Ρομπέρτο Κάλβι – «Ο τραπεζίτης του Θεού»

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Ρομπέρτο Κάλβι (Roberto Calvi, 13 Απριλίου 1920 – 17 Ιουνίου 1982) ήταν Ιταλός τραπεζίτης, επονομαζόμενος από τον Τύπο «Ο τραπεζίτης του Θεού» λόγω της στενής σχέσης του με την Αγία Έδρα.

Γεννημένος στο Μιλάνο, ο Κάλβι ήταν πρόεδρος της Banco Ambrosiano, η οποία κατέρρευσε σε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα της Ιταλίας.

Πηγή συνεχούς αντιπαράθεσης, ο θάνατος του στο Λονδίνο τον Ιούνιο του 1982 ανακοινώθηκε ως δολοφονία μετά την εξέταση από δύο διαφορετικούς ιατροδικαστές και μια ανεξάρτητη έρευνα. Στη Ρώμη, το 2007, πέντε άτομα προσήχθησαν για το φόνο.

Υπάρχουν φήμες ότι παράγοντες στη δολοφονία του Κάλβι ήταν η Τράπεζα του Βατικανού η οποία ήταν ο κύριος μέτοχος της Banco Ambrosiano, η Μαφία η οποία ίσως χρησιμοποιούσε την Banco Ambrosiano για ξέπλυμα χρήματος και η μασονική στοά Propaganda Due ή η ριζοσπαστική μασονική στοά P2.

Το σκάνδαλο της Banco Ambrosiano

Ο Ρομπέρτο Κάλβι ήταν ο πρόεδρος της δεύτερης μεγαλύτερης ιδιωτικής τράπεζας της Ιταλίας, της Banco Ambrosiano, όταν κήρυξε πτώχευση το 1982. Το 1978 η Τράπεζα της Ιταλίας εξέδωσε μια αναφορά σχετικά με την Banco Ambrosiano στην οποία ανέφερε ότι μερικά δισεκατομμύρια λίρες είχαν εξαχθεί παράνομα και κατά πάσα πιθανότητα σχετίζονται με εγκληματικές δραστηριότητες.

Το 1981 ο Κάλβι δικάστηκε,καταδικάστηκε σε 4 χρόνια με αναστολή και πρόστιμο 19.8 εκατομμυρίων δολαρίων για τη μεταφορά 27 εκατομμυρίων δολαρίων εκτός Ιταλίας καθώς αυτό απαγορεύεται από την οικονομική νομοθεσία της χώρας. Πλήρωσε την εγγύηση και αφέθηκε ελεύθερος ενώ παράλληλα κράτησε και τη θέση του στην τράπεζα.

Κατά τη διάρκεια της πολύ μικρής παραμονής του στη φυλακή, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Η οικογένεια του Κάλβι πιστεύει ότι τον χειραγώγησαν και ότι ήταν αθώος από τις κατηγορίες που του αποδίδονταν.

Η αντιπαράθεση που αφορούσε τις συναλλαγές του Κάλβι στην Banco Ambrosiano επανέφεραν στη δημοσιότητα ένα παλαιότερο σκάνδαλο του 1974 όταν η Αγία Έδρα έχασε περίπου 30 εκατομμύρια δολάρια λόγω της κατάρρευσης της Franklin National Bank, η οποία ανήκε στο Σικελιανό τραπεζίτη Michele Sindona. Η κακή διαχείριση των δανείων και οι δοσοληψίες συναλλάγματος οδήγησαν στην κατάρρευση της τράπεζας. Ο Sindona πέθανε αργότερα στη φυλακή καθώς ήπιε καφέ που περιείχε κυανίδιο.

Στις 5 Ιουνίου του 1982, 2 εβδομάδες πριν την κατάρρευση της Banco Ambrosiano, ο Κάλβι έγραψε ένα προειδοποιητικό γράμμα στον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄ αναφέροντας πως μια τέτοια επερχόμενη καταστροφή «θα προκαλέσει μια καταστροφή αφάνταστων διαστάσεων στην οποία η Καθολική Εκκλησία θα υποφέρει τη μεγαλύτερη ζημιά».

Η Banco Ambrosiano κατέρρευσε τον Ιούνιο του 1982 μετά την αποκάλυψη χρεών (σύμφωνα με διάφορες πηγές) μεταξύ 700 εκατομμυρίων και 1.5 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Πολλά από τα χρήματα είχαν αφαιρεθεί μέσω της Τράπεζας του Βατικανού (η οποία έχει το όνομα Istituto per le Opere Religiose) η οποία κατείχε το 10% της Banco Ambrosiano,και ήταν ο κύριος μέτοχος της.

Το 1984 η Τράπεζα του Βατικανού συμφώνησε να πληρώσει 224 εκατομμύρια δολάρια στους 120 πιστωτές της πτωχευμένης Banco Ambrosiano ως «αναγνώριση της ηθικής εμπλοκής» στην κατάρρευση της τράπεζας.

Θάνατος

Στις 10 Ιουνίου του 1982,ο Κάλβι εξαφανίστηκε από το διαμέρισμα του στη Ρώμη έχοντας διαφύγει από τη χώρα με ένα πλαστό διαβατήριο με τα στοιχεία Gian Roberto Calvini. Ξύρισε το μουστάκι του και πέταξε αρχικά στη Βενετία. Από εκεί προφανώς με ιδιωτικό τζετ πέταξε στο Λονδίνο μέσω Ζυρίχης.

Στις 7:30 π.μ. την Παρασκευή, 18 Ιουνίου του 1982, ένας ταχυδρομικός υπάλληλος διέσχιζε τη γέφυρα Blackfriars και παρατήρησε το πτώμα του Κάλβι να κρέμεται από σκαλωσιές κάτω από τη γέφυρα Blackfriars στα σύνορα του οικονομικού προαστίου του Λονδίνου. Στα ρούχα του Κάλβι είχαν τοποθετηθεί τούβλα και είχε πάνω του περίπου χρήματα αξίας 15.000 δολαρίων σε 3 διαφορετικά συναλλάγματα.

Ο Κάλβι ήταν μέλος της παράνομης μασονικής στοάς P2 του Licio Gelli και τα μέλη αυτής της στοάς αποκαλούσαν τους εαυτούς τους «frati neri» ή «black friars». Αυτό οδήγησε στην εικασία ότι ο Κάλβι δολοφονήθηκε ως μασονική προειδοποίηση λόγω του συσχετισμού του ονόματος με τη γέφυρα Blackfriars.

Μια ημέρα πριν βρεθεί το πτώμα, ο Κάλβι απολύθηκε από τη θέση του στη Banco Ambrosiano από την Τράπεζα της Ιταλίας και η 55χρονη γραμματέας του, Graziella Corrocher, αυτοκτόνησε πέφτοντας από ένα παράθυρο του 5ου ορόφου της Banco Ambrosiano. Η Corrocher άφησε ένα σημείωμα σε πολύ έντονο ύφος στο οποίο καταδίκαζε τη ζημιά που έκανε ο Κάλβι στην τράπεζα και τους εργαζομένους της. Ο θάνατος της Corrocher απεδόθη σε αυτοκτονία παρόλο που, όπως και στο θάνατο του Κάλβι, υπάρχουν ενδείξεις ότι δεν ήταν.

Ο θάνατος του Κάλβι αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης 2 ιατροδικαστών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο πρώτος κατέληξε ότι πρόκειται για αυτοκτονία τον Ιούλιο του 1982. Η οικογένεια του Κάλβι τότε εξασφάλισε τις υπηρεσίες του George Carman, σύμβουλου της Βασίλισσας και διακεκριμένου ερευνητή υποθέσεων θανάτων. Στη δεύτερη μελέτη, τον Ιούλιο του 1983,η ετυμηγορία δεν κατέληξε κάπου δείχνοντας ότι το δικαστήριο δεν κατάφερε να διαπιστώσει το ακριβές αίτιο θανάτου. Η οικογένεια του Κάλβι επέμενε ότι επρόκειτο για δολοφονία.

Το 1991 η οικογένεια του Κάλβι ανέθεσε στην εταιρεία Kroll Associates της Νέας Υόρκης τη διερεύνηση των συνθηκών θανάτου του Κάλβι. Η υπόθεση ανατέθηκε στον Jeff Katz, ο οποίος ήταν τότε προϊστάμενος της εταιρείας στο παράρτημα του Λονδίνου. Ως μέρος της διετούς έρευνας του, ο Katz καθοδήγησε μια ομάδα επιστημόνων σήμανσης η οποία περιελάμβανε την Angela Gallop, να κάνουν διάφορα τεστ. Ως αποτέλεσμα, βρέθηκε ότι ο Κάλβι δε θα μπορούσε να κρεμαστεί μόνος του από τις σκαλωσιές καθώς δεν υπήρχαν καθόλου κομμάτια μπογιάς ή σκουριάς στα παππούτσια του. Έτσι αποδείχθηκε ότι δεν είχε περπατήσει πάνω στη σκαλωσιά. Τον Οκτώβριο του 1992, η αναφορά της σήμανσης παραδόθηκε στον Υπουργό Δημοσίας Τάξης και στην Αστυνομία του Λονδίνου η οποία την απέρριψε εκείνη την περίοδο.

Μετά την εκταφή του πτώματος του Κάλβι το Δεκέμβριο του 1998, ένα ιταλικό δικαστήριο ανέθεσε σε έναν Γερμανό ιατροδικαστή να επαναλάβει τις ενέργειες που έκανε ο Katz και η ομάδα του. Η μελέτη δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2002, 10 χρόνια μετά την αρχική και επιβεβαίωσε την πρώτη. Επιπλέον, ανέφερε ότι τα σημάδια στο λαιμό του Κάλβι δε συμβάδιζαν με απαγχονισμό και ότι δεν είχε αγγίξει τα τούβλα που υπήρχαν στις τσέπες του. Όταν βρέθηκε το πτώμα του Κάλβι, τα επίπεδα του Τάμεση είχαν υποχωρήσει μετά την παλίρροια δίνοντας την αίσθηση της αυτοκτονίας δι’απαγχονισμού αλλά την ώρα του θανάτου του, το σημείο στη σκαλωσιά όπου είχε δεθεί το σχοινί που κρεμάστηκε θα μπορούσε να το φτάσει και κάποιος ο οποίος βρισκόταν μέσα σε κάποια βάρκα.

Αυτό ήταν επίσης το συμπέρασμα από μια ανεξάρτητη μελέτη που έκανε ο Katz για λογαριασμό της οικογένειας Κάλβι το 1992, η οποία περιείχε και μια λεπτομερή αναπαράσταση με βάση τις τελευταίες γνωστές κινήσεις του Κάλβι στο Λονδίνο και εικάστηκε ότι ο Κάλβι μεταφέρθηκε με βάρκα από ένα σημείο πρόσβασης στον Τάμεση στο δυτικό Λονδίνο.

Αυτή η εικασία για το θάνατο του Κάλβι ήταν το επίκεντρο της θεωρίας της δολοφονίας του. Είναι η εκδοχή γεγονότων η οποία απεικονίζεται στην ταινία του Giuseppe Ferrara σχετικά με τα γεγονότα. Το Σεπτέμβριο του 2003, η Αστυνομία του Λονδίνου ξανάνοιξε την υπόθεση ως υπόθεση δολοφονίας.

Ο Ρομπέρτο Κάλβι είχε ασφάλεια ζωής αξίας 10 εκατομμυρίων δολαρίων στην Unione Italiana. Προσπάθειες από την οικογένεια του να διεκδικήσουν τα χρήματα κατέληξαν σε δικαστική αγωγή (Fisher v Unione Italiana [1998] CLC 682). Μετά την ιατροδικαστική έκθεση του 2002 η οποία επιβεβαίωσε ότι ο Κάλβι δολοφονήθηκε, η αποζημίωση δόθηκε παρόλο που περίπου το μισό ποσό πληρώθηκε στα πολλά άτομα τα οποία επιστρατεύθηκαν για να αποδειχτεί η δολοφονία.

Δίκη των Giuseppe Calò και Licio Gelli

Τον Ιούλιο του 1991, ένας «pentito» της Ιταλικής Μαφίας (μαφιόζος που έγινε πληροφοριοδότης, ο Francesco Marino Mannoia ισχυρίστηκε ότι ο Ρομπέρτο Κάλβι δολοφονήθηκε επειδή έχασε λεφτά της Μαφίας όταν κατέρρευσε η τράπεζα Banco Ambrosiano. Σύμφωνα με τον Mannoia,ο δολοφόνος ήταν ο Francesco Di Carlo,ένας μαφιόζος που διέμενε στο Λονδίνο εκείνη την περίοδο.

Η εντολή να δολοφονηθεί ο Κάλβι είχε δοθεί από τα αφεντικά της Μαφίας Guiseppe Calo και Licio Gelli. Όταν ο Di Carlo έγινε πληροφοριοδότης τον Ιούνιο του 1996,αρνήθηκε ότι ήταν αυτός ο δολοφόνος αλλά παραδέχτηκε ότι τον είχε προσεγγίσει ο Calo για να του αναθέσει τη δολοφονία. Όμως,δεν ήταν εφικτό να επικοινωνήσουν με το Di Carlo εκείνη την περίοδο. Όταν αργότερα κάλεσε τον Calo,εκείνος είπε ότι είχε τακτοποιηθεί το ζήτημα. Σύμφωνα με τον Di Carlo,οι δολοφόνοι ήταν οι Vincenzo Casillo και Sergio Vaccari οι οποίοι άνηκαν στην Camorra (ιταλική εγκληματική οργάνωση) από τη Νάπολι και αργότερα δολοφονήθηκαν.

Το 1997,Ιταλοί κατήγοροι στη Ρώμη ενέπλεξαν ένα μέλος της σικελικής μαφίας,τον Giuseppe Calo,στη δολοφονία του Κάλβι,μαζί με τον Flavio Carboni,εναν Σαρδηνό επιχειρηματία με μεγάλο εύρος ενδιαφερόντων. Δύο άλλοι άντρες,ο Ernesto Diotallevi (σύμφωνα με τις αναφορές αρχηγός της Banda della Magliana,μιας οργάνωσης τύπου μαφίας από τη Ρώμη) και το πρώην μέλος της Μαφίας το οποίο έγινε πληροφοριοδότης Francesco Di Carlo,λέγεται ότι ενεπλάκησαν επίσης στη δολοφονία.

Το 2003,οι Ιταλοί κατήγοροι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Μαφία ενέργησε όχι μόνο για δικό της συμφέρον αλλά και για να διασφαλίσει ότι ο Κάλβι δε θα μπορούσε να εκβιάσει «πολιτικές και θεσμικές προσωπικότητες του ελευθεροτεκτονισμού, της στοάς P2 και του Ινστιτούτου Θρησκευτικών Έργων με τα οποία είχε επενδύσει μεγάλα χρηματικά ποσά μερικά από τα οποία άνηκαν στην Cosa Nostra και σε ιταλικούς δημόσιους οργανισμούς».

Στις 19 Ιουλίου του 2005, ο Licio Gelli, ο αρχιμάγιστρος της μασονικής στοάς Ρ2 έλαβε μια ειδοποίηση – απαιτούμενη από την Ιταλική νομοθεσία – η οποία τον πληροφορούσε ότι ήταν επισήμως υπό έρευνα για κατηγορίες σχετικά με το φόνο του Κάλβι με σύνεργο τους Giuseppe Calo,Ernesto Diovatelli,Flavio Carboni και τον πρώην δεσμό του Carboni,την αυστριακή Manuela Kleinszing. Οι υπόλοιποι 4 κατηγορούμενοι είχαν ήδη προσαχθεί με κατηγορίες φόνου τον Απρίλιο σε διαφορετική δίκη.

Σύμφωνα με την ετυμηγορία,αυτοί οι 5 ζήτησαν τη δολοφονία του Κάλβι για να αποτρέψουν τον τραπεζίτη από το να » εκβιάσει πολιτικούς και θεσμικούς φορείς από το χώρο της Μασονίας οι οποίοι ανήκουν στη στοά P2,ή το Ινστιτούτο Θρησκευτικών Έργων (δηλαδή την τράπεζα του Βατικανού) με την οποία είχε διαχειριστεί επενδύσεις και οικονομικές δραστηριότητες με τεράστια χρηματικά ποσά,μερικά από τα οποία προέρχονταν από την Cosa Nostra και άλλες δημόσιες υπηρεσίες «.

Ο Gelli κατηγορήθηκε ότι προκάλεσε το θάνατο του Κάλβι για να τον τιμωρήσει για υπεξαίρεση χρημάτων από την Banco Ambrosiano τα οποία η τράπεζα χρωστούσε σε αυτόν και τη Μαφία. Υποτίθεται ότι η Μαφία ήθελε να εμποδίσει τον Κάλβι από το να αποκαλύψει ότι η Banco Ambrosiano χρησιμοποιούνταν για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Ο Gelli αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη αλλά γνώριζε ότι ο Κάλβι δολοφονήθηκε. Στην κατάθεση του στο δικαστήριο,δήλωσε ότι η δολοφονία διατάχθηκε στην Πολωνία. Αυτό θεωρείται να είναι μια αναφορά στην υποτιθέμενη ανάμειξη του Κάλβι στη χρηματοδότηση της Solidarity (μιας πολωνικής εμπορικής ένωσης) μετά από εντολή του Πάπα Ιωάννη Παύλου του 2ου η οποία φημολογείται ότι προήρθε από το Βατικανό. Παρόλαυτα,το όνομα του Gelli δεν συμπεριλήφθηκε στο τελικό κατηγορητήριο στη δίκη που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2005.

Δίκες στην Ιταλία

Το 2005 οι Ιταλοί μάγιστροι που ερευνούσαν το θάνατο του Κάλβι ταξίδεψαν στο Λονδίνο ώστε να ανακρίνουν μάρτυρες. Διατηρούσαν συνεργασία με τον επικεφαλή Trevor Smith ο οποίος «έχτισε» την υπόθεση του βασισμένος εν μέρει σε στοιχεία που το έδωσε ο Jeff Katz. Ο Smith κατάφερε να κάνει την πρώτη σύλληψη Βρετανού μάρτυρα ο οποίος είχε διαπράξει ψευδομαρτυρία κατά τη δίκη του Κάλβι.

Στις 5 Οκτωβρίου του 2005,η δίκη των 5 κατηγορουμένων για τη δολοφονία του Κάλβι ξεκίνησε στη Ρώμη. Οι κατηγορούμενοι ήταν οι Giuseppe Calò, Flavio Carboni, Manuela Kleinszig, Ernesto Diotallevi και ο πρώην οδηγός και σωματοφύλακας του Κάλβι,ο Silvano Vittor. Η δίκη έλαβε μέρος σε ένα ειδικά διαμορφωμένο χώρο στις φυλακές Rebibbia της Ρώμης.

Στις 6 Ιουνίου του 2007,και οι 5 κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από το δικαστήριο για τη δολοφονία του Κάλβι. Ο Mario Lucio d’Andria,ο πρόεδρος του δικαστηρίου στη δίκη,απέρριψε τις κατηγορίες κάνοντας λόγο για «ανεπαρκή στοιχεία» μετά από έρευνες 20 μηνών. Η ετυμηγορία αποτέλεσε έκπληξη για τα άτομα που βρίσκονταν στη δικαστική αίθουσα. Το δικαστήριο απεφάνθη πως ο θάνατος του Κάλβι ήταν δολοφονία και όχι αυτοκτονία. Η υπεράσπιση δήλωσε πως υπήρχαν πολλοί άνθρωποι με κίνητρο δολοφονίας του Κάλβι,συμπεριλαμβανομένων αξιωματούχων του Βατικανού και προσωπικοτήτων της Μαφία,όλοι από τους οποίους ήθελαν να διασφαλίσουν τη σιγή του Κάλβι. Δικηγόροι οι οποίοι παρακολουθούσαν τη δίκη δήλωσαν ότι οι κατήγοροι συνάντησαν δυσκολίες στο να παρουσιάσουν πειστικά επιχειρήματα καθώς είχαν περάσει περίπου 25 χρόνια από το θάνατο του Κάλβι. Επίσης,βασικοί μάρτυρες είτε δεν ήθελαν να καταθέσουν,είτε ήταν αδύνατο να εντοπιστούν είτε δεν ζούσαν πλέον. Οι κατήγοροι ζήτησαν να απαλλαχθεί από τις κατηγορίες η Manuela Kleinszig,λέγοντας πως υπήρχαν ανεπαρκή στοιχεία εναντίον της,αλλά επιδίωξαν ισόβια καταδίκη για τα άλλα 4 άτομα.

Ο ιδιωτικός ερευνητής Jeff Katz,τον οποίο προσέλαβε η οικογένεια του Κάλβι το 1991 να διερευνήσει το θάνατο του,υποστήριξε ότι είναι πιθανό να διέφυγαν της δίκης άτομα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην υπόθεση. » Το πρόβλημα είναι ότι οι άνθρωποι που μάλλον διέταξαν τη δολοφονία του Κάλβι δεν έχουν κληθεί στο δικαστήριο – καθώς το να κληθούν αυτοί οι άνθρωποι είναι μάλλον ιδιαίτερα δύσκολο » δήλωσε σε μια συνέντευξη. Ο Katz είπε πως ήταν «προφανώς αλήθεια» το ότι η Μαφία εκτέλεσε τη δολοφονία αλλά τα μέλη της Μαφίας που ήταν ύποπτοι είτε ήταν νεκρά είτε αγνοούνταν. Η ετυμηγορία στη δίκη δεν ήταν το τέλος της υπόθεσης,καθώς από τον Ιούνιο του 2007 το γραφείο των κατήγορων στη Ρώμη είχε ξεκινήσει μια δεύτερη έρευνα η οποία ενέπλεκε μεταξύ άλλων και τον Licio Gelli.

Το Μάιο του 2009,οι κατηγορίες εναντίον του Gelli αποσύρθηκαν. Σύμφωνα με το μάγιστρο υπήρχαν ανεπαρκή στοιχεία ώστε να αποδειχθεί ότι ο Gelli,ο πρώην επικεφαλής της μυστικής μασονικής στοάς P2,είχε παίξει ρόλο στο σχεδιασμό και την εκτέλεση του εγκλήματος.

Στις 7 Μαΐου του 2010,το Δικαστήριο Εφέσεων επιβεβαίωσε την αθώωση των Calò, Carboni και Diotallevi. Ο δημόσιος κατήγορος,Luca Tescaroli, δήλωσε μετά την ετυμηγορία πως για την οικογένεια » Ο Κάλβι δολοφονήθηκε για δεύτερη φορά «.

Στις 18 Νοεμβρίου του 2011,το δικαστήριο ύστατης προσφυγής,το Δικαστήριο της Cassation,επιβεβαίωσε την αθώωση. Ο Giuseppe Calò βρίσκεται ακόμα φυλακισμένος ισόβια για κατηγορίες σχετικά με τη Μαφία οι οποίες δε σχετίζονται με το θάνατο του Κάλβι.

Εκπομπές για το θάνατο του Κάλβι

Οι συνθήκες που αφορούν το θάνατο του Κάλβι έγιναν ταινία,το «I Banchieri di Dio – Il Caso Calvi» (Οι Τραπεζίτες του Θεού – Η υπόθεση Κάλβι),το 2001. Μετά την κυκλοφορία της ταινίας,ο Flavio Carboni έκανε μήνυση στον σκηνοθέτη Giuseppe Ferrara για συκοφαντία αλλά έχασε. Η μήνυση προκάλεσε την απόσυρση της ταινίας από τους ιταλικούς κινηματογράφους αλλά κυκλοφόρησε στα video club όταν έληξαν οι νομικές δράσεις.

Μια ιδιαίτερα ευφάνταστη έκδοση του Κάλβι εμφανίζεται στην ταινία » Ο Νονός 3 » στο χαρακτήρα του Frederick Keinszig.

Το 1990,η σειρά The Comic Strip Presents του Channel Four η οποία είχε μεταφερθεί στο BBC2 εκείνο το έτος,παρήγαγε μια παρωδία της ιστορίας του Κάλβι με τον τίτλο «Spaghetti Hoops» με τον Nigel Planer στον πρωταγωνιστικό ρόλο,σκηνοθεσία του Peter Richardson και σεναριογραφία του ίδιου μαζί με τον Pete Richens.

Με τον ίδιο σκηνοθέτη και σεναριογράφους,η κωμωδία «Ο Πάπας πρέπει να πεθάνει» (1991) στην οποία ένας αφελής ιερέας τον οποίο υποδύεται ο Robbie Coltrane γίνεται ξαφνικά Πάπας και αναλαμβάνει το Βατικανό το οποίο το «κυβερνά» η ιταλική Μαφία,έχει περιγραφεί από το Variety ως » ελαφρώς βασισμένη στο τραπεζικό σκάνδαλο Ρομπέρτο Κάλβι «.

Στην ταινία το 2009 » Ο φανταστικός κόσμος του Δόκτωρ Παρνάσους » ο χαρακτήρας του Τόνι, τον οποίο υποδύθηκε ο Χιθ Λέτζερ βρίσκεται κρεμασμένος (ζωντανός) κάτω από τη γέφυρα Blackfriars, κάτι το οποίο περιγράφηκε από τον σκηνοθέτη Terry Gilliam ως » φόρος τιμής στον Ρομπέρτο Κάλβι «.

wikipedia

ΔΗΜΟΦΙΛΗ