Αφγανιστάν για τους περισσότερους σημαίνει κόλαση του πολέμου, Ταλιμπάν, μπούρκα, μεσαιωνικός τρόπος ζωής. Εκεί όμως όπου σήμερα είναι ακόμα νωπός ο θάνατος από τις ακρότητες του εμφυλίου, κάποτε ανθούσαν τα γράμματα και οι τέχνες, οι γυναίκες φορούσαν περίτεχνα κοσμήματα, η καθημερινότητα είχε τις μικρές της πολυτέλειες, όλα συνηγορούσαν στην ποιότητα μιας ζωής που ουδεμία σχέση έχει με το σήμερα.
Πόσοι όμως από τους σημερινούς Αφγανούς έχουν συνείδηση της Ιστορίας τους; Πόσοι ξέρουν ότι στη γη από την οποία πέρασε κάποτε ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρχαν ανεκτίμητοι θησαυροί, ανάμεσά τους και πολλά αντικείμενα της Ελληνιστικής περιόδου, πειστήριο ενός μακραίωνου πολιτισμού που είχε διασωθεί από τους αρχαιολόγους και φυλασσόταν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Καμπούλ;
Ο πόλεμος δεν έκλεψε μόνο ζωές, απείλησε να κλέψει και τη μνήμη των Αφγανών. Να την εξαφανίσει μέσα στα μίση του εμφυλίου ή στο πάρε – δώσε των καιροσκόπων και των αρχαιοκαπήλων που αποτιμούν τα πάντα σε χρήμα. Τα 70% από τα πολύτιμα εκθέματα του μουσείου που έδειχναν καθαρά τις ανταλλαγές που αναπτύχθηκαν για αιώνες στον δρόμο του μεταξιού, ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, καταστράφηκαν ή εκλάπησαν την εποχή του μετασοβιετικού χάους και κατά τη διάρκεια των ταραχών με τους Ταλιμπάν.
Πρόσφατα συνέβη κάτι που σίγουρα θα καταγραφεί στην Ιστορία των Αφγανών ως αχτίδα ελπίδας, σε μια χώρα που προσπαθεί να κερδίσει ξανά την αυτοεκτίμησή της. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Καμπούλ ανέκτησε 843 αρχαιολογικά αντικείμενα. Τα είχαν κλέψει κυρίως τη δεκαετία του ’90 (επί Ταλιμπάν) και κυκλοφορούσαν στα υπόγεια κέντρα αρχαιοκαπηλίας ανά την υφήλιο ή είχαν προλάβει να συμπεριληφθούν σε ιδιωτικές συλλογές. Δεν είναι περίεργο λοιπόν ότι κατά την τελετή παράδοσης που έγινε στο μουσείο, ο υπουργός Εξωτερικών Ζαλμάι Ρασούλ, είπε ότι «είναι στιγμή περηφάνιας και χαράς για όλους τους Αφγανούς».
Κομβικό σημείο αρχαίων διαδρομών από την Περσία, την Ινδία και την Κίνα μέχρι την Ελλάδα και τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (αργότερα), το Αφγανιστάν ήταν τόπος συνάντησης πολιτισμών. «Η επίδραση του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν καταλυτική στην κουλτούρα του», είχε πει κάποτε ο διευθυντής του μουσείου Ομάρ Σουλτάν, όταν η μανία των Ταλιμπάν έθετε σε κίνδυνο και δύο σπάνια ελληνικά εκθέματά του, ένα άγαλμα του Ηρακλή και ένα του Ερμή που χρονολογούνται από το 320 π.Χ. «Απόδειξη της επιρροής του είναι και ότι είχαν βρεθεί ανάγλυφα που χρονολογούνταν από τον 3ο αιώνα μ.Χ., τα οποία απεικόνιζαν τον Ηρακλή και τον Αλέξανδρο να φυλάνε τον Βούδα», είχε πει.
Τόπος συνάντησης πολιτισμών, μείξης ιδεών, ένα παγκοσμιοποιημένο κέντρο του αρχαίου κόσμου, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Καμπούλ φιλοξενούσε μέχρι το 1987 έως και 10.000 αρχαία αντικείμενα, η πλειονότητα των οποίων ήταν από την Ελληνιστική εποχή. Πολλά από αυτά έγιναν καπνός• οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στους Ταλιμπάν από τα Ηνωμένα Εθνη προκάλεσαν ακόμη περισσότερο τον φανατισμό τους με αποτέλεσμα να πουλήσουν, να καταστρέψουν, να μετατρέψουν τα περίτεχνα χρυσά αντικείμενα σε κιλά λειωμένου χρυσού.
Ευτυχώς υπάρχει και πλούτος που διασώθηκε. Ο «θησαυρός της Βακτρίας» (20.000 πολύτιμα εκθέματα) που από το 2006 έκανε τον γύρο του – έκθεση: «Αφγανιστάν: σταυροδρόμια του αρχαίου κόσμου» – αποδεικνύει το τεράστιο αρχαιολογικό ενδιαφέρον της περιοχής, αλλά και την επιρροή που ασκούσε στην ευρύτερη περιοχή η παρουσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το 1978 ο ελληνικής καταγωγής αρχαιολόγος από την Τασκένδη Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης έφερε στο φως χιλιάδες αντικείμενα ανασκάπτοντας την περιοχή Τιλιά Τεπέ, «θησαυρός» που προστέθηκε στα ευρήματα τα οποία είχαν ανακαλυφθεί στα σύνορα του Αφγανιστάν από τα μέσα του ’60.
Η Καμπούλ ξαναβρήκε τους θησαυρούς της
Εμφύλιοι πόλεμοι και διαρκείς ταραχές δεν άφησαν ποτέ την κοινωνία του Αφγανιστάν να «δει» την ιστορία του. Μια ιστορία που παραλίγο να κλαπεί (και αυτή) την περίοδο του εμφυλίου με τους Ταλιμπάν.
Οκτακόσια σαράντα τρία αρχαιολογικά αντικείμενα τέχνης, αγάλματα, κοσμήματα, γλυπτά κ.ά., από διαφορετικές χρονολογικές περιόδους του Αφγανιστάν – από την εποχή του χαλκού έως την ισλαμική περίοδο – επιστράφηκαν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Καμπούλ έπειτα από κάμποσα χρόνια περιπλάνησής τους στα διεθνή κέντρα της μαύρης αγοράς.
Τα αντικείμενα αυτά είχαν κλαπεί και μέχρι σήμερα θεωρούνταν χαμένα. Δυστυχώς (για τις γενιές των Αφγανών που δεν θα τα δουν ποτέ), τα δυο τρίτα των εκθεμάτων του Μουσείου εκλάπησαν ή καταστράφηκαν εκείνα τα χρόνια. Για την παράδοση των 843 αντικειμένων συνέδραμε αποφασιστικά το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου αλλά και το βρετανικό υπουργείο Αμυνας που τα μετέφερε αεροπορικώς στη στρατιωτική βάση Bastion και τη βρετανική πρεσβεία στην Καμπούλ. Προηγουμένως είχε γίνει έρευνα αλλά και εξαγορά εκθεμάτων από ιδιωτικές συλλογές.
Ανάμεσα στα πολύτιμα εκθέματα του επαναπατρισθέντος αρχαιολογικού πακέτου υπάρχουν πέτρινα αγαλματίδια του Βούδα και περίτεχνα γλυπτά από ελεφαντόδοντο από το 4000 π.Χ., ενώ ένα από τα αγάλματα του Βούδα, 1.800 ετών που είχε κλαπεί στην Καμπούλ, βρέθηκε στην Ιαπωνία.
Ανάμεσα στα εκθέματα του Μουσείου περιλαμβάνονται και αρχαιότητες από την ελληνιστική περίοδο, κοσμήματα, νομίσματα, αγγεία, που αναδεικνύουν τον μακραίωνο πολιτισμό του Αφγανιστάν αλλά και την κληρονομιά που άφησε εκεί το πέρασμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ελληνιστικά αριστουργήματα
Χρυσά στεφάνια, κοσμήματα, μεταλλικά αγγεία, θεότητες όπως η Αφροδίτη και ο Διόνυσος σμιλεμένα πάνω σε χρυσά βραχιόλια, χτένες, πολυτελή επισμαλτωμένα αγγεία, όπλα από πολύτιμα μέταλλα, ακόμα και τα σχέδια αρχιτεκτονικής ελληνιστικής πόλης.
Ολα αυτά είχαν βρεθεί σε τέσσερις διαφορετικές θέσεις στα σύνορα του Αφγανιστάν. Σε έναν αγροτικό οικισμό της εποχής του Χαλκού (το Τέπε Φουλόλ), στην ελληνιστική πόλη Αϊ Χανούμ, που είχε ιδρύσει ο Μέγας Αλέξανδρος, στο Μπέγκραμ και στο Τιλιά Τεπέ που είχε ανασκάψει ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης.
defencenet.gr