Το χάσμα μεταξύ προσδοκιών και πραγματικότητας… Ακόμη και ο Trump αναγνώρισε ότι μια άμεση πλήρης, επαληθεύσιμη και μη αναστρέψιμη αποπυρηνικοποίηση ήταν ένα εξωπραγματικό αίτημα, ανοίγοντας την πόρτα για την σταδιακή αποπυρηνικοποίηση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, η περιβόητη σύνοδος κορυφής μεταξύ ΗΠΑ και Βόρειας Κορέας προσέλκυσε μεγάλη προσοχή στο ερώτημα εάν όντως θα πραγματοποιηθεί συνάντηση μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump και του ηγέτη της Βόρειας Κορέας Kim Jong Un. Αλλά ο κίνδυνος της εστίασης στο παιχνίδι «ζεστό-κρύο» του Τραμπ και του Κιμ είναι ότι αποτρέπει την εστίαση από το πιο θεμελιώδες ζήτημα: Με τι πρέπει να μοιάζει με μια ελάχιστα επιτυχημένη συμφωνία μεταξύ Ουάσιγκτον και Πιονγκγιάνγκ.
Η επίτευξη ουσιαστικής και αμοιβαία ικανοποιητικής συμφωνίας είναι μια ιδιαίτερα περίπλοκη πρόκληση, καθώς οι δύο πλευρές ξεκινούν από ευρέως διαφορετικές θέσεις, οι οποίες στο πλέον εμφανές επίπεδο επιδιώκουν εντόνως διαφορετικά αποτελέσματα. Όπως έχει καταστήσει σαφές ο Trump, η επιτυχία ορίζεται ως άμεση CVID (complete, verifiable, and irreversible denuclearization, δηλαδή πλήρης, επαληθεύσιμη και μη αναστρέψιμη αποπυρηνικοποίηση), μια φράση δύσκολη στην κατανόηση που προκαλούσε ρίγη στους ομολόγους μου από την Βόρειο Κορέα όποτε αναφερόταν κατά τις συναντήσεις μας.
Όσο για τον Κιμ, επικεντρώνεται στην επιβίωση του καθεστώτος του, ξεκινώντας από την αναγνώριση της χώρας του ως νόμιμου κράτους, ακολουθούμενη από μια χαλάρωση των οικονομικών κυρώσεων. Αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ των στόχων των ΗΠΑ και εκείνων της Βόρειας Κορέας παρέμεινε κατά το μάλλον ή ήττον συνεχής κατά την διάρκεια των δεκαετιών και έχει μέχρι στιγμής εμποδίσει όλες τις συμφωνίες που έχουν προκύψει μεταξύ των δύο πλευρών από τον πρώτο γύρο των διμερών διαπραγματεύσεων για αποπυρηνικοποίηση στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Όμως, τα στοιχήματα έγιναν πολύ μεγαλύτερα από τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν οι Βορειοκορεάτες δοκίμασαν με επιτυχία μια θερμοπυρηνική συσκευή που έδωσε έκρηξη περίπου 15 φορές ισχυρότερη από την βόμβα που έπληξε την Χιροσίμα το 1945. Δύο μήνες αργότερα, η Πιονγκγιάνγκ εκτόξευσε τον Hwasong-15 ICBM [δι-ηπειρωτικό βαλλιστικό] πύραυλό της, ο οποίος είναι ικανός να φτάσει σχεδόν σε οποιαδήποτε πολιτεία των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, η εκστρατεία «μέγιστης πίεσης» του Trump έχει αρχίσει να πιέζει την οικονομία της Βόρειας Κορέας πιο αποτελεσματικά από τις προηγούμενες κυρώσεις και οι προειδοποιήσεις του ότι μια στρατιωτική αντίδραση των ΗΠΑ «όπως ο κόσμος ποτέ δεν έχει ξαναδεί» έχουν κινητοποιήσει τόσο την Κίνα όσο και τη Νότια Κορέα ώστε να παροτρύνουν τον Κιμ να αποκλιμακώσει.
Ως αποτέλεσμα, οι αποκλίνουσες επιδιώξεις των μερών αντισταθμίζονται πλέον από εξίσου διαφορετικές αντιλήψεις για την σχετική διαπραγματευτική ισχύ τους. Ο Trump αισθάνεται ότι είναι αυτός που κρατά τα χαρτιά -ότι ο Κιμ έχει τόσο πολύ τιμωρηθεί από τις επιπτώσεις της μέγιστης πίεσης, που είναι έτοιμος να διαπραγματευτεί τα πυρηνικά του όπλα.
Παρόλο που ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Moon Jae-in, είναι βέβαιος για το ότι ο Kim είναι σοβαρός σχετικά με την αποπυρηνικοποίηση, είναι σαφές ότι, ως ο αρχηγός ενός κράτος που κατέδειξε [ότι διαθέτει] πυρηνικά όπλα, ο Kim πιστεύει επίσης ότι θα μπει στις συνομιλίες από μια θέση ισχύος. Σύμφωνα με το μυαλό του Kim, γιατί άλλο ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα συμφωνούσε να τον συναντήσει κατά πρόσωπο, ένας στόχος που ο πατέρας και ο παππούς του Kim δεν ήταν ποτέ σε θέση να επιτύχουν;
Με δεδομένο αυτό το χάσμα, τι μπορεί να αναμένεται ρεαλιστικά από την σύνοδο κορυφής;
Οτιδήποτε κι αν υποσχεθεί ο Trump, η Βόρεια Κορέα δεν θα συμφωνήσει με αυτό που έχει στο μυαλό του ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, John Bolton: Μια άμεση παράδοση όλου του πυρηνικού οπλοστασίου και εξοπλισμού, τα οποία θα τα συσκευάσει απλά και θα τα μεταφέρει στο [εθνικό εργαστήριο των ΗΠΑ] Oak Ridge. Ακόμη και ο Trump αναγνώρισε ότι αυτό ήταν ένα εξωπραγματικό αίτημα, ανοίγοντας την πόρτα για την σταδιακή αποπυρηνικοποίηση, όταν είπε στον Τύπο στην συνάντησή του με τον Moon στις 22 Μαΐου ότι παρόλο που θα προτιμούσε μια συμφωνία «όλα σε ένα», αναγνώριζε ότι η Βόρεια Κορέα «μπορεί να μην είναι σε θέση να κάνει ακριβώς αυτό». Ταυτόχρονα, ο Kim γνωρίζει ότι πρέπει να δώσει κάτι για να πάρει την οικονομική ανακούφιση που ξεκάθαρα επιθυμεί.
Από την πλευρά της αποπυρηνικοποίησης, υπάρχουν εύκολα και άμεσα αποτελέσματα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα σημερινά αυτο-επιβληθέντα μορατόριουμ της Βόρειας Κορέας για τις δοκιμές των πυρηνικών και των βαλλιστικών πυραύλων και το άνοιγμα των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Yongbyon για επιθεώρηση και παρακολούθηση από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας.
Ένα πολύ πιο δύσκολο αλλά ταυτόχρονα ζωτικής σημασίας αρχικό βήμα είναι να προσφέρει μια «ειλικρινή» δήλωση και καταγραφή όλων των πυρηνικών εγκαταστάσεων της Βόρειας Κορέας και του σχάσιμου υλικού της. Η Πιονγκγιάνγκ αντιστάθηκε κατηγορηματικά σε έναν τέτοιο υπολογισμό στο παρελθόν, [κάτι που ήταν] ένας βασικός λόγος για την κατάρρευση του Συμφωνημένου Πλαισίου του 1994 και των εξαμερών συνομιλιών. Αλλά μια τέτοια δήλωση, συνοδευόμενη από μια συμφωνία για πλήρη επαλήθευση, θα δοκιμάσει την σοβαρότητα τόσο του ισχυρισμού του Κιμ ότι επιδιώκει έναν διαφορετικό τύπο σχέσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και την αξίωση του Moon ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να πιστέψει την Πιονγκγιάνγκ αυτή την φορά.
Πέρα από τα άμεσα βήματα, οι διαπραγματεύσεις πρέπει να παραγάγουν ένα σαφές χρονοδιάγραμμα για τον τελικό στόχο: Την εξουδετέρωση και την διάλυση όλων των πυρηνικών εγκαταστάσεων, υλικών και συσκευών και των ICBM της Βόρειας Κορέας. Αν ο Kim συμφωνήσει σε ένα γρήγορο χρονοδιάγραμμα –ας πούμε μέχρι το 2020- οι ομάδες των σκεπτικιστών στην Ουάσινγκτον, την Σεούλ και το Τόκιο θα σιγήσουν. (Αν και θα συνεχίσουν να ισχυρίζονται, ορθώς, ότι η εφαρμογή είναι τα πάντα). Πιο ρεαλιστικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει τουλάχιστον να ξεκινήσουν μια σοβαρή διαδικασία για να φθάσουν εκεί.
Από την άλλη πλευρά είναι αυτά που παίρνει ο Kim σε αντάλλαγμα. Η πιο προφανής και άμεση νίκη είναι η συνάντησή του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ένα σημάδι αναγνώρισης που οι Βορειοκορεάτες έχουν επιδιώξει επί δεκαετίες. Στις συναντήσεις μου με το Υπουργείο Εξωτερικών της Βόρειας Κορέας, οι αξιωματούχοι του έχουν επανειλημμένα τονίσει ότι μόνο ένας διάλογος ηγέτη προς ηγέτη θα μπορούσε να σπάσει το πυρηνικό αδιέξοδο. Στην ρίζα αυτής της επιθυμίας βρίσκεται το κεντρικό τους μέλημα: Η επιβίωση του καθεστώτος.
Για να επιτευχθεί ένα σαφές αποτέλεσμα όσον αφορά την αποπυρηνικοποίηση, πρέπει να υπάρχει μια αντίστοιχη σαφήνεια όσον αφορά τις εγγυήσεις ασφαλείας. Διπλωματικά, τόσο η Βόρεια Κορέα όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να επιδείξουν την σοβαρή δέσμευσή τους για ομαλοποίηση των σχέσεων με το να συμφωνήσουν σε μια δήλωση άρσης του εμπολέμου και στο άνοιγμα γραφείων διασύνδεσης στην Ουάσινγκτον και την Πιονγκγιάνγκ. Μια δήλωση από τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι δεν έχουν «εχθρική πρόθεση» και ότι θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις εξομάλυνσης και ειρηνευτικής συνθήκης είναι εξίσου απαραίτητη ως εγγύηση ασφάλειας.
Από οικονομικής απόψεως, ένα άμεσο αποτέλεσμα θα ήταν η ανθρωπιστική βοήθεια, αν όχι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε μέσω της Νότιας Κορέας και της διεθνούς κοινότητας. Η ευρύτερη συμφωνία για την επιβολή κυρώσεων πρέπει να αντιστοιχεί στην επαληθευμένη πρόοδο της αποπυρηνικοποίησης. Από στρατιωτική άποψη, το Πεντάγωνο θα πρέπει να συμφωνήσει να επανεξετάσει και, ανάλογα με την περίπτωση, να προσαρμόσει τα μελλοντικά σχέδια για τις επερχόμενες κοινές ασκήσεις ΗΠΑ-Νότιας Κορέας τον Αύγουστο και, ειδικότερα, κάθε άσκηση που περιλαμβάνει στρατηγικά στοιχεία (εκείνα που μπορούν να παραδώσουν πυρηνικές συσκευές). Πάνω απ’ όλα, η σύνοδος κορυφής πρέπει να καθιερώσει μια διπλωματική διαδικασία για την διαπραγμάτευση μιας ειρηνευτικής συνθήκης που να τερματίζει επισήμως τον Πόλεμο της Κορέας.
Αυτό, βέβαια, είναι μια υψηλή επιδίωξη που πιθανόν να διαρκέσει χρόνια για να ολοκληρωθεί. Ως εκ τούτου, στο σύντομο διάστημα που απομένει πριν από την σύνοδο, οι διπλωμάτες των ΗΠΑ, υπό την ηγεσία του υπουργού Εξωτερικών Mike Pompeo, θα πρέπει να επικεντρωθούν τόσο σε ένα ευρύ όραμα για το μέλλον των σχέσεων ΗΠΑ-Βόρειας Κορέας όσο και στα άμεσα μέτρα που απαιτούνται για την επίτευξη μια τελικής συμφωνίας η οποία θα φέρει στην Ουάσινγκτον την αποπυρηνικοποίηση που θέλει και την Πιονγκγιάνγκ τις εγγυήσεις ασφαλείας που επιδιώκει. Μόνο τότε οι δύο πλευρές θα γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα σε αυτό που ελπίζουν να επιτύχουν και σε ό, τι είναι ρεαλιστικά δυνατό.
JOSEPH YUN
Ειδικός Αντιπρόσωπος του ΟΗΕ για την Πολιτική της Βόρειας Κορέας από τον Οκτώβριο του 2016 μέχρι τον Μάρτιο του 2018.
[foreignaffairs.gr]