Ο Τραμπισμός δεν έχασε…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Kαι τώρα, τι;» διερωτάται το BBC μετά τη νίκη του Τζο Μπάιντεν.

Από τον Μιχάλη Ψύλο

«δημοκρατία»

Κατ’ αρχάς, ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα δεν θα μετακινηθεί αμέσως στον Λευκό Οίκο, γιατί ο Τραμπ θα κάνει ό,τι μπορεί για να αμφισβητήσει τα αποτελέσματα. Στην πορεία, όμως, πρώτη αιτία των πονοκεφάλων του νέου πλανητάρχη θα είναι σίγουρα ο… τραμπισμός: το κοινωνικό ρεύμα που εξέθρεψε ο απερχόμενος πρόεδρος τα τέσσερα τελευταία χρόνια της κυριαρχίας του.

«Ο τραμπισμός είναι εδώ για να μείνει» γράφουν οι «Financial Times». Ο απερχόμενος πρόεδρος συγκέντρωσε πάνω από 70 εκατομμύρια ψήφους, 7 εκατομμύρια περισσότερες από ό,τι το 2016, περίπου το 48% της λαϊκής ψήφου. Τέσσερα χρόνια χαοτικής διακυβέρνησης και μια πανδημία που σκότωσε 233.000 Αμερικανούς δεν εμπόδισαν τον Τραμπ να διατηρήσει την υποστήριξη σχεδόν των μισών ψηφοφόρων. Για να μην αναφέρουμε, σύμφωνα με τα exit polls, ότι απέσπασε το 18% των ψήφων των έγχρωμων, το 36% των Λατίνων και το 58% των λευκών».

Άλλωστε, οι συνθήκες που οδήγησαν στον τραμπισμό παραμένουν αναλλοίωτες: οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης πληθαίνουν, όπως και η ανασφάλεια της μεσαίας τάξης, το ίδιο και η εμπορική απειλή της Κίνας…

Πολύ σωστά εκτιμούν οι «Financial Times» ότι «αυτό που σίγουρα δεν θα αλλάξει καθόλου είναι ο υπερσυντηρητικός λαϊκισμός που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ, έχοντας μεγάλη δύναμη συσπείρωσης. Είναι μια πολιτική δύναμη που θα συνεχιστεί. Τίποτα δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο, γιατί ο κοινωνικός τραμπισμός έχει κατακλύσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και έχει γίνει ένα κίνημα με τη δική του προσωπικότητα».

Κλαύδιος και Καλιγούλας

Όσο κι αν ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ διακηρύσσει ότι θα προσπαθήσει να ενώσει τη διχασμένη Αμερική, αυτό φαντάζει απίθανο. Η γαλλική «Le Figaro» τολμά έναν ιστορικό παραλληλισμό: «Οπως ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κλαύδιος ανέβηκε στον θρόνο μετά την αιματηρή βασιλεία του Καλιγούλα αν και είχε προβλήματα αναπηρίας και μερικής κώφωσης, ο Μπάιντεν δεν ήταν και ο πιο χαρισματικός υποψήφιος του Δημοκρατικού στρατοπέδου και η εκλογή του δεν πρέπει να προκαλέσει επανάσταση στην οικονομική και την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ»!

Πρέπει να παραδεχτούμε, άλλωστε, ότι ο Μπάιντεν είναι πιθανώς ο πιο βαρετός από τους μεγάλους Δημοκρατικούς ηγέτες των τελευταίων 20 ετών, αλλά ταυτόχρονα και αυτός που επέζησε από τις διαδοχικές καταστροφές των διάφορων πολιτικών μετεωριτών, όπως η Χίλαρι Κλίντον και ο Αλ Γκορ, οι οποίοι δεν ανέκαμψαν ποτέ από την ήττα τους.

Επί 48 χρόνια στην πολιτική σκηνή, με έξι θητείες ως γερουσιαστής και οκτώ χρόνια αντιπρόεδρος του Ομπάμα, ο 78χρονος Μπάιντεν δεν έχει τίποτα από την εκθαμβωτική καριέρα του Τζον Κένεντι και του Μπαράκ Ομπάμα. Είναι όμως ένας πολύ καλός ισορροπιστής, ο πολιτικός που αποτελεί την ενσάρκωση του βαθέος κράτους και του μόνιμου συμβιβασμού, ο οποίος θα αφήσει τους γραφειοκράτες, τον στρατό και τη CIA «να κάνουν τη δουλειά τους».

Πολλοί χαρακτηρίζουν πάντως τον Μπάιντεν «μεταβατικό» πρόεδρο, καθώς, λόγω της ηλικίας του, δεν πρόκειται να διεκδικήσει την επανεκλογή του το 2024, και η 57χρονη αντιπρόεδρός του Καμάλα Χάρις είναι έτοιμη να τον διαδεχθεί ανά πάσα στιγμή. Προς το παρόν θα έχει ως βασική προτεραιότητα της προεδρίας του την ανάπτυξη μιας εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Ενα έργο τιτάνιο στην Αμερική, καθώς ο Τραμπ έχει πείσει εκατομμύρια συμπατριώτες του να απορρίψουν το εμβόλιο και να θεωρούν τις μάσκες παραβίαση της ελευθερίας τους. Και η πορεία του Μπάιντεν θα εξαρτηθεί εν μέρει από τον βαθμό στον οποίο θα περιθωριοποιήσει αυτά τα συναισθήματα – όταν, μάλιστα -όπως δείχνουν οι μετρήσεις-, από το 2016 έχει υπερδιπλασιαστεί ο αριθμός των Αμερικανών που πιστεύουν τα fake news!

Διαθέτοντας επίσης μια μικρή πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, μια Γερουσία υπό ρεπουμπλικανική ηγεμονία και ένα συντηρητικό Ανώτατο Δικαστήριο, ο Μπάιντεν θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να πετύχει τις συμμαχίες για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που έχει υποσχεθεί προεκλογικά – τον διπλασιασμό του κατώτατου ωρομισθίου, κυρίως.
Επιστροφή του «θείου Σαμ»;

Κι αν ο τραμπισμός είναι υπόθεση των Αμερικανών, η εξωτερική πολιτική που θα χαράξει ο Μπάιντεν αφορά όλον τον πλανήτη. Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν τήρησε τους κώδικες της παραδοσιακής διπλωματίας. Λειτουργούσε με το ένστικτό του, παραμερίζοντας τη γραφειοκρατία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αλλάζοντας υπουργούς και αγνοώντας παραδοσιακές στρατηγικές. Οπως γράφει ο Μάικλ Γουλφ στο «State of Siege», ο Τραμπ δεν έμπαινε καν στον κόπο να διαβάσει τις σημειώσεις που ετοίμαζαν οι σύμβουλοί του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και έφτασε στο σημείο να μπερδεύει τις χώρες της Βαλτικής με τα… Βαλκάνια.

Αν θέλουμε να συνοψίσουμε το δόγμα Τραμπ για τη διπλωματία, αυτό ήταν «Φροντίζω μόνο τη χώρα μου. Οι υπόλοιποι; Φροντίστε τον εαυτό σας». Ηταν ένα μήνυμα που έδωσε το πράσινο φως σε αυταρχικά καθεστώτα να εκμεταλλευτούν την αμερικανική απουσία για να προωθήσουν τα πιόνια τους.

Η πιο εντυπωσιακή περίπτωση είναι η Τουρκία. Ο Ερντογάν -και ως δηλωμένος φίλος του Τραμπ- πυροδοτεί πολέμους και προκαλεί συνεχώς εντάσεις, εκμεταλλευόμενος την αμερικανική σιωπή. Με τον Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο θα σηματοδοτηθεί το τέλος αυτής της περιόδου; Είναι αδύνατον να γνωρίζουμε, αλλά η Ουάσινγκτον θα είναι πιο σκληρή. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη φρενίτιδα του Ερντογάν να επιτυγχάνει τετελεσμένα όσο μπορεί ακόμη.

Ο Μπάιντεν είναι, φυσικά, απόλυτα εξοικειωμένος με τα μεγάλα γεωπολιτικά ζητήματα και πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι θα επιστρέψει ο «θείος Σαμ» στη διεθνή σκηνή. Αλλά, όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, δεν υπάρχει πραγματική διαφορά μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων.

Και τα δύο κόμματα είναι διχασμένα ανάμεσα σε ένα ρεύμα που θέλει παρεμβάσεις στο εξωτερικό και ένα άλλο που τάσσεται υπέρ της απομόνωσης. Άλλωστε, επί Ομπάμα ξεκίνησε η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν και το Ιράκ.

Τι λέει ο Κίσιντζερ
Πολύ γλαφυρή είναι η περιγραφή του Μπάιντεν από τον 97χρονο «μάγο» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής Χένρι Κίσιντζερ σε συνέντευξη στη γερμανική «Die Welt»: «Γνωρίζω τον κ. Μπάιντεν πάνω από 40 χρόνια. Οταν εκλέχτηκε για πρώτη φορά γερουσιαστής δεν ήταν ούτε 30 ετών. Ηρθε σε μια συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας ενώ ήμουν υπουργός Εξωτερικών. Και, όταν μπήκε στο δωμάτιο, δεν τον ήξερα.

Είπα: “Δεν συνειδητοποίησα ότι τα μέλη του… υπηρετικού προσωπικού μπορούν να παρευρεθούν σε αυτή τη συνάντηση…’’. Ο Μπάιντεν είναι πολύ ευγενικός. Τον συμπαθώ ως άνθρωπο. Συχνά διαφωνούσα μαζί του για την εξωτερική πολιτική, αλλά περιμένω ότι ως πρόεδρος θα ακολουθήσει μια μετριοπαθή και προσεκτική εξωτερική πολιτική».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ