Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Είναι βέβαιο ότι αν ο λόγος του Τζέι Ντι Βαν στο Μόναχο στις 14.2.2025, αυτός ο ίδιος λόγος, γίνονταν πριν στην Ευρώπη εγκαθιδρυθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες η νεοφιλελεύθερη κυριαρχία της τεχνοκρατικής γραφειοκρατίας στις Βρυξέλλες, αυτός ο σύγχρονος Λεβιάθαν, δεν θα είχε καμία απήχηση, ούτε στις ευρωπαϊκές ηγεσίες ούτε στους ευρωπαϊκούς λαούς, κυρίως στους ευρωπαϊκούς λαούς.
Οι ΗΠΑ για πολλούς λόγους θα ήταν η τελευταία που θα μπορούσε να δώσει μαθήματα δημοκρατίας εδώ στην Ευρώπη και ασφαλώς σε όλο τον άλλον κόσμο.
Όμως στην σημερινή Ευρώπη ο λόγος του Βανς, περιέγραψε με μεγάλη ακρίβεια αυτό που σήμερα είναι η Ευρώπη. Και το χειρότερο είναι, όπως εκτιμώ, πως εκφράζει τον μέσο πολίτη της ευρωπαϊκής ηπείρου, κι αυτό ανεξάρτητα το πού ψηφίζει.
Ο Αμερικανικός αντιπρόεδρος δεν εξαίρεσε ούτε τις ΗΠΑ από το κάδρο των καταγγελιών του, ασφαλώς υπό την προηγούμενη διοίκηση Μπάιντεν.
Είναι σημαντικό να διακρίνουμε εδώ δύο πράγματα.
Το ένα είναι ότι το περιεχόμενο της ομιλίας Βανς το οποίο έχει μια πολύ συγκεκριμένη θεματική που αφορά πτυχές της νεοφιλελεύθερης πολυπολιτισμικής ατζέντας, στην οποία επίσης περιλαμβάνονται η woke ατζέντα, η πολιτική ορθότητα, ο εθνομηδενισμός αλλά και η παράνομη μετανάστευση, ενώ μίλησε πολύ λίγο για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως η ευρωπαϊκή ασφάλεια, για το ΝΑΤΟ, τους ανά τον κόσμο πολέμους και τις διεθνείς σχέσεις. Δηλαδή, μίλησε πρωτίστως για την καθημερινή πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα του μέσου πολίτη στην Ευρώπη, αγνοώντας σχεδόν επιδεικτικά τις πολιτικές ηγεσίες αυτής της Ευρώπης. Όμως, κι αυτό το δικαιολόγησε στην ομιλία του, αφού χωρίς περιστροφές επισήμανε πως οι πολιτικές ηγεσίες στην Ευρώπη έχουν χάσει την επαφή τους με τους ίδιους τους λαούς τους, και πράγμα, ακόμα χειρότερο, οι λαοί αυτοί, αποτελούν για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες έναν εσωτερικό εχθρό, τον πραγματικό τους εχθρό, περισσότερο από τη Ρωσία ή την Κίνα, όπως ανέφερε ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος.
Το άλλο στοιχείο που κατά την άποψή μου πρέπει να σημειωθεί, είναι ότι το περιεχόμενο των καταγγελιών του, δεν παύει να αναφέρεται στα τεκταινόμενα εντός του Δυτικού κόσμου που βρίσκεται υπό την αδιαμφισβήτητη επιρροή των ΗΠΑ, με την υπόλοιπη ανθρωπότητα να παρακολουθεί τις τέτοιου είδους «εσωτερικές» διαμάχες, όπως αυτή που είναι σχετική με ζητήματα δημοκρατίας εντός της Δύσης, μάλλον αποστασιοποιημένα. Δεν είναι τυχαίο, πως η ιστορική όπως ήδη χαρακτηρίστηκε ομιλία του Αμερικανού αντιπροέδρου, εκτός Δύσης μάλλον λίγη εντύπωση προκάλεσε και ακόμα λιγότερη συζήτηση. Κι αυτό διότι, αυτός ο μη-Δυτικός κόσμος, που αποτελεί και τη συντριπτική πλειοψηφία του πλανήτη, την μόνη «δημοκρατία» που έχει γνωρίσει εκ μέρους της Δύσης, είναι όχι απλά μια άνευ ορίων οικονομική εκμετάλλευσή του, αλλά και μια άνευ ορίων παραβίαση κάθε έννοιας δικαιοσύνης και δημοκρατίας στη διεθνή της έκφραση και διάσταση, εκ μέρους των Δυτικών Δυνάμεων, τόσο των αποκαλούμενων «Μεγάλων» όσο και των λιγότερο Μεγάλων. Άρα η «ιστορικότητα» της ομιλίας Βανς, πρέπει να ιδωθεί μέσα και από αυτό το πλαίσιο. Αν ο μη-Δυτικός κόσμος ενδιαφερθεί για το τι συμβαίνει εντός της Δυτικής Δημοκρατίας, αυτό θα είναι όταν θα διαπιστώσει ότι πρόκειται όχι για ένα αραγές αξιακά και πολιτικά Υπόδειγμα διακυβέρνησης, αλλά ένα σύνολο αντιμαχόμενων Υποδειγμάτων με κάθε άλλο παρά «Κοινές Αξίες». Με ενδιαφέρον και ίσως με κάποια χαρά, τότε, να αναμένουν και έναν «εμφύλιο» εντός της Δύσης, έστω και σε επίπεδο αντιτιθέμενων Αξιών και Αρχών, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να επωφεληθεί και ο ίδιος από έναν τέτοιον «εμφύλιο» εντός της Δύσης.
*
Και φυσικά δεν είναι μονάχα ότι οι περιβόητες Δυτικές Αξίες στην νεοφιλελεύθερη έκφρασή τους πρωτίστως και προκλητικά ευνοούσαν και ευνοούν όλο και λιγότερους αφήνοντας όλο και περισσότερους στο περιθώριο, αλλά, ήταν (και είναι), ότι οι ίδιες οι ηγεσίες της Ευρώπης, εθνικές (πλην ολίγων εξαιρέσεων) και συλλογικές (η ανώτατη γραφειοκρατία των Βρυξελλών με πρώτη την Ευρωπαϊκή Επιτροπή), ενίοτε ανερυθρίαστα αν όχι κατά κανόνα λειτουργούν ως μια περιστρεφόμενη πόρτα στην είσοδο ενός πολυτελέστατου ξενοδοχείου στην οποία μπαίνεις από τη μια ως ένας ή μια ταπεινός/ταπεινή αξιωματούχος για να υπηρετήσεις τους λαούς της Ευρώπης και εξέρχεσαι προσλαμβανόμενος/η με αδρές αποδοχές σε μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις ή σε διεθνείς οργανισμούς επίσης με αδρές αποδοχές, και ο απλός πολίτης, θεατής αυτών των εξελίξεων διερωτάται αν πίσω από αυτές τις μετακινήσεις υπάρχουν εξαγορές για διευκολύνσεις και εξυπηρετήσεις κάθε είδους κατά τη διάρκεια της θητείας τους προς τους μετέπειτα εργοδότες τους.
Δηλαδή, εδώ δεν έχουμε μια Ευρώπη που ούτως ή άλλως έχασε τον προσανατολισμό της που ήταν η προοπτική της πολιτικής της ένωσης σε μια ενιαία κρατική ομοσπονδιακή οντότητα, και μεταβλήθηκε σε ένα όργανο υπηρέτησης μιας ιδεολογίας η οποία δεν αρκείται να διοχετεύει τον πλούτο προς το ρετιρέ της ευρωπαϊκής συλλογικής πολυκατοικίας αλλά θέλει και να προσδώσει στην δημοκρατία και την κοινωνία ένα νέο περιεχόμενο, το οποίο δυστυχώς δεν είναι άλλο από αυτό που περιέγραψε ο Τζέι Ντι Βανς στην ομιλία του. Αν όντως κάτι ενόχλησε την συλλογική ηγεσία στην Ευρώπη και τις επιμέρους εθνικές, είναι το γεγονός ότι οι εναντίον της μομφές από τον Αμερικανό αντιπρόεδρο, περιέγραψαν μια αλήθεια, την οποία τόσο επιμελώς ο συστημικός δημόσιος λόγος στην Ευρώπη αποκρύβει και κατά περίπτωση διώκει.
Η Ευρώπη υπό την παρούσα νεοφιλελεύθερη τάξη πραγμάτων και υπό την παρούσα πολυκέφαλη ηγεσία της, ένα αμάλγαμα εθνικών και συλλογικών ηγεσιών, είναι μια τελειωμένη υπόθεση. Όχι διότι κάποιος Αμερικανός πρόεδρος διάκειται εχθρικά απέναντι της, μα διότι οι ίδιοι οι ευρωπαϊκοί λαοί διάκεινται εχθρικά σ’ αυτή τη τάξη πραγμάτων και τις ηγεσίες που την υπηρετούν. Κι αυτή την αλήθεια, την οποία ασφαλώς δεν αγνοούν, απλώς δεν τους ενδιαφέρει όσο θεωρούν ότι δεν τίθεται υπό διακινδύνευση το παιχνίδι τους, και ότι ο λαϊκός παράγων ελέγχεται αποτελεσματικά, έπρεπε να έρθει να την αποκαλύψει με τον πλέον επίσημο και θεσμικό ρόλο, ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Όμως, κανείς Αμερικανός, Ρώσος ή Πρόεδρος άλλης Μεγάλης Δύναμης δεν θα μπορούσε να απειλήσει τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, αν έχουν μαζί τους το λαό, όπως καμία ξένη Δύναμη δεν μπόρεσε να αποτρέψει την εκλογή του Τραμπ ή του Πούτιν, διότι έχουν μαζί τους τούς λαούς τους, είτε αυτό αρέσει στους αντιπάλους τους είτε όχι. Όμως, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, βεβαίως όχι όλες, κάποιες εξαιρούνται, αυτό το προνόμιο δεν το έχουν.
*
Θα μείνω λίγο παραπάνω στο ζήτημα της woke ατζέντας.
Η woke ατζέντα, η πολιτική ορθότητα και η συμπερίληψη έφεραν όλα τα χαρακτηριστικά μιας φασιζουσας αντίληψης η οποία επιχειρεί να επιβάλλει αυταρχικά στη πλειοψηφία τις απόψεις κάποιων μειοψηφιών και παντοίων δικαιωματιστικών γκροπούσκουλων, φθάνοντας όχι απλά στην ποινικοποίηση της αντίθετης έκφρασης αλλά και ακόμα της ίδιας της μη εκφρασμένης σκέψης. Τα δύο παραδείγματα που ανέφερε ο Βανς για το Ηνωμένο Βασίλειο, στο ένα εκ των οποίων, κάποιος συνελήφθη διότι προσεύχονταν νοερά σε δημόσιο χώρο που είχε καθορισθεί ως χώρος όπου απαγορεύεται η δημόσια προσευχή (ούτε καν η νοερή όπως εν προκειμένω), ενώ, στο άλλο παράδειγμα, στους ενοίκους των οικιών που βρίσκονταν στην περίμετρο παρόμοιων δημόσιων χώρων απαγορεύεται η προσευχή ακόμα και εντός των οικιών τους!
Αυτά εν έτει 2025, και μάλιστα στην Ευρώπη!
Αυτές οι εξελίξεις, αν δεν ανακόπτονταν λόγω της εκλογής του Τραμπ, επί του παρόντος στις ΗΠΑ, αλλά ήδη και η Ευρώπη που σιγά-σιγα ακολουθεί, εάν δηλαδή επικρατούσε ο Μπάιντεν, είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι το όλο κίνημα της woke ατζέντας και της πολιτικής ορθότητας θα προωθούνταν με ολοένα και πιο αυταρχικό τρόπο, με ολοένα και λιγότερη δημοκρατία εν ονόματι κάποιων «αξιών» που δεν μπορεί να τίθενται υπό την κρίση της πλειοψηφίας, και επειδή η όρεξη έρχεται τρώγοντας, βεβαιότητα και αυτός ο αυταρχισμός θα επεκτείνονταν σε όλο το φάσμα των νεοφιλελεύθερων και πολυπολιτισμικών αντιλήψεων, μιας και αυτό που θα είχε σημασία δεν θα ήταν τι η (συντριπτική ή όχι διάφορο) πλειοψηφία των ευρωπαϊκών λαών και του κάθε λαού ξεχωριστά θα επιθυμούσε, αλλά το τι η μειοψηφική πλην κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη αντίληψη θέλει.
Άλλωστε ακόμα κι όταν σε εκλογές επικρατούν «ανεπιθύμητες» αντιλήψεις της πλειοψηφίας, δεν έχει σημασία. Είτε με τον γαλλικό τρόπο όπου το πρώτο σε ψήφους κόμμα γίνεται τρίτο σε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, είτε με τον ρουμάνικο τρόπο, όπου πολύ απλά ακυρώνουμε τις εκλογές που έφεραν πρώτο το ανεπιθύμητο στην ευρωπαϊκή διαπλεκόμενη ολιγαρχία πρόσωπο, είτε με άλλο τρόπο που εν τω μεταξύ θα εφευρεθεί, η Ευρώπη των Δυτικών Δημοκρατικών «Αξιών», θα βρίσκει πάντοτε διεξόδους που θα πιστοποιούν ότι όντως ο πραγματικός εχθρός αυτής της τάξης πραγμάτων είναι εσωτερικός, δηλαδή οι ίδιοι οι λαοί.
*
Πάντως, πρέπει την παραπάνω ομιλία του Βανς, να μην την θεωρήσουμε ως ένα μεμονωμένο «επεισόδιο» που έλαβε χώρα ως κεραυνός εν αιθρία. Η εκλογή Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, ήταν βέβαιο ότι θα δημιουργούσε ριζικά νέες συνθήκες στις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης, ανατρέποντας την αγαστή συμπόρευση κυβέρνησης Μπάιντεν και Ευρώπης, σχεδόν σε όλα τα ζητήματα, και σε κάθε περίπτωση στα πιο ζωτικής σημασίας. Για την ακρίβεια, η Ευρώπη ναι μεν ακολουθούσε τις ΗΠΑ στις μεγάλες της βορειοατλαντικές και παγκόσμιες στρατηγικές της, παρέχοντας την όποια συνδρομή της ζητούνταν, όμως, αυτή η συμπόρευση ήταν σχεδόν καθολική και κυρίως, επρόκειτο για συμπόρευση πάνω στις κοινές νεοφιλελεύθερες και πολυπολιτισμικές τους αξίες. Η εκλογή Τραμπ, ακριβώς αυτόν τον πολυπολιτισμό αμφισβητεί, όσο και τον νεοφιλελεύθερο φιλελευθερισμό των χωρίς εθνικά σύνορα αγορών και οικονομιών. Ο δικός του φιλελευθερισμός, είναι η επιστροφή στον εθνικό φιλελευθερισμό. Έτσι, η Ευρώπη, η οποία μεταπολεμικά ετεροπροσδιορίζεται στα μείζονα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά ακόμα ζητήματα, όπως και σε ζητήματα της ασφάλειάς της, από τις ΗΠΑ, αίφνης, χάνει από τον ορίζοντά της το φωτεινό εκείνο σημείο που καθόριζε για δεκαετίες (τουλάχιστον από την δεκαετία του 1980 κι εδώ) τον (νεοφιλελεύθερο) προσανατολισμό της, μια μακρά πορεία κατά την οποία πάνω της είχαν κτιστεί θεσμοί, αντιλήψεις και νοοτροπίες. Όλα αυτά, πρέπει να επαναπροσανατολιστούν, να επαναπροσδιοριστούν, και να αντιμετωπίσουν την διπλή απειλή του υπό κατάρρευση ευρωπαϊκού καθεστώτος. Η μια απειλή είναι ότι οι ΗΠΑ έστριψαν το τιμόνι των παγκόσμιων εξελίξεων προς άλλη κατεύθυνση, την οποία η Ευρώπη είτε εκουσίως είτε ακουσίως θα ακολουθήσει ως μη αυτόφωτη οντότητα, και η άλλη απειλή, είναι πώς θα διαχειριστεί τον εσωτερικό της εχθρό, όπως τον περιέγραψε ο Βανς, που είναι οι λαοί της, οι οποίοι είναι και οι μεγάλοι χαμένοι του νεοφιλελευθερισμού, από τον οποίο η μεγάλη ωφελημένη κοινωνική ομάδα, είναι εκείνη εντός των κόλπων της οποίας συγκατοικούν όσοι ανήκουν στο πλουσιότερο 1% των ευρωπαϊκών λαών ή αν θέλετε το πλουσιότερο 10%. Αυτή η ίδια εικόνα βεβαίως, εμφανίζεται και στις ΗΠΑ και είναι αυτή η πραγματικότητα που δημιούργησε το «φαινόμενο» Τραμπ, ως μια αντίδραση του λαού των ΗΠΑ στις συνέπειες της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας.
Η επανεκλογή του Τραμπ, ήταν βέβαιο ότι θα άλλαζε τα πάντα στις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ευρώπη. Όμως, εν προκειμένω, υπάρχει και κάτι ακόμα πιο σημαντικό. Ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, από τις σημερινές ηγεσίες της Ευρώπης, πλην πολύ λίγων εξαιρέσεων, αποτέλεσε καθόλη την διάρκεια του προεκλογικού αγώνα στις ΗΠΑ τον ορκισμένο τους εχθρό, εκφράζοντας ανοικτά και ενεργά τη στήριξή τους προς την διοίκηση Μπάιντεν, όχι απλά αντιτιθέμενοι πολιτικά στον Τραμπ, αλλά τον χαρακτήρισαν φασίστα, σεξιστή, ακροδεξιό και με ό,τι άλλο εν πάση περιπτώσει συνέβαλε στην δαιμονοποίησή του. Όμως, οι πολίτες των ΗΠΑ είχαν άλλη γνώμη, και ίσως σύντομα διαπιστώσουν κι εδώ στην Ευρώπη πως και οι λαοί τους έχουν άλλη γνώμη για τους ίδιους, ακριβώς για τους ίδιους λόγους με τον αμερικανικό λαό. Κι ακριβώς αυτή η ανοιχτή αντιπαλότητα των ευρωπαϊκών ηγεσιών (πλην λίγων, όπως είπαμε) προς την προοπτική της νίκης Τραμπ στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές, είναι που δημιούργησε όλες τις μετεκλογικές εξελίξεις στις σχέσεις τους με την νέα ηγεσία των ΗΠΑ. Πέραν από κάθε λογική και διπλωματική σκοπιμότητα, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες αναδείχτηκαν πολύ κατώτερες των περιστάσεων. Αντί να τηρήσουν μια ουδετερότητα στις αμερικανικές εκλογές, έστω μια ευμενή ουδετερότητα υπέρ του Μπάιντεν, όμως, χωρίς να επιτίθενται στον Τραμπ, αυτές, συμπεριφέρθηκαν ως να ήταν αυτές οι ανθυποψήφιοι του Τραμπ και όχι ένας άλλος αμερικανός, ο Μπάιντεν, και όρμησαν στο αμερικανικό προεκλογικό σκηνικό ως μαινόμενοι ταύροι εντός ενός ξένου υαλοπωλείου, εισπράττοντας μετεκλογικά τα επίχειρα της αφροσύνης τους. Για πρώτη φορά στις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης οι μεταξύ τους σχέσεις καθορίζονται σχεδόν αποκλειστικά, ή τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό, στη βάση προσωπικών προτιμήσεων και αντιπαθειών. Η νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, καθόλη την προηγούμενη 45ετία, δηλαδή από την εποχή των Ρήγκαν και Θάτσερ, οπότε και άρχισε σταδιακά αλλά γοργά να εγκαθιδρύεται ο νεοφιλελευθερισμός ως η Νέα Τάξη Πραγμάτων, (αν κι αυτό το «Νέα» χρειάζεται πολύ κουβέντα), είχε αγαστή (σε γενικές γραμμές) συνεργασία με την εκάστοτε ηγεσία των ΗΠΑ, είτε αυτή προέρχονταν από τους Δημοκρατικούς είτε από τους Ρεπουμπλικάνους, και ανεξάρτητα αν στην Ευρώπη είχαμε κυριαρχία των εργατικών, ή των σοσιαλδημοκρατικών ή των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων. Όμως, τούτη τη φορά, οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ – Ρωσίας έλαβαν έναν χαρακτήρα στη βάση προσωπικών προτιμήσεων. Είναι η αντίθεση Τραμπ προς συγκεκριμένα πρόσωπα που ηγούνται της Ευρώπης και τούμπαλιν.
*
Δεν θα μείνω καθόλου στο ουκρανικό ζήτημα και τον εκεί διεξαγόμενο πόλεμο. Ούτε στο ότι οι ΗΠΑ φαίνεται να παρακάμπτουν Ευρώπη ακόμα και Ουκρανία, στο ζήτημα της ειρηνευτικής διαδικασίας, δίνοντας προτεραιότητα στις συζητήσεις επ’ αυτού του θέματος μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, και ακολούθως θα κληθούν και άλλοι «ενδιαφερόμενοι», μάλλον για να τους ανακοινωθεί σε τι πρέπει να συμφωνήσουν κι αυτοί. Άλλωστε, δεν αποκλείεται στη πορεία κάπως αυτή η διαδικασία να μεταβληθεί.
Εκείνο που θέλω στη σημείο αυτό να υπογραμμίσω και μ’ αυτό να κλείσω το παρόν άρθρο, είναι ότι η Ευρώπη μαζί με την προηγούμενη διοίκηση στις ΗΠΑ (Μπάιντεν), που από το 2014 ήδη δρομολογούσαν μέσω της Ουκρανίας τη σύγκρουση με την Ρωσία, με την παρανοϊκή ελπίδα ότι θα την υποτάξουν, κι ακόμα παραπέρα, όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ανήγαγαν σε αδιαπραγμάτευτο δόγμα την ήττα της Ρωσίας και μέσω των κυρώσεων που της επέβαλαν να την γονατίσουν οικονομικά και επομένως και στρατιωτικά, τελικώς, αυτές οι συγκεκριμένες ηγεσίες τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, τόσο πολιτικά και στρατιωτικά, όσο και οικονομικά, υπήρξαν οι μεγάλοι χαμένοι αυτής της σύγκρουσης, και τώρα ό,τι επιχειρούν είναι πώς θα διασωθούν πολιτικά εδώ στην Ευρώπη, (στις ΗΠΑ το πολιτικό κόστος ήδη πληρώθηκε με την ήττα των Δημοκρατικών, ασφαλώς και για άλλα μείζονος σημασίας εσωτερικά τους ζητήματα), ώστε η ήττα να μην φανεί και τόσο ήττα, αλλά, ας πούμε, κανείς δεν κέρδισε!
Εδώ ισχύει το έτσι είναι αν έτσι νομίζετε!
Μόνο που μάλλον αυτό που εσείς κάνετε ότι νομίζετε, είστε και οι μόνοι που το νομίζετε (και μάλλον κάνετε ότι το νομίζετε)!
Πάντως, αντί οι κυρώσεις να ρίξουν τον Πούτιν, καταπόντισαν τον Γάλλο Πρόεδρο και τον Γερμανό καγκελάριο, για να μείνουμε στις δύο ισχυρότερες χώρες και οικονομίες της Ευρώπης και επίσης καταπόντισαν την ευρωπαϊκή οικονομία, αντί να καταποντίσουν την ρωσική οικονομία.