ΕΝΑΣ ΑΚΟΜΑ ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΜΑΝΑ
Γράφει ὁ Γιῶργος Νικολακάκος
Σήμερα ἀπότιομε φόρο τιμῆς στήν μάνα. Στήν Ελλάδα ἡ ἐορτή τῆς μητέρας καθιερώθηκε μεταπολεμικά καί βρῆκε μεγάλη ἀπήχηση μεταξῦ τοῦ λαοῦ μας, ὁ ὀποῖος διακρίνεται ἱδειαιτέρως γιά τά εὐγενη του αἰσθήματα καί γιά τήν προσήλωσιν του στόν πανάρχαιον θεσμό τῆς οἱκογένειας.Πρέπει καθένας νά μάθη νά βλέπη τό θεῖο κομμάτι, ποῦ ὑπάρχει στήν μάνα. Στήν κουρασμένη μάνα, στήν βασανισμένη καί φορτωμένη μέ φροντίδες. Στήν μάνα μέ τίς πολλές ρυτίδες στό πρόσωπο, ακόμα καί πικραμένη μάνα. Καί γενικά στήν κάθε μάνα πρέπει καθένας νά βρίσκη καί νά ἀποκαλύπτη τό ἅγιο, τό ἰδερό τό θεῖο.
Ο μεγάλος ζωγράφος Ραφαήλ ὕμνησε ἰδιατέρως τήν μάνα μέ τούς πολλούς θαυμάσιους πίνακες του, πού γιά θέμα ἔχουν τήν Παναγία Μητέρα μέ τό Θεῖο βρέφος στήν ἀγκαλιά της. Μιά σοφή παροιμία λέει ὄτι καμμιά καρδιά δέμ μπορεῖ νά βρῆς νά ἀγαπᾶ, ὄπως ἡ καρδιά τῆς μάνας. Γιαυτό εἶπε ἕνας ποιητῆς, τήν καρδιά τῆς μάνας νά τήν λατρεύης, ὄπως μία θεότητα. Ὄποιος νομίζει τήν μάνα του ἁγία καί στέκεται ἀπέναντι της πάντα μέ μετριοφροσύνη καί γεμάτος ἁπό ἀγάπη, αὐτός εἶναι ἕνας καλλιτέχνης, μέ θεῖα χάρη, γιατί τά μάτια του εἶναι του εἶναι ἱκανά διά μέσου ὅλης τῆς γήινης ἀτέλειας νά βλέπουν καί πιό πέρα, να ἀνακαλύπτουν τό ἅγιο καί τό μεγαλόπρεπο τῆς μάνας. Ὄποιος πάλισέ κάθε στιγμή στέκεται ἰπποτικ, λεπτά καί εὐγενικά ἀπέναντι στήν μάνα καί τῆς φέρεται σάν μιά βασίλισσα, αὐτός ξέρει μόνον καλά τί θά πεῖ μάνα.
Γιά νά δείξουν πῶς ἡ μάνα εἶναι ὁ στῦλος τῆς οἰκογένειας καί τό θεμέλιο τῆς ὑπάρξεως κάθε λαοῦ, εἶπαν τά ἐξῆς. «Αν πέσει ὁ ἄνδρας, τότε ὁ θεός τιμωρεῖ τόν ἄνδρα. Ἀν πέση ὄμωε ἡ γυναῖκα τότε ὁ θεός τιμωρεῖ ὄλον τόν λαό, γιατί ἀπ΄τήν δύναμιν τῆς μάνας ζοῦν οἰ λαοί καί ἀπό τήν ἀδυναμίαν της πεθαίνουν».
Αμέτρητοι εἶναι ἐκείνοι πού μέ ὄλην τους τήν δύναμιν καί μέ ὄλην τήν ἀγνότητα τῆς ψυχῆς των ἔψαλαν ὕμνους στήν μάνα. Οἱ ὕμνοι αὐτοί ακούσθηκαν καί ἀκούονται σέ ὄλα τά γεωγραφικά πλάτη καί μήκη τῆς γῆς καί κάθε στιγμή τούς ἐπαναλαμβάνουν ὄχι τά χείλη, ἀλλά οἱ καρδιές ὄλων τῶν ἀνθρώπων.
Η μάνα εἶναι λύτρωσις, εἶναι μοναδική χαρά, εἶναι καταφύγιο, εἶναι λιμάνι παρηγοριᾶς, εἶναι ἀσφάλεια, εἶναι σιγουριά. ἡ ἀγάπη τῆς μάνας δέν ἔχει ὄρια. Δέν ἔχει φραγμούς. Εἶναι ἀπέραντη. Εἶναι ἀστείρευτη πηγή. Εἶναι ὡκεανός χαρᾶς καί καλωσύνης. Εἶναι γλυκό χάδι. Εἶναι τό ἀγνότερον καί τό ἀγιώτερον συναίσθημα, ἀπό ὄσα βλαστάνουν στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀγάπη καί ἡ στοργή τῆς μάνας εἶναι δύναμις ἀκατάλυτη. Εἶναι ἐλπἰδα, εἶναι φῶς. Εἶναι πολύτιμο δῶρο τοῦ θεοῦ στόν ἄνθρωπον.
Τά παιδιά ε4ἶναι ὁ θησαυρός τῆς μάνας, Εἶναι ὁ μοναδικός, ὁ μεγάλος σκοπός τῆς ζωῆς της, Τά στολίδια καί τά κοσμήματα τῆς μάνας εἶναι τά παιδιά, Αὐτά τήν ὀμορφαίνουν, Αύτά τήν ὑψώνουν. Κοστά σέ αὐτά νοιώθει ὄτι εἶναι γυναῖκα μέ ἀξία καί μέ σκοπό, ὄτι εἶναι ἀληθινή γυναῖκα, πραγματική βασίλισσα. «Ὄλα μᾶς τάμαθες, μάνα γλυκυτάτη, ἀτίμητη Μάνα, δέν σέ θαμπώνουν ἀπάτες ἐσένα καί ὀνείρατα πλάνα». Ἕτσι ἐκφράζει τόν θαυμασμό καί τήν εὐγνωμοσύνη του στήν μάνα ὁ ποιητῆς Γ. Βερίτης.
Ἡ πνευματική καί ἠθική ἀναπτυξις τοῦ παιδιοῦ εἶναι ἀνάλογη μέ τό ἐπίπεδο ποῦ ἀπό ἀπόψεως πνευματικῆς καί ἠθικῆς μορφώσεως βρίσκεται ἡ μητέρα. Τό παιδί δέχεται γιά ὡραῖο καί ἠθικό ἐκεῖνο πού δέχεται γιά τέτοιο ἡ μητέρα του καί ἀντίθετα, θεωρεῖ κακό ἐκεῖνο πού καί γιά τήν μητέρα εἶναι κακό. Ἡ μητέρα ποῦ διακρίνεται γιά τήν πνευματική καί τήν ἠθικήν της ἀνάπτυξιν, ἀσκεῖ στό παιδί σκόπιμη, συνειδητή καί ἀγαθή ἐπίδραση.
Εμεῖς Οἰ γέροντες ἀς θυμηθοῦμε μέ ἀνείπωτη εὐλάβεια καί συγκίνηση τήν ἀγαπημένη μορφή της. Νά ἰδοῦμε τό βλέμμα της νά μᾶς κοιτάζη μέ λαχτάρα μἐ στοργή, μέ τρηφερή ἀγάπη. Νοερά νἀ ξαναζήσουμε τά γλυκά της χάδια καί ἀς ἀνοιξούμε τά κατάβαθα τῆς ψυχῆς μας γιά νά ὑψωθῆ ἀπό ἐκεῖ ἕνας γλυκός ὕμνος για τήν άγαπημένη τῆς μάνας μορφή.