Το κληροδότημα Σημίτη

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Του Βασίλη Βιλιάρδου

Ξεκινώντας από την «προδοσία» των Ιμίων, την 31η Ιανουαρίου του 1996, όπου ο κ. Σημίτης συμφώνησε να μην υπάρχουν ελληνικά πλοία, στρατός και σημαία στην περιοχή, είναι ξεκάθαρο πως έβαλε τα θεμέλια όλων αυτών που αντιμετωπίζουμε σήμερα στο Αιγαίο – το αποτέλεσμα του «γκριζαρίσματος».

IMG 6345

Παραμένοντας όμως στο οικονομικό σκέλος, το 1997 ήταν η αφετηρία του σκανδάλου των φαρμάκων, όπου η Novartis αργότερα ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου – κάτι που φαίνεται καθαρά από τις στατιστικές κατανάλωσης φαρμάκων.

Περαιτέρω, παρά την τεράστια πτώση των επιτοκίων δανεισμού της Ελλάδας λόγω της προοπτικής εισόδου της στην Ευρωζώνη από 25% αρχικά σε σχεδόν 5%, η κυβέρνηση Σημίτη μείωσε ελάχιστα το δημοσιονομικό της έλλειμμα – το οποίο άρχισε να αυξάνεται ξανά μετά το 2000, εκτοξευόμενο στο -8,8% το 2004.

Έτσι, ενώ έπρεπε να χρησιμοποιηθούν τα χαμηλά επιτόκια, καθώς επίσης τα πακέτα στήριξης της ΕΕ για τη μείωση του δημοσίου χρέους, καθώς επίσης για τη διεξαγωγή παραγωγικών επενδύσεων, το χρέος της γενικής κυβέρνησης παρέμεινε σταθερά γύρω στο 100% του ΑΕΠ – παρά την εκρηκτική άνοδο του ΑΕΠ (περιοδικά ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν άνω του 5%), λόγω των δημοσίων έργων, των ολυμπιακών, της ιδιωτικής κατανάλωσης κλπ.

Την ίδια στιγμή όμως το ιδιωτικό χρέος διπλασιάσθηκε, με τα γνωστά καταναλωτικά δάνεια για διακοπές κλπ. – οπότε ξανά τέθηκαν οι βάσεις για την εκτόξευση του. Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως υπήρχαν συνεχείς αναθεωρήσεις των ελλειμμάτων που παρουσίαζε ο τότε υπουργός οικονομικών – όπως έλλειμμα 1,2% το 2003 αντί πλεόνασμα 0,1% (αναφορά το 2002 σε σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το έλλειμμα και το χρέος).

Εάν τώρα ερευνήσει κανείς την εξέλιξη του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης, θα διαπιστώσει πως το 1997 είχε εκτοξευθεί στο 120% του ΑΕΠ – σε επίπεδα δηλαδή πολύ επικίνδυνα. Αυτός ήταν ο λόγος της βιαστικής εισόδου της χώρας μας με τεχνάσματα στην Ευρωζώνη – όπου όμως, αντί να υιοθετήσει μία συνετή δημοσιονομική πολιτική, εξυγιαίνοντας την οικονομία μας, όχι μόνο συνέχισε τη σπατάλη, αλλά την αύξησε σε μεγάλο βαθμό.

Σε κάθε περίπτωση, τη δεύτερη τετραετία του κ. Σημίτη δημιουργήθηκε ένα κλίμα δημοσιονομικής ελαφρότητας και αφερεγγυότητας.

Επόμενο κατόρθωμα της κυβέρνησης Σημίτη, ήταν το περίφημο Swap με τη Goldman Sachs, η οποία χρέωσε 400 εκ. € τις υπηρεσίες της – όπου μεταξύ άλλων έχουν γραφεί τα εξής:

«Επί υπουργίας Οικονομικών Ε. Βενιζέλου εγγράφηκε στον προϋπολογισμό ένα πρόσθετο χρέος 16 δις €! Αυτό για όσους αναρωτιούνται ήταν το τελικό κόστος του περιβόητου swap της Goldman Sachs, που έλαβε χώρα επί κυβερνήσεως Σημίτη το 2001 – με στόχο να κρύψει χρέος 2,8 δις €…..

Στην ίδια κατεύθυνση (δηλαδή της υπερχρέωσης των επόμενων γενεών, με την εμφάνιση μίας επίπλαστης ανάπτυξης), ήταν οι μέθοδοι των τιτλοποιήσεων που εφάρμοζε η κυβέρνηση Σημίτη – προεισπράττοντας έσοδα από τα λαϊκά λαχεία, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κοκ.

Σήμερα, τα έσοδα αυτά απλά λείπουν από τους συγκεκριμένους φορείς – επειδή είναι υποθηκευμένα για πολλά χρόνια, με τις γνωστές συνέπειες. Δηλαδή, την κρατική χρηματοδότηση για την κάλυψη των κενών, τις βιαστικές αποκρατικοποιήσεις κλπ.»

Εδώ δεν πρέπει να ξεχασθεί το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου που κορυφώθηκε το 2000 – όπου δεκάδες χιλιάδες Έλληνες έχασαν τα σπίτια και τα χρήματα τους, μαζί με την καταστροφή των ασφαλιστικών ταμείων. Ούτε βέβαια η απίστευτη διαφθορά (μίζες) των υπουργών του κ. Σημίτη, όσον αφορά τα εξοπλιστικά, τις κατασκευές, τα φάρμακα κλπ. Εν προκειμένω, οι δαπάνες για τα εξοπλιστικά την περίοδο 1990-2000 ήταν συνολικά 21,394 δις $, καθιστώντας την Ελλάδα 7η χώρα παγκοσμίως – ενώ η απορρόφηση των ΕΣΠΑ εκτοξεύθηκε επί κ. Σουφλιά, με την κατασκευή πολλών αυτοκινητοδρόμων.

Ακολούθησαν τα «μαύρα ταμεία» της Siemens, με τις γνωστές κατηγορίες του κ. Τσουκάτου – όπου παραδέχθηκε πως τα χρήματα οδηγούνταν στο ΠΑΣΟΚ, ως ένα είδος πολιτικής συνδιαλλαγής! Επίσης οι γνωστές υποθέσεις με το C4I και οι δαπάνες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες – όπου κατά τον κ. Στουρνάρα ανήλθαν σε 8,5 δις €, μειωμένες κατά τα 2 δις € των εισιτηρίων, με κέρδος κατά τον ίδιο τις υποδομές που παρέμειναν στην Ελλάδα. Οι υποδομές αυτές όμως μεταβιβάσθηκαν στη θυγατρική του Υπερταμείου των ξένων, στην ΕΤΑΔ – χωρίς καν να αποτιμηθούν, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται με αμελητέα αξία.

Θα μπορούσε βέβαια να ισχυρισθεί κανείς πως ο πρωθυπουργός μίας χώρας δεν είναι υπεύθυνος για τη διαφθορά των υπουργών του ή δεν τη γνώριζε. Είναι όμως δυνατόν να πιστέψει κανείς πως δεν τη γνώριζε; Δεν φαινόταν ολοκάθαρα ο πλούτος και τα σπίτια που είχαν συσσωρεύσει, χωρίς κανένα φόβο μήπως αποκαλυφθούν; Αφού λοιπόν ασφαλώς τη γνώριζε, δεν ήταν και είναι υπεύθυνος; Ποια είναι αλήθεια η άποψη της κυρίας Διαμαντοπούλου και όλων αυτών που διοργάνωσαν την πρόσφατη γιορτή προς τιμήν του; Την άξιζε;

ΔΗΜΟΦΙΛΗ