Είδαμε προχθές σε δημοσίευμα ότι ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) παρουσίασε τη μελέτη του “Σχεδιάζοντας το ενεργειακό μέλλον“, που αφορά την περίοδο 2015-2030. Η μελέτη εκπονήθηκε από το Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ για λογαριασμό του ΣΕΦ και εξετάζει την επίδραση της περαιτέρω διείσδυσης των φωτοβολταϊκών στη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, για διάφορα σενάρια εξέλιξης της ζήτησης του ρεύματος.
Κατά το ΣΕΦ, “οι στόχοι του ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας πρέπει να παίρνουν υπόψη:
1. Την ανάγκη να καλύπτονται οι στόχοι για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που αποτελούν ουσιαστική υποχρέωση αλλά και δέσμευση της χώρας.
2. Την ανάγκη να καλύπτονται κατ’ ελάχιστον οι διεθνείς και εθνικοί δεσμευτικοί στόχοι για τη διείσδυση των ΑΠΕ.
3. Την ανάγκη να καλύπτεται μεγάλο μερίδιο των ενεργειακών αναγκών από εγχώριους, καθαρούς και ανεξάντλητους πόρους.
4. Την ανάγκη να υπάρχει ένας συνδυασμός τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα, οι οποίες είναι ευέλικτες στη λειτουργία τους και που μπορούν να στηρίξουν τεχνικά τη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στα ηλεκτρικά δίκτυα.
5. Την ανάγκη να επιτυγχάνεται η ενεργειακή ασφάλεια και οι περιβαλλοντικοί στόχοι χωρίς υπέρμετρη επιβάρυνση των πολιτών και των δημόσιων οικονομικών.”
Το μόνο δηλαδή που δεν μας λέει ο ΣΕΦ είναι ότι ο ενεργειακός σχεδιασμός πρέπει να είναι βασισμένος στα Φ/Β και μόνο στα Φ/Β. Ενδιαφέρων ως τρόπος σκέψης, αλλά ως εκεί … Καθόσον, …
στην τελευταία διαφάνεια, ο ΣΕΦ μας λέει το καταπληκτικό “Το 2014, η παραγόμενη από φωτοβολταϊκά ενέργεια στην Ελλάδα καλύπτει τις ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια 1,04 εκατομμυρίων νοικοκυριών. Στόχος είναι, το 2020 να καλύπτονται οι ανάγκες 1,8 εκατομμυρίων νοικοκυριών και το 2030 2,6 εκατομμυρίων“.
Κύριοι του ΣΕΦ, σας έχουμε νέα! Το 2014 η παραγόμενη από Φ/Β ενέργεια δεν κάλυψε τις ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια ΟΥΤΕ ΣΕ ΕΝΑ νοικοκυριό, (εκτός ίσως από κάποιες αγροικίες με τις ενεργειακές ανάγκες του Ταμήλου). Για τον πολύ απλό λόγο ότι τα νοικοκυριά έχουν το κακό συνήθιο να χρειάζονται ενέργεια και το βράδυ, εκεί που τα Φ/Β είναι ένα ολοστρόγγυλο μηδενικό. Αν κάποτε αναπτυχθούν φθηνά συστήματα αποθήκευσης και η σύνδεση στο δίκτυο γίνει πανάκριβη, λόγω των φαραωνικών διασυνδέσεων των δικτύων υψηλής τάσης που θέλει να επιβάλλει η Γερμανία, τότε ίσως οι πολίτες αναγκαστούν να καταφύγουν στα Φ/Β. Μέχρι τότε όμως υπάρχει πολύς δρόμος. Κι όποιος βιάζεται σκοντάφτει …
Με όλο λοιπόν το σεβασμό προς το ΣΕΦ, διαφωνούμε ριζικά στους πιο πάνω στόχους. Η ενέργεια είναι το θεμέλιο της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας της χώρας, αν δεν έχεις φθηνή ενέργεια υστερείς σε διεθνή ανταγωνιστικότητα. Πολύ περισσότερο αν είσαι μια χρεοκοπημένη χώρα. Δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί “πρώτη προτεραιότητα” της χώρας η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ούτε οι στόχοι διείσδυσης των ΑΠΕ. Σε μια χρεοκοπημένη χώρα πρώτη προτεραιότητα πρέπει να είναι η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των επενδύσεων που έχουν ήδη γίνει, ώστε να χρειάζεται όσο γίνεται λιγότερες νέες επενδύσεις.
Μια χρεοκοπημένη χώρα, δεν μπορεί να βγει στις αγορές να δανειστεί. Κι όταν βγαίνει, παραμονές εκλογών για εκλογικές σκοπιμότητες, βγαίνει με το αγγλικό δίκαιο, όχι με το δικό της, όπως έβγαινε στην προ χρεοκοπίας εποχή. Κι όταν ξαναβγαίνει, μετά τις εκλογές, ακόμα κι αν βγαίνει με το αγγλικό δίκαιο, μόλις που καταφέρνει να βρει τα μισά απ’ τα χρήματα που ζητούσε.
Πρώτη προτεραιότητα του οποιουδήποτε ενεργειακού σχεδιασμού, ακόμα και σε μια μη χρεοκοπημένη χώρα, πρέπει να αποτελεί η μείωση των ενεργειακών αναγκών της: η πιο φθηνή ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώθηκε ποτέ, αυτή που δεν χρειάστηκε να παραχθεί ποτέ. Η ενέργεια αυτή, που δεν χρειάστηκε να καταναλωθεί ποτέ, είναι ταυτόχρονα προφανώς και η πιο φιλική στο περιβάλλον.
Στην επόμενη σειρά προτεραιότητας χρειαζόμαστε αξιοποίηση των πιο φθηνών εγχώριων ενεργειακών πηγών. Όλων των πηγών, χωρίς τεχνολογικές προκαταλήψεις. Ανάλογα με το κόστος κάθε πηγής, αλλά και το συνολικό όφελος που δίνει σε προστιθέμενη αξία στην οικονομία, στην απασχόληση, σε υποκατάσταση εισαγωγών.
Ειδικά στην ηλεκτροπαραγωγή, πρέπει να παίρνει κανείς υπόψη του τα βασικά: η ηλεκτρική ενέργεια επί του παρόντος δεν αποθηκεύεται με οικονομικά αποδεκτό τρόπο, η παραγωγή γίνεται για να καλύψει τη ζήτηση ανάλογα με το πώς αυτή διαμορφώνεται κάθε στιγμή. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τις ανάγκες του φορτίου βάσης, αλλά πουθενά σ’ αυτά που δημοσίευσε ο ΣΕΦ δεν είδαμε κάποια εκτίμηση για το φορτίο βάσης του συστήματος. Δεν αρκεί να λες ότι η συνολική ζήτηση θα είναι το 2020 53,6TWh στη χαμηλή ζήτηση έως 56,6TWh στη μέτρια ζήτηση και το 2030 64,5TWh στη χαμηλή ζήτηση έως 69,4TWh στη μέτρια ζήτηση. Πρέπει να ξέρουμε και τα χαρακτηριστικά αυτής της ζήτησης, π.χ. για πόσες ώρες αναμένεται το φορτίο αιχμής. Πιθανόν να έχουν εξεταστεί, αλλά δεν εμφανίζονται σ’ αυτά που παρουσιάστηκαν.
Δεν είδαμε πρόβλεψη εξαγωγών στη ΝΑ Ευρώπη, που θα αύξαναν το μέγεθος της αγοράς ενέργειας, παρά το ότι η Ελλάδα είναι ηλιόλουστη και “ο ήλιος είναι δωρεάν”. Είναι σαφώς πιο ρεαλιστικό να θεωρείς ότι, όσο ηλιόλουστη κι αν είναι η Ελλάδα, είναι πολύ πιο οικονομικό να βάλει κανείς Φ/Β στη Ρουμανία και τη Σερβία παρά να εισάγει Φ/Β ρεύμα από την Ελλάδα.
Το προτεινόμενο απ’ το ΣΕΦ και το Εργαστήριο ΣΗΕ ΤΗΜΜΥ του ΑΠΘ ενεργειακό μείγμα προβλέπει 20,85TWh από λιγνίτη το 2020 και 18,29TWh το 2030 στο σενάριο μέτριας ζήτησης. Με ποιές μονάδες, με ποια αποθέματα, ποια αξιοποίηση επενδύσεων; Άγνωστο.
Στο σενάριο χαμηλής ζήτησης η συμμετοχή του λιγνίτη μειώνεται σε 20,68TWh και 15,7TWh αντίστοιχα. Ποιος ο λόγος της μείωσης από 20,85 σε 20,68, επίσης άγνωστο και καταρχήν μη κατανοητό. Γιατί δεν διατηρούν τα 4015MW από λιγνίτη, που, κατά το ΥΠΕΚΑ το 2010, είναι συμβατά με τους περιβαλλοντικούς στόχους της χώρας; Ενδεχομένως και να το αγνοούν!
Το φυσικό αέριο προβλέπεται να συμμετέχει στο ενεργειακό μείγμα σε σημαντικό ποσοστό, κατ’ ελάχιστο 14,8% το 2020 στο σενάριο χαμηλής ζήτησης, έως 23,14% το 2030, πάλι στο σενάριο χαμηλής ζήτησης. Δεν φαίνεται να μας προκύπτει κάποια νέα μονάδα φυσικού αερίου, αυτές που ήδη έχουμε φτάνουν και παραφτάνουν γι’ αυτή την παραγωγή.
Καλό θα είναι πάντως το Εργαστήριο του ΑΠΘ να δεί με προσοχή τις δηλώσεις του καθηγητή Φώσκολου τον περασμένο Νοέμβριο, για τη συμμετοχή του φυσικού αερίου. Εκτός κι αν μέχρι το 2020 έχουμε βγάλει φυσικό αέριο στην Κρήτη, οπότε, αν έχουμε φθηνό κι εγχώριο φυσικό αέριο, μπορούμε να το αξιοποιήσουμε και στην ηλεκτροπαραγωγή.
Για να μην ξεχνούμε ωστόσο τα βασικά, το φυσικό αέριο αξιοποιείται με πολύ καλύτερο συντελεστή απόδοσης αν πάει στη βιομηχανία και τα νοικοκυριά για απευθείας καύση, όχι για ηλεκτροπαραγωγή.
Οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί παρουσιάζουν ίδια νούμερα στα σενάρια τόσο χαμηλής όσο και μέτριας ζήτησης. Άγνωστο αν λαμβάνεται υπόψη η προοπτική της Μεσοχώρας. Μια μικροδιαφορά στα νούμερα για το 2030 είναι δυσεξήγητη, αλλά χωρίς ουσιαστική σημασία.
Οι ΑΠΕ εμφανίζονται στο πιο πάνω διάγραμμα όλες μαζί ομαδοποιημένες, δίνεται όμως μια ξεχωριστή, πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση: τα αιολικά έχουν μειωθεί στα 3GW το 2020 και σε 6GW το 2030, ενώ η Υπουργική Απόφαση του 2010 για την κατανομή των διαφόρων μορφών ΑΠΕ, ενόψει των στόχων του 2020, προβλέπει 7,5GW αιολικά! Τα Φ/Β, από 2,2GW που λέει η Υπουργική Απόφαση για το 2020, φθάνουν τα 4,5GW κατά το Εργαστήριο ΣΗΕ ΤΗΜΜΥ του ΑΠΘ! Λογικό: αν πέσουν οι τιμές των Φ/Β, τι σχέση έχουν τα αιολικά, του 10% βαθμού αξιοπιστίας κατά τον ΑΔΜΗΕ, με τα Φ/Β του 70% βαθμού αξιοπιστίας; Και πολλά είναι τα 3GW, που λέει το ΑΠΘ για το 2020, δεν χρειαζόμαστε ούτε ένα αιολικό πρόσθετο σ’ αυτά που έχουν ήδη μπει. Ας σώσουμε και κανένα πουλί …
Η ηλιακή ενέργεια είναι αξιόπιστη, (70% αξιοπιστία δέχεται ο ΑΔΜΗΕ), πάντα βέβαια μόνο για τη μέρα και μόνο για κάποιους μήνες, αλλά είναι ακόμα ακριβή, επειδή καταρχήν έχει χαμηλό βαθμό απόδοσης. Ανεξάρτητα απ’ το βαθμό απόδοσης, θα πρέπει να μας εξηγήσει και το ΥΠΕΚΑ και ο ΣΕΦ και κάθε άλλος εμπλεκόμενος, πώς και γιατί η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνή στις ΗΠΑ, αλλά πανάκριβη στην Ελλάδα. Ακόμα κι αν είναι ακριβή, εδώ και κάμποσα χρόνια βιώνουμε την 3η πετρελαϊκή κρίση και το πετρέλαιο έχει γίνει πανάκριβο. Η τιμή του κορύφωσε το 2008, αλλά έκτοτε παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Ηλεκτροδοτούμε τα νησιά με πετρελαϊκές μηχανές και η παραγωγή στα νησιά είναι πολύ ακριβή. Οι πετρελαϊκές μηχανές έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται στις διακυμάνσεις της 24ωρης ζήτησης και τα νησιά έχουν μεγάλη ηλιοφάνεια. Γιατί λοιπόν δεν κατευθύνουν στα νησιά την κατασκευή ηλιακών πάρκων, για άμεση υποκατάσταση σημαντικού μέρους της πετρελαϊκής παραγωγής και εξοικονόμηση πολύτιμου συναλλάγματος, αλλά, αντίθετα, προωθούν την κατασκευή των παντελώς αναξιόπιστων αιολικών, τη στιγμή μάλιστα που μάλιστα η κατασκευή τους έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων σε όλη την Ελλάδα; Μήπως επειδή εργοστάσια Φ/Β έγιναν και στην Ελλάδα, ενώ οι ανεμογεννήτριες είναι πλήρως εισαγόμενες;
Τα λινκς τεκμηρίωσης βρίσκονται στο http://greeklignite.blogspot.gr/2014/07/blog-post_19.html και στο Facebook, στη διεύθυνση Greeklignite!