Θάνατος και Ανάσταση κατά μόνας

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Μεγάλο Σάββατο σήμερα, της πιο ιδιότυπης Μεγάλης Εβδομάδας που έχουμε ζήσει, ως άτομα και ως μέλη της ελληνικής ορθόδοξης συλλογικότητας.

Και σε αντίθεση με τη λυτρωτική Ανάσταση, που κλείνει θριαμβευτικά την Εβδομάδα των Παθών και του θείου δράματος, για τους εγκλείστους της σημερινής εποχής, για όλους εμάς, που εφαρμόζουμε, ευλαβείς, υπάκουοι και υπομονετικοί, τον επιβληθέντα περιορισμό, δίκην ασκητικού κανόνος σε βαρύτατα αμαρτήσαντας, οι μέρες αυτές αποτελούν το αποκορύφωμα αλλά όχι το τέρμα μιας πρωτοφανούς δοκιμασίας που κρατά, σχεδόν, όσο και η Σαρακοστή. Και δεν αποκλείεται να παραμείνουμε, υπό αυτές τις συνθήκες, ως την Πεντηκοστή…
Στην πατρίδα μας, παραδοσιακά, για πιστούς Χριστιανούς, αδιάφορους, δηλωμένους άθεους, ευκαιριακώς ή σπανίως εκκλησιαζομένους άπαξ του ενιαυτού, το βράδυ των «Εγκωμίων» και η περιφορά του Επιταφίου και ο «Καλός Λόγος» του μεσονυκτίου της επομένης, αποτελούν το κεντρικό σημείο αναφοράς του ετήσιου κύκλου της οικογενειακής και κοινωνικής δραστηριότητας.
Αναλόγως της θρησκευτικής πίστης του καθενός, για πολλούς αυτό συνδυάζεται με την εξομολόγηση και τη θεία κοινωνία, για άλλους πιθανόν σημασία να έχει η διατήρηση μιας πολύχρονης συνήθειας, όπως το άναμμα της πασχαλινής λαμπάδας, οι φλαούνες, το έθιμο της συγχώρεσης που διατηρείται ακόμη, εις πείσμα των καιρών, σε αρκετά χωριά μας, ή τα άλλα αναστάσιμα έθη όπως παραλλαγμένα επιβιώνουν στις μέρες μας: οι χαρμόσυνοι ασπασμοί, τα κόκκινα αυγά, ακόμη και οι κροτίδες, τα πυροτεχνήματα και οι «λαμπρατζιές» των εφηβικών αστικών συμμοριών.
Καθολικώς, για άπαντες, «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες», το επιστέγασμα αποτελεί η μεσημβρινή εορτάσιμος κραιπάλη, σε οικογενειακές ή φιλικές συνάξεις, με οβελία ή κυπριακή σούβλα, και άφθονη κατανάλωση οίνου ή ζύθου. Για τους πιο ευαίσθητους ή τους φυσιολάτρες, θρησκευόμενους ή όχι, αλλά όχι αρκούντως κοιλιόδουλους και οινοβαρείς, σημασία δεν έχουν τόσο τα παραπάνω αλλά η χρονική περίοδος της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα: το ζωοποιόν έαρ, τα χρώματα, οι μυρωδιές και το κάλλος της Άνοιξης, η απόλυτη χαρά της ζωής, το μήνυμα της νίκης επί του θανάτου. Όλα αυτά για φέτος ακυρώθηκαν…
Αξίζει να προστεθεί ότι κατά τραγική ειρωνεία ένας άλλος παραδοσιακός κοινωνικός θεσμός που διαφοροποιήθηκε εντελώς λόγω του εγκλεισμού είναι ο αποχαιρετισμός και η τιμή στους νεκρούς: οι θανόντες κηδεύονται «κεκλεισμένων των θυρών», σε στενότατο κύκλο, δεν αξιώνονται καν τον «τελευταίον ασπασμόν». Η πανδημία, προς το παρόν, φαίνεται να έχει πατήσει και τον θάνατο και την Ανάσταση…
Προφανώς τα παραπάνω δεν εξαντλούν το τι σημαίνει Μεγάλη Εβδομάδα και Πάσχα για τον καθένα μας. Εξάλλου, αυτό συνέβαινε πάντοτε: από την πλήρη αμφισβήτηση του Θωμά μέχρι τον ενθουσιασμό των Μυροφόρων. Δεν εξετάζω τη δογματική διάσταση του θέματος, αυτή αφήνεται στους θεολόγους και στην Ιεραρχία, στην Κύπρο και στην Ελλάδα, που και σε αυτή την ευκαιρία αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων, αφού στάθηκε αδύνατο να αρθρώσει, ομονοούσα, «τον λόγον της αληθείας». Απλώς επισημαίνω την αδυναμία ή την άρνηση κατανόησης της θρησκευτικότητας μεγάλου μέρους της κοινωνίας μας από τους υπόλοιπους «νεωτεριστές».
Υπάρχουν γυναίκες και άνδρες, απλοί ή «σπουδαίοι» άνθρωποι, στα χωριά και στις πόλεις μας, οι οποίοι δεν είχαν χάσει ποτέ, για δεκαετίες, μια κυριακάτικη λειτουργία και σήμερα είναι υποχρεωμένοι να μείνουν «αλιβάνιστοι» και «αλειτούργητοι» το Πάσχα. Μπορεί στη σύγχρονη «αξιακή αξιολόγηση» ορισμένων η Ορθοδοξία να είναι ακατανόητη, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν οφείλουμε να σεβόμαστε όσους, πολλούς ή λίγους, η στέρηση του εκκλησιασμού τους αποκόπτει από ένα βασικό στοιχείο της καθημερινότητας και της ζωής τους.
Βεβαίως, η παρούσα συζήτηση δεν είναι των ημερών μας. Τον Μάρτιο του 1893, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης δημοσιεύοντας τον περίφημο «Λαμπριάτικο Ψάλτη» του, στην αθηναϊκή εφημερίδα «Ακρόπολις», του Βλάση Γαβριηλίδη, κατέγραψε τις επικρίσεις όσων δυσανασχετούσαν για τη συνήθειά του να δημοσιεύει ετησίως χριστουγεννιάτικα και πασχαλινά διηγήματα. Αυτά που επιβίωσαν μέχρι σήμερα, ως αριστουργήματα της εποχής του:
«Μη «θρησκευτικά προς Θεού!». Το ελληνικόν έθνος δεν είναι βυζαντινόν, εννοήσατε; Οι σημερινοί Έλληνες δεν είναι κατ’ ευθείαν διάδοχοι των αρχαίων. Έπειτα επολιτίσθησαν, επροώδευσαν και αυτοί. Συμβαδίζουν με τα άλλα έθνη. Ποίαν ποίησιν έχει το να γράψης, ότι ο Χριστός «δέχεται την λατρείαν του πτωχού λαού»; Και ότι ο πτωχός ιερεύς «προσέφερε τω Θεώ θυσίαν αινέσως;» Και να περιγράφης το εσωτερικόν του ναΐσκου, με τας νυσταλέας κανδήλας και τας αμαυράς μορφάς των αγίων ολόγυρα! Δεν τα εννοούμεν ημείς αυτά. Ημείς θέλομεν διήγημα, το οποίον να είναι όλο ποίησις, όχι πεζή πραγματικότης.» (…)
Για να ακολουθήσει η κατηγορηματική του απάντηση, εν είδει ομολογητικής: «Το επ’ εμοί, ενόσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε, ιδίως δε κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν, και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά έθη.»
Φίλες και φίλοι, Καλήν Ανάσταση! Θα έρθει και φέτος…
* Ο Π. Παπαπολυβίου είναι αναπλ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου
www.papapolyviou.com
philenews

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ