ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΣ.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Άργειε ν΄αλθη εκείνη ημέρα

Και ήταν όλα σιωπηλά,

Γιατί τ΄άσκιαζε η φοβέρα

Και τα πλάκωνε η σκλαβιά.

Δυστυχής! Παρηγορία

Μόνη σου έμενε να λες

Περασμένα μεγαλεία

Και διηγώντας  τα να κλαίς.

Τότε εσήκωνες το βλέμμα

Μες τα κλάϊματα θολό

Και εις το ρούχο σου έσταζ΄αίμα,

Πλήθος αίμα Ελληνικό.

Με τα ρούχα αιματωμένα

Ξέρω ότι έβγαινες κρυφά

Να γυρεύεις εις τα ξένα

Άλλα χέρια δυνατά.

Άλλοι, οιμέ στη συμφορά σου

Οπού εχαίροντο πολύ.

Σύρε να΄βρης τα παιδιά σου,

Σύρε  έλεγαν οι σκληροί.

Ναι αλλά τώρα αντιπαλεύει

Κάθε τέκνο σου με ορμή,

Που ακατάπαυστα γυρεύει

Ή τη νίκη ή τη θανή.

Αποσπάσματα από τον Ύμνον

Εις την Ελευθερία.

Διονύσιος Σολωμός.(1798-1857)

 

 

Δεύτε παίδες των Ελλήνων

Ο καιρός της δόξης ήλθεν,

Ας φανώμεν άξιοι εκείνων

Που μας δώσαν την αρχήν.

Ας πατήσωμεν ανδρείως

Τον ζυγόν της τυραννίδος.

Εκδικήσωμεν πατρίδος

Κάθ΄όνειδος αισχρόν.

Απόσπασμα ποιήματος

Του Λόρδου Βύρωνος.

(Λονδίνο 1788-Μεσολόγγι 1824)                                                                                                                                                                        

 

Τρέξατε, αδέλφια τρέξατε,

Ψυχαί θερμαί, γενναίοι

Εις τον βωμόν τριγύρω

Της πατρίδος αστράπτοντα

                 Τρέξατε πάντες.

Ας παύσωσι η διχόνοιαι

Όπού ρίχνουσι τα έθνη

Τυφλά, υπό τα σκληρότατα

Ονύχια των αγρύπνων

                Δολίων τυράννων.

Εδώ ηδονάς και ανάπαυσιν,

Ω! φίλοι ας παρατήσωμεν,

Ξηρή πέτρα το στρώμα,

Φαρμάκι το ψωμί

                Της δουλείας είναι.

Ούτε η ζωή δεν πρέπει.

Τρέξατε αδέλφια, τρέξατε

Συμμέτρως εχορεύσαμεν

Σύμμετρα ας αποθάνωμεν.

                      Για την πατρίδα.

Αποσπάσματα από την 10η Ωδή

(Ο Βωμός της Πατρίδας).

Ανδρέας Κάλβος (1792 1869).

Ὁ Διγενὴς κι ὁ Χάροντας

Καβάλλα πάει ὁ Χάροντας
τὸν Διγενῆ στὸν Ἅδη,
κι ἄλλους μαζί… Κλαίει, δέρνεται
τ᾿ ἀνθρώπινο κοπάδι.

Καὶ τοὺς κρατεῖ στοῦ ἀλόγου του
δεμένους στὰ καπούλια,
τῆς λεβεντιᾶς τὸν ἄνεμο,
τῆς ὀμορφιᾶς τὴν πούλια.

Καὶ σὰ νὰ μὴν τὸν πάτησε
τοῦ Χάρου τὸ ποδάρι
ὁ Ἀκρίτας μόνο ἀτάραχα
κοιτάει τὸν καβαλλάρη.

«Ὁ Ἀκρίτας εἶμαι, Χάροντα
δὲν περνῶ μὲ τὰ χρόνια.
Μ᾿ ἄγγιξες καὶ δὲ μ᾿ ἔνοιωσες
στὰ μαρμαρένια ἁλώνια;

Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἀκατάλυτη
ψυχὴ τῶν Σαλαμίνων,
στὴν Ἑφτάλοφην ἔφερα
τὸ σπαθὶ τῶν Ἑλλήνων.

Δὲ χάνομαι στὰ Τάρταρα,
μονάχα ξαποσταίνω,
στὴ ζωὴ ξαναφαίνομαι
καὶ λαοὺς ἀνασταίνω!»

Αυτό το λόγο θα σας πω,

Δεν έχει άλλον κανέναν

Μεθύστε με τ’Αθάνατο,

Κρασί του Εικοσιένα.

       Κ. Παλαμάς  1859-1943

                                    Ω! Ποιητές, αν έστω για λίγο

                                    Λησμόνησα τη γραφή σας

                                    Σε Σας πάλι γυρίζω

                                    Να πιώ απ΄το Κρασί σας!

                                    Ελλάδα   2012

Με εκτίμηση,

Αγγελική Π.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ