Στις όχθες του ποταμού Ιλισού στην Αθήνα,
υπάρχει ένας χώρος μεγάλης ιστορικής και αρχαιολογικής σημασίας, με χρονολογία που ανάγεται στην κλασική περίοδο της αρχαίας Ελλάδας, πρόκειται για τον ναό της Αγροτέρας, που ήταν αφιερωμένος στην Άρτεμη, θεά του κυνηγιού και της άγριας φύσης, ο ναός ήταν ένας σημαντικός τόπος λατρείας για τους αρχαίους Αθηναίους.
Γράφει ο Γιώργος Βενετσάνος
Σε αυτόν το ναό οι Αθηναίοι αφιέρωσαν τη νίκη τους στην Άρτεμη Αγροτέρα, μετά τη νίκη στο Μαραθώνα, καθώς συνδεόταν με το κυνήγι και τον πόλεμο, ενώ σε ανάμνηση της αποφασιστικής τους νίκης, τελούσαν κάθε χρόνο εορτές προς τιμήν της Αγροτέρας Αρτέμιδος. Κατά τη διάρκειά τους, προσφέραν ως θυσία 500 κατσίκες προς τιμήν της θεάς, διαιωνίζοντας έτσι τη σύνδεση μεταξύ της λατρείας της θεότητας και της στρατιωτικής επιτυχίας.
Η κατασκευή του ναού χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ., αν και η σημερινή ορατή δομή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε μεταγενέστερες αναστηλώσεις και ανακατασκευές. Ο ναός ήταν εξαιρετικό δείγμα δωρικής αρχιτεκτονικής, χαρακτηριζόμενος από στιβαρούς κίονες και αρμονικές αναλογίες, ενσαρκώνοντας πλήρως τις αισθητικές αρχές της κλασικής εποχής. Ψηλοί, επιβλητικοί κίονες στήριζαν το επιστύλιο, το οποίο ήταν διακοσμημένο με ζωφόρους και γλυπτές μετώπες που απεικόνιζαν μυθολογικές και τελετουργικές σκηνές.
Η σημασία του ναού εκτεινόταν πέρα από τη θρησκευτική του λειτουργία. Η θέση του στις όχθες του ποταμού Ιλισού τον ανέδειξε επίσης σε στρατηγικό και γραφικό σημείο, συμβάλλοντας ενεργά στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή της πόλης. Το περιβάλλον τοπίο, με την παρουσία του ποταμού και την πλούσια βλάστηση, προσέφερε μια ατμόσφαιρα ηρεμίας και γαλήνης, δημιουργώντας αντίθεση με τον δυναμισμό της κοντινής Αθήνας. Ακόμη και κατά τη Ρωμαϊκή εποχή, ο ναός διατηρήθηκε σε χρήση και συντηρούνταν, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη διαχρονικότητα της λατρείας της Αρτέμιδος.
Όλα όμως έχουν ένα τέλος, όπως συνέβη και με πολλά άλλα αρχαία ελληνικά ιερά, ο ναός παρήκμασε κατά τους Χριστιανικούς χρόνους
Με την πάροδο του χρόνου, μεγάλο μέρος της αρχικής κατασκευής του αποσυναρμολογήθηκε, και τα υλικά του επαναχρησιμοποιήθηκαν σε άλλες κατασκευές, μια κοινή πρακτική και μοίρα για πολλά κτίρια της αρχαιότητας.
Μια ενδιαφέρουσα πτυχή της ιστορίας του Ναού της Αγροτέρας Αρτέμιδος αφορά τον 19ο αιώνα, την περίοδο της Οθωμανικής κατοχής, όπου ο αρχαιολογικός χώρος έρχεται ήρθε ξανά στο φως χάρη σε Ευρωπαίους αρχαιολόγους. Ο ενθουσιασμός που ακολούθησε για τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις στην Αθήνα οδήγησε σε μια σειρά συστηματικών ανασκαφών και ερευνών, με στόχο την ανασύνθεση της αρχικής μορφής και της ιστορίας του ναού. Από τα σημαντικότερα ευρήματα ήταν θραύσματα γλυπτών και επιγραφές, τα οποία προσέφεραν πολύτιμες πληροφορίες για τη θρησκευτική και πολιτιστική ζωή των αρχαίων Αθηνών.
Σήμερα, ο αρχαιολογικός χώρος του Ναού της Αγροτέρας Αρτέμιδος στέκει ως σιωπηλή μαρτυρία του ένδοξου παρελθόντος της αρχαίας Ελλάδας. Είναι ατυχημα το ότι μεγάλο μέρος της αρχικής κατασκευής έχει χαθεί οριστικά, τα ερείπια όμως του ναού υπενθυμίζουν τη σημασία της λατρείας της Αρτέμιδος, καθώς και τον πλούτο της αθηναϊκής θρησκευτικής παράδοσης. Μια επίσκεψη εκεί προσφέρει την ευκαιρία για προβληματισμό πάνω στην πολυπλοκότητα της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού, αναδεικνύοντας τις διαρκείς αλληλεπιδράσεις μεταξύ θρησκείας, τέχνης και κοινωνίας.
Η περιοχή γύρω από τον ναό δεν είναι πια αυτή που ήταν, το τσιμέντο, η άσφαλτος και η διαρκής κίνηση την έχουν μεταμορφώσει ριζικά, κι όμως ακόμη διατηρεί μια ιδιαίτερη ιστορική γοητεία. Θα ήταν πράγματι θεμιτό να υπάρξει μια προσπάθεια, έστω και μικρής κλίμακας, αναστήλωσης του Ναού της Αγροτέρας Αρτέμιδος. Αυτό θα βοηθούσε τον επισκέπτη να κατανοήσει καλύτερα τι ακριβώς βλέπει και να οπτικοποιήσει την αρχική μορφή του ιερού.
Όσον αφορά τις ακαλαίσθητες λαμαρίνες που κρύβουν σήμερα την τοποθεσία, η απομάκρυνσή τους θα αναβάθμιζε αισθητικά τον χώρο και θα διευκόλυνε την πρόσβαση και την ορατότητα του μνημείου.
