Στις κάλπες προσέρχονται σήμερα οι Βρετανοί, σε μία εκλογική αναμέτρηση που έχει χαρακτηρισθεί ως η πιο απρόβλεπτη των τελευταίων δεκαετιών, καθώς ακόμα και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δεν έδιναν καθαρό προβάδισμα ούτε στον πρωθυπουργό και ηγέτη των Συντηρητικών Ντέιβιντ Κάμερον, αλλά ούτε και στον ηγέτη των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ.
Οι σημερινές εκλογές χαρακτηρίζονται πολύ σημαντικές, καθώς ίσως κρίνουν την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και την εθνική συνοχή της χώρας.
Ο Κάμερον υπόσχεται ότι θα οργανώσει δημοψήφισμα για την παραμονή ή μη της Βρετανίας στην Ε.Ε. -εάν κερδίσει νέα θητεία- ενώ οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν ότι οι Σκοτσέζοι εθνικιστές ενδέχεται να αναδειχθούν τρίτο κόμμα στο Ουεστμίνστερ, παρά την ήττα τους στο δημοψήφισμα που διεξήχθη πέρυσι για την απόσχιση ή μη της Σκοτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Αμφότεροι οι ηγέτες των δύο μεγάλων κομμάτων επιμένουν ότι επιδιώκουν να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία των 650 εδρών του κοινοβουλίου, παρά το ότι οι δημοσκοπήσεις κατατείνουν ότι θα αναγκαστούν να σχηματίσουν μετεκλογικά μια κυβερνητική συμμαχία με κάποιο άλλο κόμμα ή μια ιδιαίτερα επισφαλή κυβέρνηση μειοψηφίας.
Η εταιρεία δημοσκοπήσεων ComRes έχει επισημάνει στις πιο πρόσφατες έρευνές της πως ο ένας στους τέσσερις πολίτες εξ όσων είπαν πως μάλλον θα ψηφίσουν συνεχίζει να είναι αναποφάσιστος και μπορεί να αλλάξει γνώμη την τελευταία στιγμή.
«Μπορούμε να επιτύχουμε την πλειοψηφία που θα δώσει στη Βρετανία την ισχυρή σταθερή κυβέρνηση που θα συνεχίσει να εφαρμόζει ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για την οικονομία που φέρνει αποτέλεσμα», δήλωσε ο Κάμερον χθες, στο κλείσιμο της προεκλογικής του εκστρατείας.
Από την μεριά του ο Μίλιμπαντ έστειλε το δικό του μήνυμα στους αναποφάσιστους ψηφοφόρους: «Μπορείτε να έχετε άλλα πέντε χρόνια με έναν πρωθυπουργό που θα βάζει τους πλούσιους και τους ισχυρούς πάνω από όλους στη χώρα. Ή, αν γίνω εγώ πρωθυπουργός, θα βάλω τους εργαζόμενους πάνω από όλους».
Από τις επτά δημοσκοπήσεις οι οποίες δημοσιεύθηκαν χθες Τετάρτη, παραμονή των εκλογών, οι τρεις έδειξαν πως τα δύο παραδοσιακά κόμματα εξουσίας συγκεντρώνουν ίσο ποσοστό (YouGov, ICM και Survation: 34%, 35% και 31,4%, αντιστοίχως). Τρεις κατέδειξαν ότι οι Συντηρητικοί προηγούνται των Εργατικών με μία εκατοστιαία μονάδα (TNS, Opinium και ComRes: 33% έναντι 32%, 35% έναντι 34% και 35% έναντι 34%, αντιστοίχως) και μία έδειξε ότι οι Εργατικοί προηγούνται των Τόρις με δύο μονάδες (Panelbase: 33% έναντι 31%).
Πριν από πέντε χρόνια, η Βρετανία αποκτούσε την πρώτη της κυβέρνηση συνασπισμού μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε, ο Κάμερον απέτυχε να κερδίσει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και σύναψε μια συμφωνία με το κεντρώο κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών.
Πολλοί Βρετανοί νόμισαν ότι εκείνη η συμμαχία ήταν κάτι που δεν θα μπορούσε να επαναληφθεί. Όμως η άνοδος μέχρι πρότινος περιθωριακών κομμάτων, όπως το αντιευρωπαϊκό Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP) συνοδεύτηκε από μεγάλες διαρροές ψηφοφόρων των δύο μεγάλων κομμάτων.
Ένα ινστιτούτο μελετών αναθεώρησε επί τα χείρω την πρόβλεψή του για την οικονομική ανάπτυξη της Βρετανίας χθες, καταφέρνοντας απροσδόκητο πλήγμα στον συντηρητικό πρωθυπουργό. Πάντως το ίδιο ινστιτούτο εκτίμησε πως η κατανάλωση εγγυάται ότι η ανάπτυξη δεν θα εκτροχιαστεί.
Η αβεβαιότητα για το αποτέλεσμα ήγειρε ερωτήματα για τους όρους βάσει των οποίων θα εξασφαλιστεί η νομιμότητα της επόμενης κυβέρνησης. Οι κανόνες προβλέπουν ότι όποιο κόμμα δύναται να εξασφαλίσει τη στήριξη του κοινοβουλίου, σχηματίζει κυβέρνηση. Αλλά η πρακτική λέει πως το κόμμα που κερδίζει τις εκλογές αναλαμβάνει πρώτο την πρωτοβουλία για το σχηματισμό κυβέρνησης. Ωστόσο, εάν αύριο τα δύο κόμματα χωρίζουν πολύ λίγες έδρες, μπορεί αμφότερα να διεκδικήσουν το δικαίωμα να ηγηθούν της επόμενης κυβέρνησης και δυνητικά να ξεσπάσει μια παρατεταμένη σύγκρουση ανάμεσά τους.