Ακολουθεί κείμενο του πολιτικού επιστήμονα Κωνσταντίνου Χολέβα για τον ήρωα που γράφτηκε για τα 100 χρόνια από το μαρυρικό του θάνατο
Ὁ Μακεδονομάχος Σαράντος Ἀγαπηνός(Καπετάν Ἄγρας)
Στίς 7 Ἰουνίου 2007 συμπληρώνονται 100 χρόνια ἀπό τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ Μακεδονομάχου Σαράντη Ἀγαπηνοῦ, περισσότερο γνωστοῦ μέ τό πολεμικό ψευδώνυμο Καπετάν Ἄγρας. Πρόκειται γιά τόν πρωταγωνιστή τοῦ βιβλίου “Τά Μυστικά τοῦ Βάλτου” τῆς Πηνελόπης Δέλτα, μέ τό ὁποῖο μεγάλωσαν γενιές καί γενιές. Ὁ Ἄγρας καί ὁ Ναουσαῖος συνεργάτης του Ἀντώνης Μίγγας κρεμάσθηκαν ἀπό μέλη τοῦ βουλγαρικοῦ κομιτάτου σέ μιά καρυδιά στό χωριό Βλάντοβο, σημερινό χωριό Ἄγρας κοντά στήν Ἔδεσσα. Ὁ Πελοποννήσιος Μακεδονομάχος ἦταν μόλις 27 ἐτῶν. Ἡ σύντομη ζωή του ὑπῆρξε ἕνας συνεχής ἀγώνας γιά τά ἰδανικά τῆς πατρίδας, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀξιοπρέπειας. Ἑκατό χρόνια μετά τήν θυσία του ἀξίζει νά τόν θυμόμαστε καί νά τόν τιμοῦμε. Καί μαζί μέ αὐτόν νά τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους, Μακεδόνες ἤ Νοτιοελλαδίτες, στρατιωτικούς καί ἐθελοντές, διπλωμάτες καί ἱερεῖς, ἐνόπλους ἤ ἀμάχους, πού συστρατεύθηκαν στόν Πανελλήνιο Ἀγῶνα γιά τήν σωτηρία τῆς Μακεδονίας κατά τήν περίοδο 1904 -1908. Ἦταν ὁ Μακεδονικός Ἀγώνας, ἡ συντονισμένη προσπάθεια ὅλων τῶν δυνάμεων τοῦ Ἔθνους γιά νά μή περάσει ἡ Μακεδονία ἀπό τά χέρια τῶν Ὀθωμανῶν στά χέρια τῶν Βουλγάρων ἐθνικιστῶν . Ἦταν μία ἀπό τίς μεγαλύτερες ἐποποιίες τοῦ Νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ.
Ὁ Σαράντης Ἀγαπηνός γεννήθηκε στό Ναύπλιο τό 1880. Ὁ πατέρας του ὑπηρετοῦσε ἐκεῖ ὡς δικαστικός, ἀλλά ἔγραψε τό παιδί στά μητρῶα ἀρρένων τῶν Γαργαλιάνων Μεσσηνίας, ἀπ’ ὅπου κατήγετο ἠ ἱστορική οἰκογένεια τῶν Ἀγαπηνῶν. Οἱ πρόγονοί του εἶχαν σπουδαία δράση κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἀναφέρεται δέ στίς πηγές τῆς ἐποχῆς ὁ ἀγωνιστής Διονύσιος Ἀγαπηνός. Ὁ μικρός Σαράντης, πού οἱ συγγενεῖς του ἀποκαλοῦσαν χαϊδευτικά Τέλλο (Σαραντέλλο), ἔχασε τόν πατέρα του καί οἱ συγγενεῖς τόν ἔφεραν στήν Ἀθήνα μαζί μέ τή μητέρα του καί ἄλλα δύο ἀδέλφια. Ἡ πίστη του στόν Θεό καί στήν Ἑλλάδα καί ὁ νεανικός ἐνθουσιασμός του τόν ὤθησαν νά ἐγγραφεῖ στήν Στρατιωτική Σχολή Εὐελπίδων, ἀπ ‘ὅπου ἀπεφοίτησε μέ πολύ καλή ἐπίδοση. Θά μποροῦσε νά παραμείνει στήν Φρουρά τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλά ὁ ἴδιος ζήτησε ἐπιμόνως νά σταλεῖ στόν Τύρναβο, τότε μεθοριακή πόλη, δεδομένου ὅτι ἡ Μακεδονία ἦταν τουρκοκρατούμενη. Ἐκεῖ ἔλαβε πιό ζωντανά τά μηνύματα τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος πού προετοιμαζόταν καί ἀκουσε τόν πόνο καί τήν γοερή κραυγή τῶν Ἑλλήνων Μακεδόνων πού κατεπιέζοντο ἀπό δύο δυνάστες: Ὀθωμανούς κατακτητές καί Βουλγάρους ἐνόπλους (κομιτατζῆδες). Ὅταν ξεκίνησε ἡ ἀντίδραση τῶν γηγενῶν Ἑλλήνων Μακεδόνων κατά τῆς τρομοκρατίας τῶν κομιτατζήδων ἡ Ἀθήνα ἀποφάσισε νά προσφέρει διακριτικά τήν βοήθειά της. Ὅσοι ἀξιωματικοί ἤθελαν νά βοηθήσουν ἀπεστέλλοντο κρυφά μέ ψευδώνυμο καί μέ ἰδιότητα παραπλανητική γιά νά μήν κινήσουν τήν ὑποψία Τούρκων καί Βουλγάρων.
Ἕνας ἀπό τούς ἐθελοντές ἀξιωματικούς, πιστός στό παράδειγμα τοῦ ἥρωος Παύλου Μελᾶ, ἦταν καί ὁ Σαράντης Ἀγαπηνός. Ἐπισήμως κατεγράφη ὅτι ζήτησε ἄδεια ἀπό τόν Στρατό γιά νά μεταβεῖ στό ἐξωτερικό. Ὅμως ἐκεῖνος ξεκινοῦσε γιά τόν δύσκολο πόλεμο, τόν διμέτωπο ἀγῶνα. Μαζί μέ τόν λοχία Τυλιγάδη καί 12 εὐζώνους πῆγε στόν Βόλο , μετά μέ τραῖνο στήν Λάρισα, ἀπό ἐκεῖ μέ ἱππήλατη ἅμαξα στό Τσάγεζι (Στόμιο) καί μέ πλοιάριο διαπεραιώθηκε στήν Μακεδονία , στίς ἐκβολές τοῦ Λουδία. Οἱ τοπικοί σύνδεσμοι τόν μετέφεραν στή Νάουσα καί μέ ὁδηγίες τοῦ “Κέντρου Θεσσαλονίκης”, δηλαδή τοῦ Προξένου Λάμπρου Κορομηλᾶ, μετέφερε τό κέντρο τῶν ἐπιχειρήσεων στόν περίφημο Βάλτο, στήν Λίμνη τῶν Γιαννιτσῶν. Ἡ λίμνη αὐτή ἔχει σήμερα ἀποξηρανθεῖ. Ὅμως τότε ἀποτελοῦσε σταρηγικό κόμβο γιά τρεῖς λόγους. Πρῶτον, διότι βρισκόταν ἐπάνω στό πέρασμα τῶν διαδρομῶν ἀπό τήν Θεσσαλονίκη πρός τήν Δυτική Μακεδονία. Δεύτερον, διότι ἐκεῖ εἶχαν ἐγακτασταθεῖ Βούλγαροι κομιτατζῆδες μετά τήν ἐξέγερσή τους τό 1903. Καί τρίτον, διότι ἡ γεωφυσική ἰδιομορφία τῆς βαλτώδους λίμνης τήν καθιστοῦσε ἰδανική κρυψώνα γιά ἀντάρτες καί πεδίο ἀνταρτοπολέμου. Τά καλάμια, τό ραγάζι (τοπικό χόρτο), τά ἄλλα φυτά, τά κουνούπια , οἱ βδέλλες, τά ἄγρια ζῶα καί πτηνά διαμόρφωναν ἕνα κλῖμα ἐπικίνδυνο γιά τήν ὑγεία τῶν ἀνταρτῶν πού κρυβόντουσαν ἐκεῖ. Ὅμως ὁ Ἀγαπηνός ἔπρεπε νά πάει. Ἤδη εἶχε ἀποκτήσει τό ψευδώνυμο Τέλλος Ἄγρας καί ὅλοι πλέον οἱ συμμαχητές του τόν ἀποκαλοῦσαν Καπετάν Ἄγρα. (Καπετάνιος τότε λεγόταν ὁ ἀρχηγός ἀναταρτικοῦ σώματος). Ἐγκαταστάθηκε σέ μία καλύβα καλά ὀχυρωμένη καί μέ τίς πλάβες, τίς εἰδικές βάρκες χωρίς καρίνα, κυνηγοῦσε τούς Βουλγάρους . Μετά ἀπό μάχες κατέλαβε τήν Κούγκα, τήν μεγαλύτερη καλύβα τους. Ἔζησε στόν Βάλτο τό φθινόπωρο καί τόν χειμῶνα τοῦ 1906, ἀλλά ἀναγκάσθηκε νά φύγει λόγῳ τῆς ἑλονοσίας καί κυρίως λόγῳ σοβαροῦ τραυματισμοῦ πού ὑπέστη στό χέρι ἀπό πυροβολισμό.
Μετά ἀπό σύντομη παραμονή στήν Θεσσαλονίκη ἦλθε στή Νάουσα γιά νά ἀποθεραθευθεῖ μέ τήν βοήθεια τοῦ λαμπροῦ πατριώτη γιατροῦ Ζαφειρίου Λόγγου. Ἐκεῖ, τόν Μάιο τοῦ 1907, ἔμαθε ὅτι ὁ πρώην ἀρχηγός τῶν τοπικῶν κομιτατζήδων, ὁ βοεβόδας Ζλατάν, ζητεῖ νά τόν συνατήσει. Παρά τίς ἐπιφυλάξεις τῶν Ναουσάιων φίλων του ὁ Ἄγρας ἀποφάσισε νά ἐπιδιώξει αὐτή τήν συνάντηση μέ τήν ἐλπίδα νά ἐντάξει τόν Ζλατάν στίς δυνάμεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τήν βουλγαρική προπαγάνδα. Ἄλλωστε τό ἴδιο εἶχε ἐπιτύχει πρό ὀλίγων ἐτῶν ὁ Μητροπολίτης Καστορίας Γερμανός Καραβαγγέλης μέ τόν πρώην βουλγαρίζοντα Καπετάν Κώττα, ὁ ὁποπῖος θυσιάσθηκε τελικά γιά τήν Ἑλληνική ἰδέα. Δέν ὑπάρχουν ἀποδείξεις γιά τόν ἰσχυρισμό ὅτι ὁ Ἄγρας ἤθελε νά συμμαχήσει μέ τόν Ζλατάν γιά νά στραφοῦν ἐναντίον τῶν Τούρκων. Εἶναι λάθος νά ἀποδίδονται στόν ἥρωα προθέσεις πού δέν εἶχε. Ὁ ἐκπεφρασμένος στόχος του ἦταν νά φέρει τόν Ζλατάν στήν Ἀθήνα, γνωρίζοντας ὅτι πολλοί ἐντόπιοι Μακεδόνες ἀποστάτησαν ἀπό τό Πατριαρχεῖο καί ἀπό τόν Ἑλληνισμό, λόγῳ προπαγάνδας καί πιέσεων.
Ἔτσι, λοιπόν, πῆρε μαζί του μερικούς συντρόφους καί πῆγε στήν μοιραία συνάντηση. Ὁ Ζλατάν καί ὁ αἰφνιδίως ἐμφανισθείς κομιταζῆς Κασάπτσε ἄφησαν τούς ὑπόλοιπους καί συνέλαβαν τόν Ἄγρα καί τόν σλαβόφωνο Ἕλληνα Ἀντώνη Μίγγα, ἔγγαμο ράφτη ἀπό τή Νάουσα. Ἐπί ἡμέρες τούς περιέφεραν δεμένους στά χωριά, τούς διαπόμπευαν καί τούς βασάνιζαν. Τελικά τούς θανάτωσαν δι’ ἀπαγχονισμοῦ στίς 7 Ἰουνίου 1907. Ὁ Ζλατάν πρόδωσε τήν ἐμπιστοσύνη πού τοῦ ἔδειξε ὁ Ἄγρας. Τά δύο ἑλληνόπουλα ἄφησαν τήν πνοή τους ἐκεῖ ἐπάνω στήν καρυδιά , στήν φιλόξενη καί ἱστορική γῆ τῆς Μακεδονίας. Ὁ Ἄγρας ὡς ἐθελοντής πού ἦλθε ἀπό τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα γιά νά μεταδώσει τήν στρατιωτική ἐμπειρία του. Ὁ Μίγγας ὡς ἐνόπιος πού ἀγωνίσθηκε γιά τήν ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας ἔστω κι ἄν διάφορες ἱστορικές περιπέτειες τόν εἶχαν ἀναγκάσει νά χρησιμοποιεῖ ἕνα ἑλληνοσλαβικό γλωσσικό ἰδίωμα. Τάφηκαν κάι μοιρολογήθηκαν ἀπό τίς Μακεδόνισσες γυναῖκες. Ἡ νεκρώσιμος Ἀκολουθία ἐψάλη τό Ψυχοσάββατο, παραμονή τῆς Πεντηκοστῆς. Σήμερα τά λείψανά τους φυλάσσονται σέ μικρό ἐκκλησάκι – μνημεῖο ἀκριβῶς στόν τόπο τῆς θυσίας τους, κοντά στόν σιδηροδρομικό σταθμό τοῦ χωριοῦ Ἄγρας τοῦ Νομοῦ Πέλλης.
Ἡ θυσία τοῦ Σαράντη Ἀγαπηνοῦ, τοῦ Καπετάν Ἄγρα, ἐνέπνευσε πολλούς ἐθελοντές πού ἔσπευσαν νά βοηθήσουν τόν Μακεδονικό Ἀγῶνα. Ἐνέπνευσε ἐπίσης πολλούς ποιητές ὅπως τόν Ρήγα Γκόλφη, τόν Γεώργιο Σουρῆ κ.ἄ. Ἡ Πηνελόπη Δέλτα τόν ἔκανε οἰκεῖο σέ ὅλους μας μέ “Τά Μυστικά τοῦ Βάλτου”, ἕνα βιβλίο πολύ δέν πρέπει νά λείπει ἀπό κανένα παιδικό δωμάτιο. Ὁ ἀείμνηστος Φιλόλογος Θεόδωρος Κανελλόπουλος ἀπό τά Φιλιατρά ἔγραψε μία πλήρη βιογραφία τοῦ Ἄγρα, ἡ ὁποία ἐξεδόθη τό 1958 καί ἐπανεξεδόθη συμπληρωμένη τό 2003. Ὁ Δῆμος Γαργαλιάνων κάθε χρόνο ὀργανώνει ἐκδηλώσεις μνήμης ὑπό τόν τίτλο “Ἀγαπήνεια”, ἐνῶ ἔχει στήσει τιμητικό ἀνδριάντα τοῦ ἥρωος. Ἡ Ἱερά Μητρόπολις Ἐδέσσης τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Ἄγρα καί τοῦ Μίγγα ἐκεῖ ἀκριβῶς πού εἶδαν γιά τελευταία φορά τό φῶς τοῦ ἥλιου. Αἰωνία τους ἡ μνήμη! Δέν θά τούς ξεχάσουμε. Δέν πρέπει νά τούς ξεχάσουμε.