Στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης, και μάλιστα στους πρώτους μήνες του νέου έτους, βρίσκονται προς διαχείριση δύο ζητήματα, τα πλέον σοβαρά, εξωτερικής πολιτικής: η κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών και τα ελληνοτουρκικά.
του Δημήτρη Μηλάκα
Τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, καθότι συνήθως εξελίσσονται ανεξέλεγκτα, δεν είναι από αυτά που η όποια ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί να βρίσκονται στο προσκήνιο της επικαιρότητας, ειδικά σε μια χρονιά που έχει να αντιμετωπίσει κάλπες. Παρ’ όλα αυτά στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης, και μάλιστα στους πρώτους μήνες του νέου έτους, βρίσκονται προς διαχείριση δύο ζητήματα, τα πλέον σοβαρά, εξωτερικής πολιτικής: η κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών και τα ελληνοτουρκικά.
Θα πρέπει (και αξίζει) να σημειωθεί ότι η υπόθεση της ΠΓΔΜ βρίσκεται στην επικαιρότητα κατόπιν επιλογής της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο τέως υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς σε στενή συνεργασία επέλεξαν να υιοθετήσουν τις αμερικανικές παραινέσεις / οδηγίες για τη διευθέτηση του προβλήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ.
Στόχος της αμερικανικής επιμονής για τη διευθέτηση αυτής της εκκρεμότητας είναι η τακτοποίηση ολόκληρων των δυτικών Βαλκανίων κάτω από την ομπρέλα του ΝΑΤΟ. Η ελληνική κυβέρνηση με τη συμφωνία των Πρεσπών πρόσφερε στην Ουάσιγκτον αυτήν την ικανοποίηση και, τώρα που η πλευρά της ΠΓΔΜ ολοκληρώνει τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει (συνταγματικές αλλαγές κ.λπ.), το μπαλάκι επιστρέφει στην Αθήνα, η οποία θα πρέπει να κυρώσει τη συμφωνία.
Συντονισμός ΝΑΤΟ – ΠΓΔΜ
Ήδη, σύμφωνα με τις πληροφορίες που διακινούνται από τα Σκόπια, η κυβέρνηση Ζάεφ προτίθεται να επιταχύνει την τελική διαδικασία και να κυρώσει τη συμφωνία μέχρι και τις 10 Ιανουαρίου. Θα πρέπει να σημειωθεί πως η επιτάχυνση των βημάτων από την πλευρά της ΠΓΔΜ βρίσκεται σε απόλυτο συντονισμό με τους ρυθμούς που επιθυμεί και το ΝΑΤΟ.
Όπως σημειώνουν διπλωματικές πηγές, το ΝΑΤΟ, από τη στιγμή που η πλευρά της ΠΓΔΜ ολοκλήρωσε τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει για την αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας της χώρας σε Βόρεια Μακεδονία, έχει κάθε λόγο να επισπεύσει την έναρξη της διαδικασίας ένταξης της χώρας αυτής στους κόλπους του. Η βιασύνη του ΝΑΤΟ έχει να κάνει με τον ασαφή ορίζοντα των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσίευσε η «Καθημερινή», υπάρχει επιστολή του γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος ζητεί ολοκλήρωση του συνόλου των διαδικασιών και στις δύο πρωτεύουσες έως τις 15 Φεβρουαρίου 2019.
Η πίεση του ΝΑΤΟ (των Αμερικανών δηλαδή) είναι προφανές ότι θα ενεργοποιήσει και τις διαδικασίες στην Αθήνα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος άλλωστε επιβεβαίωσε ότι μετά τις 18 Ιανουαρίου ο πρωθυπουργός αναμένεται να ανακοινώσει τις αποφάσεις του σχετικά με το χρονοδιάγραμμα κύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών.
Σε κάθε περίπτωση πάντως τα περιθώρια ελιγμών της ελληνικής κυβέρνησης γύρω από αυτό το θέμα είναι περιορισμένα και οι όποιες κινήσεις της έχουν να κάνουν μόνο με τη διαχείριση της εύθραυστης κοινοβουλευτικής της πλειοψηφίας, η οποία ενδέχεται να κλονιστεί όταν φτάσει η στιγμή της κύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών, γεγονός που θα σημάνει και την έξοδο των στελεχών των ΑΝΕΛΛ από το κυβερνητικό σχήμα.
Κατά τα λοιπά, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είναι υποχρεωμένος να ολοκληρώσει τη δουλειά που έχει αναλάβει κυρώνοντας τη συμφωνία και για έναν ακόμη λόγο. Δεν επιθυμεί να αποδειχτεί στην πράξη ότι η ΠΓΔΜ με το νέο της όνομα έχει ξεκινήσει την πορεία ένταξής της στο ΝΑΤΟ είτε η ελληνική Βουλή κυρώσει είτε δεν κυρώσει τη συμφωνία.
Επιχείρηση κατευνασμού
Για την υπηρεσία που πρόσφερε στους αμερικανικούς σχεδιασμούς στα Βαλκάνια με τη διευθέτηση της εκκρεμότητας των Σκοπίων η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει ότι έχει εξασφαλίσει την αμερικανική αρωγή και έμπρακτη υποστήριξη στα φλέγοντα ελληνοτουρκικά ζητήματα.
Τους τελευταίους μήνες, όσο προχωρούν οι διαδικασίες ερευνών σε οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ, η Άγκυρα έχει ανεβάσει τους τόνους υπογραμμίζοντας την άποψη (και τις δυνατότητές της) ότι τίποτε δεν μπορεί να συμβεί στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο ερήμην της Τουρκίας.
Οι τόνοι της τουρκικής κυβέρνηση, θα πρέπει να υπογραμμιστεί, ανέβηκαν κατακόρυφα όταν ο τέως υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς, κατά την τελετή της αποχώρησής του από το υπουργείο, αποκάλυψε τους σχεδιασμούς για την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων (στο Ιόνιο και την Κρήτη) στα 12 μίλια. Έκτοτε η Άγκυρα επιδεικνύει τις στρατιωτικές της δυνατότητες, οι οποίες της επιτρέπουν να προστατεύει τα ερευνητικά της πλοία και τα πλωτά της γεωτρύπανα, τα οποία απειλούν να δραστηριοποιηθούν σε κυπριακά θαλάσσια οικόπεδα (στην κυπριακή ΑΟΖ) καθώς και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα περί το Καστελόριζο.
1. Για τις τουρκικές δραστηριότητες στην κυπριακή ΑΟΖ η Λευκωσία επισήμως έχει καταθέσει στη Γ.Σ. του ΟΗΕ επίσημη καταγγελία για τις παράνομες έρευνες του «Barbaros» εντός της κυπριακής ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας.
2. Η ελληνική κυβέρνηση, αντιμέτωπη με τη σταθερά σκληρή στάση της Άγκυρας, η οποία με κάθε τρόπο υπενθυμίζει ότι το Αιγαίο είναι ολόκληρο μια «γκρίζα ζώνη» και ότι στην Ανατολική Μεσόγειο τίποτε δεν μπορεί να γίνει ερήμην της, ελπίζει ότι το αμερικανικό ενδιαφέρον θα περιορίσει τους πειρασμούς της Άγκυρας για δημιουργία κάποιου τετελεσμένου – τύπου Ιμίων.
Αυτό το ενδεχόμενο φαίνεται ότι ανησυχεί ιδιαίτερα την Αθήνα και σίγουρα δεν ήταν τυχαίες οι πρόσφατες δηλώσεις του αρχηγού του ελληνικού επιτελείου ότι, σε περίπτωση που Τούρκοι στρατιώτες αποβιβαστούν σε ελληνική νησίδα, η Ελλάδα θα την ισοπεδώσει…
Πέρα, ωστόσο, από τα σκληρά λόγια ή τις αμερικανικές υποσχέσεις υποστήριξης, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη – μέσα σε προεκλογική περίοδο – με μια Τουρκία αποφασισμένη να διεκδικήσει τη μερίδα του λέοντος στη διανομή των ενεργειακών πόρων στην περιοχή. Και σε περιόδους έξαρσης της τουρκικής επιθετικότητας η συνηθισμένη πρακτική των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ο κατευνασμός, τον οποίον φαίνεται ότι προκρίνει και ο Αλέξης Τσίπρας αναζητώντας μια ημερομηνία μέσα στον Φεβρουάριο για να επισκεφθεί τον… σουλτάνο στην Άγκυρα.
Πηγή: topontiki.gr