ΑΚΡΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ ΤΟ ΠΡΟΦΑΝΕΣ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τα μεσάνυχτα που τo σκοτάδι είναι βαθύτερο, ακούς την πόρτα σου να χτυπάνε δυνατά. Ξαφνιάζεσαι, τρομάζεις, πιάνεις το πάπλωμα σφιχτά…και γυρνάς πλευρό και ξανακοιμάσαι. Μα είναι δυνατόν; Κι όμως, όσο παράλογο είναι στο ανάγνωσμα, τόσο δεδομένο στην πράξη.
Αφού ο ήλιος έδυσε στην Ελλάδα, αποκοιμηθήκαμε όλοι μες στα μεσάνυχτα της ηθικότητας μας και ένα σενάριο απρόσμενο άρχισε να εξελίσσεται, είναι οι εφιάλτες τώρα στο κατώφλι σου στέκονται και χτυπάνε δυνατά την πόρτα.
Χτυπάνε την πόρτα μας δυνατά κι εμείς πλευρό γυρνάμε και ξανακοιμόμαστε, στο όνομα της κοινωνικής τάξης μας είπαν στο γυαλί. Μιας τάξης στο όνομα της οποίας, οι άντρες καταδικάζουν την ύπαρξη τους σε αυτοχειρία, οι γυναίκες εκτρώνουν το μέλλον ενός γένους, οι ανύμφευτοι νέοι φυγοπονούν με 5 ευρώ στην καφετέρια και οι υπερήλικες πνίγουν τις άλαλες ενοχικές ανημποριές τους στο αλκοόλ, καθημερινά. Είναι η πίστη των προγόνων που εξορκίστηκε, είναι οι Εκκλησιές που ανακαινίστηκαν σε ταβέρνες, μπαρ και υπαίθρια εμποροπανυγήρια, είναι η βλασφημία που αφρίζει σαν λύσσα από το στόμα των ” πνευματικών”, των ακαδημαϊκά γνωστικών.
Η πόρτα χτυπά και κανένας δεν σηκώνεται να δει ποιός είναι, αποκοιμηθείτε ωραίες κοιμώμενες μας ψέλλισαν χθες το βράδυ κιόλας, μες τα μαύρα μεσάνυχτα της ταξικής αταξίας. Ποιος να το είχε φανταστεί; Ένας Ολυμπιονίκης να υποδύεται γυναίκα σε περιοδικό, ένας χριστιανός τον δολοφόνο, ένας εκατομμυριούχος το θύμα, ο δισεκατομμυριούχος την δημοκρατία, ένας προδότης τον σωτήρα και όλοι, ανεμοδαρμένα έρμαια θύματα μιας καθολικής κρίσης ταυτότητας. Όλα σε τάξη. Το 70 όμως πέρασε και τα μωρά δεν ανθίζουν πλέον, οι baby boomers τέλος.
Η πόρτα χτυπά αλλά εμείς σταθερά και άκρως απόρρητα να κοιμόμαστε όλοι ανήμποροι στο μαύρο μεσονύχτι της πολιτικής σταθερότητας. Σταθερά, οι πατριώτες να χαρακτηρίζονται αναχρονιστές και υποτιμητικά να αγνοούνται, σταθερά η εθνική ορθότητα να υποδεικνύεται από πολυεθνικούς αυτοκράτορες και σταθερά οι πολιτικοί εκβιασμοί κατά συρροή να διαπράττονται. Σταθερά η καπηλεία των πάντων ορατών και αοράτων να νομοθετείται από δικαστικές έδρες και σταθερά η δημοκρατία στον πλειοδότη να απονέμεται. Και εμείς να καταλήγουμε στο απόλυτο τίποτα.
Δεν είμαστε ούτε καν αριθμοί πλέον, μας ψηφιοποίησαν και ηλεκτρονικά ψηφία γίναμε, ενώ την πόρτα μας ακόμη δυνατά χτυπάνε. Και προς στιγμήν ο φόβος μας ξύπνησε, “ποιος είναι;” έντρομοι φωνάξαμε, καμία απάντηση δεν λάβαμε. Ρωτήσαμε ξανά πιο δυνατά, μα τα ίδια. ”Τι περιμένεις έτσι πως τα έχουνε κάνει;” είπαμε και με αυτή την σκέψη ξαναγείραμε νευριασμένοι μετά από αυτή την ενόχληση. Και έκτοτε συνεχίζουμε να ονειρευόμαστε όλοι, όλοι οι εν υπνώσει άγρυπνοι κι εν ζωή κεκοιμημένοι με την ευχή για όνειρα γλυκά ακόμα ως ανάμνηση, μιας ξεχασμένης παιδικής ηλικίας.
Δες άνθρωπε, άνοιξε το παράθυρο και δες, πώς η ίδια η γειτονιά σου έγινε απόρρητα και φανερά ένας καταυλισμός. Ένας καταυλισμός γηγενών προσφύγων, γεμάτος αλυσίδες, πολλές αλυσίδες, πολλών ιντσών, υψηλής ευκρίνειας, ασύρματες, φορητές, με χαμηλά λιπαρά, σε προσφορές, φθηνές, απ’ το ράφι ιδιοχείρως διαλεχτές, αγορασμένες και υγιεινές.
Δες, άνοιξε τα μάτια και δες, πώς σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας αποκτήσαμε αγάπη μόνο για τον θάνατο, πώς παθιαζόμαστε με τον θάνατο, πώς επιζητούμε τον θάνατο, βαφτίζοντας τον ζωή. Πως επιδιώκουμε την αρρώστια, ονομάζοντας την υγεία, πώς καταδιώκουμε με άκρατη ιδιοτέλεια την μιζέρια και πως ταυτόχρονα ισχυριζόμαστε ότι ποθούμε την ελευθερία και την χαρά. Πώς την ποθούμε ακόμα και τώρα, με καφέ, τσιγάρο και ποτό, με κρέατα, πέτσες και λιπαρά, με ίντερνετ, τάμπλετ και κινητά, με ξενύχτια, τζόγο και λεφτά, με ψέματα, αδιαφορία και εγωισμό, με πώρωση, κακία και φασισμό. Μη κλείνεις τα μάτια, δες.
Δες, πώς πληρώνουμε για να πτωχύνουμε, πώς ψηφίζουμε για να σκλαβωθούμε, πώς ξυπνάμε για να ναρκωθούμε, πώς ναρκωνόμαστε για να ξυπνήσουμε, πώς ζητάμε ελευθερία για να σκλαβωθούμε, πώς πληροφορούμαστε για να αποβλακωθούμε, πώς θυσιάζουμε την ύπαρξη για την ανυπαρξία, πώς τρώμε μέχρι σκασμού για να πεινάσουμε, πώς συμπληρώνουμε την διατροφή για να κατουράμε ακριβότερα, πώς αναζητάμε θεραπεία για να πεθάνουμε, πώς μορφωνόμαστε στα της περί-ουσίας για να απολέσουμε την ουσία, πώς βελτιωνόμαστε για ένα βέλτιστο αυνανισμό, πώς προβάλουμε ένα πλούσιο έξω για να αποκρύψουμε το φτωχό μέσα, πως υπερτιμήσαμε τα άχρηστα για να υποτιμήσουμε τα χρήσιμα, πώς εκπροσωπούμε το Θείο για να συσσωρεύουμε λίπος κάτω από βαβυλώνεια άμφια, πώς εκμηδενίζουμε τον Πλάστη για ένα προφανές, υπαρκτό, πλασματικό και απόρρητο τίποτα. Πόσο απόρρητα όμως μπορεί να είναι όλα αυται;
Δες, πώς αυτή είναι η ανθυποκουλτούρα του πολιτισμού μας σήμερα, αυτό και η παρακαταθήκη των παιδιά σου αύριο και όχι τα ντουβάρια και λεφτά. Δες πώς πρώτα απ΄όλα είμαστε εμείς εγκληματικά υποκριτές απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό και πώς επιβιώνουμε για να αποβιώνουμε. Κρίμα τα παιδιά!
Εν τέλει, αυτό που είδαμε γίναμε, αυτό που σκεφτήκαμε είμαστε και αυτό που νιώθουμε θα γίνουμε. Και έτσι ένας ένας εργοστασιακά και απόρρητα οδεύει προς τον αφανισμό και ο καθείς στον χρόνο τον προγραμματισμένο τον δικό του.
Φαινομενικά και μόνο έχουμε μάτια, στην πραγματικότητα είμαστε όλοι τυφλοί. Διότι μάθαμε όλοι να βλέπουμε μόνο το κακό γύρω μας και όχι το καλό στα πάντα. Ας μην περιμένουμε λοιπόν καλές αλλαγές σε κανένα επίπεδο έτσι, έτσι μόνο ο θάνατος έρχεται, η Ανάσταση ποτέ!
Τι και αν μια νύχτα λοιπόν πεθάνουμε μέσα στον ύπνο μας, γλυκά βουτηγμένοι μέσα στις αμαρτίες μας; Κανείς δεν θα ακούσει τίποτα. Θα παραμείνει προφανέστατα άκρως απόρρητο στο όνομα της σταθερότητας του ύπνου του γείτονα.
Βασίλης Παπαδόπουλος

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ