Βασίλης Δημ. Χασιώτης : Η προειδοποίηση…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Κεφάλαιο ένατο : Το μήνυμα…

(Συνέχεια του μυθιστορήματος με το 1ο και 2ο Μέρος του 9ου Κεφαλαίου)

image0011

Τα προηγούμενα:

Η προειδοποίηση…

Η προειδοποίηση… : Κεφάλαιο δεύτερο : Σοκ στο σοκ…

Η προειδοποίηση… : Κεφάλαιο δεύτερο : Σοκ στο σοκ… (συνέχεια)

Η προειδοποίηση… : Κεφάλαιο δεύτερο : Σοκ στο σοκ… (2η συνέχεια)

Η προειδοποίηση …κεφάλαια 3 και 4

Η προειδοποίηση… κεφάλαια 5 και 6

 (Συνέχεια με τα κεφάλαια 7 και 8)
Ι : Kαταγγελία urbietorbi
 
Ο πρωθυπουργός ήταν καθισμένος στο γραφείο έχοντας μπροστά του μερικές σελίδες. Οι τεχνικοί ήταν έτοιμοι, και ο σκηνοθέτης ενημέρωσε τον πρωθυπουργό ότι θα άρχιζε το μήνυμά του, μόλις θα του έκανε σήμα. Επίσης έδινε τις τελευταίες οδηγίες στον πρωθυπουργό πώς να κοιτά τη κάμερα. Περίμεναν να πάει ακριβώς οκτώ η ώρα, και δεν έμειναν παρά δύο λεπτά. Ο σκηνοθέτης είπε στον πρωθυπουργό ότι σε  δέκα δευτερόλεπτα αρχίζει η μετάδοση, και με τα δάκτυλα των χεριών του έδειχνε στον πρωθυπουργό πόσα δευτερόλεπτα έμεναν και τέλος, έδωσε το σήμα να αρχίσει :

 
Ο πρωθυπουργός άρχισε το μήνυμά του :
 
«Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες
 
»Η θητεία της κυβέρνησης αυτής, όπως γνωρίζετε, δεν μετρά παρά λίγες μέρες.
 
»Ανήλθαμε στην εξουσία υποσχόμενοι ότι θα αποκαταστήσουμε την εθνική μας κυριαρχία, θα καταργήσουμε τα Μνημόνια ως προϊόντα βίαιης επιβολής αλλά και ως προς το περιεχόμενό τους και τις συνέπειές τους εντελώς ασύμβατα με θεμελιώδη ανθρώπινα και ατομικά δικαιώματα, την αξιοπρέπεια, και το σύνταγμά μας, ότι τα βάρη για την αντιμετώπιση της κρίσης θα επανακατανεμηθούν αναδρομικά από την αρχή της εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών κατά τρόπο δίκαιο, και ότι όσοι είχαν τολμήσει να καταχραστούν δημόσιο χρήμα, θα το επέστρεφαν μέχρις δεκάρας.
 
»Πρώτο δείγμα ρήξης με ένα πολιτικό παρελθόν που δικαίως φέρει τον τίτλο της Αθλιότητας και αποτέλεσε τη μήτρα όλων των δεινών, οικονομικών και κοινωνικών, είναι ότι αυτή η κυβέρνηση τηρεί τις υποσχέσεις της. Αυτό το τόσο αυτονόητο, εν τούτοις είναι ένα τεράστιο βήμα, όταν η ανοιχτή υφαρπαγή, δηλαδή η κλοπή ψήφων με προεκλογικές δεσμεύσεις που απλά και ανερυθρίαστα δεν τηρούνταν, είχε προαχθεί σε μια «φυσιολογική» κατάσταση των πραγμάτων. Όμως, μια κυβέρνηση που αναρριχάται υποκλέπτοντας την ψήφο των πολιτών και που εφαρμόζει μια ριζικά διαφορετική πολιτική από εκείνη που υπόσχονταν, και που είναι βέβαιο ότι ουδέποτε θα εκλέγονταν αν παρουσίαζε εξ αρχής το πραγματικό της κυβερνητικό πρόγραμμα, είναι μια κυβέρνηση που έχει απωλέσει τη δεδηλωμένη, ακριβώς τη στιγμή που ορκίζεται ως τέτοια.
 
»Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την εθνική  μας κυριαρχία, πρόκειται για ένα θέμα που δεν προσφέρεται για κανενός είδους συζήτηση, πόσο μάλλον προς διαπραγμάτευση, πρόκειται για θέμα, που μονάχα αν η χώρα καταλαμβάνονταν στρατιωτικά θα ήταν δυνατόν να αναγνωριστεί η όποια και για οποιοδήποτε λόγο ξένη κατοχική δύναμη, από μια κυβέρνηση δωσιλόγων, όχι όμως και από μια πατριωτική κυβέρνηση που θα όφειλε να περάσει αμέσως στην αντίσταση κατά του ξένου κατακτητή. Η κυβέρνηση, δεν πρόκειται να ανεχθεί συμπεριφορές οποιασδήποτε άλλης κυβέρνησης, που δεν θα σέβεται την κυριαρχία αυτή και το κύρος της κυβέρνησής μας, διότι αυτό, θα αποτελεί την αποδοχή από πλευράς μας μιας ύβρεως εναντίον του ίδιου του λαού μας. Μια χώρα που βρίσκεται σε οικονομικό πρόβλημα και ζητά τη συνδρομή υποτιθέμενων ή πραγματικών φίλων και εταίρων της, δεν δίνει το δικαίωμα σε καμία ξένη κυβέρνηση και σε κανένα ξένο δανειστή, όποια νομική υπόσταση και αν έχει, να επιπίπτει ως όρνεο πάνω στη χώρα αυτή.
 
»Συνεπώς, θα καλέσουμε τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να μας γνωρίσουν αν είναι διατεθειμένοι να μας βοηθήσουν, με όρους όμως που θα σέβονται την αξιοπρέπεια του λαού μας, και με όρους που θα μας δίνουν χώρο και χρόνο για να αναπνεύσουμε και όχι, όπως συνέβη μέχρι σήμερα, να μας παρέχουν ένα «φάρμακο» που αντί να σώζει σκοτώνει τον ασθενή. Και φυσικά η όποια νέα συμφωνία, θα επικυρωθεί όχι από έναν υπουργό οικονομικών ή τη κυβέρνησή ή τη Βουλή, μα με δημοψήφισμα από τον ίδιο το λαό μας. Αν ήταν να πεθάνουμε μπορούσαμε να το κάνουμε και μόνοι μας, όμως, είμαστε αρκετά αγωνιστές και αρκετά αποφασισμένοι να παλέψουμε να βγούμε από τη κρίση, αν οι εταίροι μας επιμείνουν στην μέχρι τώρα βοήθειά τους, που μαθηματικά μας στέλνει στη μόνιμη εξαθλίωση και στην μόνιμη υπανάπτυξη. Βεβαίως, το Διεθνές Ταμείο, στην όποια νέα συμφωνία, δεν θα έχει θέση, διότι κατά την άποψή μας δεν είχε εξ αρχής θέση εντός των ορίων της Ένωσης, στην οποία εισήλθε λάθρα με συμφωνίες παρασκηνιακές όπως πιστεύω. Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση αδυνατεί να στηρίξει πολιτικές αλληλεγγύης μεταξύ των εταίρων της, τότε αυτή η Ένωση, διερωτώμαι πώς είναι δυνατό να σχεδιάζει την υλοποίηση πολύ πιο δύσκολων και φιλόδοξων στόχων, όπως παραδείγματος χάρη, ο στόχος της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
 
»Αυτή η πρόσκλησή μου, απευθύνεται προς όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, των οποίων την αλληλεγγύη επικαλούμαι, και όχι μονάχα σε μια ή δύο κυβερνήσεις που φιλοδοξούν να ασκήσουν τον ρόλο του ηγεμόνα στην Ευρώπη, ένα ρόλο που μόνες τους προσδιόρισαν και μόνες τους ανέλαβαν, όμως, είναι ακριβώς η ίδια η φιλοσοφία αυτής της ευρωπαϊκής συμμαχίας που απέκλειε, όταν περισσότερο από μισό αιώνα πριν δημιουργούνταν, ηγεμονικούς ρόλους στην Ευρώπη που ακριβώς στην μη αναβίωση τέτοιων ηγεμονιών στόχευε, φιλοδοξίες που η ήπειρός μας μα και ο κόσμος όλος τις είχε πληρώσει με αίμα και πόνο.
 
»Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες
 
»Θυμηθείτε ότι οι δανειστές ήρθαν στη χώρα μας αυτοχαρακτηριζόμενοι ως «γιατροί» για να σώσουν έναν ασθενή που έπασχε από μια έκτακτη και σοβαρή αρρώστια. Δεν θα μείνω καθόλου στην ουσία της «θεραπείας» που επέβαλαν στη χώρα μας, αφού πρόκειται για πράγματα γνωστά, που τα βιώνουμε καθημερινά κατά τρόπο οδυνηρό. Απλά να θυμίσω, την κοινή μας εμπειρία από τη δράση τούτων των «γιατρών». Εφάρμοσαν μια θεραπευτική αγωγή, που σκοτώνει τον «ασθενή» και μάλιστα χωρίς τη χρήση αναισθητικού, ως εάν αυτό κάπως να δημιουργεί περίεργα αισθήματα ηδονής στους θεράποντες «γιατρούς», αφού θα μπορούσαν να μας σκοτώσουν και πιο «ανθρώπινα». Δημιούργησαν σύγχρονα οικονομικά και κοινωνικά κρεματόρια στα οποία τα θύματα, δηλαδή ο λαός μας, εισάγονται ζωντανά προς «καύση», δηλαδή προς την πλήρη εξαθλίωση.
 
»Η μνημονιακή πολιτική, ακόμα, στο ήθος της και στο ύφος της, υπολείπεται και του αντίστοιχους ήθους και ύφους της συμπεριφοράς ενός τοκογλύφου. Δεν είναι βαριά η λέξη. Διότι ο τοκογλύφος, άπαξ και θέσει τους αρχικούς του όρους «συνεργασίας» τους τηρεί μέχρι το τέλος της συμφωνηθείσας περιόδου, και δεν εμφανίζεται κάθε ένατη Παρασκευή, στις δώδεκα το βράδυ, να σου θέτει συνεχώς νέους όρους και συνεχώς επαχθέστερους σε σχέση με την όποια αρχική συμφωνία. Κατά τα λοιπά, και οι δυο, οι «σωτήρες» μας και ο τοκογλύφος, έχουν ένα κοινό : δεν διστάζουν να σε υπερδανείσουν, να σε «διευκολύνουν», να σε «βοηθήσουν», πάντα με τη προοπτική στο τέλος να σου πάρουν τα πάντα, όταν το βάρος της «βοήθειας» καταστεί δυσβάστακτο και γονατίσει τον βοηθούμενο. Άλλωστε η όποια βοήθεια σταματά, όταν τα περιουσιακά στοιχεία του «βοηθούμενου» παύουν να καλύπτουν το ύψος της «βοήθειας». Αυτό ακριβώς συνέβη στη χώρα μας. Διότι δεν υπάρχει μόνο η δόλια χρεοκοπία. Υπάρχει και η δόλια «διάσωση», όταν ο «διασώστης», στην ουσία σε εξωθεί προς την καταστροφή για ίδιον όφελος, επιβάλλοντας στο θύμα του συνειδητά πολιτικές καταστροφικές για το ίδιο, που στην περίπτωσή μας, μπορεί να είναι ένα «μίγμα» ωφελειών για τον «διασώστη», ταυτόχρονα οικονομικών, πολιτικών και γεωστρατηγικών.
 
»Την ίδια στιγμή, αυτή η «σωτήρια πολιτική», η πολιτική των Μνημονίων, δημιούργησε στη χώρα μας συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης, που επιμελώς αγωνίζονται να κρύψουν και να υποβαθμίσουν το μέγεθός της. Και ας σημειώσω από τώρα κάτι στο οποίο θα επανέλθω λίγο παρακάτω : Αυτή η ανθρωπιστική κρίση, ισχυρίζομαι ότι συνιστά μια οιονεί γενοκτονία.
 
»Οι λέξεις δεν είναι βαριές. Είναι «βαριά» τα γεγονότα. Δεν μπορείς με «ελαφρές» λέξεις να περιγράψεις το κρεματόριο του Νταχάου, χωρίς να κατηγορηθείς ότι με αυτόν τον τρόπο δεν διακωμωδείς ένα έγκλημα. Πρέπει η βαρύτητα των χαρακτηρισμών να είναι ανάλογη της βαρύτητας των γεγονότων. Λίγο πριν αρχίσω την μετάδοση του παρόντος μηνύματός μου, πληροφορήθηκα ότι ένας ακόμα συμπατριώτης μας αυτοκτόνησε, μη αντέχοντας την εξαθλίωση στην οποία τον έφεραν τα «σωτήρια» Μνημόνια. Επισήμως, στη περίοδο των Μνημονίων, οι αυτοκτονίες, δηλαδή οι δολοφονημένοι συνάνθρωποί μου από μια πολιτική που οδηγεί σε σύγχρονα οικονομικά κρεματόρια ένα λαό κατά φουρνιές, τον λαό μας εν προκειμένω, σύμφωνα με τη λογική και τη στρατηγική του σαλαμιού, ανέρχονται σε πάνω από 4.000. Σημειώσατε τη λέξη : «επισήμως». Διότι ο πραγματικός αριθμός των αυτόχειρων –δηλαδή, των δολοφονημένων κατ’ ουσίαν- φημολογείται ότι είναι πολλαπλάσιος.
 
»Μια πολιτική γενοκτονίας μπορεί να εκδηλώνεται υπό διάφορες μορφές, στα πλαίσια διαφόρων πολιτικών, όχι αναγκαστικά μονάχα στα πλαίσια πολιτικών φυλετικής καθαρότητας. Όταν μια ξένη Δύναμη, τυπικώς η Τρόϊκα στη χώρα μας, ουσιαστικώς όμως, για να μη κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, συγκεκριμένες κυβερνήσεις, αν όχι μια μόνο κυβέρνηση, επιβάλλει σε μια άλλη χώρα, στην χώρα μας εν προκειμένω, πολιτικές που οδηγούν όχι μόνο σε ανθρωπιστική κρίση υπό την έννοια της οικονομικής εξαθλίωσης, μα οδηγούν ανθρώπινες υπάρξεις πέρα από τα όρια των ανθρωπίνως φυσιολογικών αντοχών και ανοχών, στην αυτοκτονία, τότε αυτή η «αυτοκτονία» μοιάζει με εκείνους τους δυστυχείς συμπολίτες μας που στη διάρκεια της χούντας, πάλι εδώ στην χώρα μας, λίγες δεκαετίες πριν, μη αντέχοντας τα βασανιστήρια στην κρατική ασφάλεια, βουτούσαν στο κενό για να βρουν τη γαλήνη, αφού οι συνθήκες που βίωναν ήταν χειρότερες απ’ τον ίδιο το φόβο του θανάτου, ο οποίος πια, παρουσιάζονταν σα λύτρωση. Στη περίπτωση της χώρας μου, συντρέχουν, κατά την από καιρό δηλωμένη αντίληψη των πραγμάτων αυτής της κυβέρνησης, όλες οι προϋποθέσεις ώστε η Μνημονιακή πολιτική που μας επιβάλανε, να θεωρηθεί ως «προσβολή κατά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας», με όλα τα στοιχεία της γενοκτονίας με χρήση οικονομικής βίας και απάνθρωπων αλλά και παράνομων οικονομικών μέσων, «όπλων», και ως τέτοια την καταγγέλλω στους λαούς της Ευρώπης, στις κυβερνήσεις της Ευρώπης, σε όλον τον κόσμο τελικά.
 
»Η χώρας μας πολλές φορές χαρακτηρίσθηκε σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια ως το πειραματόζωο της Ευρώπης, ότι εδώ, μέσω των Μνημονίων, δηλαδή των πολιτικών της δήθεν διάσωσής μας, πειραματίζονται πάνω σε ένα λαό με άθλιο τρόπο μεθόδους επιβολής μέτρων εξαθλίωσής του, με την ταυτόχρονη ουσιαστική αποικιοποίηση της χώρας και τον έλεγχο των κοινωνικών αντιδράσεων. Μια όμως κυβέρνηση στην Ευρώπη, όπως είναι γνωστό, περισσότερο από κάθε άλλη, υπήρξε αυτή που πρωτοστάτησε στο πείραμα αυτό. Προσέξτε αναφέρομαι σε κυβέρνηση και όχι σε λαό, διότι δεν νομίζω να υπάρχει ευρωπαϊκός λαός που να ονειρεύεται την αναβίωση ηγεμονιών, προάγγελους δεινών ανάλογων ίσως με τα δεινά που προηγούμενες ηγεμονικές βλέψεις δημιούργησαν στην Ευρώπη.
 
»Ανάμεσα σε πολλά που φαίνεται να αναβίωσαν από τις πιο μαύρες περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας, στη περίπτωση της χώρας μας, ήταν και η αναβίωση της ολοκληρωτικής αντίληψης της συλλογικής ευθύνης. Η χώρας μας, ο λαός της δηλαδή, διέδιδε και διαδίδει η άθλια τους προπαγάνδα, εδώ και στο εξωτερικό, είναι μια χώρα «τεμπέληδων», «διαφθαρμένων» και «κακομαθημένων», που ζούσε πάνω από τις οικονομικές του δυνατότητες, κι εδώ έρχεται και κολλάει ακριβώς η θεωρία της συλλογικής ευθύνης : ένας κλέφτης, όλοι κλέφτες, ένας τάφαγε, όλοι μαζί τα φάγανε.
 
»Στη χώρα μας, το Σύνταγμα στην ουσία είχε μετατραπεί, υπό το βάρος των πιέσεων και απαιτήσεων των δανειστών μας, κουρελόχαρτο, κι αυτό βεβαίως θα το επιτύγχαναν πιο δύσκολα, όχι μόνο αν βρίσκανε εδώ πολιτικές δυνάμεις λιγότερο πρόθυμες, μα αν, προηγούμενα δεν είχαν μεταβάλει σε κουρελόχαρτα τις πλέον θεμελιώδεις πρόνοιες των ιδρυτικών συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν προέβλεπαν μα αξίωναν την ισοτιμία των Κρατών – Μελών της και πολύ περισσότερο την άμεση ή έμμεση ανάμειξη της μιας στα πολιτικά πράγματα της άλλης. Αυτές οι πρόνοιες ούτε σαν καρικατούρες δεν υφίστανται πια.
 
»Οι δανειστές, και στη δική μου αντίληψη των πραγμάτων, όσες κυβερνήσεις ονειρεύονται να μετατραπούν από εταίροι σε ηγεμόνες στην Ευρώπη, υποχρέωναν τις κυβερνήσεις της χώρας μας και την Βουλή μας να ενεργήσουν σε κρίσιμες στιγμές, κατά τρόπο εξευτελιστικό, που ατομικά, ως πολίτης αυτής τη χώρας, περισσότερο απ’ ό,τι ως πολιτικός, δεν το ανέχομαι και επιθυμώ αυτή τη συμπεριφορά να την καταγγείλω, urbietorbi. Ενδεικτικά και μόνο να υπενθυμίσω υπό ποίες συνθήκες και μη αποκρυπτόμενες ομοίως αφόρητες πιέσεις, ψηφίστηκαν κρίσιμοι μνημονιακοί νόμοι, και τα ίδια τα Μνημόνια. Νόμοι πολλών εκατοντάδων σελίδων, εισήγοντο στη Βουλή προς συζήτηση και ψήφιση κυριολεκτικά λίγες μόνο ώρες μετά τη διανομή τους στους βουλευτές, όταν ο χρόνος αυτός, δεν επαρκούσε ούτε για μια απλή ανάγνωση με κάποια μέθοδο ταχείας ανάγνωσης, πόσο μάλλον για την οφειλόμενη μελέτη τους, πάντοτε με τη δήλωση των δανειστών, ότι αν δεν ψηφίζονταν σύμφωνα με την απαίτησή τους, δηλαδή, αν δεν ψηφίζονταν χωρίς οι ψηφίζοντες να γνωρίζουν τι ψηφίζουν, θα διεκόπτετο η εκάστοτε τρέχουσα δόση και ο ίδιος ο δανεισμός, κάτι που αν συνέβαινε από τότε, προσωπικά θα το θεωρούσα ευτύχημα, εφόσον την ίδια στιγμή, ανακοινώνονταν και στους «δανειστές» πως, μέχρις ότου η οικονομία μας ανακάμψει, δεν έχουν να λάβουν τίποτα απολύτως, τα δε Μνημόνιά τους ως κείμενα  – μνημεία ολοκληρωτικής αντίληψης και αντιδημοκρατικού μένους κατά της Ανθρωπότητας κρίνονται άκυρα και χωρίς ισχύ, και τουλάχιστον, όταν οι εκβιαστές αντικατασταθούν από ανθρωπινότερους εκπροσώπους, ό,τι βγάζει, ό,τι παράγει και ό,τι εσοδεύει το Κράτος, θα πηγαίνει αποκλειστικά στη κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού του και της λειτουργίας του. Αυτά που τότε δεν δηλώθηκαν, δηλώνονται σήμερα, με τούτο το μήνυμα, και επί πλέον, ότι η νομιμότητα του χρέους θα επανεξετασθεί και το παράνομο ως και επαχθές χρέος θα διαγραφεί, εν ανάγκη και μονομερώς. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, και άλλες αθλιότερες, -όπως π.χ., οι δημόσιες καταγγελίες ότι η Τρόϊκα εδώ, λειτούργησε ακόμα και ως ατζέντης, συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων, και δικαιούμαι να προβάλλω την υπόνοια : ανιδιοτελώς;- η Κατοχική Δύναμη των ξένων δανειστών, επέβαλε τον νόμο της, ένα νόμο αντάξιο κάθε Κατοχικής Δύναμης.
 
»Την ίδια στιγμή, δεν μπορώ να μη διακρίνω και μια άλλη επιδίωξη των Μνημονίων, που προκύπτει από τις ίδιες τις ρυθμίσεις που επιβάλλει να μη δημιουργηθεί «κακό προηγούμενο», για το ποιος πρέπει να πληρώνει το λογαριασμό σε μια περίπτωση κακοδιαχείρισης -και όχι μόνο- της εθνικής οικονομίας. Εδώ, ακόμα και το ολοκληρωτικής έμπνευσης επιχείρημα της συλλογικής ευθύνης, ούτε αυτό δεν εφαρμόζεται, διότι κάτι άλλο  αθλιότερο ισχύει : τον λογαριασμό θα τον πληρώνουν τα συνήθη υποζύγια που είναι οι μισθωτοί και συνταξιούχοι και εξ αντανακλάσεως, μέσω των επιπτώσεων που θα έχει η εξαθλίωσή τους στην εθνική οικονομία, θα την πληρώνει και η μέση επιχειρηματική τάξη, αν και, σε περιόδους «μεγάλων παιχνιδιών», προσωπική μου άποψη είναι ότι και το μεγάλο κεφάλαιο της χώρας που δέχεται την «επίθεση», δεν θα γλυτώσει ούτε αυτό από τη βουλιμία του Κατακτητή. Αυτών των συνήθων υποζυγίων, σε όλη τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου, που λήγει ουσιαστικά με το πέρας ακριβώς του παρόντος μηνύματός μου, ληστεύθηκαν οι περιουσίες, οι μισθοί και οι συντάξεις τους, ενώ οι φόροι κάθε είδους, άμεσοι και έμμεσοι, κυρίως δε οι πρώτοι, κούρεψαν στην ουσία τις καταθέσεις τους, επειδή πλέον τώρα ούτε κι αυτές αρκούν για να πληρώνουν τους φόρους αυτούς και ταυτόχρονα να μην λιμοκτονούν. Αν αυτή η «παράδοση» ανατραπεί, δηλαδή τα συνήθη υποζύγια πάψουν να είναι υποζύγια και κυρίως τα μόνιμα υποζύγια που σηκώνουν τα δημόσια βάρη αυτού του τόπου, αυτό θα είναι κάτι το καταστροφικό για την μνημονιακή αντίληψη των πραγμάτων, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι το βεληνεκές της μεγαλοδιαπλοκής και της μεγαλοαπάτης, συνήθως φτάνει ως τις πρωτεύουσες χωρών και τις έδρες κυβερνήσεων, που έχουν εύλογα ενδιαφέροντα και συμφέροντα να διευθετήσουν, όσο πιο διακριτικά και αθόρυβα γίνεται εκείνα τα ζητήματα που είναι και οι ίδιοι μπλεγμένοι, και συνήθως αφορούν μονάχα τη κορυφή του παγόβουνου της συντελεσθείσας απάτης και της διαπλοκής. Αυτό δεν πρόκειται απλά να τελειώσει, μα ήδη, οι πρώτες όσο και αποφασιστικές κινήσεις έγιναν με χειροπιαστά αποτελέσματα με την αφρόκρεμα της μεγαλοδιαπλοκής στη χώρα μας, ενώ άμεσα ο μαχαίρι θα πάει ακόμα πιο βαθιά και θα επεκταθεί και σε άλλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι μονάχα από σαράντα μεγαλοκαρχαρίες που λυμαίνονταν τον τόπο, εισέρευσαν ήδη στα κρατικά ταμεία ποσά που μόνο αυτά, πρόκειται να κρατήσουν τον προϋπολογισμό του Κράτους σε πλεονασματικό επίπεδο για τα επόμενα τρία χρόνια, και ταυτόχρονα, να μειώσουν το εξωτερικό χρέος κατά είκοσι ποσοστιαίες μονάδες, ενώ, με τη διαγραφή του παράνομου και επονείδιστου χρέους, το εξωτερικό χρέος θα πέσει κάτω από το 80% σαν ποσοστό του ΑΕΠ.
 
»Όμως, το δήθεν «αδικαιολόγητα υψηλό» βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων αυτής της χώρας που διέγνωσε η Τρόϊκα, για να δικαιολογήσει τη κλοπή και τη λεηλασία των εισοδημάτων και των περιουσιών που θα ακολουθούσε, αποτελεί ένα άλλο άθλιο ψέμα, μιας ομοίως άθλιας προπαγάνδας. Οι μισθωτοί του ιδιωτικού μα και του δημόσιου τομέα στη χώρα μας, για να μείνω σ’ αυτή τη τάξη εργαζομένων, κατατάσσονται μεταξύ των περισσότερο και σκληρότερα εργαζόμενων Ευρωπαίων συναδέλφων τους της Ευρώπης και ταυτόχρονα μεταξύ των χαμηλότερα αμειβόμενων. Την ίδια στιγμή ο λαός μας ήταν παραδοσιακά ένας λαός συντηρητικός ως καταναλωτής, και χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια και ανάλογη προπαγάνδα να πεισθεί να βγει από τον παραδοσιακό (και «οπισθοδρομικό») καταναλωτικό συντηρητισμό του, και ν’ αρχίσει να χρησιμοποιεί καταναλωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια, να παίρνει στεγαστικά δάνεια που κάλυπταν ακόμα και το 100% της αξίας του ακινήτου, πράγμα αδιανόητο παλαιότερα, να αρχίσει να μην αποταμιεύει μονάχα στις τράπεζες, μα και να «επενδύει» σε μετοχές, ομόλογα, κ.λπ. Χρειάστηκε οι τράπεζες να τηλεφωνούν σε έκπληκτους πολίτες, ακόμα και βραδινές ώρες, ή να στέλνουν επιστολές, ότι υπήρχε ήδη στο όνομά τους ένα προεγκεκριμμένο καταναλωτικό δάνειο, και φρέσκο, σπαρταριστό ρευστό ήταν έτοιμο, διαθέσιμο, την επόμενη κι όλας ημέρα, αρκεί να το ήθελε, ή μια έτοιμη πιστωτική κάρτα είχε εκδοθεί ήδη στο όνομά του, με ένα σεβαστό πιστωτικό όριο και θα μπορούσε να πάει να ψωνίσει ή να καλύψει επείγουσες ανάγκες του (π.χ. κάποια ασθένεια, στήριξη των σπουδών των παιδιών τους, να αλλάξει τα παλιά έπιπλα του σπιτιού του με νέα, να πάει διακοπές, να πάει σε μια ψαροταβέρνα και να πληρώσει με κάρτα). Η Κεντρική Τράπεζα, ναι, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας μας, πρόσφερε τη δυνατότητα στον ανυποψίαστο μέσο πολίτη, που απλά άκουγε τη κυβέρνησή του να τον παροτρύνει να «επενδύσει» στο Χρηματιστήριο, κάνοντας μάλιστα και προβλέψεις για τη πορεία του δείκτη (!), να δανείζεται μέσω των εμπορικών τραπεζών για αγορά μετοχών, κι ένα σωρό «ειδήμονες» και μη, εξωθούσαν ένα ολόκληρο λαό προς  ένα παραλήρημα σπέκουλας! Την ίδια στιγμή όμως, τίποτα απ’ αυτά δεν ανησυχούσε την Ευρώπη, και λέγοντας «ανησυχούσε» εννοώ να προέβαινε σε ουσιαστική παρέμβαση, με την ιδιότητα έστω του «δανειστή» για να δηλώσει ότι οι στρόφιγγες του δανεισμού, τότε και όχι σήμερα, θα έκλειναν σταδιακά, αν η οικονομία μας συνέχιζε να οικοδομεί στην άμμο. Όμως, όλα έβαιναν ως φαίνεται καλώς, όσο το χρήμα έρεε προς τις σωστές κατευθύνσεις του, εδώ και έξω, είναι μια εικασία που εγώ κάνω.
 
»Λοιπόν όχι! Το επίπεδο διαβίωσης που ο μέσος συμπολίτης μας είχε μέχρι και την αποφράδα ημέρα της εισβολής της νέας Κατοχικής Δύναμης στη χώρα μου, κάποια μέρα την Άνοιξη του 2010, ήταν ένα επίπεδο διαβίωσης κατακτημένο με εργασία και ιδρώτα. Κι όσοι επικαλούνται το ιδιωτικό χρέος των νοικοκυριών, η οικονομία της χώρας, ας μη ξεχνάμε, δεν κατέρρευσε από το ιδιωτικό μα από το δημόσιο χρέος και βεβαίως, υπάρχει και ένας τραπεζικός τομέας, τις συνέπειες της άφρονος, από ένα χρονικό σημείο και μετά, διαχείρισης του οποίου, κλήθηκε να στηρίξει όχι ο φορολογούμενος συμπολίτης μας γενικώς, μα τα συνήθη υποζύγια, οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, που επίσης αποτελέσαν τον αποκλειστικό ίσαμε σήμερα στόχο των πολιτικών «διάσωσης» της Τρόϊκα. Αυτά τα συνήθη υποζύγια είναι που ενοχοποιήθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο για ό,τι στραβό συνέβη σ’ αυτή τη χώρα, ακριβώς για να απενοχοποιηθεί στον ίδιο βαθμό η μεγαλοδιαπλοκή και η μεγαλοαπάτη. Λες κι όταν το Κράτος αγόραζε προβληματικά υποβρύχια, τανκς και αεροπλάνα, τις μίζες τις μοίραζε σε όλους τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Λες και οι θηριώδεις υπερβάσεις στους προϋπολογισμούς των δημοσίων έργων μοιράζονταν ανάμεσα στους μεγαλοεργολάβους και τους εργαζόμενους στα εργοτάξιά τους, ή η μοιρασιά αυτών των υπερβάσεων γίνονταν μέσω του Κράτους σε όλους τους εργαζόμενους της χώρας. Λες και οι διασπαθίσεις κονδυλίων (η Ευρώπη δεν έπαιρνε μυρουδιά βεβαίως, κοιμόταν μακαρίως!) γίνονταν από τον απλό εργαζόμενο ή για τον απλό εργαζόμενο. Αν θέλει κάποιος να βρει βιοτικά επίπεδα δημιουργημένα πάνω στη κλοπή και τη λεηλασία δημοσίου χρήματος, ασύλληπτης αξίας, τόσης, που ίσως το σημερινό δημόσιο χρέος της χώρας να αποτελεί κλάσμα μονάχα μπρος σ’ αυτή, ας τα αναζητήσει στους κατόχους περιουσιών και καταθέσεων εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων, εδώ ή και στο εξωτερικό.
 
»Ο μέσος εργαζόμενος στη χώρα μας ποτέ δεν ήταν «παχύσαρκος». Παχύσαρκη ήταν και είναι πάντα η Αθλιότητα, η αποκαλεί «παχύσαρκο» κάθε μικρομεσαίο του οποίου το κεφάλι –δηλαδή ποιο κεφάλι : η μύτη απλώς- εξέχει απ’ τον βούρκο της ανέχειας στον οποίο πασχίζει να τον κρατά, διότι αυτή η κατάσταση είναι εκείνη που εξυπηρετεί τη διαδικασία συσσώρευσης λίπους της Αθλιότητας, αυτή η κατάσταση είναι που υποστηρίζεται «επιστημονικά» από μια άθλια τεχνοκρατία με δήθεν «επιστημονικά» επιχειρήματα. Η άθλια προπαγάνδα εναντίον των «παχύσαρκων» μισθωτών και συνταξιούχων και της μικρομεσαίας τάξης γενικότερα της χώρας μας, αποσκοπούσε και αποσκοπεί στο να δοθεί συγχωροχάρτι και να λειτουργήσει ως το άλλοθι που θα δικαίωνε την όντως παχύδερμη Αθλιότητα, εδώ και στο εξωτερικό, που διαχρονικά, απομυζά δημόσιο χρήμα ενεργητικά ή παθητικά. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το Μνημόνιο ουδόλως πλήττει τη τάξη των πραγματικά παχύδερμων, αν και για λόγους επιβίωσης αυτής της τάξης, κάποια λίγα μέλη της, και κατά προτίμηση όσα είναι ήδη «ανενεργά», επιχειρηματικά ή πολιτικά, χρησίμευαν ως Ιφιγένειες, ώστε να διασωθούν τα προσχήματα τής «αντικειμενικότητας» και τής «δικαιοσύνης». Άλλωστε, τα ίδια τα Μνημόνια προβλέπουν εγκλήματα άλλων να πληρώνονται από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Πέφτουν έξω τα δημόσια έσοδα διότι η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή δεν πατάσσεται; Ο λογαριασμός ξέρουμε πού θα πάει : στους μισθωτούς και στους συνταξιούχους. Η ανταγωνιστικότητα δεν πάει καλά;  Ο λογαριασμούς στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα! Πρόκειται για αθλιότητα! Η «δικαιοσύνη» των Μνημονίων, είναι εφάμιλλη εκείνης της «δικαιοσύνης», που καταδικάζει π.χ. μια γυναίκα που έχει βιαστεί ενώ αθωώνει τον βιαστή της!
 
»Όμως, ο μέσος οικόσιτος σκύλος στην Βόρεια Ευρώπη, για να φέρω ένα παράδειγμα, απολαμβάνει περισσότερων δικαιωμάτων και μέριμνας για το επίπεδο της ευημερίας του, από τα δικαιώματα και τη μέριμνα για το επίπεδο διαβίωσης –και όχι ευημερίας!- που αποδέχονται τα Μνημόνια για τον μέσο συμπολίτη μας. Υποθέτω πως αν κάποιος πολίτης σε μια ευρωπαϊκή χώρα, από αυτές που έχουν τη τύχη να ανήκουν στο «πρώτο επίπεδο ευημερίας», καταγγελθεί ότι κακομεταχειρίζεται τον σκύλο του, τον υποσιτίζει ή ακόμα χειρότερα, τον οδηγεί στο θάνατο λόγω ελλιπούς περιποίησής του, τότε είμαι βέβαιος ότι η συνείδηση του μέσου πολίτη στην ίδια χώρα, μα και η ίδια η Δικαιοσύνη αυτής της χώρας, ίσως μάλιστα και η ίδια η κυβέρνησή της, θα έσπευσαν να καταδικάσουν το ανθρώπινο τέρας και να υπερασπιστούν το αθώο ζώο. Πόσοι συμπατριώτες μας αλήθεια δεν θα ζήλευαν τους οικόσιτους σκύλους στη χώρα αυτή!
 
»Αν οι δανειστές και ιδίως όσοι φιλοδοξούν να παίξουν το ρόλο του ηγεμόνα στην Ευρώπη, συμπεριφέρονταν ως Κράτη Δικαίου και όχι ως Δυνάμεις Εισβολής, ως Κράτη – Εταίροι και όχι ως Κράτη – Μέτοχοι στην «Ευρωπαϊκή Ένωση Α.Ε.», και με σεβασμό προς τις ιδρυτικές Συνθήκες της Ευρώπης, τότε να σας πω εγώ τι έπρεπε να είχαν κάνει εξ αρχής : πολύ πριν αξιώσουν την παρουσία των λογιστών τους για να αξιολογήσουν τις λογιστικές καταστάσεις πάνω στις οποίες θα διαμορφώνονταν οι λεπτομέρειες του οικονομικού «δούναι και λαβείν», θα έπρεπε να είχαν αξιώσει, εν ονόματι του ευρωπαϊκού και του δικού μας νομικού πολιτισμού, αμερόληπτοι δικαστές και εισαγγελείς, να ερευνούσαν και καταλόγιζαν ευθύνες για ένα έγκλημα που διαπράχθηκε σε βάρος ενός λαού – εταίρου και όχι συνεταίρου, ένα έγκλημα που όλα δείχνουν, δυστυχώς για τους «διεθνείς σωτήρες» μας, πως είχε διεθνή, κυρίως πανευρωπαϊκές «ρίζες». Η απόδοση της δικαιοσύνης και οι ανθρώπινοι όροι βοηθείας, να τι θα αποτελούσε το μέλημα ενός Κράτους, που κυρίως είναι Κράτος – Δικαίου και δευτερευόντως Κράτος – Δανειστής. Ήταν ακριβώς ό,τι δεν έγινε στη χώρα μας, ό,τι δεν έπρεπε να γίνει, είναι ακριβώς αυτό που θα γίνει τώρα.
 
»Δυστυχώς, κάποιες ηγεσίες στην Ευρώπη, ονειρεύονται διαφορετικά πράγματα από τη συντριπτική πλειοψηφία των λαών της ηπείρου μας, ονειρεύονται ένα διαφορετικό κόσμο, μια διαφορετική Ευρώπη, και ίσως, ένα διαφορετικό ανθρώπινο είδος, με άλλες «αρετές», περισσότερο μηχανικές και λιγότερο ανθρώπινες. Ονειρεύονται οικονομικές διακυβερνήσεις με Κράτη – Εταιρείες στη θέση των κοινωνικών Κρατών. Σ’ αυτή την αντίληψη, «η κοινωνία είναι κάτι που δεν υπάρχει», είναι μια κλασική φράση που φυσικά εκφράζει πλήρως αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων που ονειρεύονται κάποιοι να εγκαθιδρύσουν στην Ευρώπη. Όμως, σ’ αυτή την Ευρώπη, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ποιος ονειρεύεται να κάθεται στη καρέκλα του Προέδρου και του Διευθύνοντος Συμβούλου. Επίσης, τρία ή τέσσερα άλλα Κράτη – Εταιρείες, φαντάζομαι ότι θα οριστούν σε θέσεις Γενικών Διευθυντών, με άλλα τρία ή τέσσερα Κράτη, να μοιράζονται θέσεις του μεσαίου μάνατζμεντ. Από εκεί και πέρα, όλοι οι άλλοι, εδώ βάζω και μεγάλα Κράτη της Ευρώπης, υπό κάποιες προϋποθέσεις και για κάποια τμήματά της, θα αποτελούν το εργατικό δυναμικό, που θα αμείβεται με βάση τον σιδηρούν νόμο των μισθών, τόσο όσο ώστε να μένουν όρθιοι στα πόδια τους, για να γυρίζουν τον τροχό της παραγωγής, η μόνη χρησιμότητα που μπορούν να έχουν ως «συντελεστές της παραγωγής».
 
»Οι λαοί όμως της Ευρώπης, ονειρεύονται Κράτη με κοινωνικό περιεχόμενο, υποτελή στο Δίκαιο όπως αυτό καταγράφεται στον Δικαιικό και Νομικό μας πολιτισμό, και πάνω απ’ όλα Δημοκρατικά, όπως επίσης η Δημοκρατία έχει καταχωρηθεί ως έννοια και λειτουργία στο Δυτικό μας πολιτισμό, και βεβαίως, κάθε άλλο στοιχείο ενισχυτικό και βελτιωτικό των παραπάνω, είναι καλοδεχούμενο. Στο δικό μας όραμα, η ιδιωτική οικονομία δεν αποτελεί τον ρυθμιστή του κοινωνικού και δημοκρατικού Κράτους, μα μια χρήσιμη και αναγκαία επικερδή λειτουργία που εκτελείται τόσο χάρη του ιδιωτικού νόμιμου κέρδους όσο και χάρη της ευημερίας της κοινωνίας, και η ευημερία της κοινωνίας και ο βαθμός διάχυσής της μέσα σ’ αυτή, να αποτελεί ταυτόχρονα το δείκτη της κοινωνικής χρησιμότητας και της αποτελεσματικότητάς της. Στο δικό μας όραμα, ο άνθρωπος με μοναδική ή κύρια χρησιμότητα ως συντελεστή της παραγωγής, είναι ένας άνθρωπος που προδιαγράφει ένα νέο είδος ύπαρξης, εντελώς απάνθρωπου στη δική μας συνείδηση, ένα «πράγμα» : res. Εμείς ονειρεύομαστε κοινωνίες, στις οποίες ο μόνος «σιδηρούς νόμος» θα είναι αυτός που θα αποκλείει κάποιος να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, μια κοινωνία στην οποία η δίκαιη κατανομή του πλούτου και του εισοδήματος, θα καταστήσει την ανέχεια και τη φτώχεια ιστορίες που κάποιες γενιές θα διηγούνται στα παιδιά και τα εγγόνια τους, κι αυτά θα απορούν για το πώς ήταν δυνατό στο Ανθρώπινο είδος, κάποτε, να υπήρχε τέτοια βαρβαρότητα, αλλά ταυτόχρονα θα μαθαίνουν ότι η βαρβαρότητα είναι κάτι που ποτέ δε πεθαίνει και πως ο μόνος ασφαλής τρόπος να την κάνεις να μείνει στον τόπο της εξορίας της, είναι να φυλάσσεις καλά τις πύλες του Κράτους – Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους, ακριβώς δηλαδή ό,τι δεν έγινε στην Ευρώπη τουλάχιστον τις δύο τελευταίες δεκαετίες αν όχι και νωρίτερα. Πιστεύω, και το πιστεύω σχεδόν απόλυτα, ότι η σημερινή Ευρώπη, για να εστιάσω σε λίγα μόνο θέματα, θα μπορούσε να έχει μια ανεργία στα επίπεδα τριβής, σε κάθε της γωνιά, θα μπορούσε σ’ όλα της τα Κράτη – Μέλη ο κατώτατος μισθός και οι κατώτατη σύνταξη να προσδιορίζεται ενιαία για όλους τους Ευρωπαίους εργαζόμενους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ύψος των μισθών και των συντάξεων, θα έπρεπε η φορολογική και τα αναπτυξιακά κίνητρα να εφαρμόζονται επίσης ενιαία ως εάν ήμασταν ένα ενιαίο Κράτος, όπως επίσης πιστεύω, ότι στη σημερινή Ευρώπη, θα ήταν δυνατό, σε κάθε της γωνιά, να μη λιποθυμά κανένα παιδί από πείνα, να μην αυτοκτονεί ούτε ένας συνάνθρωπός μας από ανέχεια, κανείς να μην είναι άστεγος. Όμως αυτά, προϋποθέτουν μια Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική, και τέτοια πολιτική δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ και σε κανένα τομέα, παρά μόνο κατ’ ευφημισμόν, όσο αυτή η Ευρώπη δεν αποτελεί μια ενιαία κρατική οντότητα, όπως μόλις προ ολίγου σημείωσα, με μια ομοσπονδιακή ευρωπαϊκή Βουλή, με μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση, και όταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θα θέλει να επικοινωνήσει με τον Ευρωπαίο ομόλογό του, για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση που έχει καταντήσει ανέκδοτο, θα υπάρχει τέτοιος και θα είναι ένας και δημοκρατικά εκλεγμένος στη θέση του, εκπροσωπώντας το λαό της Ευρώπης και γιατί όχι, κάποια στιγμή, το ευρωπαϊκό έθνος, αν θα έχει τη τύχη να φτάσει σ’ αυτό το σημείο. Αν υπήρχε μια τέτοια Ευρώπη, τότε η χώρας μας και η κάθε άλλη χώρα με ανάλογα οικονομικά προβλήματα, θα αντιμετωπίζονταν με την ίδια λογική με την οποία π.χ. η Ομοσπονδιακή Γερμανία θα αντιμετώπιζε μια ανάλογη οικονομική κρίση π.χ. της Βαυαρίας. Όμως αυτό κινείται στα όρια του φανταστικού, διότι απλά κινείται πέραν των ορίων του φανταστικού η ύπαρξη ενός τέτοιου βαθμού αλληλεγγύης και ενότητας.
 
»Στον δικό μας κόσμο, το οικονομικό και πνευματικό «οξυγόνο» που αναπνέουμε, είναι ένα δημόσιο αγαθό, δωρεάν παρεχόμενο. Στον κόσμο που η πολιτική της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων στην Ευρώπη επιβάλλει, ή τείνει να επιβάλλει, το παραπάνω «οξυγόνο» αποτελεί ιδιωτικό αγαθό, παρεχόμενο επί πληρωμή. Στον δικό μας κόσμο, εν κατακλείδι, αυτόν που εγώ ονειρεύομαι, η Ανοχή, ο Φόβος, ο Ολοκληρωτισμός κάθε είδους και μορφής και κάθε ιδεολογικής απόκλισης, έμμεσος ή άμεσος, η Βαρβαρότητα κάθε είδους και μορφής, θέλω ν’ αποτελούν καταστάσεις – εκπλήξεις όταν συμβαίνουν, και όχι να θεωρείται ως έκπληξη η απουσία τους.
 
»Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες
 
»Σ’ αυτό το σημείο τελειώνω.
 
»Ανήκω σ’ εκείνους, που πιστεύουν ότι η σύγκλιση διαφορετικών εθνικών στόχων και επιδιώξεων, δεν έχει καμία προοπτική αν αυτή η σύγκλιση δεν θεωρείται δίκαια επωφελής από όλα τα μέρη, και είναι προς το συμφέρον όλων. Στην Ευρώπη, η δική μου εκτίμηση είναι, ότι η Ένωση υπό την παρούσα της μορφή και ιδεολογία, δεν έχει προοπτική. Υπάρχουν βαθιές διαφορές όχι μόνο οικονομικών συμφερόντων, μα αποδεικνύεται όλο και περισσότερο, και βαθιές πολιτισμικές διαφορές, σχεδόν ασύμβατες επί του παρόντος. Θα ήταν ίσως προς το συμφέρον όλων αν οι συμμαχίες επανακαθορίζονταν και ίσως δύο ευρωπαϊκές Ενώσεις, με διαφορετικά θεσμικά όργανα και με διαφορετικά νομίσματα, θα έπαιρναν τη θέση της σημερινής. Δυστυχώς, ο Βορράς, φαίνεται να μην πιστεύει καθόλου σ’ αυτή την ενότητα των προοπτικών, πέραν του ότι εκφράζει όλο και περισσότερο ένα αγοραίο μοντέλο διακυβέρνησης όλο και πιο συμβατό στην δική του κουλτούρα, και όλο πιο ασύμβατο στη κουλτούρα άλλων λαών, πιο νότια, στις αντιλήψεις των οποίων οι κοινωνίες ακόμα υπάρχουν, είναι ζωντανές, δεν είναι «κάτι που δεν υπάρχει» Αυτή η θέση μου, δεν αποτελεί πρόταση διάσπασης της Ευρώπης. Αποτελεί πρόταση εξόδου από τις ψευδαισθήσεις της δήθεν ενότητας και της δήθεν ισότητας των Κρατών – Μελών. Αποτελεί πρόταση να συζητήσουμε για μια Ενωμένη Ευρώπη, με βάση τις ιδρυτικές της διακηρύξεις, και όχι με βάση αναβιωμένους ηγεμονισμούς. Αποτελεί πρόταση, είτε να δούμε το πρόβλημα κατάματα, είτε να εθελοτυφλούμε και να παίζουμε το θέατρο της δήθεν Ενότητας, που στην ουσία είναι πια μια κυριαρχία λίγων πάνω στους πολλούς.
 
»Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες
 
»Κανείς λαός δεν μπορεί να επιβιώσει μόνος του στον κόσμο, μα και κανείς λαός δεν το κατόρθωσε αυτό παρά χάρη πρωτίστως στις δικές του δυνάμεις και προσπάθειες.
 
»Πλέον οι όποιες συζητήσεις για το ζήτημα της εξωτερικής βοήθειας της χώρας, θα γίνει μεταξύ εμού και των ομολόγων μου στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή με όποια άλλη κυβέρνηση επιθυμεί σοβαρά και μπορεί να βοηθήσει. Η κυβέρνηση της χώρας δεν είναι κυβέρνηση β’ ή γ’  κατηγορίας, και αν κάποιοι έτσι επιθυμούν να την αντιμετωπίσουν, πολύ απλά, δεν θα βρουν συνομιλητή όσο έχουν αυτή την αντίληψη των πραγμάτων. Και κάτι τελευταίο. Αυτή μου η πρωτοβουλία, είναι εντελώς προσωπική, και το μήνυμα αυτό δεν συζητήθηκε προηγούμενα με κανένα μέλος της κυβέρνησης, διότι δεν θεώρησα αναγκαίο ο πρωθυπουργός προκειμένου να μιλά την κάθε φορά για συμφωνημένα ζητήματα στο προεκλογικό και το κυβερνητικό μας πρόγραμμα, μα και στις εγκεκριμένες θέσεις του κόμματός μας, να χρειάζεται να ενημερώνει κανένα για τα ζητήματα αυτά, που απλώς υλοποιούν τις δεσμεύσεις μας. Και τίποτα από όσα εδώ ειπώθηκαν, δεν βρίσκεται έξω από αυτά τα συμφωνημένα.»
 
ΙΙ : Αποσβολωμένοι…
 
Με το που τέλειωσε το μήνυμα, σε όλα τα πάνελ των καναλιών, υπήρχε ένα κλίμα πλήρους αναστάτωσης. Οι συμμετέχοντες σ’ αυτά κοιτάζονταν μεταξύ τους με έκπληξη, χειρονομούσαν, άλλοι γελούσαν, άλλοι κουνούσαν το κεφάλι τους σε ένδειξη απελπισίας, ενώ στα ξένα κανάλια, επικρατούσε κι εκεί μεγάλο ενδιαφέρον.
 
Στο Κανάλι 1, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ιωάννης Τσαπόπουλος κοίταζε αποσβολωμένος προς το κενό, ο Μάριος Λουκίδης ακουμπούσε και με τους δύο αγκώνες των χεριών του στο τραπέζι του πάνελ και είχε χώσει μέσα στις παλάμες του το κεφάλι του που το κούναγε συνεχώς, η Ελίνα Μαρόγλου κοίταγε κι αυτή αποσβολωμένη την συντονίστρια της συζήτησης Χαρούλα Φωτίου, ενώ οι δύο δημοσιογράφοι της παρέας κοίταζαν κι αυτοί τη Φωτίου χαμογελώντας ειρωνικά.
 
«Κύριε αντιπρόεδρε», είπε η Χαρούλα Φωτίου, «λοιπόν, πώς σχολιάζετε το μήνυμα του πρωθυπουργού»;
 
«Ναι», είπε ξεροβήχοντας ο αντιπρόεδρος, «ναι… Πράγματι, εξεπλάγην, διότι ειπώθηκαν από τον πρωθυπουργό σοβαρά πράγματα, για τα οποία όμως, οφείλω να είμαι εντελώς ξεκάθαρος σ’ αυτό το σημείο, ναι, δεν είχα εγώ τουλάχιστον καμία μα καμία ενημέρωση, πράγμα άλλωστε που παραδέχτηκε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός».
 
«Ναι», είπε η Φωτίου, «ήταν σα να περίμενε ενστάσεις τουλάχιστον επί της διαδικασίας και έσπευσε να τις απαντήσει προκαταβολικά».
 
Ο αντιπρόεδρος έκανε ένα μορφασμό και κουνώντας το κεφάλι του σήκωσε τους ώμους του δηλώνοντας με τη κίνηση αυτή, ότι μάλλον είναι ένα θέμα προς παρά πέρα συζήτηση.
 
«Καλά, θα μας δοθεί ίσως η ευκαιρία να ξανατοποθετηθούμε πάνω σ’ αυτό στη συνέχεια της συζήτησης» είπε η Φωτίου, και συνέχισε : «Ποιος κύριος ή κυρία ή θα ήθελε να πάρει τον λόγο»;
 
«Είμαι έκ-πλη-κτος», πήρε το λόγο ο Λουκίδης, τονίζοντας μία – μία συλλαβή της λέξης «έκπληκτος», και επανέλαβε συνεχίζοντας : «Έκ-πλη-κτος, και χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη πολύ επιεικώς για να μη χρησιμοποιήσω καμία άλλη. Τι να πω, κυρία Φωτίου, δηλαδή, τι να πούμε»;
 
«Αρχίστε εσείς κύριε Λουκίδη όπως νομίζετε», και στη πορεία θα βρούμε τι θα πούμε» είπε χαμογελώντας η Φωτίου. «Νομίζω», συνέχισε ο Λουκίδης, «ότι η χώρα μπήκε σε μια περιπέτεια της οποίας την κατάληξη δεν είναι πλέον δυνατό να εκτιμήσουμε. Ο πρωθυπουργός δεν αρκέστηκε να επιτεθεί εναντίον ό,τι εν πάση περιπτώσει ο ίδιος θεωρεί ότι είναι άξιο επίθεσης στο εσωτερικό της χώρας, μα επιτέθηκε εναντίον της Ευρώπης συνολικά, δηλαδή, ποιας Ευρώπης, εναντίον του κόσμου όλου, και λέγοντας Ευρώπη και κόσμο, εννοώ τις ηγεσίες των μεγαλύτερων δυνάμεων της Ευρώπης και των ίδιων των ΗΠΑ, μέσω της επίθεσης που εξαπέλυσε στο Διεθνές Ταμείο… Ειλικρινά, δεν περίμενα τέτοια ανωριμότητα, δεν περίμενα τέτοια επιπολαιότητα… Και τώρα, νομίζω, είναι η ώρα των αποφάσεων και των παρεμβάσεων από όλον τον σοβαρό πολιτικό κόσμο και κυρίως της κυβερνώσας παράταξης, που δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από οποιαδήποτε έννοια κομματικής πειθαρχίας» είπε κοιτάζοντας τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, ο οποίος απέφυγε να στρέψει το βλέμμα του προς τον Λουκίδη.
 
«Κράτησα λίγες σημειώσεις», είπε ο δημοσιογράφος της παρέας Φώτης Μπακούρης, «από το  μήνυμα του πρωθυπουργού. Δηλαδή, τώρα τι να προλάβεις να πρωτοσημειώσεις και τι όχι. Σχεδόν κάθε πρόταση του πρωθυπουργού στο μήνυμά του, χρειάζεται ανάλυση.»
 
«Εν τάξει Φώτη, τώρα σχολιάζουμε δευτερόλεπτα μόλις μετά το πρωθυπουργικό μήνυμα. Είναι φανερό ότι αρκετά πράγματα δεν θα επισημανθούν εδώ, όμως, ας επισημάνουμε όσα κατ’ αρχήν προλάβαμε να υπογραμμίσουμε ως σημαντικά», είπε η Χαρούλα Φωτίου, «Σε ακούμε λοιπόν».
 
«Φώτη» παρενέβη ο έτερος δημοσιογράφος Στάθης Ευσταθίου, «συγγνώμη που σε διακόπτω, αλλά, πριν προχωρήσεις, να πω μονάχα κάτι να μη το ξεχάσω».
 
«Παρακαλώ», είπε ο Μπακούρης.
 
«Θέλω να επισημάνω τούτο», είπε ο Ευσταθίου. «Παρατήρησα στο μήνυμα του πρωθυπουργού, πολλές, μα πάρα πολλές επαναλήψεις, δείγμα πως το κείμενο δεν γράφτηκε από επαγγελματία κειμενογράφο, ούτε καν ρετουσαρίστηκε στοιχειωδώς. Όλα όσα είπε θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε ένα κείμενο με μέγεθος το ένα τρίτο αυτού που ακούσαμε».
 
«Έχεις δίκαιο» είπε η συντονίστρια του πάνελ Χαρούλα Φωτίου, «όμως, θυμάμαι πολύ καλά, ότι αυτό το ζήτημα, δηλαδή των εκτενών πολιτικών ομιλιών του κυρίου Δικαίου, εγώ η ίδια κάποτε του το είχα επισημάνει, και μου είχε δώσει μια απάντηση, που ίσως και να φαίνεται ευλογοφανής. Μου είχε πει, ότι πίστευε, και εξακολουθεί να πιστεύει ως φαίνεται, ότι ο λόγος ενός πολιτικού, ως προς το περιεχόμενό του και τον τρόπο εκφοράς του, θα πρέπει να τροποποιείται ανάλογα με το ακροατήριό του, και είχε πει, όταν απευθύνεται στον απλό πολίτη και όχι σε ένα ειδικό που μπορεί να είναι ενημερωμένος για πολλά πράγματα και κυρίως για πράγματα που δεν βλέπουν πάντα το φως της δημοσιότητας, όπως ένας δημοσιογράφος, ένας πολιτικός, ένας πολιτικός επιστήμων κ.λπ.  δεν μπορείς να θεωρείς ότι υπάρχουν τα ίδια δεδομένα στη πληροφόρηση στο ένα κοινό και στο άλλο, και μάλιστα επέμενε πως όταν μιλάς στον μέσο πολίτη, για να του εμπεδώσεις το μήνυμα χρειάζεται πολλές φορές να του πεις αναλυτικά τα πράγματα και να τα επαναλαμβάνεις, πράγμα που δεν χρειάζεται να κάνεις όταν μιλάς παραδείγματος χάρη, με δημοσιογράφους. Θεώρησα καλό να το επισημάνω αυτό το θέμα, απλώς διότι έτυχε να το έχω συζητήσει με τον πρωθυπουργό, όταν ήταν στην αντιπολίτευση».
 
«Παρ’ όλα αυτά» είπε ο Μπακούρης, «δεν θεωρώ ότι ένα πρωθυπουργικό μήνυμα πρέπει να είναι τόσο ξέχυλο».
 
«Λοιπόν συνεχίζω, αν, και νομίζω ότι ορθά με διέκοψες Στάθη» είπε ο Μπακούρης απευθυνόμενος στον συνάδελφό του, «διότι το θέμα που επισήμανες, δεν το έχω σημειώσει σε όσα θέλω να πω, και είναι πράγματι σημαντικές οι παρατηρήσεις σου, παρά τις απόψεις που έχει ο ίδιος ο πρωθυπουργός, όπως τις είχε εκθέσει στην Χαρούλα. Λοιπόν, σημείωσα εδώ το εξής. Είπε ο πρωθυπουργός : διαβάζω : «Βεβαίως, το Διεθνές Ταμείο, στην όποια νέα συμφωνία, δεν θα έχει θέση, διότι κατά την άποψή μας δεν είχε εξ αρχής θέση εντός των ορίων της Ένωσης, στην οποία εισήλθε λάθρα με συμφωνίες παρασκηνιακές όπως πιστεύω». προσέξτε τι λέει : «όπως πιστεύω». Δηλαδή, δεν έχει αποδείξεις στα χέρια του, και με βάση μια πίστη που έχει, που δεν ξέρω κι εγώ από του έχει προκύψει αυτή η πίστη, κατηγορεί έναν διεθνή οργανισμό, έναν οργανισμό που εκπροσωπεί τις απόψεις των μεγαλυτέρων οικονομικών δυνάμεων του πλανήτη, και μάλιστα, ο πρωθυπουργός τη χώρας που θεωρείται ο οικονομικά πιο αδύνατος κρίκος της Ευρώπης, της χώρας που είτε βρίσκεται σε κρίση είτε όχι, δεν εκπροσωπεί παρά ένα ποσοστό αμελητέο του ευρωπαϊκού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και όλων των άλλων μακροοικονομικών μεγεθών, εξόν από το μέγεθος του προβλήματός μας, που εκεί εκπροσωπούμε πράγματι ένα αξιοπρεπές ποσοστό, αυτός ο πρωθυπουργός λέει στην άλλη Ευρώπη, για το αν πρέπει ή όχι ο Διεθνές Ταμείο να βρίσκεται στην Ευρώπη. Δηλαδή, τρελαθήκαμε εντελώς, ως φαίνεται. Συνεχίζω. Διαβάζω ένα άλλο απόσπασμα. Είπε ο άνθρωπος : «Αυτή η πρόσκλησή μου, απευθύνεται προς όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, των οποίων την αλληλεγγύη επικαλούμαι, και όχι μονάχα σε μια ή δύο κυβερνήσεις που φιλοδοξούν να ασκήσουν τον ρόλο του ηγεμόνα στην Ευρώπη, ένα ρόλο που μόνες τους προσδιόρισαν και μόνες τους ανέλαβαν…».» Στο σημείο αυτό, ο δημοσιογράφος γύρισε στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, που όλη αυτή την ώρα παρακολουθεί σκεπτικός, και του είπε : «Κύριε αντιπρόεδρε, είστε ένας άνθρωπος σώφρων και μετρημένος, παρά το γεγονός ότι ανήκουμε ιδεολογικά σε αντίθετες όχθες, όμως, σας παρακαλώ πολύ, στο όνομα της λογικής πλέον, τι γίνεται εδώ; Ο πρωθυπουργός κήρυξε πόλεμο εναντίον των πάντων; Προσδιορίζει ποιος θα έχει ποιον ρόλο στην Ευρώπη ο πρωθυπουργός ενός Κράτους που εκλιπαρεί για διεθνή βοήθεια προκειμένου να μη κατεβάσει τα ρολά»;
 
«Αντιλαμβάνομαι το…, πώς να το πω…», είπε ο αντιπρόεδρος προσπαθώντας να βρει την κατάλληλη λέξη.
 
«Το σοκ», είπε ο Λουκίδης.
 
«Δεν θα το έλεγα έτσι», είπε ο αντιπρόεδρος κάνοντας έναν μορφασμό διαφωνίας.
 
«Ας πούμε σοκ, κύριε αντιπρόεδρε, και όταν στην πρόοδο της κουβέντας βρεθεί η σωστή λέξη, θα την ανακοινώσουμε» είπε ο Λουκίδης χαμογελώντας.
 
«Τέλος πάντων, θέλω να πω», συνέχισε ο αντιπρόεδρος», «ότι είναι πολύ νωπή ακόμα η ομιλία, το μήνυμα του πρωθυπουργού, και είμαστε όλοι φορτισμένοι συναισθηματικά, και ίσως, αύριο ή μεθαύριο, με πιο μεγάλη νηφαλιότητα, όχι μόνο θα δούμε πιο ψύχραιμα τα πράγματα, μα και ίσως δίνοντας άλλη ερμηνεία».
 
«Κύριε αντιπρόεδρε» είπε ο Λουκίδης, «κατανοώ τη θέση σας, και θα συμφωνήσω μαζί σας. Αύριο, μεθαύριο, όπως εσείς ο ίδιος είπατε, καλό είναι όλοι να δουν με ψυχραιμία το τι ο πρωθυπουργός είπε σήμερα, και κυρίως, τις συνέπειες των όσων είπε, εξόν κι αν περιμένουμε ότι όλες οι θιγόμενες κυβερνήσεις στο εξωτερικό, σιωπήσουν και παραβλέψουν τη προσβολή που τους έγινε, και όταν λέω όλοι εννοώ όλοι», είπε με νόημα κοιτάζοντας τον αντιπρόεδρο, «και να ζυγίσουν το εθνικό συμφέρον καλά, και αφού το ζυγίσουν, να κάνουν τις επιλογές τους».
 
Εν τω μεταξύ στο Κανάλι 3, κι εκεί, σχολιάζονταν το πρωθυπουργικό μήνυμα. Ο συντονιστής της συζήτησης Ευάγγελος Λεβίδης ρωτά τον υπουργό οικονομικών Λεωνίδα Λαμπρόπουλο : «Κύριε υπουργέ, ακούσατε ήδη τι είπαν ο κύριος Μπράβος, η κυρία Πουπάκη και ο κύριος Μπίτσος. Όλοι τους, εξέφρασαν κάτι παραπάνω από την ανησυχία τους για το τι πρόκειται να ακολουθήσει το μήνυμα του πρωθυπουργού ως αντίδραση από κυβερνήσεις και τις αγορές. Εξέφρασαν σχεδόν την βεβαιότητα ότι οι συνέπειες θα είναι τραγικές για τη χώρα μας. Εσείς τι λέτε; Και να σας θέσω ευθέως το ερώτημα : εσείς ως υπουργός οικονομικών, επικροτείτε δηλώσεις σαν αυτές του κυρίου πρωθυπουργού στο μήνυμά του»;
 
«Τόσο εγώ, όσο νομίζω και ο παριστάμενος συνάδελφός μου Φάνης Δεστούνης, πράγματι, περιμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον να ακούσουμε από τον πρωθυπουργό τις λεπτομέρειες και ίσως τα στοιχεία που έχει στα χέρια του ή αναμένει να έχει, και που πιστεύει ότι η στρατηγική που ακολούθησε απέναντι στους δανειστές και τις αγορές, είναι η ενδεδειγμένη», είπε ο Λαμπρόπουλος κομπιάζοντας.
 
«Μα κύριε Λαμπρόπουλε», το διέκοψε η Μαίρη Πουπάκη, «τι λέτε τώρα; Και συγγνώμη για τον τόνο, μα εδώ ο πρωθυπουργός αποκάλεσε τους δανειστές, και ας μη κρυβόμαστε, λέγοντας δανειστές εννοούμε συγκεκριμένες κυβερνήσεις για να μη πω μια μονάχα κυβέρνηση, τοκογλύφους. Όπως διαβάζω εδώ στις σημειώσεις που κράτησα, είπε : «Η μνημονιακή πολιτική, ακόμα, στο ήθος της και στο ύφος της, υπολείπεται και του αντίστοιχους ήθους και ύφους της συμπεριφοράς ενός τοκογλύφου». Αυτό είπε. Αύριο, μεθαύριο, εσείς, ο κύριος Δεστούνης, θα συναντηθείτε με τους ομολόγους σας στην Ευρώπη, και τι θα τους πείτε; Ότι είναι τοκογλύφοι; Γίνεται με αυτούς τους όρους συνεργασία και συνομιλία»;
 
«Κοιτάξτε, γνωρίζετε καλά ότι προσωπικά, είναι έξω από την ιδιοσυγκρασία μου τέτοιες εκφράσεις…» είπε ο Λαμπρόπουλος για να διακοπεί από τον πρώην υπουργό Κώστα Μπράβο, ο οποίος απευθυνόμενος σ’ αυτόν του είπε :
 
«Λεωνίδα, γνωρίζω πολύ καλά τι θα έλεγες εσύ και πώς θα το έλεγες, και νομίζω ότι αυτό το γνωρίζουν και όλοι οι παριστάμενοι εδώ. Όμως, αυτή τη στιγμή, το στίγμα του κυβερνητικού λόγου και της κυβερνητικής συμπεριφοράς το δίνει ο πρωθυπουργός, και για να το πω πολύ απλά, ο πρωθυπουργός σήμερα διέπραξε ολέθριο σφάλμα, ο πρωθυπουργός σήμερα υπερέβη τα εσκαμμένα, και το ερώτημα είναι. Σε μια κυβέρνηση υπάρχει βεβαίως ένας πρωθυπουργός, όμως υπάρχουν και υπουργοί που έχουν ρόλο και λόγο, και εδώ, τις τελευταίες μέρες, σε ζωτικότατα για τα συμφέροντα της χώρας ζητήματα, ο πρωθυπουργός σας άφησε στο περιθώριο και άφωνους, όχι μόνο εσένα, μα όλη τη κυβέρνηση. Δεν υπάρχει μόνο η αφοσίωση στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, υπάρχει περισσότερο η αφοσίωση στη πατρίδα. Αυτό το δίλημμα, Λεωνίδα, τα μέλη της κυβέρνησης δεν θα το αποφύγουν».
 
«Μα εδώ κύριε Μπράβο, κύριε Λαμπρόπουλε», παρενέβη ο δημοσιογράφος Δημήτρης Μπίτσος, «αποκάλεσε ακόμα χειρότερα τους δανειστές, αποδίδοντάς τους τη κατηγορία της γενοκτονίας. Τους κατηγόρησε ότι οδηγούν το λαό μας, πώς το είπε…» (ρίχνει μια ματιά σε ένα φύλλο χαρτιού που είχε μπροστά του) «α! ναι,… τον οδηγούν σε σύγχρονα οικονομικά κρεματόρια. Αντιλαμβάνεστε κύριε Λαμπρόπουλε περί τίνος μιλάμε εδώ πέρα»;
 
«Και μάλιστα», είπε ο Ευάγγελος Λεβίδης, «όπως έχω σημειώσει κι εγώ και μόλις το επισήμανα, καθώς μιλούσες Δημήτρη, ο πρωθυπουργός φωτογράφησε και τον υπαίτιο αυτού που έχει μεταβάλει τη χώρα σε πειραματόζωο, διότι σε κάποιο σημείο του λόγου του είπε : «Μια όμως κυβέρνηση στην Ευρώπη, όπως είναι γνωστό, περισσότερο από κάθε άλλη, υπήρξε αυτή που πρωτοστάτησε στο πείραμα αυτό». Δηλαδή τι κάνει νιάου – νιάου στα κεραμίδια. Αλήθεια κύριε Λαμπρόπουλε, αισθάνεται αυτή η κυβέρνηση τόσο ισχυρή ώστε να λέει αυτά τα πράγματα»;
 
«Νομίζω», είπε ο Λαμπρόπουλος, «ότι και πριν και μετά το μήνυμα του πρωθυπουργού, με τις ερωτήσεις που μου θέσατε οριοθέτησα τη προσωπική μου γνώση για τα πράγματα και το βαθμό της προσωπικής μου συμμετοχής σ’ αυτά, και επομένως, δεν έχει νόημα να με ρωτάτε για θέματα που έχω απαντήσει».
 
«Κύριε Λεβίδη», είπε ο Κώστας Μπράβος, «δεν χρησιμεύει σε τίποτα να πυροβολεί κανείς λάθος άνθρωπο, και μάλιστα κάποιον που ενδεχομένως η ορθοφροσύνη και το εθνικό συμφέρον να στηρίζουν πολλά επάνω σε έναν τέτοιο άνθρωπο και σε άλλους ίσως σαν αυτόν, ώστε τουλάχιστον να διορθωθεί ό,τι είναι δυνατό να διορθωθεί από όσα συνέβησαν».
 
«Έχετε δίκαιο», είπε ο Λεβίδης, και στρεφόμενος στην Μαίρη Πουπάκη, της είπε : «Μαίρη, τι άλλο έχεις υπογραμμίσει από το μήνυμα του πρωθυπουργού που θεωρείς ότι αξίζει να επισημανθεί αυτή τη στιγμή, τη στιγμή της πρώτης ανάγνωσής του»;
 
«Ακριβώς Βαγγέλη», είπε η Πουπάκη, «όπως το λες είναι. Είναι η στιγμή της πρώτης ανάγνωσης, διότι όταν θα το διαβάσουμε αμέσως μετά με κάπως μεγαλύτερη άνεση χρόνου, είμαι βέβαιη ότι δεν θα προλαβαίνουμε να σημειώνουμε εκείνα τα σημεία που το καθένα τους θα αποτελεί και μία σφαίρα στη καρδιά της πατρίδας μας. Να, εδώ στις σημειώσεις μου έχω υπογραμμίσει κάτι ακόμα σχετικό με αυτό που κι εσύ Βαγγέλη σημείωσες όταν είπες το τι κάνει νιάου – νιάου στα κεραμίδια. Ο πρωθυπουργός κατηγόρησε ότι στην Ευρώπη αναπτύσσονται τάσεις ηγεμονισμού από κάποιους, αλλά δεν είναι αυτό τόσο όσο το ότι κατηγόρησε ευθέως εκείνους που επέβαλαν στη  χώρα μας τα Μνημόνια ως ολοκληρωτικής αντίληψης χαρακτηρίζοντας τα Μνημόνια ως «μνημεία ολοκληρωτικής αντίληψης και δημοκρατικού μένους κατά της Ανθρωπότητας», άκουσον! άκουσον εκφράσεις! και τους ίδιους τους δανειστές αφού τους είπε τοκογλύφους και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, τους είπε και εκβιαστές, κατοχική δύναμη, και επιβεβαίωσε αυτό που όλοι οι σοβαροί άνθρωποι θεωρούσαν ως απλό προεκλογικό τσιτάτο την απειλή ότι θα διαγράψει εν ανάγκη μονομερώς το δημόσιο χρέος, και να που έρχεται και επαναλαμβάνει αυτή την επικίνδυνη ακροβασία, διότι ακόμα και τώρα που τον άκουσα να το λέει πάλι, δεν νομίζω ότι θα επιχειρήσει να συγκρουσθεί με τους δανειστές μας που έχουν αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο… Τι, τι, τι να πρωτοεπισημάνω και τι όχι… Και κείνο πάλι που ως άλλος Χουντίνι θα μειώσει λέει το χρέος κάτω από 80% και θα έχει πλεονασματικό προϋπολογισμό, χτυπώντας μονάχα μερικές εκατοντάδες φορολογούμενων, «μεγαλοκαρχαριών» που λέει, μα πού βρίσκεται ο άνθρωπος; Όλοι αυτοί αποτελούν τη μεγαλύτερη ελπίδα μας για την ανάταξη των επενδύσεων στη χώρα… Δεν κοιτάει τη διαφθορά στη δημόσια διοίκηση, όπου σήμερα κι’ όλας πιάστηκε στα πράσα υπάλληλος τελωνείου που τα τελευταία χρόνια κατηγορείται ότι λαδώνονταν κανονικά για να καλύπτει λαθρεμπόριο καυσίμων, και τσέπωσε δεν ξέρω πόσες δεκάδες χιλιάδες ευρώ; Εδώ το πάρτι της διαφθοράς υπήρξε συλλογικό σπορ…»
 
«Όμως, νομίζω ότι δεν φτάσαμε ακόμα στο σημαντικότερο από όσα είπε ο πρωθυπουργός», είπε ο Λεβίδης, «διότι ακολουθούμε τη σειρά των όσων είπε στο μήνυμά του. Είπε, διαβάζω όπως το έχω σημειώσει, : «Στην Ευρώπη, η δική μου εκτίμηση είναι, ότι η Ένωση υπό την παρούσα της μορφή και ιδεολογία, δεν έχει προοπτική… Θα ήταν ίσως προς το συμφέρον όλων αν οι συμμαχίες επανακαθορίζονταν και ίσως δύο ευρωπαϊκές Ενώσεις, με διαφορετικά θεσμικά όργανα και με διαφορετικά νομίσματα, θα έπαιρναν τη θέση της σημερινής. Δυστυχώς, ο Βορράς, φαίνεται να μην πιστεύει καθόλου σ’ αυτή την ενότητα των προοπτικών, πέραν του ότι εκφράζει όλο και περισσότερο ένα αγοραίο μοντέλο διακυβέρνησης όλο και πιο συμβατό στην δική του κουλτούρα, και όλο πιο ασύμβατο στη κουλτούρα άλλων λαών, πιο νότια, στις αντιλήψεις των οποίων οι κοινωνίες ακόμα υπάρχουν, είναι ζωντανές, δεν είναι «κάτι που δεν υπάρχει». Αυτή η θέση μου, δεν αποτελεί πρόταση διάσπασης της Ευρώπης. Αποτελεί πρόταση εξόδου από τις ψευδαισθήσεις της δήθεν ενότητας και της δήθεν ισότητας των Κρατών – Μελών. Αποτελεί πρόταση να συζητήσουμε για μια Ενωμένη Ευρώπη, με βάση τις ιδρυτικές της διακηρύξεις, και όχι με βάση αναβιωμένους ηγεμονισμούς…» Αντιλαμβάνεσθε τι είπε; και τολμώ να θέσω το ερώτημα αν κι ο ίδιος ο πρωθυπουργός αντιλήφθηκε τι είπε. Επίσημη πρόταση διάσπασης της Ευρώπης, και σας ρωτώ κύριε Λαμπρόπουλε, σαν υπουργός που είστε αυτής της κυβέρνησης, εσείς τι λέτε»;
 
«Αυτές είναι οι συνέπειες, από την άλλη, του άκρατου λαϊκισμού», παρενέβη η Μαίρη Πουπάκη, «όταν προεκλογικά υποστηρίζατε αυτές τις ακραίες απόψεις, διότι, για να είμαστε ειλικρινείς, αυτά τα λέγατε ως κόμμα από την εποχή που ήσασταν στην αντιπολίτευση όπου τάζατε τα πάντα στους πάντες και απειλούσατε τους πάντες εδώ και έξω, όμως, πέραν του ότι ελπίζαμε ότι ο λαός θα αντιλαμβάνονταν τον λαϊκισμό σας και την απειλή που αντιπροσώπευε και θα σας διατηρούσε σε ένα επίπεδο απλά άσκησης πίεσης προς τη τότε κυβέρνηση όχι όμως και να σας έδινε την ίδια τη κυβέρνηση, εν πάση περιπτώσει πιστεύαμε πως και αν γινόσασταν κυβέρνηση όπως και τελικά έγινε, κάπως θα μαζευόσασταν και θα σοβαρευόσασταν».
 
«Κυρία Πουπάκη», είπε ο Λαμπρόπουλος ενοχλημένος, «παρακαλώ πολύ, δεν σας επιτρέπω να αμφισβητείτε τη σοβαρότητά μου».
 
«Κύριε Λαμπρόπουλε», είπε ο Λεβίδης, «γνωρίζετε ότι όλοι μας εδώ, ειδικώς στο πρόσωπό σας, τρέφουμε μεγάλη εκτίμηση. Δυστυχώς όμως εκπροσωπείτε μια κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός της οποίας φαίνεται να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα ακόμα και στο τρόπο λειτουργίας της ίδιας της κυβέρνησής του, και εδώ συμβαίνει ό,τι συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις. Εισπράττετε μια κριτική που στην ουσία αφορά άλλον. Όμως, ελάτε, απαντήστε παρακαλώ στο ερώτημά μου, Εσείς τι λέτε πάνω σ’ αυτό που είπε ο πρωθυπουργός για τις δύο Ευρώπες, δηλαδή τη διάσπαση της Ευρώπης»;
 
«Οφείλουμε κύριε Λεβίδη, για να πούμε όλη την αλήθεια, ότι ο πρωθυπουργός μάλλον έθεσε το πρόβλημα της ενότητας στην Ευρώπη όπως αυτή λειτουργεί σήμερα σε ένα δεύτερο πλάνο, διότι είπε, στην ίδια αυτή παράγραφο, πως πρώτα τον ενδιαφέρει η ενότητα της Ευρώπης με βάση τις ιδρυτικές της διακηρύξεις, όμως, αν τελικώς αυτή η ενότητα δεν εξυπηρετεί παρά κάποιους μονάχα και για κάποιους άλλους, αν όχι τους περισσότερους, μεταφράζεται σε καθαρό βάρος, νομίζω, ότι αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να απασχολήσει την Ευρώπη, και όχι να το κρύβει ως πρόβλημα. Νομίζω ότι αυτή είναι η σωστή διάσταση του προβληματισμού που έθεσε ο πρωθυπουργός».
 
«Και αυτό θα γίνει με τέτοιες δημόσιες δηλώσεις που είναι πρόσφορες σε συζητήσεις καφενείου»; ρώτησε η Πουπάκη για να συνεχίσει : «Η Ευρώπη διαθέτει θεσμικά όργανα όπου κανείς εκεί μέσα και όχι έξω μπορεί να δώσει τον πολιτικό του αγώνα, και εν πάση περιπτώσει αν πείσει έπεισε, διαφορετικά, έτσι είναι η δημοκρατία, οφείλουμε να υποτασσόμαστε στη πλειοψηφία».
 
«Εγώ πάντως, σε ό,τι με αφορά» είπε ο Λαμπρόπουλος, «διατηρώ το αναφαίρετο δικαίωμά μου να έχω τις προσωπικές μου απόψεις, πράγμα που είχα αποδείξει και όταν ήμασταν αντιπολίτευση, όταν διαφοροποιούμουν από αρκετές άλλες τάσεις που υπήρχαν και υπάρχουν στο κόμμα μου, όπως σε κάθε δημοκρατικό κόμμα».
 
«Αυτό είναι αλήθεια κύριε Λαμπρόπουλε», είπε ο Λεβίδης, «πολλές φορές δημόσια είχατε διαφοροποιηθεί, κι εγώ πολλές φορές, δημόσια και μπροστά σας αλλά και όταν δεν ήσασταν μπροστά, επαινούσα τον μετριοπαθή σας χαρακτήρα, και βεβαίως, τις θέσεις σας που ήταν πολύ πιο προσγειωμένες και ρεαλιστικές από τις θέσεις πολλών άλλων συναδέλφων σας βουλευτών τότε, μερικοί από τους οποίους σήμερα είναι και συνάδελφοί σας στη κυβέρνηση. Όμως, νομίζω ότι είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός που φαίνεται να στέλνει και ένα μήνυμα μέσα στην ίδια τη κυβέρνησή του που λέει, όσοι διαφωνείτε πείτε το τώρα, διαφορετικά σωπάστε για πάντα. Θέλω να πω, πως σύντομα θα υποχρεωθείτε είτε να μιλήσετε για όσα συμβαίνουν, είτε να σωπάσετε, εννοώ πολιτικά βεβαίως, για πάντα».
 
«Σίγουρα δεν θα σωπάσω», είπε ο Λαμπρόπουλος.
 
«Αυτό που λέτε είναι μια πολύ σημαντική δήλωση. Σημαίνει ότι θα καταθέσετε τη διαφωνία σας»; είπε ο Λεβίδης.
 
«Σημαίνει ότι θα καταθέσω τις απόψεις μου, ως υπεύθυνος υπουργός», είπε ο Λαμπρόπουλος.
 
«Το ίδιο ισχύει και για σας κύριε Δεστούνη»; τον ρώτησε ο Λεβίδης.
 
«Το ίδιο», είπε κοιτώντας τον Λαμπρόπουλο.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ