Του ΚΩΣΤΑ ΓΡΙΒΑ
Με τη νέα παράνομη τουρκική γεώτρηση στην κυπριακή ΑΟΖ, όπως και με τη συμφωνία της Άγκυρας με την κυβέρνηση της Τρίπολης για την –εκτός κανόνων διεθνούς δικαίου– οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών τελειώνουν και οι τελευταίες δικαιολογίες που θα μπορούσε να είχε κανείς για να μην έλθει αντιμέτωπος με την οδυνηρή πραγματικότητα, με το γεγονός ότι ο Ελληνισμός δέχεται επίθεση.
Η αλήθεια είναι ότι οι δικαιολογίες έχουν προ πολλού τελειώσει, αλλά κάποιοι στην Κύπρο συνεχίζουν να μιλάνε για λύση τύπου Ανάν, λες και δεν έχει μεσολαβήσει τίποτα. Και κάποιοι στην Ελλάδα να μιλάνε για ελληνοτουρκικό διάλογο και συνεκμετάλλευση, επίσης λες και δεν έχει μεσολαβήσει τίποτα. Όμως, έχουν μεσολαβήσει πολλά, που έχουν αλλάζει ποιοτικά την εικόνα.
Θα πρέπει λοιπόν να αντικρύσουμε κατάφατσα την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί και στη Μεγαλόνησο και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Η πραγματικότητα είναι ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δέχεται στρατιωτική επίθεση και μάλιστα στρατηγικού χαρακτήρα. Αναίμακτη μεν (μέχρι στιγμής) αλλά επίθεση. Και ακολουθεί η Ελλάδα, όπως έχει προαναγγείλει ο ίδιος ο Ερντογάν.
Συγκεκριμένα, η Τουρκία χρησιμοποιεί την στρατιωτική της ισχύ και ακυρώνει εν τη πράξει θεμελιώδη κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, απειλώντας να πράξει το ίδιο και με την Ελλάδα. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για μια απλή πρόκληση, αλλά για κάτι πολύ-πολύ σοβαρότερο. Η Τουρκία χρησιμοποιεί την στρατιωτική της ισχύ προσβάλλοντας την ίδια την κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας και απειλεί να κάνει το ίδιο και σε βάρος της Ελλάδας.
Καθυστερημένη ρητορική καταδίκη
Προς το παρόν το κάνει ανεμπόδιστα. Και φυσικά αυτό είναι το πρώτο βήμα. Εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, όπως όλα δείχνουν, τότε η Κυπριακή Δημοκρατία θα τοποθετηθεί σε έναν θύλακο τουρκικής κυριαρχίας, ο οποίος, αργά ή γρήγορα, θα απειλήσει να την απορροφήσει μετατρέποντάς την, στην καλύτερη περίπτωση, σε τουρκικό προτεκτοράτο. Και όλα αυτά γίνονται χωρίς να ιδρώσει το αυτί κανενός.
Με μεγάλη καθυστέρηση, η ΕΕ και οι ΗΠΑ καταδίκασαν τις τουρκικές ενέργειες, αλλά δεν έχουν κάνει τίποτα πρακτικό για να τις σταματήσουν. Ούτε το Ισραήλ, ούτε η Αίγυπτος, ούτε, φυσικά, κάποιοι απροσδιόριστοι μηχανισμοί επιβολής του Διεθνούς Δικαίου. Είναι τεράστιες οι ευθύνες των κυπριακών ηγεσιών που έχτισαν τη γεωπολιτική υπόσταση της χώρας τους πάνω στη μεταφυσική πίστη ότι κάποιος θα τις προστάτευε.
Όμως, ακόμη και τώρα η κατάσταση δεν είναι μη αναστρέψιμη. Ως πρώτο βήμα θα πρέπει να αλλάξει ριζικά η θεώρηση των κυπριακών ελίτ για τη λύση του Κυπριακού. Παράλληλα, πρέπει να αρχίσει να χτίζεται άμεσα, πετραδάκι-πετραδάκι, μια αξιόπιστη δύναμη προβολής ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας στο θαλάσσιο χώρο της και προστασίας της εδαφικής της επικράτειας.
Ελληνισμός και ψευδής κανονικότητα
Μπορεί ο συσχετισμός δυνάμεων να είναι πολύ ετεροβαρής, αλλά δεν είναι κάτι αδύνατον, όπως έχουν επιλέξει να πιστεύουν κάποιοι, που κρύβουν την ηττοπάθεια κάτω από έναν σαθρό ρεαλισμό. Οι σύγχρονες εξελίξεις στην τέχνη, την επιστήμη και την τεχνολογία του πολέμου επιτρέπουν σε μικρές χώρες να αναπτύξουν αξιόπιστες αποτρεπτικές αρχιτεκτονικές. Αλλά αυτό είναι μια άλλη και πολύ μεγάλη κουβέντα.
Και φυσικά, η Ελλάδα θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της. Οι Ελλαδίτες δεν μπορούμε να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε τι συμβαίνει στην Κύπρο. Ο Ελληνισμός δέχεται τη μεγαλύτερη επίθεση εναντίον του από το 1974 και θα πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτό. Και για να αντιδράσουμε θα πρέπει να αντιληφθούμε την πραγματικότητα ως έχει και όχι όπως θα θέλαμε να είναι.
Η πραγματικότητα είναι ότι αντιμετωπίζουμε την επίθεση μιας ακραία φιλόδοξης δύναμης που θέλει να απορροφήσει την Κύπρο και να σφετεριστεί κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά και έδαφος της Ελλάδας, μετατρέποντάς την σε χώρα-δορυφόρο. Το να συνεχίσουμε να παριστάνουμε πως ζούμε σε μία κανονικότητα, ότι έχουμε απλώς μία συνέχεια των παραδοσιακών τουρκικών προκλήσεων είναι συνταγή εθνικής καταστροφής.
Επειδή κανείς δεν θα έλθει να μας βοηθήσει, επειδή ό,τι κάνουμε θα το κάνουμε μόνοι μας, πρέπει επιτέλους, έστω και καθυστερημένα, να ξεφύγουμε από τις παραλυτικές αυταπάτες.