Στο νησί του βορείου Αιγαίου, λειτουργούσαν ελληνικά δημοτικά σχολεία σε έξι από τα επτά ελληνικά χωριά, στην Παναγία, τα Αγρίδια, το Σχοινούδι, το Γλυκύ, τους Αγίους Θεόδωρους και το Κάστρο. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, το 1923, η Ίμβρος και η Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία και έως τα 1964 το νησί της Ίμβρου διατηρούσε ακέραιο τον ελληνικό χαρακτήρα της. Οι Έλληνες κάτοικοι, Ρωμιοί στον αυτοπροσδιορισμό τους, υπερέβαιναν τις έξι χιλιάδες και αποτελούσαν τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού του νησιού.
Το «Πρόγραμμα Διάλυσης και Τουρκοποίησης» (Eritme Programi) μπήκε σε εφαρμογή το 1964 και οι τουρκικές αρχές επέβαλαν την απαγόρευση της διδασκαλίας της ελληνικής παιδείας στο νησί. «Αυτό ήταν το τέλος μας» ομολογούν οι περισσότεροι. Καταλυτικότερο όλων η εγκατάσταση στον κάμπο του Σχοινουδίου των «Ανοικτών Αγροτικών Φυλακών» που έκανε το «απόκομμα του παραδείσου» -όπως αποκαλούσαν οι κάτοικοι τον τόπο τους- μια αληθινή κόλαση. Και το περήφανο Σχοινούδι των 3.000 κατοίκων, με τα αρχοντόσπιτα να κρύβουν τις βουνοπλαγιές, έδωσε τη θέση του σε γκρεμισμένα σπίτια και στους 200 με 300 σημερινούς υπερήλικες Έλληνες που κατοικούν όλο το χρόνο σε όλο το νησί. «Αυτοί οι 80-90 Ίμβριοι, που δεν έφυγαν ποτέ, είναι οι οδηγοί μας» λέει η κ. Ντίνα.
ΠΗΓΗ