Η πανδημία φρενάρει την Παγκοσμιοποίηση

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

H πανδημία του Covid-19, όπως η πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η 11η Σεπτεμβρίου 2001, αλλά και η κατάρρευση της Lehman Brothers, αποτελεί ένα καταλυτικό συμβάν για την ανθρωπότητα, του οποίου τις μακροχρόνιες συνέπειες μπορούμε σήμερα μόνο να αρχίσουμε να τις φανταζόμαστε.

Η παγκόσμια υγειονομική κρίση αναμένεται ότι θα πυροδοτήσει τις ήδη ενυπάρχουσες παγκόσμιες ροπές, επιταχύνοντας την εξέλιξη της Ιστορίας, της οποίας ο δυτικός άνθρωπος – φορώντας τις αισιόδοξες διόπτρες του Φιλελευθερισμού και θεωρώντας ότι με το να δημιουργήσει ένα «παγκόσμιο χωριό» θα έλυνε και τα προβλήματα – βιάστηκε να προεξοφλήσει το τέλος της. Από την ελευθερία στην κίνηση των κεφαλαίων, των υπηρεσιών και των εμπορευμάτων, μέχρι τη σύσταση υπερεθνικών θεσμών, το δόγμα του Φιλελευθερισμού υπερθεμάτιζε για τη δημιουργία ενός ενιαίου και ομοιόμορφου πλανήτη, στον οποίο οι άνθρωποι θα ευημερούσαν και οι ιστορικές «παρεξηγήσεις» θα επιλύονταν. Φθάνοντας όμως στο σήμερα, βιώνουμε πλέον την τρωτότητα και τους κινδύνους ενός κόσμου βαθύτατα αλληλεξαρτώμενου, στον οποίο η διεθνής συνεργασία είναι εύθραυστη, ενώ οι ανισότητες αποτελούν εν δυνάμει πηγές συγκρούσεων.

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, ο Φιλελευθερισμός εμφανίστηκε πιο δυναμικά στο προσκήνιο, καθώς οι ηγέτες των δυτικών κρατών διεκήρυξαν τη «Νέα Παγκόσμια Τάξη», ενώ οι διανοούμενοι προσέφεραν θεωρητικές αιτιολογίες για την έμφυτη επικράτηση των φιλελεύθερων ιδεών επί όλων των άλλων ανταγωνιζόμενων. Χαρακτηριστικά, ο πολιτικός στοχαστής Francis Fukuyama το 1989, με το βιβλίο του «Το τέλος της Ιστορίας», προέβλεψε τον θρίαμβο του Φιλελευθερισμού, ο οποίος έγινε καταλύτης για την παγκοσμιοποίηση και τη σχετική απελευθέρωση της Οικονομίας.

Έκτοτε οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής σε όλο τον κόσμο αγκάλιασαν τυφλά την οικονομική πολιτική με γνώμονα την αγορά ιδιωτικού κεφαλαίου, ενώ δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη λειτουργία υπερεθνικών θεσμών όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, καθώς και περιφερειακών σχημάτων, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε αντίθεση με τον Ρεαλισμό, που επιμένει να βλέπουμε τον κόσμο όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι – αντιμετωπίζοντας την Ιστορία ως ένα επαναλαμβανόμενο αγώνα για εξουσία μεταξύ ανταγωνιζόμενων παραγόντων – o Nεοφιλελευθερισμός εκφράζει μια πιο αισιόδοξη οπτική του διεθνούς περιβάλλοντος. Στηρίχθηκε κυρίως στα επιχειρήματα ότι τα δημοκρατικά καθεστώτα δεν πολεμούν μεταξύ τους ή δεν πολεμούν συχνά και στο ότι η ωφελιμιστική οικονομική αλληλεξάρτηση σταθεροποιεί τις μεταξύ τους σχέσεις, δημιουργώντας κίνητρα συνεργασίας. Οι διεθνείς θεσμοί, υποστηρίζεται ακόμη, δημιουργούν προϋποθέσεις συνεργασίας λόγω απόλυτων κερδών, καθώς και μηχανισμούς ειρηνικής επίλυσης των διακρατικών διαφορών, ενώ ενισχύουν τους δεσμούς μεταξύ των κρατών και των κοινωνιών τους.

Ο Nεοφιλελευθερισμός και οι επικριτές του…

Oı επικριτές της σημερινής οικονομικής παγκοσμιοποίησης εστιάζουν κυρίως στην άνιση φύση της και στον συγκεντρωτισμό των οικονομικών και πολιτικών θεσμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αυτόν τον κόσμο που κάποιοι ονειρεύτηκαν ως το «τέλος της ιστορίας», η εξουσία βρίσκεται στα χέρια αυτών που διαθέτουν τα μέσα για την άσκηση του παγκόσμιου ελέγχου, δηλαδή στις πολυεθνικές και στα υπερεθνικά όργανα που συστάθηκαν για τον έλεγχο της παγκόσμιας ηγεμονίας. Αντιθέτως, οι μισθωτοί και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, χωρίς να μπορούν να παρέμβουν στην παγκόσμια ρύθμιση, έρχονται ολοένα και περισσότερο αντιμέτωποι με τις δυσλειτουργίες αυτού του μοντέλου στη ζωή τους: όπως χαμηλά αμειβόμενες εργασίες, φτώχεια, κοινωνική υποβάθμιση, έλλειμμα δημοκρατίας. Οι Νεορεαλιστές υποστηρίζουν ότι η ανισότητα και η επιδείνωση των κοινωνικών διαφορών προκαλεί αστάθεια σε στρατηγικές περιοχες, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη παγκόσμια τάξη.

Όσον αφορά στον ρόλο των θεσμών στη διασφάλιση της ειρήνης, είναι χαρακτηριστική η αναφορά του αρθρογράφου της Washington Post, David Ignatius, ότι «δεν υπάρχει πιο «μεγάλη ιδέα», με εξαρχής εξασφαλισμένο τον σεβασμό της, αλλά δυσκολότερη να εφαρμοστεί στην πράξη, από τον ειρηνευτικό ρόλο των Ηνωμένων Εθνών». Άλλωστε από τον πόλεμο στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, μέχρι τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας και την πολύχρονη σφαγή στη Συρία, τα παραδείγματα που έχουμε ενώπιον μας είναι πάμπολλα.

Η πανδημία του Covid-19 και το διεθνές σύστημα…

Η πανδημία που πλήττει αυτό το διάστημα τον δυτικό κόσμο θα λέγαμε ότι αποτελεί μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια του Φιλελευθερισμού. Καταρχάς έχει επιβληθεί ένας πρωτοφανής αριθμός απαγόρευσης ατομικών ελευθεριών, ενώ η απαγόρευση των μετακινήσεων έχει κυρίως ως θύματα τους τομείς που συντηρούν και συντηρούνται από την παγκοσμιοποίηση, όπως το διεθνές εμπόριο αλλά και o τουρισμός. Ακόμη η επιλογή για κλείσιμο των επιχειρήσεων, αλλά και η εισαγωγή περιορισμών στην κατά κεφαλή κατανάλωση προϊόντων προσωπικής υγιεινής, αντιτίθενται στις αρχές της ελεύθερης αγοράς.

Η παρούσα κατάσταση έκτακτης ανάγκης μας υπενθύμισε ακόμη ότι τα κράτη εξακολουθούν να είναι οι κύριοι παράγοντες στην παγκόσμια πολιτική και αποτελούν το βασικό επίπεδο διασφάλισης του δημοσίου και γενικού συμφέροντος. Κάθε λίγα χρόνια, μελετητές υποδεικνύουν ότι τα κράτη γίνονται όλο λιγότερο συναφή με τις παγκόσμιες υποθέσεις και ότι άλλοι παράγοντες (π.χ. μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολυεθνικές εταιρείες, παγκόσμιες αγορές κ.λπ.) ωθούν το κράτος στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας. Όταν όμως προκύψουν νέοι κίνδυνοι, οι άνθρωποι κοιτάζουν πρώτα και κύρια στις εθνικές κυβερνήσεις για προστασία. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο δημοσιογράφος Derek Thompson στο Twitter: «Δεν υπάρχουν Φιλελεύθεροι σε μια πανδημία». Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν απαιτούνται ευρύτερες παγκόσμιες προσπάθειες. Απλώς μας υπενθυμίζει ότι παρά την παγκοσμιοποίηση, τα κράτη παραμένουν οι κεντρικοί πολιτικοί παράγοντες στον σύγχρονο κόσμο. Οι Ρεαλιστές υπογραμμίζουν αυτό το σημείο εδώ και δεκαετίες και ο κορωνοϊός παρέχει μια ακόμη ζωντανή υπενθύμιση.

Ο Ρεαλισμός μας υπενθυμίζει ακόμη ότι η επίτευξη αποτελεσματικής διεθνούς συνεργασίας μπορεί να μην είναι εύκολη, παρά την προφανή ανάγκη για αυτό. Αναγνωρίζει ότι οι θεσμοί μπορούν να βοηθήσουν τα κράτη να συνεργαστούν, όταν είναι προς το συμφέρον τους, αλλά προειδοποιεί επίσης ότι η διεθνής συνεργασία είναι συχνά εύθραυστη, είτε επειδή τα κράτη φοβούνται ότι άλλοι δεν θα τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, είτε επειδή ανησυχούν ότι η συνεργασία θα ωφελήσει τους άλλους περισσότερο από ό,τι τους ωφελεί ή επειδή δεν επιθυμούν δυσανάλογο μερίδιο κόστους. Οποιοδήποτε ή όλα αυτά μαζί θα μπορούσαν να κάνουν τη συλλογική απάντηση λιγότερο αποτελεσματική.

Xαρακτηριστική είναι και η στάση της ΕΕ στο ζήτημα, όπου δεν τέθηκε σε εφαρμογή μια κοινή αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, με το κάθε-κράτος μέλος να εφαρμόζει το δικό του σχέδιο διαχείρισης της πανδημίας, ενώ όσον αφορά στην οικονομική αντιμετώπιση του ζήτηματος και της έκδοσης ευρωομολόγου, αναδύθηκε το χάσμα απόψεων μεταξύ Βορρά και Νότου.

«Ενίσχυση αυξανόμενης τάσης προς αποπαγκοσμιοποίηση»

Όσον αφορά στις συνέπειες της υγειονομικής κρίσης στο διεθνές σύστημα, ενδεικτικές είναι οι αναφορές του Stephen Walt, Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Harvard, ο οποίος υποστήριξε στο Foreign Policy ότι εάν η επιδημία δεν υποχωρήσει γρήγορα και περισσότερο ή λιγότερο μόνιμα (όπως έκανε η επιδημία SARS του 2003), θα ενισχύσει την αυξανόμενη τάση προς την αποπαγκοσμιοποίηση που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.

Επεσήμανε ότι «τη δεκαετία του 1990, οι «απόστολοι» της παγκοσμιοποίησης πίστευαν ότι ο κόσμος συνδέεται ολοένα και πιο στενά με το εμπόριο, τα ταξίδια, την παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση, την ψηφιακή επανάσταση και την φαινομενική ανωτερότητα της φιλελεύθερης καπιταλιστικής δημοκρατίας και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όλοι θα είμαστε απασχολημένοι στο να γίνουμε πλούσιοι σε έναν όλο και πιο επίπεδο και χωρίς σύνορα κόσμο. Την τελευταία δεκαετία έχουμε γίνει μάρτυρες μιας σταθερής υποχώρησης από αυτό το αισιόδοξο όραμα, με όλο και περισσότερους ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να ανταλλάξουν την ανάπτυξη και το άνοιγμα των συνόρων για χάρη της αυτονομίας και της διατήρησης των αγαπημένων τρόπων ζωής τους. Όπως το έθεσαν οι Brexiteers στο Ηνωμένο Βασίλειο, θέλουν να «επανακτήσουν τον έλεγχο». Για τους Ρεαλιστές, η προαναφερθείσα αντίδραση δεν προκαλεί έκπληξη».

Σημειώνεται ακόμη ότι ενώ οι Φιλελεύθεροι θεωρητικοί υποστηρίζουν ότι η αυξανόμενη αλληλεξάρτηση μεταξύ των κρατών θα αποτελούσε πηγή ευημερίας και εμπόδιο στη διεθνή αντιπαλότητα, αντιθέτως, οι Ρεαλιστές προειδοποιούν ότι οι στενοί δεσμοί αποτελούν επίσης πηγή ευπάθειας και πιθανή αιτία σύγκρουσης. Ρεαλιστές θεωρητικοί, όπως ο Kenneth Waltz, υποστηρίζουν ότι οι συνεχώς στενότερες συνδέσεις μεταξύ κρατών δημιουργούν όσα προβλήματα επιλύουν, μερικές φορές πιο γρήγορα από ό,τι μπορούμε να βρούμε λύσεις για αυτά. Για αυτόν τον λόγο, τα κράτη – τα κρίσιμα δομικά στοιχεία της διεθνούς πολιτικής – προσπαθούν να μειώσουν τους κινδύνους και τα τρωτά σημεία θέτοντας όρια στις σχέσεις τους μεταξύ τους.

Ο Stephen Walt υποστηρίζει ότι «ο κορωνοϊός είναι πιθανό να δώσει στα κράτη έναν ακόμη λόγο για να περιορίσουν την παγκοσμιοποίηση». Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η υπερπαγκοσμιοποίηση κατέστησε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα πιο ευάλωτο σε κρίσεις και δημιούργησε σοβαρά εσωτερικά πολιτικά προβλήματα λόγω της εκτόπισης θέσεων εργασίας. Τώρα γνωρίζουμε ότι αύξησε επίσης την έκθεσή μας – κυριολεκτικά – στο είδος της παγκόσμιας πανδημίας που παρατηρούμε σήμερα».

Σημειώνει δε ότι «για να είμαστε σαφείς: ο Ρεαλισμός δεν προβλέπει μια πλήρη υποχώρηση προς την αυτάρκεια ή ακόμη και στο ίδιο επίπεδο αποπαγκοσμιοποίησης που είχε συμβεί ως αποτέλεσμα των δύο Παγκόσμιων Πολέμων και της Μεγάλης Ύφεσης. Οι σύγχρονες πολιτείες δεν έχουν την πολυτέλεια να διακόψουν όλους τους δεσμούς, ακόμη και όταν αντιμετωπίζουν κάτι σαν τον κορωνοϊό. Υποθέτω, όμως, ότι το απόγειο της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης είναι πλέον πίσω μας και ότι η πανδημία αποτελεί έναν από τους λόγους που τα σύνορα μεταξύ των κρατών θα γίνουν λίγο υψηλότερα».

– Μετατόπιση του κέντρου βάρους ισχύος προς την Ανατολή

Για τον Καθηγητή του Harvard, ο κορωνοϊός θα συμβάλει ακόμη στην επιτάχυνση της μετατόπισης του κέντρου βάρους ισχύος και επιρροής από τη Δύση προς την Ανατολή. Η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη αντιμετώπισαν με καλύτερο τρόπο σε σύγκριση με άλλες χώρες την επιδημία, η Κίνα αρκετά καλά μετά τα αρχικά της λάθη, ενώ η αντίδραση σε Ευρώπη και ΗΠΑ ήταν γενικά αργή, επιφέροντας ένα ακόμη πλήγμα στη φήμη της Δύσης.

«Η ιστορία θα γραφτεί από τους νικητές της κρίσης του Covid-19»

Eνδιαφέρουσες είναι και οι αναφορές του προέδρου του Brookings Instıtution, John Allen, ο οποίος υποστήριξε ότι «όπως πάντα, η Ιστορία θα γραφτεί από τους «νικητές» της κρίσης COVID-19, σημειώνοντας ότι «απόφευκτα, εκείνα τα έθνη-κράτη που θα επιδείξουν αντοχή – τόσο λόγω των μοναδικών πολιτικών και οικονομικών συστημάτων τους, όσο και από τη σκοπιά της δημόσιας υγείας – θα διεκδικήσουν επιτυχία έναντι εκείνων που βιώνουν ένα διαφορετικό, πιο καταστροφικό αποτέλεσμα. Σε ορισμένους, αυτό θα εμφανιστεί ως ένας μεγάλος και οριστικός θρίαμβος για τη δημοκρατία, την πολυμέρεια και την καθολική υγειονομική περίθαλψη. Σε άλλους, θα αναδείξει τα σαφή «οφέλη» μιας αποφασιστικής, αυταρχικής διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η κρίση θα αναστρέψει τη διεθνή δομή ισχύος, με τρόπους που μπορούμε μόνο να αρχίσουμε να φανταζόμαστε».

Τόνισε ακόμη ότι «η πανδημία θα συνεχίσει να μειώνει την οικονομική δραστηριότητα και να αυξάνει την ένταση μεταξύ των χωρών. Μακροπρόθεσμα, η πανδημία πιθανότατα θα μειώσει σημαντικά την παραγωγική ικανότητα της παγκόσμιας οικονομίας, ειδικά εάν οι επιχειρήσεις κλείσουν και τα άτομα αποσυνδεθούν από το εργατικό δυναμικό. Αυτός ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα μεγάλος για τις αναπτυσσόμενες χώρες και για άλλες με μεγάλο ποσοστό οικονομικά ευάλωτων εργαζομένων. Το διεθνές σύστημα, με τη σειρά του, θα υποστεί μεγάλη πίεση, με αποτέλεσμα αστάθεια και εκτεταμένες συγκρούσεις εντός και μεταξύ των χωρών».

«Ο 21ος αιώνας θα χαρακτηριστεί από την κατάρρευση της φιλελεύθερης ουτοπίας»

Καταληκτικά, αξίζει να αναφερθούμε στις παλαιότερες, αλλά επίκαιρες και προφητικές θα λέγαμε, επισημάνεις του Παναγιώτη Κονδύλη στο βιβλίο του «Από τον 20ό στον 21ο αιώνα: Toμές στην πλανητική πολιτική περί το 2000»: «Η διάδοση της δυτικής μαζικής δημοκρατίας σε παγκόσμια κλίμακα όχι μόνον δε θα γεννήσει παντού πιστά αντίγραφα, αλλά θα αλλάξει και αυτήν την ίδια στις μητροπολιτικές χώρες, πυροδοτώντας παράλληλα οξύτατους αγώνες κατανομής. Αν ο 20ός αιώνας σήμανε τη διάψευση της κομμουνιστικής ουτοπίας, ο 21ος θα χαρακτηριστεί από την κατάρρευση της φιλελεύθερης. Ποια συγκεκριμένα γεγονότα θα συγκροτήσουν τις μεγάλες ροπές κατά τον 21ο αιώνα, που θα είναι ο συγκλονιστικότερος και τραγικότερος της ανθρώπινης Ιστορίας, δεν μπορούμε να ξέρουμε. Ένα ωστόσο είναι βέβαιο: η Ιστορία δεν τελείωσε».

Νικολέττα Κουρούσιη
philenews

ΔΗΜΟΦΙΛΗ