Γραφει ο Μιχάλης Τζανάκης
Διαβάζοντας την ανέκδοτη ομιλία του Ο. Ελύτη, μετά τη βράβευση του με το Νόμπελ λογοτεχνίας προς τους έλληνες της Σουηδίας, εντελώς αντανακλαστικά και παντελώς «ακατάστατα», μου έρχονται στο μυαλό διάφορες σκέψεις, ζώντας τις αντιφάσεις και τους παραλογισμούς της καθημερινότητας, που σα να το κάνει επίτηδες ανατροφοδοτεί την οργή μας, με όλα όσα βλέπουμε κι ακούμε-κριτικά πλέον- κι όχι «διυλισμένα» απ τον χ τηλεοπτικό «συγκρότημα».
Προσωπικά, την Ελλάδα, τον τελευταίο καιρό σε δύο σημεία τη συναντώ, την καμαρώνω, την θαυμάζω, την «τιμώ», την ασπάζομαι, τη λατρεύω, την πιστεύω. Σε δύο σημεία, που ευτυχώς είναι προσβάσιμα, αφού βρίσκονται στον ιδιωτικό μου χώρο και το «ραντεβού» επομένως, μπορεί να ναι «ακριβές», τακτικό και απολύτως «αμοιβαίο». Πολύ απλά την Ελλάδα την έχουμε-νομίζω όλοι- στο … σπίτι μας. «Μαζεμένη», «τακτοποιημένη», «ταξινομημένη», στην κινητή, ή την εντοιχισμένη βιβλιοθήκη μας και την αντίστοιχη
δισκοθήκη μας. Ακριβώς εκεί, υπάρχει το «αντίδοτο» της διαχεόμενης ανοησίας, της επικρεμάμενης χρεοκοπίας, της ακατάσχετης φλυαρίας, της συστηματικής τρομοκράτησης των ελλήνων πολιτών.
Την ώρα που το «ψυχαγωγικό» πρόγραμμα της «μοντέρνας» ελληνικής τηλεόρασης θα δείχνει στη σαλοτραπεζαρία, τις πιρουέτες του Τρύφωνα Σαμαρά, που ειδικεύεται στο τραγούδι, το χορό, το μπαλέτο, το θέατρο, την … όπερα ή τη … «μακριά γαϊδούρα»-πολυπράγμων και πολυτάλαντος γαρ,- την ώρα που ο άλλος Σαμαράς, ο Αντώνης κάνει τις δικές του «πιρουέτες», «αντί» και «φιλό»- μνημονιακές υπάρχει η λύση. Οι τρομολάγνες φωνασκίες για την έξοδο απ το «ευρώ», οι τσαμπουκάδες του Κουλούρη, το περισπούδαστο και μνησίκακο ύφος της Διαμαντοπούλου και οι οικονομολογικές εκτιμήσεις του PSI, μπορούν να υπερκεραστούν με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
Πόσα χρόνια άραγε ο Καβάφης, ο Καζαντζάκης, ο Ρίτσος, ο Καρυωτάκης, η Σωτηρίου, η Δέλτα, ο Μακρυγιάννης, ο Σεφέρης, ο Παλαμάς, ο Βιζυηνός, ο Παπαδιαμάντης, ο Λουντέμης, ο Σικελιανός, ο Βάρναλης, η Ζωγράφου και τόσοι άλλοι, δεν είχαν «αράξει» στωικά σε κάποια γωνία του σπιτιού μας, αποτελώντας «ντεκόρ» σε κάποιο ακριβό σύνθετο σαλονιού- σε χρώμα κερασιάς,- που είχε αγοραστεί με καταναλωτικό δάνειο ίσως. Πόσα χρόνια, άραγε, είχαμε να «συναντήσουμε» τα παραπάνω ονόματα, εκτός από κάποιες αναγκαστικές «επαφές» μας μέσω της «τσουκάλας» για το μάθημα της λογοτεχνίας, όσων έχουν μαθητές γυμνασίου ή λυκείου;
Την ίδια ώρα που απ τη μπαλκονόπορτα του σπιτιού μου μετρώ τα «ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ» ακινήτων, στον απέναντι δρόμο, και τα «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Την ίδια στιγμή που εκνευρίζομαι αφάνταστα διαβάζοντας τα μεγάλα γράμματα στο «μαγαζί», που βιαστικά προετοιμάζουν τα συνεργεία-κι αυτό απέναντι μου που γράφει με «χρυσαφί» γράμματα σε κατάμαυρο φόντο: «ΑΓΟΡΑΖΩ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ». Και η κάθετη στήλη συνεχίζει: «ΧΡΥΣΟ», «ΑΣΗΜΙΚΑ», «ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ», «ΛΙΡΕΣ». Την ίδια ώρα που βαρύθυμοι περαστικοί σέρνουν τα βήματα τους για τα σούπερ μάρκετ των πολυεθνικών να προλάβουν κάποια προσφορά. Αντιλαμβάνομαι, αφού την έχω μπροστά μου, ζωντανή, ολοζώντανη στη γειτονιά μας πλέον, την «πράσινη ανάπτυξη», που έλεγε κι ο «αρχηγός». Εκείνος ντε που απ την …Κόστα Ρίκα (!!!)-συνέδριο των σοσιαΛΗΣΤΩΝ γαρ- μίλησε για τη «σωτηρία» της χώρας Και μέσα σ όλα αυτά, οι επίδοξοι επίγονοι του μεγάλου αρχηγού, να μην ξέρουν τι υπογράφουν ο ένας, (Χρυσοχοϊδης), και η άλλη να θεωρεί «επικίνδυνες» τις εκλογές (Διαμαντοπούλου). Καλά επίτηδες το κάνουν και λένε τη μια βλακεία πίσω από την άλλη ή υπάρχει άτυπη «άμιλλα» αμετροέπειας, κατά το γνωστό άσμα «όταν παίρνω φόρα, φόρα κατηφόρα κι ο Θεός ο ίδιος δε με σταματά»;
Αφήνω τη θέα απ τη μπαλκονόπορτα και σκαλίζω τους μουσικούς δίσκους, που ανοήτως κάποτε αγόραζα σε σταθερή βάση και τακτικά, ενώ σήμερα αποτελούν το παρελκόμενο δώρο των «έγκυρων» αθηναϊκών εφημερίδων. Να και μια πραγματική υπηρεσία που προσφέρει ο τύπος σήμερα. Πολλά απ τα παραπάνω ονόματα,-της βιβλιοθήκης- Ρίτσος, Καρυωτάκης, Σεφέρης, Ελύτης, Βάρναλης, Σολωμός υπάρχουν και στη δισκοθήκη. Στη «μουσική» τους εκδοχή ο Μίκης, ο Μάνος, ο Μαρκόπουλος, ο Ξαρχάκος, ο Νιόνιος, ο Λοϊζος και τόσοι άλλοι, που μόλις ενεργοποιήσεις τις συσκευές αναπαραγωγής ήχου, κλείνεις τα μάτια και «ονειρεύεσαι» με την ψυχή και την καρδιά. Δε σ ενδιαφέρει εκείνες τις στιγμές κανείς «Γερμανο-Πρώσος» τραπεζίτης, (που αν βάλει σοφιστικέ γυαλάκι και «γυάλινο» βλοσυρό βλέμμα κάνει και για πρωθυπουργός), κανείς γραφικός έλληνας πολιτικάντης, «κόλακας» ή «υβριστής».
Το ηχοσύστημα παίζει «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ…», «της αγάπης αίματα..», «πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι…», «Κεμάλ…», «πώς να κρυφτείς απ τα παιδιά…», «ωδή στον Γ. Καραϊσκάκη», «σ ακολουθώ…», «τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα…» κι ακούς, ακούς-με κλειστά τα μάτια πάντα- και αδιαφορείς για κάθε «σάπιο» κάθε «σαθρό». Σκέφτεσαι ότι πρέπει επειγόντως να τα ακούσουν και τα παιδιά σου αυτά τα τραγούδια. Μέχρι να δεις στο γραμματοκιβώτιο σου τον άσπρο φάκελο με το λογότυπο «υπουργείο εθνικής οικονομίας», ή τον άλλο φάκελο με τον «κεραυνό» του λογότυπου της ΔΕΗ, και να εξαγριωθείς, έχεις απόλυτη ισορροπία, ψυχική και πνευματική. Έχεις την αίσθηση πως αυτά τα βιβλία και αυτοί οι μουσικοί δίσκοι έχουν πολύ σημαντική αξία και αποτελούν «προίκα» για τα παιδιά μας, που θα την πάρουν ακόμα κι αν αναγκαστούν να μεταναστεύσουν για εργασία στο εξωτερικό.
Η λογοτεχνία και η μουσική-κατεξοχήν μορφές της τέχνης- στηρίζονται στο λόγο. Και ο λόγος έχει διττή σημασία. Είναι η δυνατότητα άρθρωσης ομιλίας, εξαιτίας της υψηλής νόησης μας. Στο «λόγο» ο Θεός φάνηκε γενναιόδωρος στον Έλληνα, κάπου αλλού ίσως μας αδίκησε, αλλά αυτό δεν έχει σημασία τώρα.
Με δεδομένη την αδυναμία μας να «προικοδοτήσουμε» πλέον με υλικά αγαθά τα παιδιά μας, ας «ξεσκονίσουμε» τις βιβλιοθήκες, ας ακούσουμε τον «αλλόκοτο» συνδυασμό, ποίηση Καρυωτάκη σε μουσική του Μίκη με τη φωνή του Παπακωνσταντίνου. Αυτή είναι η Ελλάδα, « η Ελλάδα που αντιστέκεται, η Ελλάδα που επιμένει, κι όποιος δεν καταλαβαίνει δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει…»
Η Ελλάδα του σήμερα πρέπει να «ξεσκονίσει» τα βιβλία της, να ξαναπαίξει τις μουσικές της, γιατί διαφορετικά ο Τρύφωνας θα συνεχίσει να ασχολείται με το χόκεϋ στον πάγο-εκτός απ τις… τρίχες-, ο Χρυσοχοϊδης θα συνεχίσει να «υπογράφει» ό,τι του πηγαίνουν, η κυρία της «Παιδείας» (άνευ βιβλίων) θ αποκηρύξει οριστικά το «δημιούργημα» του Κλεισθένη, ο Κουλούρης θα περνά με κόκκινο και θα σταματά με πράσινο, ο άλλος Σαμαράς-ο Αντώνης όντας «αδιαπραγμάτευτος»- θα εξακολουθεί να μένει «αμετακίνητος» στις θέσεις του και τα ενεχυροδανειστήρια θ ανοίγουν στις γειτονιές το ένα μετά το άλλο!!!