Σε ένα μικρό χωριό δίπλα στο δάσος στους πρόποδες ενός βουνού ζούσαν δύο φίλοι, ο Αισιόδοξος και ο Άπληστος.
Ένα πρωινό ο Αισιόδοξος πρότεινε στον Άπληστο να κατέβουν στην μεγάλη πόλη, εκεί θα είχαν την ευκαιρία να συναντήσουν ένα καλόκαρδο πλούσιο Κύριο με σκοπό να του ζητήσουν εργασία.
https://www.facebook.com/354161301974965/photos/a.354168671974228/555359275188499/?type=3&theater
Ο Άπληστος συμφώνησε και ευθείς ετοιμάστηκαν και κατηφόρισαν για την πόλη!
Το ταξίδι κράτησε μέρες, κουρασμένοι αλλά και χαρούμενοι γιατί τους δέχθηκε αμέσως ο Κύριος έκατσαν στο μεγάλο σαλόνι του γραφείου του.
Ο Αισιόδοξος εκπροσωπώντας και τον Άπληστο είπε στον Κύριο ότι σκοπός του ταξιδιού τους είναι να τους τακτοποιήσει επαγγελματικά.
Ο Κύριος αφού τους άκουσε με προσοχή, απευθυνόμενος και στους δύο τους έκανε την εξής πρόταση:
Σας δίνω δυο επιλογές, η πρώτη είναι να εργαστείτε κοντά μου μέχρι την σύνταξη σας, η δεύτερη είναι να σας δώσω τα κλειδιά του θησαυροφυλακίου μου για να μετρήσετε όσα χρήματα μπορείτε, όσα μετρήσετε θα είναι δικά σας φεύγοντας, ο χρόνος που σας δίνω είναι απεριόριστος!
Ο Αισιόδοξος αφού σκέφτηκε αποφάσισε και είπε:
Θα ήμουν ικανοποιημένος και υποχρεωμένος αν δούλευα κοντά σας, ο Άπληστος χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισε να πάρει τα κλειδιά του θησαυροφυλακίου.
Μετά από πολλά χρόνια οι δυο φίλοι ξανά συναντήθηκαν στον άλλο κόσμο, ο Αισιόδοξος άρχισε πρώτος να διηγείται:
Την επόμενη μέρα έπιασα δουλεία στο Κύριο, στην αρχή τα χρήματα ήταν λίγα, σιγά – σιγά όμως άρχισαν να περισσεύουν, έκανα οικονομίες και παντρεύτηκα, έκανα τρία παιδιά τα σπούδασα και τα πάντρεψα, όταν βγήκα στην σύνταξη πήρα την γυναίκα μου και ταξίδεψα σε όλες τις πόλεις της χώρας, πέρασα καλά, δούλεψα όμως σκληρά και οι κόποι μου ανταμείφτηκαν.
Ο Άπληστος με κατεβασμένο το κεφάλι και βαθιά λυπημένος είπε:
Εγώ σε όλη την ζωή μου μέτραγα χρήματα, κάθε φορά που έλεγα φτάνει είναι πολλά τα παίρνω και φεύγω μια φωνή μου έλεγε μείνε πάρε περισσότερα, δεν μπορούσα να αντισταθώ στο άκουσμα της φωνής, έτσι πέρασαν τα χρόνια και ένα πρωινό με βρήκαν πεθαμένο μέσα στο θησαυροφυλάκιο κρατώντας στην αγκαλιά μου χρήματα… υπόσχομαι όμως ΑΝ ξαναζήσω να κάνω ότι έκανες εσύ!