ΠΩΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΕΣ
Γράφει ὁ Γιῶργος Νικολακάκος, Μ.Α.
Κύριο γνώρισμα τῆς μαρξιστικῆς θεωρίας εἶναι ἡ ὑλιστική θέσις ὄτι ἡ κοινωνία καθορίζει τήν συνείδησιν. Σύμφωνα μέ τήν θέσι αὐτή, οἱ ἰδεολογικές θέσεις εῖναι συνάρτησις τῶν ταξικῶν θέσεων και ἡ κυρίαρχη ἰδεολογία στήν κοινωνία εῖναι ἡ ἰδεολογία τῆς ἄρχούσης τάξεως της. Αύτό ἀντιτίθεται πρός τήν «ἰδεαλιστική θέσι ποῦ δίδει προτεραιτότητα στήν συνείδησιν (όπως στήν φιλοσοφία τοῦ Χέγκελ). Οἱ μαρξιστές διαφέρουν σε σχέσιν μέ το θέμα αὐτό: μερικοί ἐρμηνεύουν τήν σχέσι μεταξῦ κοινωνικῆς ὑπάρξεως καί συνειδήσεως ὧς μιά σχέσις ἄμεσου προσδιορισμοῦ, ἄλλοι τονίζουν τήν διαλεκτική της φύσι.
Στόν ὀρθόδοξο μαρξισμό ἡ ἰδεολογία εἶναι «ψευδής συνείδησις», ἡ ὀποῖα προκύπτει ἀπό τήν μίμησιν τῆς κυριάρχου ίδεολογίας ἀπό τήν πλευρά αύτῶν τῶν ὀποίων δέν ἀντανακλᾶ τα συμφέροντα. Ἁπό τήν ἄποψιν αὐτή τά μαζικά μέσα διαδίδουν τήν κυρίαρχη ίδεολογία: τίς ἀξίες τῆς τάξεως ποῦ κατέχει καί ἐλέγχει τά μέσα. Σύμφωνα με τούς όπαδούς τῆς μαρξιστικῆς πολιτικῆς οίκονομίας τά μαζικά μέσα ἐπικοινωνίας κρύβουν τήν οίκονομική βάσιν τῆς ταξικῆς πάλης: «Ἡ ἰδεολογία γίνεται ο δρόμος μέσω του όποίου ἐξαλείφεται ἡ πάλη μᾶλλον παρά ἡ ἀρένα τῆς πάλης».
\
Πάντως, σχεδόν ὄλοι ὄσοι ἔχουν ἀσχοληθῆ μέ τό θέμα τῆς ἱδεολογίας τείνουν νά ἐξετάζουν τό φαινόμενο σάν θεωρητικές ἔννοιες, οἱ ὀποῖες κατά τήν ἀντίληψιν αὐτῶν ποῦ τίς ἀσπάζονται, μποροῦν νά ἐνσωματώσουν ὄλες τίς μορφές ἀνθρωπίνης πράξεως με τρόπον γενικό καί απόλυτο. Εν μέρει αύτό εἶναι σωστό ἀλλά ἡ ίδεολογία εἶναι κυρίως ἀπαύγασμα τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας, τῶν προσωπικῶν βιωμάτων καί τῶν ἐμφύτων ροπῶν καί τάσεων τοῦ φορέα τους καί τοῦ τρόπου μέ τόν ὀποῖον συλλαμβάνει τό ἄτομο τά μηνύματα πού ἐκπέμπει τό κοινωνικό περιβάλλον. Αλλά ἀς δοῦμε τόν τρόπον συγκροτήσεως τῆς ἰδεολογικῆς είκόνος ποῦ ἔχει τό κᾶθε ἄτομο. Οἱ μαρξιστές ὑποστηρίζουν ὄτι οἱ είκόνες τῆς πραγματικότητος ἔχουν παραχθῆ ἀπό τίς κοινωνικές ἐμπειρίες τῆς κάθε τάξεως. Κατά τόν Μάρξ, γιά τό ἄτομο ποῦ ἀποτελεῖ μέλος τῆς κοινωνίας, εἶναι ἀδύνατον νά συγκροτήση μιάν είκόνα τοῦ κόσμου καί νά δώση μιάν σωστή ἐρμηνεῖα τῆς πραγματικότητος, διότι κατά τήν διάρκεια τῆς κοινωνικοποιήσεως ἐγκολπώνονται τίς άξίες ποῦ παράγει ἡ τάξις στήν ὀποῖαν άνήκει. Πιό συγκεκριμένα, οἱ ἰδέες τοῦ ἀτόμου διαμορφώνονται σύμφωνα μέ τήν θέσιν πού κατέχει στήν κοινωνική κλίμακα καί σύμφωνα μέ τά συμφέροντα ποῦ ἐκπροσωπεῖ αὐτή ἡ κοινωνική τάξις. Δηλαδή, ἡ κοινωνική τάξις ἐμφυσεῖ στά μέλη της ἐκεῖνες τίς άξίες ποῦ ἀντανακλοῦν τήν ταξική θέσι, καί φυσικά τήν θέσι τοῦ ἀτόμου ἀφοῦ ἀνήκει σέ αὐτήν τήν ταξι, καί τίς ίδέες ποῦ αἰτιολογοῦν αὐτήν τήν θέσι.
Κατά τόν Mannheim, ὀ ὀποῖος ἔχει ἀσχοληθῆ μέ τό φαινόμενον τῆς ἰδεολογίας, ἡ κοινωνία καταβάλλει συνειδητές προσπάθειες νά δημιουργήση μιάν εἰκόνα τῆς κοινωνικῆς πραγματικότητος ἡ ὀποῖα εἶναι ἀσύμβίβαστη μέ τά συμφέροντα τῶν τάξεων ποῦ δέν συμφωνοῦν στήν ἄσκησιν τῆς ἐξουσίας, ἥ ποῦ δέν ἀνήκουν στήν ἄρχουσα τάξιν. Ἡ ἄρχουσα τάξις δημιουργεῖ τήν πεποίθησιν ὄτι οἰ ἀντιλήψεις τῆς δικῆς της τάξεως ἀντανακλοῦν τήν εἰκόνα τοῦ τρόπου μέ τόν ὀποῖον θά πρέπη νά οίκοδομῆται ἡ κοινωνία. Αὐτή ἡ εἰκόνα εἶναι ψευδῆς καί διαστρεβλωμένη.
Αύτή ἡ θεωρία, ὄμως άγνοεῖ ὄλες οἱ ἀξίες τοῦ ἀτόμου δέν ἐπιβάλλονται κοινωνικά. Παραγνωρίζει ὄτι τά ὑποκείμενα μέσα στόν κοινωνικόν χῶρο ἐκπονοῦν όρισμούς τῆς πραγματικότητος ποῦ δέν συμβιβάζονται πᾶντα καί ἀπόλυτα μέ τούς ὀρισμούς τῆς κοινωνικῆς τάξεως στήν ὀποῖαν ὑποτίθεται ὄτι ἀνήκουν. Ἡ κοινωνική θέσις, ἡ ἐργασία, ἡ ἀμοιβή, κ.λ.π. ἐκτός ἀπό τό νά διαμορφώνουν τήν κοινωνικήν καί ταξικήν συνείδησιν, ἐγγράφονται στήν συνολική κοινωνική ἐμπειρῖα τοῦ ἀτόμου καί θά ὑποστοῦν μιάν ἐπίδρασι καί μιάν ἐυρεῖα ἀναθεώρησι ὑπό τό πρίσμα αὐτῆς τῆς ἐμπειρῖας. Οἰ ἐμπειρῖες θά ὑποστοῦν μιά ἐπεξεργασία ποῦ θά διαφέρη δραστικά ἀπό τήν ἀτομική ἐμπειρῖα τοῦ κᾶθε μέλους τῆς «αὐτῆς» κοινωνικῆς τάξεως.
Ἔτσι ἡ ἐρμηνεῖα πού προσφέρει ὁ Μάρξ καί οἱ ἐκφραστές τῶν ἰδεῶν του ὄχι μόνον δέν βοηθᾶ στήν κατανόησιν τοῦ φαινομένου, ἀλλά διαστρεβλώνει τήν ἔννοια τοῦ τρόπου μέ τόν ὀποῖον συντελεῖται ἡ διαμόρφωσις τῶν στάσεων, θέσεων καί ἰδεῶν τῶν ἀτόμων. Μέσα στήν κοινωνία καί κατά τήν διαδικασία τῆς κοινωνικοποιήσεως, λόγω μιᾶς πληθῶρας παραγόντων, τά ἄτομα βιώνουν κάθε ἐμπειρία μέ διαφορετικόν τρόπον. Στήν διαμόρφωσιν τοῦ κοινωνικοῦ χαρακτῆρα τοῦ ἀτόμου συντελεῖ μιά σειρα άπό ἐνδιάμεσες μεταβλητές πού εἶτε ἀκυρώνουν τήν ἐπίδρασι τῆς ὄποιας συνειδητῆς προσπάθειας πού καταβάλλαται ἀπό τήν κοινωνία γιά τήν δημιουργία τῆς είκόνος ποῦ αὐτή ἐπιθυμεῖ νά ἔχουν τά ἄτομα, εἶτε ἀλλοιώνουν τήν εἰκόνα ἥ ὄχι. Π.χ., οἱ Μαρξιστές παραγνωρίζουν ὄτι οϊ ἄνθρωποι βιώνουν τόν παρόντα κόσμο κάτω ὑπό τήν ἐπίδρασιν ἕνός μακρυνοῦ παρελθόντος πού ἔχουν κληρονομήσει άπό προηγούμενες γενεές. Δεύτερον, στήν διαδικασία τῆς κοινωνικοποιήσεως, καί πιό πολύ σέ μή προηγμένα πολιτιστικά καί γνωστικά στάδια τῆς κοινωνίας, γίνεται χρήσις συμβόλων, μύθων καί ἰδεῶν, πρωτίστως γιά νά τήν ἀναπαραγωγή τῆς αίτιολογήσεως τῶν σκοτεινῶν καί τῶν ἀνεξηγήτων πλευρῶν τῆς καθημερινῆς ζωῆς, καί ὄχι τῆς αἰτιολογήσεως τῶν κοινωνικῶν καί οἰκονομικῶν συνθηκῶν. Αὐτή εἶναι μιά καθαρῶς ψυχολογική λειτουργία καί ἐξυπηρετεῖ καθαρῶν ψυχολογικούς σκοπούς. Τρίτον, μέ τήν λειτουργία τῆς κοινωνικοποιήσεως τά ἄτομα προσπαθοῦν νώ δώσουν στόν κόσμο νόημα τέτοιο ποῦ νά αἴρη τήν όντολογική ἀνασφάλεια. Τό νόημα ἀντλεῖται ἀπό ἀπό συσσωρευμένες ἀπο τό παρελθόν ἀτομικές ἥ ὀμαδικές ἐμπειρίες καί παραστάσεις ἀπό τήν εποπτεῖα τοῦ κοινωνικοῦ καί φυσικοῦ περιβάλλοντος τοῦ ἀτόμου, ἀπό προσωπικές ψυχικές ἀνᾶγκες καί ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς δράσεως.
Θά μπορούσαμε νά λἀβωμε ὑπ’ ὄψιν ὄτι οἱ στόχοι καί οἱ ἐπιδιώξεις τῶν ἀτόμων δέν ἐπιβάλλονται μόνον ἀπό πολιτισμικές ἀξίες, ἀξίες ποῦ ἔχει διαμορώσει τό σύνολον τῆς κοινωνίας στήν πορεῖα τῆς ἱστορικῆς της ἐξελίξεως, ἀλλά καί ἀπό τούς δικούς τους προσωπικούς ὀρισμούς. Δηλαδή, τό ἄτομο καταφάσκει σέ ἀξίες ποῦ συμφωνοῦν μέ τήν προσωπική κοινωνική εἰκόνα τοῦ κᾶθε ἀτόμου. Μιά εἰκόνα τήν ὀποῖαν τά ἄτομα ἔχουν σχηματίσει γιά τόν ἐαυτόν τους καί ποῦ θἀ ἤθελαν νά ἔχουν οἱ ἄλλοι γιά αύτούς. Ἡ εἰκόνα τήν ὀποῖαν τό κᾶθε ἄτομο ἔχει σχηματίσει γιά τόν ἐαυτόν του ἔχει ἀνακύψει ἀπό τίς δικές του ἐπιθυμίες, ἀπό τήν προσωπική του δράσι, ἀπό τό προσωπικό του περιβάλλον καί ἀπίο τήν καταγωγήν του. Μέσα στόν κοινωνικόν χῶρο ἀφομοιώνει καί ἀξιολογεῖ τά μηνύματα πού ἐκπέμπει τό περιβάλλον του μέ τήν δική του λογική, γιά δικόν του λογαριασμό καί γιά ἰκανοποίησιν τῶν δικῶν του ἀναγκῶν καί ἐπιδιώξεων. Ἐνδιαφέρεται κυρίως, νά ὑποστασιοποιήση τήν δική του κοινωνική ταυτότητα. Δηλαδή ἐνδιαφέρεται γιά τίς ἀξίες καί τά σύμβολα ποῦ θά στοιχειοθετοῦν τήν εἰκόνα τήν ὀποῖα θέλει νά ἔχη ἡ κοινωνία γιά αὐτόν του. Ἔτσι μπορεῖ νά προσχωρῆ σέ ἀξίες ποῦ προβάλλουν συμβολικά τήν εἰκόνα ποῦ τό ἄτομο ἐπιθυμεῖ νά ἔχη στήν κοινωνία καί ὄχι τήν εἰκόνα ποῦ θέλει νά κατασκευάση ἡ κοινωνία γιά αὐτόν.
Αποτελεῖ, συνεπῶς, μεγάλο σφάλμα νά διατείνεται κανεῖς (ὄπως ὀ Μαρξισμός) ὄτι τό ἄτομο, μέσα ἀπό τίς διαδικασίες τῆς κοινωνικοποιήσεως, ἐνστερνίζεται ἐκεῖνες τίς ἀξίες πού ἐκφράζουν τήν εἰκόνα τῆς ἀρχούσης τάξεως. Ἡ κοινωνία δέν μπορεῖ νά κατατάξη τά ἄτομα σέ κοινωνικές τάξεις καί νά τά ὑποχρεώση –μέ τούς διάφορους ἰδεολογικούς της μηχανισμούς-νά ἀποδεχθούν τήν κοινωνικήν καί οἰκονομικήν του κατάστασιν σάν κάτι τό φυσικό. Γιά νά εὐσταθήση αὐτή ἡ ἄποψις, μεταξῦ ἄλλων, θά πρέπη νά ἀποδειχθῆ ὄτι τά ἄτομα δέχονται ὄτι τό περιβάλλον τους δέν εἶναι δεκτικό βελτιώσεως. Ἡ ἐμπειρία, ὄμως, ἀποδεικνύει τό ἀντίθετο. Δεύτερον, ἡ κοινωνία ἔχει κάθε λόγον νά κάνη- καί κάνει τό ἀντίθετο. Δηλαδή, καλλιεργεῖ τήν ἐλπίδα καί σφυρηλατεῖ τήν πίστι στά ἄτομα ὄτι ἔχουν ἀπεριόριστες δυνατότητες (βλέπε the American dream),ὄχι μόνον νά ὑπερβοῦν τά ὄρια τῆς προσωπικῆς τους καταστάσεως, ἀλλά καί νά πραγματοποιήσουν σκοπούς πολλοί ἀπό τούς ὄποίους εἶναι πρακτικά ἀνέφικτοι.
Ἄσχετα, ὄμως, ἀπό ποῖες εἶναι οἱ έπιδιώξεις τῆς κοινωνίας καί ποῖες οἱ ἐπιδιώξεις τῶν ἀτόμων, τά ἄτομα ἀφομοιώνουν τά μηνύματα ποῦ ἐκπέμπει ἡ κοινωνία μέ τρόπο ποῦ δέν συμφωνεῖ μέ τό περιεχόμενο τους. Τά ὑποκείμενα κομίζουν πάντοτε τό σύνολον τῶν ἐμπειριῶν τους, ὄχι μόνον ἀπό τήν οἰκονομική καί ἐπαγγελματική τους ζωή, ἀλλά καί ἀπό τήν οίκογενειακή καί κοινωνική τους προϊστορία, οἰ ὀποῖες άλλοιώνουν ἡ καί ἐξουδετερώνουν τήν σημασία τοῦ μηνύματος. Επί πλέον, θά πρέπη νά λάβωμε ὑπ΄.οψιν ὄτι οἱ κοινωνικοί εἰσηγητές καί ὑπερασπιστές τῶν διαφόρων ὀρισμῶν εἶναι ἀδύνατον νά προσδιοριστοῦν σέ μιά κοινωνία μέ ἀποτέλεσμα νά μήν μπορῆ νά γεννηθῆ μιά ἐνιαία θέασις τῆς πραγματικότητος.
Ἔτσι οἰ Μαρξιστές, καί γενικά ὄσοι άσχολήθηκαν μέ τήν μελέτη τοῦ τρόπου διαμορφώσεως τῶν ίδεολογιῶν ἀγνοοῦν μέ τόν πιό βάναυσο τρόπον τήν παρεμβολή μιᾶς πληθῶρας μεταβλητῶν οἱ ὀποῖες καθιστοῦν ὄποιανδήποτε προσπάθεια τῆς κοινωνίας νά ἐπιβάλλη τίς δικές άξίες καί τήν δική της ὀπτική πολύ προβληματική καί ἐλάχιστα ἀποτελεσματική. Ὄλες αὐτές οϊ ἐνδιάμεσες μεταβλητές περιορίζουν καί ἀναστέλλουν τήν ἐπίδρασιν καί τήν ἀποτελεσματικότητα ὄποιων δήποτε μηχανισμῶν πού μπορεῖ νά χρησιμποιούνται ἀπό τήν ἄρχουσα τάξι καί τήν έμφύσηση στά μέλη τῆς κοινωνίας τίς άξίες ποῦ αὐτή ἐπιθυμεῖ. Ὄχι μόνον δέν εἶναι ἀκώλυτη ἡ προσπάθεια τῆς ἀρχούσης κοινωνικῆς τάξεως νά ἐπιβάλλη τίς δικές της ἀξίες καί τίς δικές ἀπαιτήσεις, ἀλλά καί δέν μπορεί νά ἐπιβάλλη ἀξίες ποῦ δέν ὑπαγορεύονται ἀπό τά συμφέροντα τοῦ συνόλου.
‘Υπάρχει μιά ἄλλη πτυχή τοῦ προβλήματος ἡ ὀποῖα ἔχει ἀγνοηθῆ καί ἡ ὀποῖα ἐπιτελεῖ μιά πολύ σημαντική λειτουργία στήν διαδικασία τῆς κοινωνικοποιήσεως. Εἶναι ἡ διαλεκτική σχέσις ποῦ ὑπάρχει μεταξῦ τῆς πολιτικῆς ἰδεολογίας καί τῆς ίδεολογίας ποῦ ἐκφράζεται μέσα ἀπό τίς ἠθικές ἀξίες καί τό πνεῦμα τῆς κοινότητος, οἱ ὀποῖες ἔχουν διαμορφωθῆ στήν πορεῖα τῆς ἱστορίας κατά τρόπον «αὐθόρμητον» καί τήν σχέσιν ποῦ ὑπάρχει μεταξῦ τῆς πολιτικῆς ἰδεολογίας καί τῆς ψυχολογικῆς συγκροτήσεως τῶν μελῶν τῆς κοινωνίας. Οἱ θεσμοί μιᾶς κοινωνίας μπορεῖ νά άντανακλοῦν ἐως ἕνα σημεῖο τήν οἰκονομική δομή τῆς κοινωνίας, ἀλλά πρωτίστως ἀποτελοῦν ἔκφρασιν καί ἀντανάκλασιν τῶν πολιτικῶν πεποιθήσεων, τίς ὀποῖες ἔχει κληρονομήσει ἀπό τό παρελθόν, καί τοῦ χαρακτῆρος τῶν μελῶν τῆς κοινωνίας ὁ ὀποῖος ἔχει διαμορφωθῆ ἰστορικά καί μέσα ἀπό τήν πολιτική, οικονομική καί κοινωνική του δραστηριότητα καί τίς «ἰδεολογίες» πού ἐπιστράτευσε ἡ κοινωνία κατά τό παρελθόν γιά τήν ἐπίτευξιν ἐθνικῶν σκοπῶν΄Συνεπῶς, ἡ κᾶθε προσπάθεια ἐπιβολῆς μιᾶς ἰδεολογίας, στήν σκέψι τῆς πολιτικῆς κοινότητος, θά προσκρούση στούς ὑφιστάμενους θεσμούς τῆς κοινωνίας, στόν συλλογικόν της χαρακτῆρα καί στούς ποικιλόμορφους ὑποκειμενικούς σκοπούς καί ἐπιδιώξεις τῶν ἀτὀμων.
Πιό συγκεκριμένα, ἐκτός άπο τήν πολιτική ἰδεολογία ὑπάρχει καί ἡ ἰδεολογία ποῦ ἀποτελεῖ τό ἀξιακό σύστημα ἑνός λαοῦ. Δηλαδή τά στοιχεῖα ποῦ συγκροτοῦν τόν πολιτισμό τοῦ κᾶθε λαοῦ τά ὀποῖα εἶναι οί θεσμοί, οί συνήθειες, οί παραδόσεις, οί νοοτροπίες καί οί διάφορες πεποιθήσεις οί ὀποῖες διαμορφώνονται ἀπό συλλογικές παραστάσεις καί ἐμπειρίες. ¨Ὄλα αὐτά τά στοιχεῖα ἐκφράζουν σέ σημαντικό βαθμό μιά συμφωνία έπάνω στίς βασικές άρχές τῆς κοινωνίας καί τούς θεσμούς ποῦ τήν ἐνσαρκώνουν. Αύτά τά στοιχεῖα ἀποτελοῦν τό ἰδεολογικό ὑπόβαθρο ἑνός λαοῦ.Η ίδεολογία ἐδῶ ὀρίζεται σάν τό σύνολον τῶν ἀξιῶν, πεποιθήσεων καί παραδόσεων, ἐθίμων, κ.λ.π. ἑνός ἔθνους. Οί πολιτικές πεποιθήσεις τῶν ἀτόμων, βέβαια μπορεῖ νά διαφέρουν, ἀλλά ὄλες αὐτές οί ἀξιολογήσεις, παραστάσεις καί θεσμοί δέν παύουν νά αποτελοῦν μιά ἐνιαῖα ιδεολογία, ἡ ὀποῖα ἀλληλοτέμνεται μέ τίς ἐπί μέρους καί ἀντιτιθέμενες πολιτικές παποιθήσεις τῶν διαφόρων τμημάτων τῆς πολιτικῆς κοινότητος.
Οί πολιτικές ἀξίες τοῦ Ἔλληνα διαμορφώθηκαν ἀπό τίς ἐμπειρίες του, ἀπό τούς ἀγῶνες του, καί ἀπό τίς ιδέες καί θεωρίες τῶν προγόνων του. Ἡ ἐθνική ἰδεολογία εἶναι ἀπαύγασμα κοινωνικῆς ἐμπειρίας, ἀντίθετα μέ τίς πολιτικές ἰδεολογίες οἱ ὀποῖες εἶναι θεωρητικές ἔννοιες, οἱ ὀποῖες κατά τήν ἀντίληψην αὐτῶν ποῦ τίς ἀσπάζονται, μποροῦν να ἐνσωματώσουν ὄλες τις μορφές ἀνθρωπίνης πράξης μέ τρόπον γενικό και απόλυτο, γιαυτό εἶναι καί ἰσχυρότερες. Οί ἀγῶνες καί οί θυσίες του γιά ἐθνική ἀνεξαρτησία σφυρηλάτησαν τήν πίστι του στήν πολιτική καί οίκονομική ἐλευθερία καί τήν ἀξίαν τῆς προσωπικῆς εὐθύνης. Μέσα ἀπό τούς ἀγῶνες και τίς θυσίες πού εἶχε βιώσει αὐτό πού οἰ ἀρχαῖοι Ἔλληνες εἶχαν διατυπώσει σάν αξίωμα τῆς ζωῆς, τήν ρήσιν ὄτι τά ἀγαθά κόποις κτῶνται.Αὐτή ἡ ἰδεολογία ἔρχεται σέ σύγκρουσι μέ τίς πολιτικές ίδεολογίες καί ἀποτελεῖ κατά κάποιον τρόπο «ἀνάχωμα» στήν ἐπέλασι τῆς πολιτικῆς ἰδεολογίας. Στήν Ἑλλαδα, ὄμως, οί ἀλλότριες ἰδεολογίες δέ μπόρεσαν νά διαμορφώσουν άντιλήψεις καί νά ἐμφυσήσουν ἀξίες ποῦ δέν εῖναι σύμφυτες μέ τίς στάσεις καί ἀντιλήψεις τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἥ ἔστω καί ἑνός τμήματος τοῦ λαοῦ. Γιαυτό καί ἰδεολογίες ὄπως ὁ Ελληνικός Σοσιαλισμός καί ὁ Μαρξισμός εῖναι κακέκτυπα τοῦ original Μαρξισμοῦ καί Σοσιαλισμοῦ.
Ἠ συνολοποίησις ὄλων τῶν ἀτομικῶν ἐπιδιώξεων, συμφερόντων καί ἀναγκῶν τῶν μελῶν τῆς κοινωνίας καί ἡ συγκρότησις μιᾶς ἰδεολογίας μέ ἔνα κοινό «φιλοσοφικό» ὑπόβαθρο ἀποτελεἶ ἠράκλεια προσπάθεια μέ ἀμφίβολη ἔκβασιν. Στόν βαθμό ποῦ ἔχει ἐπιτευχθῆ αύτό σέ μιάν κοινωνία, ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα μιᾶς πολύ μακρᾶς διαδικασίας καί ἐπίπονης προσπάθειας. Ὄπως ἐξήγησα προηγουμένως, μεταξῦ τῶν ἰδεῶν καί τῶν ἰδεολογημάτων ποῦ προπαγανδίζει ἡ κᾶθε ίδεολογία παρεμβαίνει ἕνα πλῆθος οἰκονομικῶν, κοινωνικῶν καί ψυχολογικῶν παραγόντων ποῦ ἐπηρεάζουν τήν σκέψιν, τήν δράσιν καί τόν προσανατολισμόν τῶν ἀτόμων, ἀλλά καί τήν σκέψιν τῆς ἰδιας τῆς πολιτικῆς ήγεσίας.Ἡ ἰδεολογία γιά νά ἔχη ἀπήχησιν στήν σκέψι ἕνός λαοῦ θά πρέπη νά ἐξυπηρετῆ τά ἀτομικά συμφέροντα τοῦ ἀτόμου μέσα στά πλαίσια τῆς κοινωνικῆς τάξεως ποῦ διαβιοί καί δραστηροποιεῖται τό ἄτομο, νά ὑπάρχη ψυχολογική ταύτησις τοῦ ἀτομικοῦ καί συλλογικοῦ συμφέροντος, νά ταυτίζεται μέ τήν παιδεῖα, πολιτιστικήν κληρονομιά καί τό πνεῦμα τοῦ λαοῦ.
Γιά νά προσεταιρισθῆ μεγάλον ἀριθμό ὀπαδῶν, μιά ἰδεολογία θά πρέπη νά προκύψουν εἰδικές συνθῆκες. Χαρακτηριστική περίπτωσις εἰδικῶν συνθηκῶν εἶναι ἡ ἐμφάνισις τοῦ Ναζισμοῦ. Ἐπίσης, ἰσχυρά ἀπήχησι μπορεῖ νά ἔχουν αὐτές οἱ ἰδεολογίες ποῦ ἀποσκοποῦν στήν διάπλασιν ἑνός καινούριου κόσμου καί τήν συγκρότησι μιᾶς νέας εἰκόνας. Ἡ ἀνάγκη γιά τήν συγκρότησι μιᾶς νέας εἰκόνος ἀνακύπτει ὄταν στήν παλαιά είκόνα ἔχει διασπασθῆ καί δέν προσφέρεται πλέον γιά τήν ἐρμηνεῖα τῶν φυσικῶν, κοινωνικῶν, πολιτικῶν κεί οἰκονομικῶν φαινόμενων.