Τι σημαίνει και ποια η ετυμολογία της λέξης;
Το ρήμα αψηφώ έχει τη σημασία «υποτιμώ κάτι, δεν υπολογίζω κάτι».
Προέρχεται από το επίθετο άψηφος, που είχε την αρχική σημασία «αυτός που δεν έχει δικαίωμα να ψηφίζει», για να αποκτήσει σταδιακά τη σημασία «ο ανάξιος λόγου, ο υποτιμημένος, ο περιφρονημένος».
rodiaki