H κοινωνία μας έχει αυτό που της αξίζει…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

soulaΦυσικά και θα γινόταν αυτό που έγινε.
Φυσικά και το θέμα θα έπαιρνε τις διαστάσεις που πήρε.
Φυσικά και θα σηκωνόταν ένας ορυμαγδός δηλώσεων θέσεων και απόψεων αντιδιαμετρικά αντίθετων.
Έτσι έπρεπε.
Έπρεπε να φορτιστεί επικοινωνιακά το τοπίο, αφού ήταν επιτακτική ανάγκη το  μυαλό του κόσμου να είναι στραμμένο οπουδήποτε αλλού, εκτός από εκεί που κανονικά θα έπρεπε να είναι: Ότι καταρρέουμε ως έθνος, ως κράτος, ως κοινωνία.
Μάθαμε το βιογραφικό της Σούλας, το κοινωνικό και φιλανθρωπικό της έργο, από πού κατάγεται, πότε έμεινε έγκυος,  από ποιον, από ποια ασθένεια αρρώστησε ο πατέρας του παιδιού της, ποιες είναι οι επιχειρηματικές της δραστηριότητες, τι χρώμα βάφει τα μαλλιά της και βέβαια πού βρίσκονται οι επιχειρήσεις της, η μητρική, η θυγατρική και τα παραρτήματα (με διεύθυνση και αριθμό). (Ακούσαμε Πανούση, Παπακωνσταντίνου, -ωδή στην π….να- τακτοποιήσαμε τα σώψυχά μας, αισθανθήκαμε αρκούντως επαναστατικοί και προχό και μπορούμε να κοιμηθούμε ήσυχοι).
Η ενημέρωσή μας ήταν πλήρης και πλούσια σε πληροφορία –πικάντικη και μη- και βέβαια αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Γιατί τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ένα πλήθος  «ευαισθητοποιημένων» δημοσιογράφων υπερασπίστηκε με πάθος το δικαίωμα της «συμπαθέστατης κυρίας Σούλας» στη διαφήμιση και την  κερδοφορία, (ωχ, αδερφέ! και τι έγινε αν εμπλακεί και κάνα δημοτικό σχολείο;) αφού η δυστυχής κυρία είχε λέει μια δύσκολη και άδικη ζωή. Ότι η κ. Σούλα είναι μεγάλη επιχειρηματίας (μα πολύ!), εκπρόσωπος του κεφαλαίου και εκμεταλλεύτρια δυστυχισμένων γυναικών, είναι μία άλλη υπόθεση.
Κρίμα η καημένη η γυναίκα! Βασανισμένη! Τώρα, το γεγονός ότι στην κοινωνία μας υπάρχουν χιλιάδες γυναικών που αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες, τα βάσανα και τη φτώχεια τους και μεγαλώνουν τα παιδιά τους με αξιοπρεπή τρόπο, προτιμώντας να σφουγγαρίζουν σκάλες και να ξεσκατίζουν γέρους από το να βγουν στην πορνεία, αυτό δε συμπεριλαμβάνεται στα ενδιαφέροντά μας. Είμαστε προοδευτικοί, προχωρημένοι και απενοχοποιημένοι και επιλέγουμε την τσατσά και τον νταβατζή ως εμβλήματά μας και ως υπέρτατες αξίες στη ζωή μας. Τα κορίτσια της κυρίας Σούλας που πάνω τους μπορεί και να ξεσπάει ο καθένας ό,τι αρρωστημένο διαθέτει,  δεν μας πολυενδιαφέρουν. Είναι κλεισμένες σε σκοτεινά δωμάτια με μεγάλα κρεβάτια και κόκκινα σεντόνια και καλά κάνουν που είναι εκεί που είναι γιατί τις επισκεπτόμαστε όποτε γουστάρουμε. Πληρώνουμε και γα…με!
Η πικρή αλήθεια είναι ότι είμαστε θυμωμένοι με τους πολιτικούς, την πολιτική, (πόσοι πολιτικοί είναι συνέταιροι σε οίκους ανοχής;;;) τον γείτονα, τον υπάλληλο του σουπερ-μάρκετ, τον εργοδότη μας και όλους όσοι αναπνέουν και γι’ αυτό βγάζουμε τις ψυχώσεις μας –όλοι έχουμε, μην το συζητάτε- αλέθοντας τα πάντα στο χωνευτήρι της αγανάκτησης.
Ξέρω – ξέρω! Όλα αυτά είναι υποκρισία,  ψευτιά, αναχρονισμός, χρηστομάθεια,  κλπ. κλπ. κλπ. Όμως καλύτερα είναι να μαθαίνουμε στα παιδιά ότι στη ζωή δεν ξεπουλιούνται όλα στο βωμό του χρήματος. Ακόμα και αν δεν είναι της μόδας.
Η αξιοπρέπεια και η φτώχεια ποτέ δεν ήταν «πιασάρικο» θέμα σε μια κοινωνία που έχει αυτό που της αξίζει: πουλημένους πολιτικούς, δήθεν πολίτες, ευαισθησίες κατά περίπτωση και… Σούλες.
Ας μη χάνουμε το μέτρο.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ