Επιφανής Αχαιός πολιτικός, νομικός και οικονομολόγος, πρωθυπουργός της Ελλάδας την περίοδο 1924 – 1925.
Γεννήθηκε στις 17 Μαΐου 1875 στην Πάτρα και το 1893 εισήλθε πρώτος στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Λόγω του θανάτου του πατέρα του, Σπήλιου Μιχαλακόπουλου, διαπρεπούς δικηγόρου της Πάτρας, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τη στρατιωτική καριέρα και να εγγραφεί στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μετά το πέρας και των μεταπτυχιακών σπουδών του στη Γερμανία και τη Γαλλία, ανέλαβε το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του. Διακρίθηκε και ο ίδιος στο βήμα των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων, ενώ εποχή άφησαν στην αχαϊκή πρωτεύουσα οι δικανικές του μάχες με τον συνάδελφό του Δημήτριο Γούναρη, που επίσης διατέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Μετά την επανάσταση στο Γουδί (1909) συντάχθηκε με τα νέα πολιτικά ρεύματα και εξελέγη βουλευτής Αχαϊοήλιδος στις εκλογές του 1910, 1912 και 1915. Προσχώρησε στο Κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου κι έγινε ένα από τα επίλεκτα στελέχη του. Το Μάιο του 1911 ανέλαβε το νεοσύστατο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και εισηγήθηκε πολλές μεταρρυθμίσεις: το νομοθετικό πλαίσιο για τις Ανώνυμες Εταιρείες, το νόμο περί συνεταιρισμών, τη ρύθμιση ζητημάτων αγροτικής ασφάλειας και το νόμο 551/1914, ο οποίος θέσπισε την αντικειμενική ευθύνη των εργοδοτών για τα εργατικά ατυχήματα.
Παραιτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1915, μετά την παύση του Βενιζέλου από τον Βασιλιά και ακολούθησε τον αρχηγό του στο Κίνημα της Θεσσαλονίκης (1916). Μετά την επάνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία το 1917 ανέλαβε διάφορα Υπουργεία, μέχρι την αποτυχία του ιδίου και του κόμματός του στις εκλογές του 1920. Ο Μιχαλακόπουλος έφυγε στο εξωτερικό, ενώ πρωθυπουργός εξελέγη ο πολιτικός και δικανικός του αντίπαλος Δημήτριος Γούναρης.
Επανήλθε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και το κίνημα Πλαστήρα – Γονατά το 1922. Εξελέγη βουλευτής στις εκλογές του 1923, αλλά μετά την απόφαση του Βενιζέλου να εγκαταλείψει την πολιτική, αποφάσισε να αποχωρήσει τους Φιλελευθέρους και να ιδρύσει νέο με την επωνυμία Κόμμα Συντηρητικών Φιλελευθέρων, το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε Συντηρητικό Δημοκρατικό Κόμμα και εκπροσωπούσε τη δεξιά πτέρυγα του Βενιζελισμού.
Στις 7 Οκτωβρίου 1924 ανέλαβε πρωθυπουργός και συγχρόνως Υπουργός Εξωτερικών και Στρατιωτικών. Κατά τη διάρκεια της σύντομης πρωθυπουργίας του επέλυσε το πρόβλημα ύδρευσης της πρωτεύουσας, συνάπτοντας σύμβαση με την αμερικανική εταιρεία Ούλεν, αλλά τήρησε σκληρή στάση στα εργατικά ζητήματα, καταστέλλοντας βίαια πολλές απεργίες. Στις 26 Ιουνίου 1925 παραιτήθηκε μετά την εκδήλωση πραξικοπήματος από τον στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο. Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας συνέπραξε με τον Γεώργιο Καφαντάρη στην «Ένωσιν Φιλελευθέρων», η οποία κέρδισε τις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926. Ο Μιχαλακόπουλος ανέλαβε το Υπουργείο Εξωτερικών στην κυβέρνηση Ζαΐμη.
Στις εκλογές της 19ης Αυγούστου 1928, που σήμαναν την επάνοδο του Βενιζέλου στην πολιτική, ο Μιχαλακόπουλος κατήλθε μεμονωμένα με το κόμμα του και κατέλαβε 5 έδρες. Συνεργάστηκε στη συνέχεια με τον Βενιζέλο και ανέλαβε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών έως τον Μάρτιο του 1933. Στις 30 Οκτωβρίου 1930 συνυπέγραψε το Σύμφωνο Ειρήνης και Φιλίας Ελλάδος – Τουρκίας στην Άγκυρα. Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933, τις οποίες κέρδισε η αντιβενιζελική παράταξη, το κόμμα του κατέλαβε μόλις 2 έδρες. Στη συνέχεια εξελέγη γερουσιαστής, ενώ δεν έλαβε μέρος στις εκλογές του 1935, συντασσόμενος με τη στάση και των υπολοίπων βενιζελικών κομμάτων.
Στο ζήτημα της παλινόρθωσης της Μοναρχίας τήρησε αντίθετη, αλλά όχι αδιάλλακτη στάση και μετά την επάνοδο του Γεωργίου Β’ το 1935 απεκατέστησε φιλικές σχέσεις μαζί του. Μετά τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 πύκνωσε τις επαφές του με το Στέμμα και τους Άγγλους για την επάνοδο της δημοκρατίας, γεγονός που προκάλεσε την οργή του δικτάτορα Μεταξά, ο οποίος τον συνέλαβε στις 10 Φεβρουαρίου 1938 και τον εξόρισε στην Πάρο, παρά την επιβαρυμένη υγεία του. Μετά από λίγες μέρες προσβλήθηκε από πνευμονία και μεταφέρθηκε εσπευσμένως στον «Ευαγγελισμό», όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 7 Μαρτίου 1938.
Ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος διακρίθηκε για τη ρητορική του δεινότητα στη Βουλή, ενώ ως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας έθεσε τις βάσεις για τον αστικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Με τον Βενιζέλο συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για τη Συνθήκη των Σεβρών (1920) και της Λωζάνης (1923), που οριοθέτησαν τα σύνορα της Ελλάδας. Έγραψε πολλές μελέτες νομικού και οικονομολογικού περιεχομένου. Ήταν βιβλιόφιλος, πολύγλωσσος και η βιβλιοθήκη του αριθμούσε 30.000 τόμους. Σήμερα αποτελεί τμήμα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Πάτρας. Προς τιμήν του, ένας από τους κεντρικότερους δρόμους της Αθήνας φέρει το όνομά του. Η οικία του σώζεται ακόμα και σήμερα στην Πάτρα, στην Πλατεία Όλγας, στην γωνία Αράτου και Ρήγα Φεραίου.
Γνώμες για τον Ανδρέα Μιχαλακόπουλο
Ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος έκαμε στη ζωή του πάντα το εθνικό του καθήκον. Το φωτεινό του πνεύμα είχε ταχθή να φωτίζη την Ελλάδα. Δεν εγνώρισε άλλη μεγαλύτερη φροντίδα. Αυτό θα το χρεωστή αιώνια η Ελλάς στη μνήμη του. Το γεγονός μάλιστα ότι ο Μιχαλακόπουλος έφυγε πικραμένος, το γεγονός αυτό κάνει το χρέος ακόμη μεγαλύτερο και βαρύτερο. Όσο βαρύ όμως και αν είναι το χρέος αυτό θα το βαστάξουμε – κι εμείς ακόμα οι ανεύθυνοι – σαν εξιλαστήριον δώρο, που το χρωστάμε και που πρέπει να το προσφέρουμε στον υπερήφανο και υψηλό βωμό της μνήμης του.
Παναγιώτης Κανελλόπουλος, 1938
Η Γενεά αυτή θα φέρη εις την Ιστορίαν το όνομα του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Μιχαλακόπουλος ηυτύχησεν ως συνεργάτης του. Από της πρώτης στιγμής ευρέθη εις το πλευρόν του. Χωρίς την σύμπτωσιν της παρουσίας του Μεγάλου Κρητός ίσως ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος να εδέσποζε της εποχής του. Αλλά είναι απολύτως βέβαιον, ότι ως συνεργάτης υπήρξεν απαράμιλλος. Ως συνεργάτης της Κυβερνήσεως του Ελευθερίου Βενιζέλου τον συνεπλήρωνεν, όσον ουδείς. Και όχι μόνον εις την Κυβέρνησιν, αλλά και εις την Διοίκησιν ήτο έξοχος και εις την Νομοθεσίαν. Όταν ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος ανελάμβανεν Υπουργείον, ήτο βέβαιον, όχι μόνον ότι θα άφινεν ίχνη διαβάσεως, αλλά ότι θα το ανεκαίνιζεν εκ βάθρων. Τούτο συνέβη εις όλα τα Υπουργεία. τα οποία είχεν αναλάβει – Εθνικής Οικονομίας, Γεωργίας, Εξωτερικών.
Γεώργιος Παπανδρέου, 1946
Το πέρασμα τού Ανδρέα Μιχαλακόπουλου μές’ από την πολιτική ζωή του τόπου έχει αφήσει πίσω του μιάν αυλακιά πολιτισμού που δύσκολα θα χαθούν τα παρηγορητικά σημάδια της στην κοινοβουλευτική μας παράδοση. Δεν ήταν μονάχα το ήθος και η αρχοντιά του ανθρώπου που τον ξεχώριζαν, ήταν ακόμα η πλατειά και πολυμερής μόρφωσίς του, που τον έφερνε πιο σιμά στον πνευματικό κόσμο της Ελλάδος και τον τοποθετούσε άνετα μέσα στην ατμόσφαιρά του.
Στρατής Μυριβήλης, 1947