ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΟΙ ΑΝΑΠΤΥΓΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ
Τοῦ Γιώργου Νικολακάκου
Γιατί οἰ ἀναπτυγμένες οἰκονομικά χῶρες σήμερα βρίσκονται ἐνώπιον κοινωνικῶν καί οϊκονομικῶν κρίσεων; Οἰ περισσότερες χῶρες ἔχουν ἕνα τεράστιο δημόσιο χρέος πού ἀπειλεῖ νά τίς τινάξει στόν άέρα. Τά αίτια εἶναι πολλά, ἀλλά εἶναι κάποια πού ἔχουν κοινή προέλευσι γιά πολλές χῶρες. Στίς ἀναπτυγμένες κοινωνίες θεσπίζονται μέτρα καί καταρτίζονται κοινωνικά προγράμματα δίχως νά σταθμίζονται οί οίκονομικές ἐπιπτώσεις αυτῶν τῶν μέτρων καί τῶν προγραμμάτων καί τελικά νά οδηγοῦνται σέ φοβερά οίκονομικά καί
κοινωνικά ἀδιέξοδα.Οί κοινωνίες ἔχουν έγκλωβιστεῖ σέ μιά Μαρξιστική λογική πού δέν τούς ‘επιτρέπει νά χειριστοῦν τά οἰκονομικά καί κοινωνικά προβλήματα μέ ὀρθολογικόν καί ρεαλιστικόν τρόπον. Καί δέν έννοῶ αυτούς πού ἐγκολπώθηκαν τίς μαρξιστικές καί σοσιαλιστικές θεωρίες καί ὑπηρέτησαν αὐτές τίς ἰδεολογίες. Καί δέν έννοῶ αυτούς πού ἐγκολπώθηκαν τίς μαρξιστικές καί σοσιαλιστικές θεωρίες καί ὑπηρέτησαν αὐτές τίς ἰδεολογίες. Εἶναι τά ἄτομα ἐκεῖνα ποῦ πραγματικά ἐνδιαφέρονται γιά τήν δημιουργία μιᾶς
δικαῖας κοινωνίας ἀλλά δέν μπόρεσαν νά καταλάβουν ὄτι αὐτό μποροῦσε νά ἐπιτευχθῆ μέ φιλελέυθερες ἥ συντηρητικές ἰδέες. Ἕτσι, κατά κάποιον τρόπο ἐμποτίσθηκαν μέ σοσιαλιστικά ἰδεώδη. Ὅσο οἰ σοσιαλιστικές ἰδέες μπερδεύονται μά τίς ἰδέες τῆς ἐλευθέρας οἱκονομίας θά ὑπάρχουν στρεβλώσεις καί δυσλειτουργίες. Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὄτι εἶναι θεμιτή ἠ κάθε δραστηριότητα τῶν βιομηχάνων καί τῶν χτηματιστῶν καί ὄτι μποροῦν νά λειτουργοῦν ὑπό καθεστῶς πλήρους ἀσυδοσίας, οὗτε οἱ ἐργαζόμενοι θά πρέπη νά εἶναι
ἔρμαιο τῶν διαθέσεων τῆς κάθε ἐπιχειρήσεως. Απλῶς θά πρέπη νά σταθμίζωνται οἱ ἐπιπτώσεις τοῦ κάθέ μέτρου καί νά άναζητῆται ἐκείνη ἡ λύσις ἀπό τήν ὀποῖαν θά προκύψη τό μέγιστο ὄφελος γιά τήν κοινωνία.
Η σκέψις ὄμως τῶν άνθρώπων, ὄμως δέν μπόρεσε νά ὑποταχθῆ στήν λογική τῆς «καπιταλιστικῆς» οἰκονομίας γιά νά μπορέση ἔστω νά θεραπεύση μερικά ἀπό τά προβλήματα ποῦ άντιμετώπιζαν οἱ κοινωνίες. Ὁ «καπιταλιστής γιά παρα πολλούς ἐνσαρκώνει τό ἱστορικό κακό. Ὅμως τό «κοινωνικό πρόσωπο», ἡ κοινωνική δικαιοσύνη καί ἡ ίδέα τοῦ κοινωνικοῦ κράτους καί πολλά ἄλλα ἀσαφή καί νεφελώδη, ἀπό μόνα τους, δέν ἀρκούν νά θεμελιώσουν τήν «κοινωνική» ἰδεολογία. Ἠ οίκονομική ἐλευθερία, ἐπειδή εἶναι πάντα ἐγωιστική ἡ κάθε ἐνέργεια
τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ τόν κυριώτερον στόχο κριτικῆς τοῦ σοσιαλισμοῦ διότι ἀποτελεῖ τήν αἰτία ἐξαθλίωσεως τῶν ἀσθενῶν τάξεων, μιά κριτική πού εἶχε μεγάλη άπήχησι καί ἔτσι ἀναγκάζε φιλελεύθερες καί συντηρητικές κυβερνήσεις νά ὐιοθετούν οίκονομικές πολιτικές πού θά ίκανοποιοῦσαν τά σοσιαλιστικά αἰτήματα ἀλλά δαπανηρές καί ἀναποτελεσματικές. Μέ τήν ἄσκησιν κριτικῆς κατά τῶν οίκονομικῶν ἀνισοτήτων, οἱ σοσιαλιστές μποροῦν νά δικαιώνουν τήν ὕπαρξιν των δίχως νά εἶναι ἀναγκασμένοι νά παρασκευάζουν
συσταγές περί τῆς κοινωνικῆς καί οἰκονομικῆς ὀργανώσεως τοῦ μέλλοντος, δίχως νά εἶναι ὑποχρεωμένοι νά καταρτίσουν ἕνα συνολικό καί λογικά συγκρότημενο σχέδιο γιά τήν θεραπεῖα τῶν προβλημάτων τῆς κοινωνίας, αλλά καί άποτελοῦσε τροχοπέδη καί γιά τίς συντηρητικές καί φιλελεύθερες κυβερνήσεις νά ἐκπονήσουν ἕνα λογικά συγκροτημένο σχέδιο γιά τήν βελτίωσιν τῶν κοινωνικῶν καί οἱκομικῶν συνθηκῶν.
Ετσι οἱ φιλελεύθεροι προσπαθοῦσαν καί ἐξακολουθοῦν νά οἱκοδομήσουν μιάν φανταστικήν εἰκόνα πού φέρει πολλά ἀπό τά χαρακτηριστικά τῆς σοσιαλιστικῆς είκόνος. Ἔχουν ἀποδυθῆ σέ μιάν έντατικήν προσπάθεια νά ἀνασκευάσουν τήν εἰκόνα πού εἶχαν ἀποκτήσει μέσα άπό τίς κοινωνικοικονομικές συνθῆκες τῆς ἐποχῆς τῆς Βιομηχανικῆς Επαναστάσεως καί τῶν ίδεολογικῶν ἐπιδιώξεων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού ἐστηρίζετο στόν ἄκρατον ἀτομικισμό . Οἰ ἰδέες τοῦ ἀτομικισμοῦ εἶχαν ὑποβληθῆ σέ λεπτή θεωρητική ἐπεξεργασία καί
εἶχαν άναχθῆ σέ ἰδεῶδες. Ο Φιλελευθερισμός ἐπρέσβευε ὄτι τό ἀτομικό συμφέρον ἤταν τεταγμένο ὑπό τῆς φύσεως καί ἀποτελοῦσε τό ἄριστον τῶν κινήτρων τῆς ἐνέργειας τῶν ἀνθρώπων. Κάθε άνθρωπίνη ἐπέμβασις ποῦ μποροῦσε νά λειτουργήση σάν πρόσκομμα στήν οίκονομική δράσι τοῦ ἀνθρώπου θά εἶχε σοβαρές οίκονομικές κυρώσεις ἀπό τήν φυσικήν τάξιν τῶν πραγμάτων. Κάθε βοήθεια άπό τήν κοινωνία ἀποτελοῦσε παραβίασιν καί τροποποιήσιν αὐτοῦ τοῦ νόμου. Ὄμως ὀ ἀχαλίνωτος ἀνταγωνισμός προκάλεσε κατάφωρες ἀνισότητες καί
ἀδικίες οἱ οποῖες προκάλεσαν ἔντονες ἠθικές ἀντιδράσεις μέ ἀποτέλεσμα νά ἐγκαταλειφθοῦν πολλές ἀπό τίς ἀρχικές θεωρίες.
Ἔτσι σά κληρονόμος τῶν συνεπειῶν τῆς Βιομηχανικῆς Επαναστάσεως, ὁ Φιλελευθερισμός σήμερα αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά «ἐξιλεωθῆ» ἀπό τίς «ἀμαρτίες» αὐτὴς τῆς ἐποχῆς καί ἄρχισε νά ἐκδηλώνη ἔντονη συμπάθεια γιά τίς άσθενεῖς τάξεις τῆς κοινωνίας καί νά προσπαθῆ νά συγκροτήση μιά κοινωνική εἰκόνα ἡ ὀποῖα περιλαμβάνει πολλά άπό τά στοιχεῖα πού συγκροτοῦν τήν εἰκόνα τήν ὀποῖα ἔχουν φτιάξει οἱ σοσιαλιστές γιά τόν δικόν τους ἐαυτόν. Η δημοφιλέστερη ἔννοια στό ἰδεολογικό ὀπλοστάσιο τῶν σοσιαλιστῶν καί τῶν
φιλελευθέρων κομμάτων εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ἀσφάλειας. Αμφότερα ἔχουν δώσει μεγάλη ἔμφασι στήν ἔννοια τῆς ἀσφάλειας καί τήν ἔχουν ἀναγάγει σέ ὑπέρτατον σκοπόν τῆς κοινωνίας καί τήν ἐφαρμόζουν στήν οἰκονομική τους πολιτική. Θεσπίζουν νόμους πού νά ὑποχρεοῦται ἡ ἐπιχείρησις νά ἀποζημιώνη άδρά τόν ἐργάτη ὄταν τόν άπολύη, νά μπορεῖ νά ἀπεργῆ ὄποτε θέλει δίχως κυρώσεις, ὀ κάθε πολίτης θά πρέπη νά νά άπολαμβάνη ἀσφάλεια κατά τῆς ἀνεργίας, τῆς ἀσθένειας, τοῦ γήρατος, ὑλικῶν μέσων ἐπιβιώσεως, κ.ο.κ., τά ὀποία
ὑποχρεοῦται νά τοῦ παράσχη ἡ κοινωνία. Ἕτσι, καί αὐτοί ἀκολουθοῦν μιάν ἀνερμάτιστη πολιτική, κενή άπό στόχους καί ὄχι μόνον ἀπρόσφορη γιά τήν θεραπεῖα τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων ἀλλα ἀπεναντίας νά ἐπιδεινώνωνται τά οἰκονομικά προβλήματα. Η ἰδεολογική φιλολογία τους, ὄμως, βρίσκεται σέ κραυγαλέα άντίθεσι μέ τούς σκοπούς καί μέ τόν τρόπον πού ἀναπτύσσει τήν δράσινξ του ὁ φιλέυθερος πολίτης μέσα στόν οἱκονομικόν καί πολιτικόν χῶρον. Η πολιτική τῆς κοινωνικῆς προστασίας σκοτώνει τήν ἰδιωτική πρωτοβουλία καί
τό ἐπιχειρηματικό πνεῦμα, στρεβλώνει τήν οἰκονομικήν πολιτική τοῦ κράτους καί τίς λειτουργίες τῆς ἀγορᾶς καί προκαλεῖ πληθῶρα κοινωνικῶν προβλημάτων. Τά ἄτομα σήμερα ἀντιλάμβανονται ὄτι ἡ κοινωνική δικαιοσύνη δέν θεμελίωνεται μόνον μέ ἐκδηλώσεις συμπάθειας γιά τίς ἀσθενεῖς τάξεις τῆς κοινωνίας.Χρειάζεται κυρίως ἐπάρκεια ὑλικῶν μέσων γιά τήν πραγματοποιήσιν τῶν κοινωνικῶν σκοπῶν καί δέν μπορεῖ μόνον ἕνα τμῆμα τῆς κοινωνίας νά ἐπωμισθῆ ὀλὀκληρο τό βᾶρος γιά τήν κοινωνική προστασία. Οί πόροι τῆς
κοινωνίας, ἀντί νά διασπαθίζωνται σέ διάφορα κοινωνικά προγράμματα άμφιβόλου ἀξἰας, θά μποροῦσαν νά χρησιμοποιηθοῦν πιό ἀποτελεσματικά μέ τό νά ἐπενδυθοῦν σέ παραγωγικά ἔργα. Επί πλέον, ὁ κόσμος καταλήγει, ἀντί νά αίσθάνεται λοιπόν συμπάθεια γιά τίς άσθενεῖς τάξεις, αίσθάνεται περιφρόνησι καί ἀντιπάθεια. Η κατάληξις εἶναι σήμερα ἡ Εὐρώπη νά θεσπίζη μέτρα πού πλήττουν καίρια τίς ἀσθενεῖα τάξεις, καί τίς άσθενεῖς χῶρες, ὄπως ἡ ἐλαστικοποίησις τῶν ὄρων ἐργασίας, αὐξησιν τῶν χρόνων συνταξιοδοτήσεως, αύξησιν
άσφαλιστικῶν εἰσφορῶν δίχως παράλληλην αὐξησιν τῶν συντάξεων καί περικοπές στήν ὑγεία.
Ἔνα παράδειγμα οἰκονομικῆς πολιτικῆς πού ἔχει δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις εἶναι οἰ περιορισμοί στήν ἀπόλυσι ἐργατῶν. Χῶρες σάν τήν Ελλάδα μέ χαμηλή βιομηχανική πολιτική θά μποροῦσαν νά βγοῦν ἀπό τό οϊκονομικό ἀδιέξοδο ἐάν, μεταξῦ ἄλλων φυσικά, προέβεναν σέ ριζικές μεταρρυθμίσεις στόν χῶρο τῆς εργασίας. Πρῶτον, θά ἔπρεπε νά ἔχει γίνει ἄρσις ὄλων τῶν νομοθετικῶν διατάξεων πού θέτουν περιορισμούς στήν άπόλυσι έργατῶν. Εκτός τοῦ ὄτι αὐτοί οἰ περιορισμοί όδήγησαν πολλές έπιχειρήσεις στήν χρεωκοπία, ἀποτελοῦν
τόν μεγαλύτερον ἀνασταλτικόν παράγοντα γιά τήν ἐγκατάστασιν ξένων ἐπιχείρησεων στήν οίκονομική άνάπτυξιν. Ὄμως τό κύριο μέλημα τῶν κυβερνήσεων ἤταν ἠ διατήρησις τοῦ κοινωνικοῦ προσώπου καί ὄχι ἡ βελτίωσις τῶν οἱκονομικῶν συνθηκῶν.
Εκτός ἀπό τίς οἰκονομικές κρίσεις πού ἔχουν προκαλέσει αὐτές οἰ ἀντιλήψεις, ἔχουν προκαλέσει κρίσι στήν σκέψι τῶν ἀνθρώπων, μιά κρίσι πού τήν ἔχουν προκαλέσει οἱ ἀντιφατικές ἀποφάσεις πού ἀνάγκάζεται νά πάρη ὁ ἄνθρωπος στά κοινωνικά, οἰκονομικά καί πολιτικά προβλήματα. Από τό ἕνα μέρος ἐξυμνεῖ τήν οἱκονομικήν ἀσφάλεια καί ἀπό τό ἄλλο τάσσεται ἐναντίον τῶν μέτρων κοινωνικῆς ἀσφαλίσεως. Εκεῖνος πού ὑιοθετεῖ τήν ἀρχή τῆς κοινωνικῆς ἀσφαλίσεως πιστεύει ὄτι γιά ξεφύγη ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἀλλοτριωμένη
κατάστασιν θά πρέπη νά ἀναπτύξη τίς δραστήριες δυνάμεις του γιά νά μήν εἶναι ὑποχρεωμένος νά ὑποτάσσεται στόν κόσμο. Από τό ἄλλο μέρος, ζητά ἀπό τήν κοινωνία, δίχως νά ἔχη ἐπίγνωσιν τῆς ἀντιφατικότητος πού «ὑπάρχει σέ αὐτό τό αἴτημα, νά δημιουργήση τίς συνθῆκες ἐκεῖνες πού θά τοῦ στερήσουν τό βίωμα τῆς ζωτικῆς ἐνέργειας πού εἶναι ἀποτελέσμα τῆς παραγωγικῆς δραστηριότητος ὀποῖα, μέ τήν σειρα της, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀβεβαιότητος ‘’από τήν ὀποῖαν κατέχεται τὀ ἄτομο.