Πολιτικές ζυμώσεις, κωλοτούμπες ή κάτι άλλο;
Όταν ο Χατζηνικολάου ζητά συγγνώμη,
Όταν (πραγματικός) αριστερός παραδέχεται ότι τον Δεκέμβρη του ’08 στα επεισόδια έγινε χορός απατεώνων και παρακρατικών με ανθρώπινες ασπίδες 16χρονα,
και το πολεμικό μουσείο γεμίζει ασφυκτικά για παρουσίαση βιβλίου πολιτικού του “κουρασμένου”, τότε περίεργα πράγματα συμβαίνουν στο πολιτικό σύστημα…
Περίεργη ήταν και η σύνθεση του κοινού. Από τον Απόστολο Κακλαμάνη μέχρι τον στενό συνεργάτη του Σαμαρά, Δ. Σταμάτη. Χρήστος Ζώης, Κώστας Τζαβάρας, Κώστας Μαρκόπουλος, ο “καραμανλοφάγος” Πέτρος Δούκας, ο ευπατρίδης Μολυβιάτης, ο πανάξιος πρόεδρος του ΔΣΑ Γιάννης Αδαμόπουλος, ο “κομαντάντε” Μάρκος Μουζάκης μετά της συζύγου του, ο -έξω φρενών- Θύμιος Λυμπερόπουλος, ο Βασίλης Κικίλιας, ο Νικήτας “έδωσα την πόλη στον Καμίν Αμίν” Κακλαμάνης, ο Ευάγγελος “δεν το ξανακάνω πρόεδρε” Αντώναρος, πολλοί άλλοι “επώνυμοι” αλλά και πλήθος κόσμου συμπλήρωνε το παζλ.
Δώστε τώρα βάση στην συγγνώμη του Χατζηνικολάου (να δεις που σε λίγο θα ανασκευάσει και το “Κουρασμένος”) για την κριτική που του άσκησε κατά τα γεγονότα του Οκτωβρίου αλλά και στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ομιλία του Δελαστίκ που παραθέτουμε ολοκληρη πρώτη:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΛΑΣΤΙΚ
«Καλησπέρα σας. Θα αρχίσω με κάτι που δεν το συνηθίζω. Μια προσωπική εξομολόγηση. Χρόνια είχα να διαβάσω βιβλίο έλληνα πολιτικού και να το ευχαριστηθώ από βάθους καρδιάς. Σας το λέω με πάσα ειλικρίνεια. Το ευχαριστήθηκα το βιβλίο του Προκόπη Παυλόπουλου. Πρώτα απ’ όλα διότι παρέβη έναν γενικό κανόνα των ελλήνων πολιτικών. Αντί να μαζέψει τίποτα άρθρα του, κάτι αποσπάσματα από ομιλίες του να τα κάνει ένα τουρλού και να μας το σερβίρει ως βιβλίο, έγραψε πραγματικό βιβλίο. Αυτά μπορεί να τα θεωρείτε αυτονόητα. Η πείρα μας έχει δείξει πως δεν είναι. Δεν αρκεί όμως ότι έγραψε ένα βιβλίο ο Προκόπης Παυλόπουλος. Το βιβλίο αυτό ειλικρινά σας συνιστώ –αυτό που θα έκανα στο τέλος το κάνω από την αρχή- σας συνιστώ θερμότατα, ακόμη και όσοι το αγοράσατε σήμερα από λόγους ευγενείας και αβρότητας, να το διαβάσετε. Είναι ένα βιβλίο που θ’ ανοίξει τους ορίζοντές σας. Δεν υπερβάλλω. Είναι πραγματικά ένα βιβλίο που θα ανοίξει ορίζοντες. Το βιβλίο αυτό έχει ένα τεράστιο πλεονέκτημα. Αντί ν’ αρχίσει να ψάχνει να βρει δικαιολογίες προσωπικές και κατά περίπτωση, όχι γιατί ο ένας υπουργός φέρεται έτσι γιατί ο άλλος πολιτικός φέρεται αλλιώς,κλπ, κλπ, αναζητεί μια κοινή αιτία. Και η αιτία υπάρχει. Την ονομάζει και την καταπολεμά σε ολόκληρο το πόνημά του. Η αιτία αυτή είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Είναι μια ολόκληρη θεωρία. Η οποία τι λέει; Λιγότερο κράτος παντού. Αυτό χαϊδεύει μερικά αυτιά. Γιατί έχουμε δει και τόσες παθογένειες του κράτους. Όποιος όμως πέφτει στην παγίδα να νομίζει ότι ο νεοφιλελευθερισμός λύνει το πρόβλημα της κοινωνίας μας κάνει ένα θεμελιώδες λάθος. Δεν συνειδητοποιεί ότι όλα, όλες οι δραστηριότητες, όλοι οι θεσμοί του κράτους, που συνδέονται με το κράτος, σ’ αυτή την περίπτωση υποβαθμίζονται και απογυμνώνονται από περιεχόμενο. Όταν δηλαδή –να σας το πω και με την ακραία μορφή της κακοήθους έκφρασης- ακόμα και με το ρουσφέτι που μπορεί να έκαναν βουλευτές και υπουργοί τελικά έδιναν θέσεις εργασίας, έστω και αναξιοκρατικά, σε τμήματα μεγάλα του πληθυσμού. Όταν συρρικνώνεται και δεν υπάρχει ουσιαστικά κρατική δραστηριότητα, κρατικός τομέας, τότε δεν χάνουν μόνο τη δυνατότητά τους αυτή οι βουλευτές, χάνεται και η σχέση των Βουλευτών με την ευημερία μέσα από τον κόπο μέσα από την δουλειά του κόσμου, χάνεται η δυνατότητα και συρρικνώνεται. Και τα συνδικάτα δεν μπορούν να έχουν μια κάποια αποτελεσματικότητα στις διεκδικήσεις τους. Εν ολίγοις, όσο και αν σας φαίνεται υπερβολικό, ο νεοφιλελευθερισμός σταδιακά συρρικνώνει και καθιστά κέλυφος χωρίς περιεχόμενο την ίδια την Δημοκρατία. Πολύ εύστοχα στο βιβλίο του ο Προκόπης λέει: Ο 19ος αιώνας ήταν ο αιώνας του κοινοβουλευτισμού. Ο 20ος αιώνας ήταν ο αιώνας των κυβερνήσεων εις βάρος του κοινοβουλευτισμού και εις βάρος των αρμοδιοτήτων του. Ο 21ος αιώνας, όπως τον βλέπετε και αναδύεται από παντού, είναι ο αιώνας όπου μη θεσμικές εξουσίες χρήματος στη φάση που βρισκόμαστε, του χρηματοπιστωτικού συστήματος πάνω απ’ όλα, ελέγχουν την εξουσία, διαμορφώνουν την κοινωνία και κατ’ ουσίαν φθάνουν στο σημείο ακόμη και να καταστρέφουν παραγωγικές δραστηριότητες της επιχειρηματικότητας. Όταν δηλαδή βλέπετε σήμερα την Γερμανία να μην μπορεί να κρατήσει την Opel, την Σουηδία να μην μπορεί να κρατήσει την SAAB, να παίζεται κορώνα-γράμματα η τύχη της General Motors στην Αμερική, αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγικές αυτές δραστηριότητες, δισεκατοντάδες χιλιάδες εργάτες, εργαζόμενοι κλπ, τείνουν να εκλείψουν. Η συνειδητοποίηση και η αποκάλυψη του μεγέθους της πρόκλησης που αντιμετωπίζει η σημερινή κοινωνία αναλύεται πολύ ωραία, εύστοχα και κατανοητά στο βιβλίο. Υπάρχει ένα ζήτημα. Τεράστιο. Η παγκοσμιοποίηση φαίνεται πως είναι κάτι ωραίο, μοντέρνο, σύγχρονο. Παγκοσμιοποίηση χωρίς κανόνες όμως, όπως αρχίζουμε και διαπιστώνουμε όλο και εντονότερα, σημαίνει τάση εξομοίωσης προς τα κάτω σε διάφορους κοινωνικούς τομείς. Κατ’ ουσίαν η παγκοσμιοποίηση αφήνει την Ευρώπη χωρίς εργάτες εργοστασίων και σε λίγο – μην κοιτάτε που εμείς πολύ σωστά λέμε δεν υπάρχει τίποτα στην Ελλάδα, δεν έχουμε παραγωγική δραστηριότητα, κλείσαν οι βιοτεχνίες, κλείσαν οι βιομηχανίες, κλείσαν τα πάντα- νομίζετε πως στην Ιταλία ή στην Ισπανία δεν θα έχουν κλείσει σε ίδιο ή και σε χειρότερο βαθμό; Στη Γαλλία επίσης; Στην Γερμανία την ίδια. Αυτό λοιπόν το ζήτημα, το οποίο στερεί εκατομμύρια ευρωπαίους από τη δυνατότητα να εργάζονται και παραγωγικά
να συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή και να καταξιώνονται, η ίδια η διαδικασία οδηγεί –και το βλέπετε όλο και πιο έντονα- στο να εξαλείφονται και οι αγρότες από την ελληνική και τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και να μετατρέπονται σε διαχειριστές κοινοτικών επιδοτήσεων και εργολάβους ξένου εργατικού δυναμικού. Και τη μια χρονιά να βάζουν ας πούμε μπαμπάκι επειδή έχει πολύ επιδότηση και να φωνάζουν «όλα τα κιλά όλα τα λεφτά» στον κάμπο της Θεσσαλίας και την άλλη χρονιά να βάζουν φωτοβολταϊκά τόξα. Αν θέλεις να κάνεις σήμερα εχθρό έναν αγρότη πες του να μην βάλει φωτοβολταϊκά τόξα. Το χω δει από την εμπειρία μου. Είναι λοιπόν ζητήματα πολύ σοβαρά για την οργάνωση των κοινωνιών της εποχής μας, τα οποία διαπραγματεύεται το βιβλίο. Κανένας πολιτικός θεσμός δεν μένει αναλλοίωτος στην πορεία. Το περιεχόμενό του σε κάθε εποχή αλλάζει. Εδώ αυτό που βλέπουμε τώρα είναι ότι αλλάζουν όλοι οι ρόλοι. Και βέβαια αναφέρει κάπου ο συγγραφέας: Οι πολιτικοί είτε δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται είτε, ακόμη χειρότερο, αντιμετωπίζουν με δέος την ισχύ των οικονομικών κέντρων. Εδώ θα πω κάτι που ως ενεργός πολιτικός ο Προκόπης θέλει να το αποφύγει. Θα πω ότι τώρα πια υπάρχουν και πολιτικοί, οι οποίοι ενσωματώνονται στην νέα εξουσία του χρήματος και δη του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Και αυτό είναι κάτι το οποίο είναι πάρα πολύ επικίνδυνο για όλη την κοινωνία και όχι μόνο γι’ αυτούς. Κάθε εποχή βγάζει, παράγει τους πολιτικούς, ανεξαρτήτως ιδεολογίας, που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εποχής. Σε εποχές πολεμικές θα βγουν ηγέτες. Σε εποχές όμως που βλέπετε ότι, χωρίς την πολιτική διαμεσολάβηση θέλουν πλέον να καθορίσουν οι οικονομικά ισχυροί τα της κοινωνίας, ακριβώς, σ’ αυτή τη φάση βλέπετε ότι παρουσιάζονται όχι πολιτικοί αναντίστοιχοι του καιρού μας, όπως λέμε εμείς οι δημοσιογράφοι συχνά, «κατώτεροι των περιστάσεων», αλλά πολιτικοί διαμορφωμένοι στο μέγεθος, στην εμβέλεια, στην επιρροή των αναγκών της εποχής. Φτάσαμε σε εποχή διαχειριστών πολιτικών. Θυμάστε πριν από δέκα χρόνια πριν από δεκαπέντε χρόνια. Μιλούσαμε για τους διαχειριστές πολιτικούς. Τώρα δεν έχουμε ούτε αυτούς. Εγώ θα το πω ευθέως. Ανησυχώ βαθύτατα με την Κυβέρνηση Παπαδήμου. Πολύ πιο βαθιά βέβαια ανησυχώ με την Κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία. Προτιμώ τον χειρότερο πολιτικό, εκλεγμένο πολιτικό, να είναι πρωθυπουργός και να καθορίζει τα της μοίρας μου και ας τον βρίζω, ας τον μουντζώνω, σε εξτρεμιστική περίπτωση να τον γιαουρτώνω κιόλας. Αλλά ξέρω ότι θα έρθει, θα παρουσιασθεί μπροστά μου, θα κάνει απολογισμό του έργου του και θα ζητήσει εκ νέου την ψήφο μου. Αυτό είναι η ουσία της Δημοκρατίας. Και αυτό το οποίο λένε γιατί να υπολογίζει κανείς –τα μέσα ενημέρωσης έτσι;- γιατί να υπολογίζει κάποιος το πολιτικό κόστος; Μα το πολιτικό κόστος είναι η πεμπτουσία της Δημοκρατίας. Όταν εκλέγω έναν ηγέτη θέλω να ξέρει ότι θα έχει κόστος αν με γελάσει, εάν κάνει άλλα πράγματα. Ναι, δεν θέλω να ψηφίζω μια φορά στις τέσσερις. Θέλω να με ακούει και ενδιάμεσα. Και θεωρώ προς τιμήν κάθε πρωθυπουργού, κάθε υπουργού που όταν έβλεπε εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές στους δρόμους συμμορφωνόταν με τη λαϊκή βούληση. Γιατί αυτό είναι Δημοκρατία. Τώρα βλέπετε επιχειρούν να κάνουν τελείως το άλλο. Και ωθούν την κοινωνία στα άκρα. Αυτό μπορώ να σας το πω και να σας διαβεβαιώσω γι’ αυτό. Όταν ένας άνθρωπος κάνει απεργία, κάνει διαδήλωση, κάνει απεργία πείνας και αισθάνεται ότι δεν τον ακούει κανένας από την πολιτική ηγεσία, τον γράφει στα παλιά του τα παπούτσια, σε λίγο θα είναι έτοιμος να προσφύγει σε άλλες μεθόδους, να στηρίξει άλλης μορφής πολιτεύματα. Διότι αισθάνεται πως κανείς δεν τον παίρνει υπόψη του.
Θέλω να σας πω -και θα κλείσω μ’ αυτό- ότι θα ήθελα να προσέξετε και να διαβάσετε με ιδιαίτερη προσοχή και το τελευταίο μέρος του βιβλίου που αναφέρεται στο κίνημα των αγανακτισμένων. Εκεί θα βρείτε μια προσέγγιση πολύ βαθύτερη απ’ ό,τι ίσως έχετε φανταστεί. Και θα σας πω και κάτι άλλο το οποίο έχω πει και από τηλεοράσεως. Παρ’ όλο που ξέρω ότι για πολλούς από σας –ακόμη και σ’ αυτή την αίθουσα ενδεχομένως- μπορεί να ήταν το μελανό σημείο της υπουργίας του Προκόπη Παυλόπουλου. Εγώ αισθάνομαι ότι η Ελλάδα του οφείλει ευγνωμοσύνη που εκείνες τις καυτές μέρες του Δεκέμβρη κατάλαβε ότι γινόταν μια κοινωνική έκρηξη, παράλληλα με τους μηχανισμούς των απατεώνων των κλεφτών των παρακρατικών, αν θέλετε, δυνάμεων που λειτουργούσαν. Κατάλαβε όμως ότι ο μόνος τρόπος ν’ αντιμετωπισθεί ήταν αυτός που χρησιμοποίησε. Πλήρωσε βαρύ αντίτιμο γι’ αυτό. Εγώ όμως πιστεύω ότι γι’ αυτό του αξίζει ο δημόσιος πολιτικός έπαινος. Ευχαριστώ.»
Ακολουθεί η συγγνώμη του Νίκου Χατζηνικολάου:
ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
«Θα ξεκινήσω από τα τελευταία λόγια που είπε ο συνάδελφος και φίλος Σταύρος Λυγερός. Την επισήμανση δηλαδή ότι το βιβλίο του κυρίου Προκόπη Παυλόπουλου είναι γραμμένο σαν να το έχει γράψει δημοσιογράφος. Αποτελεί όντως το βιβλίο αυτό μια παρέμβαση που έχει και τα χαρακτηριστικά του επίκαιρου σχολιασμού. Θα σας διαβάσω στη συνέχεια δύο παραγράφους και θα δείτε ότι φωτογραφίζει, κατ’ ουσίαν, όσα συμβαίνουν σήμερα και στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ένα πρώτο στοιχείο κριτικής από δημοσιογραφική σκοπιά –γιατί εγώ δεν θα ευλογίσω μόνο τα θετικά του βιβλίου, θα πω και ποια θεωρώ ότι είναι και τ’ αρνητικά και ελπίζω να υπάρξει και δεύτερος τόμος- είναι ότι δεν έχει ονόματα και διευθύνσεις. Εγώ αναμένω από τον έμπειρο πολιτικό με την μακρά διαδρομή να θέσει στον εαυτό του τα ερωτήματα που διατυπώνει σε θεωρητικό επίπεδο στο βιβλίο του και να δώσει απαντήσεις με ονόματα και διευθύνσεις. Δεν το αναμένω όσο θα βρίσκεται στην ενεργό πολιτική. Αναμένω όμως τη δέσμευσή του ότι θα το κάνει την επόμενη μέρα της απόσυρσής του. Όποτε αποφασίσει ν’ αποσυρθεί. Γιατί θεωρώ ότι θα πρέπει κάποια στιγμή η συζήτηση για τις πολιτικές εξελίξεις στη Χώρα μας και για το πώς φτάσαμε ως εδώ ν’ αρχίσει να γίνεται και με ονόματα και διευθύνσεις. Και ν’ αναλαμβάνουμε ο καθένας το μερίδιο των δικών του ευθυνών. Το βιβλίο είναι ζωηρό πολύ. Μην περιμένετε ότι θα πάρετε να διαβάσετε μια από τις συνήθεις αρλουμπολογίες που γράφουμε πολλοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι όταν θέλουμε να υποδυθούμε και τους συγγραφείς και να προσθέσουμε στο παλμαρέ μας ότι «γράψαμε και δύο βιβλία». Το βιβλίο παρεμβαίνει στα πολιτικά πράγματα. Και ιδιαίτερα το κοινό που πρόσκειται πολιτικά και ιδεολογικά στο χώρο, με τον οποίο συνδέεται ο κύριος Προκόπης Παυλόπουλος, στο χώρο της Νέας Δημοκρατίας, πιστεύω ότι θα βρει πολύ ενδιαφέροντα και ερεθιστικά ερωτήματα αλλά και απαντήσεις που θα βοηθήσουν πάρα πολύ στον πολιτικό του προβληματισμό.
Θέλω να σταθώ για λίγο στον συγγραφέα. Ο Προκόπης Παυλόπουλος είναι ένας πολιτικός που έχει χαρακτηριστικά τα οποία δεν ταιριάζουν με την εποχή. Ή, εν πάση περιπτώσει, που στη σημερινή εποχή –δεν μπορώ να το πω έτσι όπως θα το έλεγα με το γιό μου που είναι 17 ετών- οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτός δεν είναι και πολύ έξυπνος, δεν είναι και πολύ in δεν είναι και πολύ cool, έτσι λένε οι πιτσιρικάδες. Κατ’ αρχήν μένει στο γραφείο μέχρι τα μεσάνυχτα. Είναι εργατικός. Και δυστυχώς αυτό δεν είναι αυτονόητο στη σημερινή εποχή, σε ολόκληρο το δημόσιο χώρο. Η εργατικότητα δεν είναι αυτονόητη. Δεύτερον θα βρει από την πολιτική φτωχότερος απ’ ότι μπήκε. Ούτε αυτό είναι αυτονόητο σήμερα. Και νομίζω ότι έχουμε χρέος οι δημοσιογράφοι, επειδή μονίμως επισημαίνουμε το άλλο, το οποίο βέβαια δυστυχώς συμβαίνει τακτικά τελευταία, να επισημαίνουμε και αυτό όταν υπάρχει. Ο Παυλόπουλος θα βγει φτωχότερος από την πολιτική. Θα με ρωτήσετε, κάθεται δίπλα σου ένας πολιτικός άγιος; Μας εμφανίζεις έναν πολιτικό άγιο; Έχει κάνει λάθη. Οι ημέρες που είχε την ευθύνη της δημόσιας τάξης, με όσα έγιναν στην Αθήνα, όσο και αν τις εξωραΐσουμε, έχουν στοιχεία μη ελέγχου της κατάστασης. Εγώ του άσκησα δριμεία κριτική εκείνη την περίοδο. Όμως περνώντας ο καιρός και ωριμάζοντας τα πράγματα του δίνω ορισμένα άλλοθι. Ορισμένα ισχυρά ελαφρυντικά. Το πρώτο μου το έκλεψε μέσα από το στόμα ο φίλος μου ο Γιώργος Δελαστίκ. Όντως, ή μάλλον προφανώς, κατάλαβε ο Παυλόπουλος ότι οι δεκαεξάχρονοι πιτσιρικάδες που ήταν στον δρόμο δεν ήταν μια δύναμη την οποία μπορούσε να ελέγξει κανείς εκείνη την περίοδο με τις παραδοσιακές κατασταλτικές μεθόδους. Και μπορεί να είχαμε θρηνήσει και άλλους νεκρούς. Και θέλω να καταθέσω εδώ τη μαρτυρία, επειδή τις ημέρες εκείνες μίλαγα μαζί του, και σκιάσθηκε η φιλία μας από τον τρόπο με τον οποίο -κατ’ ιδίαν μιλούσαμε, όχι από την δημόσια κριτική μου, διότι αυτή είναι ευπρεπής πάντοτε ακόμη και όταν είναι αυστηρή, αλλά στα κατ’ ιδίαν τηλεφωνήματα -έπαιρνα και του φώναζα. «Τι κάνεις, τι γίνεται;» Πρέπει να ομολογήσω λοιπόν, εκ των υστέρων, και να του ζητήσω συγνώμη για την πίεση που του ασκούσα τότε και για τους πολύ υψηλούς τόνους της κριτικής μου, ότι είναι πολύ προτιμότερο να κατηγορείσαι επειδή υπήρξαν σπασμένες βιτρίνες και σπασμένα μάρμαρα στο κέντρο της Αθήνας παρά να κινδυνέψει έστω και μια ανθρώπινη ζωή δεκαεξάχρονου παιδιού. Συγνώμη Προκόπη.
Θέλω επίσης να πω ότι καλά θα κάνουν το βιβλίο του Προκόπη Παυλόπουλου να το διαβάσουν και οι πολιτικοί. Όχι μόνον οι ψηφοφόροι. Να το διαβάσει και η πολιτική ηγεσία του Τόπου. Όλων των παρατάξεων. Με εννοείτε; Θα σας διαβάσω δύο παραγράφους για να καταλάβετε τι εννοώ «όλων των παρατάξεων». Είναι τα συμπεράσματα. Έτσι κλείνει το βιβλίο. «Οι πολιτικές ηγεσίες», γράφει ο Προκόπης Παυλόπουλος, «και μπορούν και οφείλουν ν’ αντιταχθούν στην ανεξέλεγκτη δράση των παγκοσμιοποιημένων αγορών και του επίσης παγκοσμιοποιημένου χρηματοπι-στωτικού συστήματος. Δράση η οποία αφενός ξεθεμελιώνει το κοινωνικό κράτος και οδηγεί στην κοινωνική έκρηξη. Και, αφετέρου, επιχειρεί να περιθωριοποιήσει κάθε κρατική παρέμβαση, μέσα από το μύθο της δύναμης αυτορρύθμισης της οικονομίας και των αγορών.
Καταφεύγοντας στη φρασεολογία του Fr. Roosevelt, οι πολιτικές ηγεσίες έχουν χρέος να ≪ελέγξουν τις οικονομικές επιδημίες≫ και να μην αφήσουν ≪τη λύση των προβλημάτων της κοινής μας διαβίωσης στους ανέμους της τύχης και τους κυκλώνες της καταστροφής≫.
Αποτελεσματικό στήριγμα των πολιτικών ηγεσιών σ’ αυτό τον αγώνα είναι η δημοκρατική τους νομιμοποίηση, ήτοι η εκπόρευσή τους από τη λαϊκή ετυμηγορία. Και τούτο διότι, όπως αποφθεγματικά επισήμανε ο Fr. Roosevelt, ≪το δημοκρατικό πολίτευμα έχει την εγγενή ικανότητα να προφυλάσσει το λαό από τις καταστροφές εκείνες που άλλοτε θεωρούνταν αναπότρεπτες, να επιλύει προβλήματα που άλλοτε θεωρούνταν ανεπίλυτα≫.
Αυτή η δημοκρατική νομιμοποίηση μπορεί να τους ξαναδώσει τη χαμένη εμπιστοσύνη των πολιτών, η οποία συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση αναστύλωσης του παραπαίοντος κύρους τους. Για να συμβεί όμως τούτο οι πολιτικές ηγεσίες είναι υποχρεωμένες ν’ αποδείξουν εμπράκτως στους πολίτες ότι αίρονται στο ύψος των περιστάσεων και αμφισβητούν ευθέως τόσο τα νεοφιλελεύθερα ≪θέσφατα≫ περί αυτορρύθμισης της οικονομίας και των αγορών, όσο και την ≪αυθεντία≫ των τεχνοκρατών που τα ευαγγελίζονται και τα υπηρετούν.
Προς την ίδια κατεύθυνση, οι πολιτικές ηγεσίες πρέπει να δουν μέσα από το γνήσιο κίνημα των Αγανακτισμένων όχι τον εν δυνάμει αντίπαλο. Αλλά τον εν τοις πράγμασι συνοδοιπόρο στο ανηφορικό μονοπάτι του απεγκλωβισμού της κοινωνίας από τις δραματικές επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Τούτο σημαίνει ότι θα δείξουν, με έργα, στους αγανακτισμένους πως συμμερίζονται την αγωνία τους.»
Θέλω, κλείνοντας, να πω ότι πιστεύω πως ο κύριος Προκόπης Παυλόπουλος, ο καθηγητής Παυλόπουλος, μετά από πολλά χρόνια διαδρομής στα δημόσια πράγματα, παραμένει νέος.
Σας ευχαριστώ.»
Δείτε και την ομιλία του Σταύρου Λυγερού για να καταλάβετε που αναφερόταν ο Χατζηνικολάου στην αρχή του λόγου του:
ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΥΓΕΡΟΣ
«Κυρίες και κύριοι, πρέπει να σας πω ότι και εγώ ήμουν μάλλον αρνητικά διατεθειμένος πριν δω το βιβλίο και ήμουν κάπως επιφυλακτικός. Αν ήταν ένα βιβλίο όπως αυτά που μας έχουν συνηθίσει οι πολιτικοί, δεν θα το παρουσίαζα σήμερα εδώ. Με ευχάριστη έκπληξη διαπίστωσα πως ο Προκόπης Παυλόπουλος είπε με απλά λόγια -γιατί οι πραγματικά σοβαρές κουβέντες μπορούν να ειπωθούν με απλά λόγια- αυτό που στην πραγματικότητα έπρεπε να είναι το κέντρο του προβληματισμού ακόμα και σ’ ότι αφορά την δική μας κρίση. Γιατί μπορεί η ελληνική κρίση να έχει μια ισχυρή ιθαγενή πτυχή, αυτή που συνδέεται με τις παθογένειές μας Τις έχουμε πει τις έχουμε ξαναπεί. Έχουμε μπει ορισμένες φορές και σε μια διαδικασία αυτενοχοποίησης ή και άρνησης ανάλογα με το ποιος το κάνει. Αλλά δεν πρέπει να βγάζουμε ποτέ από το μυαλό μας το γεγονός ότι η ιθαγενής πτυχή καθόρισε το ότι η Ελλάδα είναι ο πιο αδύναμος κρίκος της ευρωπαϊκής αλυσίδας. Δεν είναι αυτή που προκάλεσε την ευρωπαϊκή κρίση. Και οι εταίροι μας προσπάθησαν, σε μια πρώτη φάση, να ισχυριστούν –το είδαμε σε πολλά δημοσιεύματα- ότι η Ελλάδα είναι το μαύρο πρόβατο σε ένα άσπρο κοπάδι. Δεν χρειάσθηκε παρά να περάσουν λίγοι μήνες για ν’ αποδειχθεί πως αυτό ήταν εκτός πραγματικότητας. Γιατί δεν μπορεί αλλιώς να εξηγηθεί ούτε το γιατί η Πορτογαλία και η Ιρλανδία βρίσκονται σε μηχανισμό διάσωσης μαζί μας, ούτε γιατί μια χώρα τόσο πλούσια και τόσο παραγωγικά ισχυρή, μια από τις 7 πλουσιότερες χώρες του κόσμου, στο γκρουπ των 7, η Ιταλία βρίσκεται με την πλάτη στο καναβάτσο. Αν δεν απαντηθεί αυτό το ερώτημα, που φαίνεται να μην έχει σχέση με το θέμα του βιβλίου αλλά στην πραγματικότητα έχει βαθύτατη σχέση, γιατί μια τέτοια χώρα βρίσκεται με την πλάτη στο καναβάτσο, δεν θα ‘χουμε δει την μεγάλη εικόνα. Αρχίζοντας από αλλού ο Προκόπης Παυλόπουλος, προσπαθώντας να εξηγήσει το έλλειμμα ηγεσίας, πολιτικής ηγεσίας, φθάνει στην καρδιά του ζητήματος: Η οικονομική παρακμή της Δύσης. Διότι μόνον οι τυφλοί δεν μπορούν να το δουν αυτό. Να σας θυμίσω μόνο κάτι πολύ απλό. Στην δεκαετία του ’50 οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν την μισή παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή. Και οι εξαγωγές τους ήταν περίπου οι μισές συγκρινόμενες με τον όγκο παγκοσμίως. Δηλαδή ήταν μια οικονομική υπερδύναμη, πέρα από το πολιτικό και στρατιωτικό σκέλος. Σήμερα είναι μια υπερχρεωμένη χώρα. Ακόμη και η ισχυρή πλεονασματική Γερμανία είναι μια χώρα που ως Δημόσιο χρωστάει. Κάτι έχει συμβεί εκεί. Κάτι έχει συμβεί και πλούσιες χώρες έχουν φτάσει σ’ αυτό το σημείο. Αυτό που έχει συμβεί δεν συνέβη ως αποτέλεσμα φυσικών αιτίων. Είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών. Και αυτό πρέπει να το ονομάσουμε. Γιατί ναι μεν κάθε εποχή βγάζει τους ηγέτες που της αξίζουν –εγώ δεν θάλεγα που έχουν ανάγκη, θάλεγα που της αξίζουν- ή αν θέλετε βγάζει τους ηγέτες που επιτρέπει η περιρρέουσα κυρίαρχη ατμόσφαιρα. Αλλά πρέπει να συνδέσουμε αυτό το έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας, που όλοι το διακρίνουν, με δύο βασικές επιλογές. Η πρώτη είναι ότι οι πολιτικές ελίτ της Δύσης έκαναν το στρατηγικό σφάλμα να ταυτίσουν τα συμφέροντα των δυτικών κρατών –μιλάω για την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες- με τα συμφέροντα των δυτικών εταιρειών. Οι οποίες έψαχναν, όπως είναι στη φύση τους, για μεγαλύτερη κερδοφορία και ώθησαν σ’ αυτό που έχουμε ονομάσει παγκοσμιοποίηση. Αυτό είχε πολύ συγκεκριμένες συνέπειες. Και τη μετανάστευση της παραγωγής στις νέες αναδυόμενες βιομηχανικές χώρες, και το φορολογικό ανταγωνισμό. Η Google δραστηριοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά η έδρα της είναι η Ιρλανδία όπου έχει ένα γραφείο γιατί οι φορολογικοί συντελεστές εκεί είναι πολύ χαμηλά. Αλλά τροφοδότησε και κάτι ακόμα. Την αποδυνάμωση του εθνικού κράτους και την αποδυνάμωση της Πολιτικής, το π με κεφαλαίο. Αυτό που έχει αποκληθεί διαπλοκή και που μπορεί να το βλέπουμε στη μικρή ή στη μεσαία κλίμακα, υπάρχει στην κορυφή με καταστροφικές συνέπειες. Όχι μόνο για το βιοτικό επίπεδο αλλά και για τους θεσμούς της δυτικής δημοκρατίας. Είναι κάτι το οποίο πρέπει να το κρατήσουμε. Γιατί είναι αυτό που απειλείται σήμερα με τον πιο ξεκάθαρο και ωμό τρόπο. Η κρίση της ευρωζώνης είναι η πιο εμφανής εκδήλωση της κρίσης του δυτικού τρόπου ζωής, έτσι όπως τον έχουμε δει ν’ αναπτύσσεται τους δύο τελευταίους αιώνες τουλάχιστον.
Στο βιβλίο του ο Προκόπης Παυλόπουλος δεν διστάζει να βγάλει τα συμπεράσματα που τον οδηγεί, εκεί που τον οδηγεί, η σκέψη του. Τον δρόμο αυτόν τον περπατάει. Βγάζει τα συμπεράσματά που προκύπτουν από τους συλλογισμούς του. Έχει την τόλμη να υπερβαίνει προκαταλήψεις. Έχει την τόλμη να υπερβαίνει, ενδεχομένως, και αντιλήψεις οι οποίες είναι πάρα πολύ διαδεδομένες, είναι σχεδόν αναμφισβήτητες, στερεότυπες. Θα έλεγα εγώ αλήθειες παύλα μη αλήθειες. Γιατί ναι, το κράτος είναι γεμάτο παθογένειες. Αλλά δεν μπορούμε να υποκύψουμε στη λογική «πονάει κεφάλι κόβει κεφάλι». Όποια ιδεολογική προτίμηση και αν έχει κανείς οφείλει πια σήμερα, που βλέπουμε τη φούσκα τη χρηματοπιστωτική να απειλεί τον τρόπο ζωής μας, να απαντήσουμε σ’ ένα ερώτημα και να αναστοχασθούμε και για παραδοσιακές διαφωνίες αλλά και γι’ αυτά που αποτελούσαν τα θεμέλια του δυτικού ορθολογισμού. Λυπάμαι που το λέω. Οι αντιλήψεις πια και εμείς πια ως πειραματόζωα, η χώρα εννοώ, το βιώνουμε με τρόπο πολύ δραματικό. Ως κοινωνία, ως χώρα, χρειάζεται να αναστοχασθούμε για τα θεμέλια. Τι σημαίνει ευημερία; Να αναστοχασθούμε τα λάθη μας. Γιατί αν δεν ομολογήσουμε ότι το πολιτικό σύστημα έστρωσε το δρόμο για να φθάσουμε εδώ ως Ελλάδα, αλλά και αν δεν ομολογήσουμε ότι στις δυτικές κοινωνίες αυτό που ονομάζουμε Δύση είναι ακριβώς η διαπλοκή του πολιτικού προσωπικού με τις μεγάλες εταιρείες που άνοιξε τον δρόμο για την οικονομική παρακμή και για την αλλοίωση των θεμελίων των θεμελιωδών αξιών της Δύσης, θα γυρίζουμε γύρω από την μικρή εικόνα. Θα λέμε: «Α να επιβάλουμε ένα δημοσιονομικό κανόνα ο οποίος θα απαγορεύει τα ελλείμματα». Ξέρετε, με διοικητικό τρόπο μπορεί να απαγορεύσουμε τα πάντα. Και τη φτώχεια και την κακία και το έγκλημα. Αν δεν δούμε τις αιτίες, εάν δεν αναστοχασθούμε για τις καταχρήσεις και τις υπερβολές, εάν δεν αντισταθούμε σ’ αυτούς που επικαλούνται τις καταχρήσεις και τις υπερβολές για να κατεδαφίσουν –γιατί περί αυτού πρόκειται- τότε η Πολιτική, με π κεφαλαίο, θα έχει ηττηθεί. Και μαζί μ’ αυτήν θα έχουν ηττηθεί και οι κοινωνίες. Γιατί αυτό είναι στην πραγματικότητα το αντίκρισμα αυτής της επιταγής, αυτό το παιχνίδι που παίζεται σήμερα έχει ως διακύβευμα αυτό. Είμαι ο τελευταίος που θα ισχυριζόμουνα ότι όλα έχουν γίνει καλά. Δεν πιστεύω καν ότι η κοινωνία είναι αθώα. Όμως το «ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Και αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια, την οποία δεν πρέπει να την ξεχνάμε, ειδικά όταν ακούμε πολιτικούς να χρησιμοποιούν μισές αλήθειες για να πουν μεγάλα ψέματα. Το «μαζί τα φάγαμε» παράδειγμα. Είναι υποκριτικό αυτό. Γιατί ταυτίζει, εξισώνει, πταίσματα με κακουργήματα. Πέρα όμως από τη μικροπολιτική έχω την εντύπωση ότι η κρίση μας υποχρεώνει να ασχοληθούμε με τη μεγάλη Πολιτική. Η μεγάλη Πολιτική έχει σήμερα ευρωπαϊκές διαστάσεις. Και αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για μας. Επειδή επαναλαμβάνω είμαστε πειραματόζωα. Απ’ το τι θα γίνει στην Ελλάδα θα εξαρτηθεί τι θα γίνει στην Ευρώπη. Όσο και αν αυτό φαίνεται μια υπερβολή. Το σήμερα της Ελλάδας είναι το αύριο των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας και το μεθαύριο των χωρών του ευρωπαϊκού πυρήνα. Αυτό ισχύει και για τον τρόπο που θα αντιδράσει η κοινωνία στην εφαρμογή της θεραπείας σοκ αλλά και στις δυνάμεις αντίστασης που θα επιδείξει αυτή η κοινωνία. Γιατί ο προσεκτικός παρατηρητής θα δει ότι τα ίδια επιχειρήματα που ακούσαμε όλο αυτό το διάστημα είναι τα επιχειρήματα που προβάλλονται σ’ όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Και μάλιστα με τη συμπλήρωση: Κυτάξτε τι έχουν πάθει οι Έλληνες, να τα καταπιείτε αυτά που σας λέμε γιατί αυτό σας περιμένει. Η αλήθεια είναι αντίστροφη. Όταν τα καταπιείτε αυτά που σας λέμε θα οδηγηθείτε στο δρόμο που βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα.
Ευχαριστώ τον Προκόπη που μου έκανε την τιμή να είμαι εδώ. Η δική μου επιφύλαξη διαψεύσθηκε αγαπητέ Προκόπη. Και πρέπει να πω ότι αυτό το βιβλίο δεν έχει μόνο μερικές πολύτιμες σκέψεις. Είναι γραμμένο λες και είναι γραμμένο από δημοσιογράφο. Δηλαδή για το πολύ κοινό. Αυτό είναι το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε καλά εμείς. Να γράφουμε για τους πολλούς.»
Τέλος η ομιλία του συγγραφέα:
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
«Από το τέλος του 2008 μου εμπεδώθηκε η πεποίθηση ότι η Υφήλιος βρισκόταν στα πρόθυρα ενός τρίτου παγκόσμιου, οικονομικού αυτή τη φορά, πολέμου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι το Νοέμβριο του 2008, στη Θεσσαλονίκη –και συγκεκριμένα στο «Βελλίδειο»- σε κοινή συνεδρίαση της ΚΕΔΚΕ και της ΕΝΑΕ, είχα επισημάνει στους αιρετούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης: «Πρέπει να σας προϊδεάσω λέγοντας όλη την αλήθεια για το τι μας περιμένει. Λυπάμαι που πρέπει ν’ αναστείλουμε, προς το παρόν, τη μεγάλη Διοικητική Μεταρρύθμιση που μαζί ξεκινήσαμε και έχουμε σχεδόν ολοκληρώσει ως προς το σχεδιασμό της. Όμως τέτοιες μεταρρυθμίσεις, που μεταφέρουν σημαντικές αρμοδιότητες από το Κεντρικό Κράτος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, χρειάζονται πόρους. Και οι πόροι αυτοί δεν υπάρχουν. Η παγκόσμια οικονομική κρίση, της οποίας ήδη βιώνουμε τις συνέπειες, θα επιδεινωθεί δραματικά. Άρα, πρώτη μας προτεραιότητα είναι η διασφάλιση των ήδη υφιστάμενων πόρων, ώστε η Τοπική Αυτοδιοίκηση ν’ αντέξει στην κορύφωση της κρίσης».
Μετά την άνοιξη του 2010, η επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης ήλθε ραγδαία. Και τη βιώσαμε στον Τόπο μας, μέσα από το δράμα της κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας, λόγω της καταστροφικής πολιτικής της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου. Το μεγάλο δυστύχημα έγκειται στο ότι οι έκτοτε διαδοχικές Σύνοδοι Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης όχι μόνον απέδειξαν την ανετοιμότητα των ευρωπαίων ηγετών –κυρίως της A. Merkel και του Ν. Sarkozy-να υπερασπισθούν το ευρώ και την ευρωζώνη απέναντι στην επέλαση της, νεοφιλελεύθερης προέλευσης και καθοδήγησης, βουλημίας των αγορών. Αλλά, ακόμη χειρότερα, ανέδειξαν ένα σύνδρομο «πολιτικού αβδηριτισμού» και μια νοοτροπία «πολιτικών επιμηθέων», που δρομολόγησαν την ασυδοσία των αγορών και, πρωτίστως, την ανεξέλεγκτη και χωρίς καμία νομιμοποίηση υποδόρια δράση των «Οίκων Αξιολόγησης.
Τ’ αποτελέσματα τα ζούμε ολοένα και πιο χειροπιαστά: Έχω την αίσθηση ότι οι δύο τελευταίες Σύνοδοι Κορυφής, της 21ης Ιουλίου και της 26ης-27ης Οκτωβρίου αντιστοίχως, περισσότερο σηματοδοτούν την τυπική κήρυξη του τρίτου παγκόσμιου οικονομικού πολέμου παρά τεκμηριώνουν, έστω και κατ’ ελάχιστο, τη βούληση των πολιτικών ταγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ν’ αποτρέψουν το μοιραίο.
Είναι, άραγε, η οικονομική κρίση που οδηγεί, νομοτελειακά -ήτοι με τη λογική «ανωτέρας βίας»- στην παρακμή των πολιτικών ηγεσιών της Ευρώπης; Ή, μήπως, οι ηγεσίες αυτές αποδεικνύονται κατώτερες της σύγχρονης συγκλονιστικής πολιτικής και οικονομικής συγκυρίας;
Δεν παραγνωρίζω τη σημασία και την ιδιομορφία της οικονομικής κρίσης, που όμοιά της δεν έζησε ο κόσμος από τότε που εδραιώθηκε ο καπιταλισμός. Και η οποία, κατά τη γνώμη μου, δεν οφείλεται τόσο σε εγγενείς αδυναμίες του καπιταλισμού. Αλλά, πολύ περισσότερο, στο βιασμό του και, κατ’ αποτέλεσμα, στη διαστροφή του από τους προπαγανδιστές του νεοφιλελευθερισμού της Σχολής του Σικάγο και πολέμιους κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους. Πλην όμως θεωρώ ότι οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης, και ιδίως η Α. Merkel και –έστω και συρόμενος λόγω των προβλημάτων της Γαλλίας- ο N. Sarkozy, έδειξαν και δείχνουν πως οι «πολιτικοί ώμοι τους» είναι εξαιρετικά ασθενικοί για ν’ αντέξουν το κυκλώπειο βάρος της πρόκλησης των αδίστακτων και ανεξέλεγκτων, πλέον, αγορών.
Άρα, και επειδή η συγκυρία είναι η ζυγαριά του ηγετικού τους διαμετρήματος, οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης, αν δεν ανακάμψουν το ταχύτερο δυνατό, θα κριθούν αυστηρά από την ιστορία ως αποκλειστικώς υπαίτιοι της διάρρηξης του κοινωνικού ιστού και της εξαθλίωσης των κοινωνιών που τους εμπιστεύθηκαν την τύχη τους.
Υπό τα δεδομένα, λοιπόν, ενός τρίτου παγκόσμιου οικονομικού πολέμου οφείλουμε, ως Λαός και ως Έθνος, να στηριχθούμε περισσότερο στις δυνάμεις μας και στην αποφασιστικότητά μας και λιγότερο σε εξωγενείς παράγοντες. Έχουμε, άλλωστε, αποδείξει πως σε ιστορικές στιγμές μπορούμε ν’ αναλάβουμε και τις, αντίστοιχες, ιστορικές μας ευθύνες. Πάντα όμως με γνώμονα την ιστορική μας κληρονομιά και το διαχρονικό πολιτισμό μας, του οποίου οι ρίζες στηρίζονται στη Δημοκρατία και το Κοινωνικό Κράτος Δικαίου.
Και κάτι τελευταίο, πλην όμως κατά τη γνώμη μου εξαιρετικά σημαντικό: Για ν’ αντεπεξέλθουμε στο ιστορικό βάρος που μας αναλογεί πρέπει ν’ αφήσουμε πίσω τη φιλισταϊκή αντίληψη του υπερκαταναλωτισμού και, κατά συνέπεια, της τεχνητής ευμάρειας που μας κληροδότησε ο παγκοσμιοποιημένος υποδόριος νεοφιλελευθερισμός. Συνεπώς, πρέπει να βιώσουμε στο μέλλον την αδήριτη πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία οφείλουμε να ζούμε περισσότερο σπέρνοντας αμφιβολίες παρά θερίζοντας βεβαιότητες. Κατά τη ρήση του γάλλου φιλοσόφου Μπουρζέ: «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε όπως σκεφτόμαστε. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, θα μάθουμε να σκεφτόμαστε όπως ζούμε».
Κάπως έτσι, νομίζω, θ’ αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Κάπως έτσι θα πάψουμε να συμπεριφερόμαστε μόνον ως κληρονόμοι ενός ιστορικού παρελθόντος και θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε το μερίδιο που μας ανήκει ως σκαπανείς ενός εξίσου ιστορικού μέλλοντος. Κάτι που, άλλωστε, μας χρεώνει το ιστορικό παρόν για να μην αφήσουμε ανυπεράσπιστες τις γενιές που έρχονται. Και οι οποίες δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να βαδίσουν σ’ ένα πεδίο ναρκοθετημένο από τη δική μας ανευθυνότητα και ανικανότητα.»