Η Ευρωπαϊκή Ένωση κλιμακώνει την εμπορική της αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ανακοινώνοντας την επιβολή δασμών ύψους 26 δισ. ευρώ (28,3 δισ. δολάρια) σε αμερικανικά προϊόντα.
Η απόφαση αυτή ήρθε ως απάντηση στους νέους δασμούς 25% που ανακοίνωσε η Ουάσινγκτον στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, εντείνοντας τη διαμάχη μεταξύ δύο από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους του πλανήτη.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, τα αντίμετρα της Ε.Ε. είναι «ισχυρά αλλά αναλογικά» και αποτελούν μια προσπάθεια να προστατευθούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις από τις οικονομικές συνέπειες των αμερικανικών περιορισμών. Οι νέοι ευρωπαϊκοί δασμοί αναμένεται να τεθούν σε ισχύ στα μέσα Απριλίου, αφού πρώτα εγκριθούν από τα κράτη-μέλη.
Η Ε.Ε. στοχεύει σε κρίσιμους τομείς της αμερικανικής οικονομίας, επιβάλλοντας δασμούς όχι μόνο σε χάλυβα και αλουμίνιο, αλλά και σε αγροτικά προϊόντα, ηλεκτρικές συσκευές, κλωστοϋφαντουργικά είδη και αγαθά με έντονο πολιτικό συμβολισμό, όπως το αμερικανικό bourbon, οι μοτοσυκλέτες Harley-Davidson και τα ιστιοπλοϊκά σκάφη.
Η επιλογή των προϊόντων που θα επιβαρυνθούν με δασμούς δεν είναι τυχαία. Όπως και σε προηγούμενες εμπορικές διενέξεις, η Ε.Ε. στοχεύει σε προϊόντα που προέρχονται από πολιτείες-κλειδιά στις ΗΠΑ, όπου οι οικονομικές απώλειες μπορεί να ασκήσουν πολιτική πίεση στην αμερικανική κυβέρνηση.
Ο εμπορικός επίτροπος της Ε.Ε., Μάρος Σέφκοβιτς, βρέθηκε τον περασμένο μήνα στην Ουάσινγκτον σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η κρίση, προσφέροντας παραχωρήσεις όπως μείωση δασμών σε βιομηχανικά αγαθά και αύξηση των εισαγωγών αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Ωστόσο, η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε στην επιβολή των δασμών, οδηγώντας την Ε.Ε. στην αντεπίθεση.
«Η διατάραξη του παγκόσμιου εμπορίου λόγω των δασμών μπορεί να αποφευχθεί, εάν οι ΗΠΑ αποδεχθούν την πρότασή μας για έναν δίκαιο συμβιβασμό», δήλωσε ο Σέφκοβιτς, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αντίποινων εάν η Ουάσινγκτον συνεχίσει την επιθετική της εμπορική πολιτική.
Η Σκιά του Τραμπ και οι Πολιτικές Προεκτάσεις
Η νέα αυτή σύγκρουση φέρνει στη μνήμη τον εμπορικό πόλεμο της πρώτης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, όταν οι ΗΠΑ είχαν επιβάλει δασμούς 25% στον ευρωπαϊκό χάλυβα και 10% στο αλουμίνιο, επικαλούμενες λόγους εθνικής ασφάλειας. Τότε, η Ε.Ε. είχε απαντήσει με αντίμετρα ύψους 7 δισ. δολαρίων, στοχεύοντας, μεταξύ άλλων, σε προϊόντα όπως τα αμερικανικά τζιν Levi’s και οι μοτοσυκλέτες Harley-Davidson.
Αν και η διαμάχη είχε προσωρινά εκτονωθεί το 2021 με τη σύναψη ενός συμβιβασμού που ανέστειλε ορισμένους από τους δασμούς, η σημερινή κλιμάκωση δείχνει πως η ένταση στις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ-Ε.Ε. δεν έχει τελειώσει. Μάλιστα, ο Τραμπ έχει ήδη προαναγγείλει ότι, εάν επανεκλεγεί, θα προχωρήσει σε νέους δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα, με έμφαση στα αυτοκίνητα και τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας.
Οι νέοι αμερικανικοί δασμοί αναμένεται να πλήξουν σοβαρά τη βιομηχανία χάλυβα και αλουμινίου της Ευρώπης, η οποία ήδη αντιμετωπίζει αυξημένο ανταγωνισμό από φθηνές εισαγωγές από την Ασία και τη Βόρεια Αφρική.
«Η ευρωπαϊκή αγορά είναι ήδη κορεσμένη από φθηνό εισαγόμενο χάλυβα, και η κατάσταση θα επιδεινωθεί καθώς οι ποσότητες που αρχικά προορίζονταν για τις ΗΠΑ θα ανακατευθυνθούν προς την Ευρώπη», προειδοποίησε εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής βιομηχανίας χάλυβα Eurofer.
Παρόμοια προβλήματα αναμένονται και στην αγορά αλουμινίου, όπου οι ευρωπαϊκές εταιρείες εκφράζουν φόβους για αύξηση των εισαγωγών από τον Καναδά, ο οποίος προμηθεύει πάνω από το 50% του αλουμινίου που εισάγουν οι ΗΠΑ.
Η νέα εμπορική κλιμάκωση έρχεται σε μια περίοδο γενικευμένης οικονομικής αβεβαιότητας, καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις παραμένουν υψηλές και οι ευρωπαϊκές οικονομίες αναζητούν σταθερότητα. Οι ευρωπαϊκές αγορές αντέδρασαν με μικρή άνοδο στα χρηματιστήρια, ελπίζοντας σε πρόοδο στις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός στον πόλεμο της Ουκρανίας, αν και το ευρώ υποχώρησε κατά 0,3% μετά από τρεις ημέρες ανόδου.
Με το τέλος Μαρτίου να αποτελεί κρίσιμο ορόσημο – καθώς τότε λήγει η προσωρινή αναστολή ορισμένων δασμών που είχαν επιβληθεί κατά την πρώτη εμπορική διαμάχη Ε.Ε.-ΗΠΑ – η επόμενη κίνηση των Βρυξελλών θα καθορίσει αν η σύγκρουση αυτή θα οδηγήσει σε μια νέα εποχή εμπορικών πολέμων ή αν υπάρχει ακόμα περιθώριο για διπλωματική λύση.