Στο έλεος του Θεού το Κομπάνι: «Πού να πάμε; Στην Τουρκία που στηρίζει τους τζιχαντιστές;»
Ο Siyamend Rami παρακολουθεί ανήμπορος την πόλη του, το Κομπάνι, να σφυροκοπείται ανελέητα.
Ο 30χρονος δάσκαλος, ο οποίος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι του αναζητώντας καταφύγιο στις παρυφές της εμπόλεμης πόλης, απηύθυνε μια απεγνωσμένη έκκληση προς τον έξω κόσμο. «Χρειαζόμαστε όπλα», λέει.
«Εκλιπαρούμε τη διεθνή κοινότητα να υποστηρίξει τις κουρδικές δυνάμεις και να σταματήσει τους τρομοκράτες, ώστε να μπορέσουμε να ζήσουμε σε ειρήνη…Μας έχουν εγκαταλείψει. Ο συνασπισμός υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ δεν κάνει πολλά για να μας σώσει», συνεχίζει ο Rami.
Μέχρι πριν από λίγους μήνες o Rami δίδασκε αγγλικά στο λύκειο El Thawra του Κομπάνι. Η πόλη αποτελούσε κάποτε το «σπίτι» τουλάχιστον 200.000 ανθρώπων, αλλά τις τελευταίες εβδομάδες βρίσκεται υπό την ανελέητη πολιορκία των τζιχαντιστών της ISIS.
Ο Rami έμενε σε ένα άνετο διώροφο σπίτι στο κέντρο της πόλης μαζί με την 27χρονη σύζυγό του Rokan, η οποία είναι τεσσάρων μηνών έγκυος στο πρώτο τους παιδί.
Τώρα κάθε μέρα για τον Rami – όπως και για όσους έχουν απομείνει στην πόλη – είναι μια μάχη για επιβίωση. Είναι πολύ επικίνδυνο να επιστρέψει στο σπίτι του, αλλά ο ίδιος δεν αντέχει να εγκαταλείψει την πόλη του, παρά το γεγονός ότι η οικογένειά του έφυγε για την Τουρκία πριν από ένα μήνα.
«Η τουρκική κυβέρνηση είναι υπεύθυνη για αυτό το πρόβλημα. Αυτή στηρίζει την ISIS. Πώς μπορώ λοιπόν να εγκαταλείψω την πόλη μου και να πάω στην Τουρκία; Είμαι σε απόγνωση», καταλήγει ο 30χρονος δάσκαλος.
Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία, Στάφαν ντε Μιστούρα, είχε ήδη δηλώσει την Παρασκευή ότι «είναι πολύ πιθανό» οι άμαχοι «να σφαγιαστούν» εάν το Κομπάνι καταληφθεί από τους τζιχαντιστές που ξεκίνησαν την επίθεση αυτή από την 16η Σεπτεμβρίου.
Περίπου 700 άμαχοι βρίσκονται στο κέντρο της πόλης και 10.000 με 13000 έχουν συγκεντρωθεί κοντά στα σύνορα, είχε εκτιμήσει ο ίδιος.