διακηρυγμένης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης [3]. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την Γεωλογική Υπηρεσία των ΗΠΑ, τα επιπλέον αποθέματα φυσικού αερίου στην λεκάνη της Λεβαντίνης –όσον αφορά τις ΑΟΖ του Ισραήλ και του Λιβάνου– ανέρχονται στα 3,45 τρισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, 1,8 δισ. βαρέλια αργού πετρελαίου και 4 δισ. βαρέλια υγρών αερίων υδρογονανθράκων [4].
Η έτερη γωνία του τετραγώνου, η Κύπρος, συνιστά μια ακόμη ενδιαφέρουσα περίπτωση. Η Κύπρος ξεκίνησε τις έρευνες το 2007 με τα αποδεδειγμένα κοιτάσματα φυσικού αερίου να ανέρχονται στα 141 δισ. κυβικά μέτρα [5]. Πέραν της θέσης του παραγωγού, η Λευκωσία δύναται να αναβαθμιστεί και ως διαμετακομιστικός κόμβος, αποτελώντας σημαντικότατη γέφυρα επί του «Ενεργειακού Διαδρόμου Ανατολής-Δύσης», ρόλος ο οποίος είναι διακηρυγμένος στόχος και της Ελλάδας ως συνέχεια της κυπριακής ενεργειακής στρατηγικής. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι τα ενεργειακά προϊόντα συστήνουν ισχύ όταν είναι εμπορεύσιμα, και για να είναι βιώσιμη η εμπορευσιμότητά τους απαιτούνται εύρωστες αγορές. Τέτοιες αγορές είναι οι ευρωπαϊκές και συνεπώς, το διακύβευμα για την Κυπριακή Δημοκρατία είναι το πώς θα εδραιώσει την θέση της στην περιοχή και ως αναπόσπαστο μέρος ενός συστήματος παροχής φυσικού αερίου προς τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Η ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝ. ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ
Η γεωπολιτική σημασία της περιοχής καθίσταται ευδιάκριτη και αυξάνεται όσο συγκλίνουν οι στρατηγικές συμπεριφορές των δρώντων και η Ανατολική Μεσόγειος αντιμετωπίζεται ως ενιαίο πεδίο εκμετάλλευσης, αλλά με διακριτούς ρόλους και συμφέροντα. Αρκεί να παρατεθεί η δήλωση του άλλοτε προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της Noble Energy, Charles Davidson, το 2013, επ’ αφορμή της ανακοίνωσης για τα ευρήματα στο «οικόπεδο 12»: «Είναι η πέμπτη κατά σειρά ανακάλυψη πηγής φυσικού αερίου της Noble Energy και των εταίρων της στην ευρύτερη λεκάνη της Λεβαντίνης, ενώ οι συνολικές υπολογιζόμενες ποσότητες και για τα πέντε κοιτάσματα, που ανακαλύφθηκαν, υπολογίζονται σε περισσότερα από 33 τρισ. κυβικά πόδια [6]». Η ανάγνωση της Ανατολικής Μεσογείου ως ενιαίου ενεργειακού συμπλόκου αποτελεί το μέγιστο διακύβευμα για τα ελλαδικά και τα ελληνοκυπριακά συμφέροντα. Ο λόγος σχετίζεται με το ότι Ελλάδα και Κύπρος χρειάζονται συμμαχίες για να εξισορροπήσουν τη δυσμενή για τις ίδιες κατανομή ισχύος και μια τέτοια προοπτική χαλυβδώνεται μέσω τριών συνθηκών [7].
Η πρώτη συνθήκη αφορά την χρησιμότητα της συνεργασίας για τους εταίρους τους και στην προκείμενη περίπτωση τον βαθμό στον οποίο το Ισραήλ θα δεσμεύσει τα συμφέροντά του σε μια πολιτική εναρμονισμένη με τους μείζονες σκοπούς της Κύπρου και συνεκδοχικά της Ελλάδας. Η χρησιμότητα συνδέεται με την συναντίληψη της απειλής, και το επίπεδο της απειλής ελέγχεται βάσει των παραμέτρων της γεωγραφικής εγγύτητας, της ισορροπίας επιθετικών δυνατοτήτων, της ισορροπίας λανθάνουσας ισχύος και των εκλαμβανομένων προθέσεων. Η συναντίληψη της απειλής έχει οδηγήσει σε πλείστες περιπτώσεις στην στρατηγική ευθυγράμμιση (strategic alignment) ακόμη και μεταξύ εχθρών, εφόσον αυτοί έχουν έναν υπέρτερο κοινό εχθρό. Στην προκείμενη περίπτωση, τόσο ο τουρκικός ηγεμονισμός όσο και η αναγκαιότητα αντισυσπειρώσεων είναι εμφανείς.
Η δεύτερη συνθήκη ερμηνεύει και γιατί υφίσταται απειλή για το Ισραήλ, πέραν της προφανούς εναντίον της Κύπρου. Δεχόμενοι, σε συνάρτηση με το θεωρητικό κεκτημένο των διεθνών σχέσεων, ότι η ιδεολογία ή η θρησκεία δεν ορίζονται ως ανεξάρτητες μεταβλητές, αλλά ως στρατηγικά μέσα επίτευξης κρατικών σκοπών, εμφανίζεται η δυνατότητα ανάλυσης των εν λόγω μεταβλητών ως μέρη μιας –όπως αναφέρει ο Νικόλαος Ραπτόπουλος– «στρατηγικής εικόνας» [8]. Η «ισλαμοποίηση» της τουρκικής στρατηγικής συμπεριφοράς αποτελεί παρατηρούμενο γεγονός, ανεξαρτήτως αν πραγματοποιήθηκε λόγω της ιδεολογικής προσήλωσης των νέων ελίτ στο Ισλάμ ή αν η θρησκεία επιλέχθηκε ως το ιδανικό εργαλείο στρατηγικής διείσδυσης στη Μέση Ανατολή και ευρύτερα στον μουσουλμανικό κόσμο. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η Τουρκία έπρεπε να λάβει ορισμένες αποφάσεις ενάντια στη βούληση του Ισραήλ –και των ΗΠΑ– και έτσι, να διαρρήξει την προκείμενη στρατηγική σχέση της. Όσο ο νεο-οθωμανισμός αποκτά χαρακτηριστικά εγγύτερα στον επαναστατισμό του Martin Wight, δηλαδή ενός ηθικοπλαστικού ιδεολογήματος με επίκεντρο και κυρίαρχο ένα συγκεκριμένο κράτος, καθώς και όσο η επιτυχία του εξαρτάται από τον βαθμό προσέγγισης του μουσουλμανικού κόσμου, τόσο οι τουρκο-ισραηλινές σχέσεις εισέρχονται σε περίοδο εντάσεων.
Η τρίτη συνθήκη, σε πλήρη συνάρτηση με τα ανωτέρω, σχετίζεται με τον βαθμό σύγκλισης των συμφερόντων. Επί του προκειμένου, υπάρχει ευδιάκριτο κοινό διακύβευμα, με αυτό να επαληθεύεται και στις ως άνω παρατιθέμενες δηλώσεις του Charles Davidson. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ταυτίσει την έννοια της ενεργειακής ασφαλείας με την διασφάλιση του σταθερού και ανεμπόδιστου ενεργειακού εφοδιασμού της κοινής αγοράς των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης [9]. Η συγκεκριμένη θέση συνδέεται με την βιωσιμότητα της εσωτερικής παραγωγής, την κατοχή επαρκών στρατηγικών αποθεμάτων και κυρίως την διατήρηση και επαύξηση πολλαπλών και διαφοροποιημένων διόδων μεταφοράς από αντιστοίχως πολλαπλούς και διαφοροποιημένους παραγωγούς, δεδομένης και της διαρκώς αυξανόμενης εσωτερικής ζήτησης. Έτσι, η ΕΕ αντιμετωπίζει την πρόκληση της ενεργειακής ασφάλειας υπό το πρίσμα της υλοποίησης της προτεραιότητας της διαφοροποίησης των παραγωγών ενέργειας και των διόδων ενεργειακού εφοδιασμού, ενώ τα κράτη-παραγωγοί της Ανατολικής Μεσογείου αντιμετωπίζουν την πρόκληση εξυπηρέτησης αυτού του σκοπού με αντάλλαγμα την αποκόμιση οικονομικών και πολιτικών κερδών.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΙΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΣΤΟΧΕΥΣΕΙΣ ΤΗΣ
Πώς τοποθετείται η Τουρκία έναντι όλων αυτών των γεωπολιτικών δεδομένων; Κατ’ αρχάς, η Άγκυρα έχει διακηρύξει ως στόχο τη μετατροπή της σε διεθνή ενεργειακό κόμβο αποθήκευσης και όχι απλώς σε χώρα διαμετακόμισης ενεργειακών πόρων [10]. Στην εν λόγω φιλοδοξία αντικατοπτρίζεται η βούληση αναβάθμισης του γεωπολιτικού ρόλου της με σκοπό τη μεγιστοποίηση των εσόδων, τον περιορισμό των μονοδιάστατων ενεργειακών εξαρτήσεων και τη μετατροπή της ενέργειας σε πολιτικο-στρατηγικό εργαλείο. Συγκεκριμένα, το κράτος-διαμετακομιστής εστιάζει απλώς στην συλλογή τελών διέλευσης, καθώς συμφωνεί να παραχωρεί το έδαφός του για την κατασκευή αγωγών μεταφοράς, ενώ το κράτος αποθήκευσης ενέργειας διατελεί ένα διευρυμένο ρόλο πέραν της απόκτησης τελών διέλευσης. Ενέχει μείζονα θέση επί της αγοράς διατηρώντας αγωγούς, μονάδες αποθήκευσης, τερματικούς σταθμούς, διυλιστήρια και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις. Με αυτόν τον τρόπο, λαμβάνει –τρόπον τινά– θέση παρόχου.
Υπό την προοπτική εξυπηρέτησης του εν λόγω στρατηγικού σκοπού, η Τουρκία δε θα μπορούσε να αγνοήσει το τεράστιο δυναμικό της Ανατολικής Μεσογείου και το ιδανικό εφαλτήριο της στρατηγικής της δύναται να είναι προφανώς το Κυπριακό. Η Τουρκία, όπως διαφάνηκε και στις συζητήσεις στη Γενεύη στις αρχές του 2017, επιζητά την δημιουργία ενός «εξαμβλωματικού κρατικού υβριδίου», σύμφωνα με τα λόγια του καθηγητή Ιωάννη Μάζη [11], το οποίο κατ’ ουσία θα εργαλειοποιηθεί προκειμένου να δύναται η Άγκυρα να προβάλει ισχύ εντός του πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα «δορυφοροποιηθεί» το ίδιο κατά τις νεοοθωμανικές επιταγές. Άλλωστε, κατά τον Αχμέτ Νταβούτογλου, «η Τουρκία πρέπει να επιδιώκει συνεχώς την εξασφάλιση εγγυήσεων που θα της παρέχουν το δικαίωμα παρέμβασης στα ζητήματα που αφορούν τις μουσουλμανικές μειονότητες των Βαλκανίων. Η νομιμότητα της επέμβασης της Κύπρου, που αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στην σύγχρονη εποχή, κατέστη δυνατή εντός ενός τέτοιου νομικού πλαισίου» [12]. Υπόδειγμα, συνεπώς, η Κύπρος και το καθεστώς των εγγυήσεων για μια επιτυχημένη νεο-οθωμανική πολιτική.
Όπως καθίσταται αντιληπτό, οι γενόμενες προκλήσεις είναι σημαντικές, αντιηγεμονικές από πλευράς της Ελλάδας, της Κύπρου και άλλων θιγόμενων δρώντων και ηγεμονικές για την Άγκυρα, η οποία επιδιώκει μια θέση διαμορφωτικού παράγοντα στην περιφέρειά της. Προς την πραγμάτωση του ηγεμονικού σκοπού, η Τουρκία οφείλει να περάσει Συμπληγάδες, καθώς ο ηγεμονισμός αποτελεί ipso facto την θεωρητική βάση μιας στρατηγικής υψηλού ρίσκου και στην τουρκική περίπτωση, τα αρνητικά ενδεχόμενα είναι περισσότερα ελλείψει προϋποθέσεων εσωτερικής και εξωτερικής εξισορρόπησης [13].
Πρώτον, το εσωτερικό μέτωπο είναι κατακερματισμένο, με το Κουρδικό να συνεχίζει να αποτελεί επί δεκαετίες το πρώτιστο πρόβλημα της Τουρκίας και τον συνεχιζόμενο πόλεμο κατατριβής να είναι γεγονός εντός των συνόρων και πλέον εκτός.
Δεύτερον, η γραφειοκρατία και η εν γένει αποτελεσματικότητα των κρατικών θεσμών έχει κλονιστεί ως απόρροια της διάστασης με το δίκτυο Γκιουλέν και τις μαζικές διώξεις αντιφρονούντων, ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.
Τρίτον, η Άγκυρα αντιμετωπίζει ευδιάκριτα πλέον τον κίνδυνο της υπερεξάπλωσης, καθώς η αύξηση των αξιώσεων σε όλα τα μέτωπα ισοδυναμεί με αύξηση των παραθύρων ευκαιρίας για την επιβολή υψηλού κόστους από τους -δυνάμει ή πραγματικούς- εξισορροπητές.
Τέταρτον, η πολιτική του Νταβούτογλου των «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες» απέτυχε, η ρήξη με το Ισραήλ είναι ολική, το ρήγμα στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις ολοένα διευρύνεται και η Άγκυρα έχει βρεθεί να στηρίζει τις προσδοκίες της στην Ρωσία, με την οποία οι διαφορές της στον Καύκασο, στην Κεντρική Ασία, στην Συρία ή και στην Κριμαία είναι δομικές, στοιχείο το οποίο επαληθεύεται από τις πρόσφατες εξελίξεις αναφορικά με την τύχη του Αφρίν.
ΕΡΜΗΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Κατόπιν των ανωτέρω, η αντίκρουση είναι εύλογη: «Γιατί πράττει όσα πράττει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν;» και «Πού εντοπίζεται το ορθολογικό κριτήριο στο εξελισσόμενο τουρκικό βέρτιγκο;». Πρώτον, ακολουθεί μια νεοοθωμανική πολιτική διατηρώντας το βλέμμα του στα εσωτερικά ζητήματα εσωτερικής συνοχής της χώρας του. Τα ηγεμονικά εγχειρήματα χαλυβδώνουν το εσωτερικό. Δεύτερον, η αύξηση των συντελεστών ισχύος και η βελτίωση της τουρκικής θέσης στην περιφερειακή κατανομή ισχύος έχουν καλλιεργήσει την πεποίθηση [14] ότι είναι σε θέση να μειώσει τις εξωτερικές εξαρτήσεις. Είναι γεγονός ότι το αμερικανικό στρατηγικό βάρος έχει εσχάτως μετακυληθεί προς τον Ειρηνικό με σκοπό την εξισορρόπηση της Κίνας. Ο Αμερικανός πρώην υπουργός Άμυνας, Leon Panetta, έχει δηλώσει χαρακτηριστικά ότι η αναλογία 50-50 όσον αφορά τις ναυτικές δυνάμεις στον Ατλαντικό και στον Ειρηνικό μεταλλάσσεται σταδιακά με τελικό στόχο την αναλογία 40-60 [15].
Αυτό δεν σημαίνει ότι η γεωστρατηγικά κρίσιμη Ευρύτερη Μέση Ανατολή εγκαταλείπεται, αλλά απλά χαλαρώνει η στρατηγική δέσμευση-προσήλωση (commitment) της Ουάσιγκτον. Στον ορθολογικό επιμερισμό των δυνάμεων σε πλανητικό επίπεδο, η Ευρύτερη Μέση Ανατολή έχει απωλέσει την σχετική αξία της έναντι άλλων περιοχών δυνητικής ανάφλεξης και ως εκ τούτου, οι διπλωματικές και στρατιωτικές δεσμεύσεις των ΗΠΑ έχουν μειωθεί. Τρίτον, αναγιγνώσκει την αποδυνάμωση των παραδοσιακών «απειλών» της –όπως τις γνωρίσαμε από το περίφημο δόγμα των «21/2 πολέμων» του Ελεκντάγ– ως παράθυρο ευκαιρίας αφαίμαξής τους [16]. Τέταρτον, το διακύβευμα είναι τεράστιο εν προκειμένω στην περίπτωση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου και αφορά την επίκληση της ενέργειας τόσο ως μέσο (means) και άρα έκφανση της λανθάνουσας ισχύος της Τουρκίας, όσο και ως αποτέλεσμα (effect), δηλαδή μοχλό επίτευξης πολιτικών και στρατηγικών αποτελεσμάτων.
ΠΕΔΙΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Απαντώντας στα αρχικά τιθέμενα ερωτήματα, επισημαίνεται η σημασία του ενεργειακού συμπλόκου της Ανατολικής Μεσογείου, υπό το πρίσμα είτε του υψηλού δυναμικού κοιτασμάτων το οποίο δύναται να υπηρετήσει τον σκοπό αναβάθμισης της ενεργειακής ασφάλειας της Τουρκίας, είτε της δημιουργίας πρόσφορου εδάφους για την ουσιαστική κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ενσωμάτωσή της στο τουρκικό ηγεμονικό εγχείρημα. Προς αυτή την κατεύθυνση, οι προκλήσεις για την Άγκυρα σχετίζονται με την αναγκαιότητα περιορισμού των «ανοιχτών μετώπων», καθώς και την βέλτιστη κινητοποίηση συμμαχιών.
Η Τουρκία προσπαθεί να ισορροπήσει στο γεωπολιτικό εκκρεμές της περιοχής εκφράζοντας σειρά αξιώσεων σε ρόλο δυνητικού ηγεμόνα. Ο κίνδυνος για την ίδια είναι η πρόκληση αντισυσπειρώσεων, κάτι το οποίο είναι πιθανό ελέω της ύπαρξης των ευμεγεθών κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο. Με μια φράση, η ύπαρξη υψηλού διακυβεύματος συγκροτεί και ενισχύει τις προοπτικές ενεργειακής συνεργασίας και δεσμεύει τους εμπλεκόμενους δρώντες προς την συγκεκριμένη προοπτική.
Ο ΜΑΡΚΟΣ ΤΡΟΥΛΗΣ είναι διδάσκων στο Τμήμα Τουρκικών Σπουδών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
*Το δοκίμιο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά στο τεύχος 54 (Οκτώβριος – Νοέμβριος 2018) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1] Energy Egypt (2017) El Molla: Egypt’s proven reserves of natural gas exceed 72 trillion cubic feet. Accessed at: https://energyegypt.net/2017/11/04/el-molla-egypts-proven-reserves-of-na… [10/3/2018].
[2] Bloomberg (2018) Israel-Egypt $15 billion gas deal boosts energy hub prospects. Accessed at: https://www.bloomberg.com/news/articles/2018-02-19/noble-delek-sign-15-b… [10/3/2018].
[3] The World Factbook (2018) Middle East: Israel. Accessed at: https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/geos/is.html [10/3/2018].
[4] Κονοφάγος, Η. και Φώσκολος, Α. (2018) Τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου και η προοπτική ανάπτυξής των. Σελ. 2.
[5] The World Factbook (2018) Europe: Cyprus. Accessed at: https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/geos/cy.html [11/2/2018].
[6] Όπως παρατίθεται στο: Μάζης, Ι.Θ. (2012) Γεωπολιτική των υδρογονανθράκων και συνεργασία Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ. Εφημερίδα «Εστία», 7/1/2012.
[7] Βλ.: Walt, S.M. (1987) The origins of alliances. New York: Cornell university press. Σελ. 21-26. Snyder, G.H. (1997) Alliance politics. New York: Cornell university press. Σελ. 1.
[8] Ραπτόπουλος, Ν. (2013) Η θέση του ισλαμικού κόσμου στη στρατηγική της ισλαμικής κυβέρνησης AKP: Μια περίπτωση εργαλειακής σχέσης των «προνομιακών» σχέσεων. Εντός του: Κουσκουβέλης, Η.Ι. και Λίτσας, Σ.Ν. (επιμ.) Το στρατηγικό βάθος και η Τουρκία. Αθήνα: Ποιότητα, σελ. 123-144. Σελ. 129-131.
[9] European Commission (2006) Green paper: A European strategy for sustainable, competitive and secure energy. Brussels: Commission of the European Communities. Σελ. 10.
[10] Μάζης, Ι. (2015) Η Τουρκία θέλει να μετατραπεί σε διεθνή κόμβο φυσικού αερίου. Accessed at: https://energypress.gr/news/i-mazis-i-toyrkia-thelei-na-metatrapei-se-di… [19/3/2018].
[11] Μάζης, Ι. (2017) Ο Ερντογάν θέλει το φυσικό αέριο της κυπριακής ΑΟΖ. Accessed at: http://www.tribune.gr/politics/news/article/321994/kathigitis-mazis-o-er… [19/3/2018].
[12] Νταβούτογλου, Α. (2010) Το στρατηγικό βάθος: Η διεθνής θέση της Τουρκίας. 12η εκδ. Αθήνα: Ποιότητα. Σελ. 200.
[13] Ήφαιστος, Π. (2013) Νεο-οθωμανισμός και τουρκική στρατηγική μετά το 2002. Συγκριτική ανάλυση της ελληνικής και της τουρκικής στρατηγικής. Εντός του: Κουσκουβέλης, Η.Ι. και Λίτσας, Σ.Ν. (επιμ.) Το στρατηγικό βάθος και η Τουρκία. Αθήνα: Ποιότητα, σελ. 231-294. Σελ. 274-294.
[14] Βλ.: Jervis, R. (1976) Perception and misperception in international politics. Princeton: Princeton university press.
[15] Όπως παρατίθεται εντός του: Ifantis, K. (2013) The US and Turkey in the fog of regional uncertainty. Hellenic Observatory papers on Greece and Southeast Europe, 73, σελ. 5.
[16] Βλ.: Elekdağ, S. (1996) Two and one-half war strategy. Perceptions, 1 (1), σελ. 33-57.
foreignaffairs