Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων;

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος. ( Και της Ελληνικής Κύπρου.)
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.

!5η Ιουλιου 1974. Προδοτικό πραξικόπημα από χούντα στη Κύπρο.
20η Ιουλίου 1974. Βαρβαρη Τουρκική εισβολή στη μεγαλόνησο Α’ Αττίλας.
14η Αυγούστου 1974. Β’ Αττίλας.
5000 σφαγιασθέντες άμαχοι, 1619 αγνοούμενοι, 300000 εκτοπισθέντες Έλληνες Κύπριοι από τις πατρογονικές τους εστίες, 30000 εγκλωβισμένοι, 800 όμηροι γυναίκες από 12 έως 82 ετών κακοποιημένες, 550 εκκλησίες συλημένες, όλα τα θησαυροφυλάκια, ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές αρχαιολογικών θησαυρών λεηλατημένες. 37% των πατρίων εδαφών κατεχόμενα. Τίποτα ΕΛΛΗΝΙΚΟ όρθιο δεν άφησαν όρθιο, ακόμη και τα χριστιανικά κοιμητήρια τα ισοπέδωσαν ….
Τι προηγήθηκε εν συντομία ….Διότι τόμοι χρειάζονται για να καταγραφεί η καταστροφική πορεία της Ελληνικής Κύπρου ….Πιο κάτω αυτονόητου περιεχομένου επιστολές, ομιλίες κλπ.
Επιστολή Μακαρίου προς Φ. Γκιζίκη 2 Ιουλίου 1974.
Κύριε Πρόεδρε,

Μετά βαθείας θλίψεως είμαι υποχρεωμένος να εκθέσω προς υμάς ωρισμένας απαραδέκτους εν Κύπρω καταστάσεις και γεγονότα, δια τα οποία θεωρώ υπεύθυνον την Ελληνικήν Κυβέρνησιν.
Από της λαθραίας αφίξεως εις Κύπρον του *Στρατηγού Γρίβα, κατά Σεπτέμβριον του 1971, εκυκλοφόρουν φήμαι και υπήρχον βάσιμοι ενδείξεις, ότι ούτος ήλθεν εις Κύπρον κατά προτροπήν και ενθάρρυνσιν ωρισμένων εν Αθήναις κύκλων. Βέβαιον πάντως είναι, ότι ο Γρίβας, από των πρώτων ημερών της ενταύθα αφίξεώς του, είχεν επαφήν μετά υπηρετούντων εις την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικών εξ Ελλάδος, παρά των οποίων έτυχε βοηθείας και συμπαραστάσεως εις την προσπάθειάν του να σχηματίση παράνομον οργάνωσιν και να αγωνισθή, δήθεν, δια την Ένωσιν. Και κατήρτησε την εγκληματικήν οργάνωσιν “ΕΟΚΑ Β”, η οποία κατέστη αιτία και πηγή πολλών δεινών δια την Κύπρον. Γνωστή είναι η δράσις της οργανώσεως αυτής, η οποία, υπό πατριωτικόν μανδύαν και ενωτικήν συνθηματολόγησιν, διέπραξε πολιτικάς δολοφονίας και πολλά άλλα εγκλήματα. Η στελεχουμένη και ελεγχομένη υπό Ελλήνων αξιωματικών Εθνική Φρουρά υπήρξεν εξ αρχής ο εις έμψυχον και άψυχον υλικόν κυριώτερος τροφοδότης της “ΕΟΚΑ Β”, της οποίας τα μέλη και οι υποστηρικταί έλαβον τον εύφημoν τίτλον και αυτοαπεκλήθησαν “ενωτικοί” και “ενωτική παράταξις”.
Πολλάκις διηρωτήθην, διατί μία παράνομος και επιζήμιος εθνικώς οργάνωσις, η οποία επιφέρει διαιρέσεις και διχονοίας, διανοίγει ρήγματα εις το εσωτερικόν μας μέτωπον και οδηγεί τον Κυπριακόν Ελληνισμόν προς εμψύλιον σπαραγμόν, υποστηρίζεται υπό Ελλήνων αξιωματικών. Και πλειστάκις επίσης διηρωτήθην, κατά πόσον η τοιαύτη υποστήριξις τυγχάνει της εγκρίσεως της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Έκαμα διαφόρους σκέψεις και υποθετικούς συλλογισμούς, δια να εύρω λογικήν απάντησιν εις τας απορίας και τα ερωτήματά μου. Ουδεμία απάντησις, υπό οιασδήποτε προϋποθέσεις και συλλογισμούς, ήτο δυνατόν να στηριχθή επί λογικής βάσεως. Αλλ’αδιάψευστον πραγματικότητα αποτελεί η υποστήριξις της “ΕΟΚΑ Β” υπό Ελλήνων αξιωματικών. Τα εις διαφόρους περιοχάς της νήσου στρατόπεδα της Εθνικής Φρουράς και οι πλησίον αυτών χώροι κατακοσμούνται με συνθήματα υπέρ του Γρίβα και της “ΕΟΚΑ Β”, ως και με συνθήματα κατά της Κυπριακής Κυβερνήσεως, και ιδιαιτέρως κατ’εμού. Εντός των στρατοπέδων της Εθνικής Φρουράς, απροκάλυπτος πολλάκις είναι η υπό των Ελλήνων αξιωματικών προπαγάνδα υπέρ της “ΕΟΚΑ Β”. Γνωστόν και αδιάψευστον είναι επίσης το γεγονός, ότι ο αντιπολιτευόμενος και υποστηρίζων την εγκληματικήν δραστηριότητα της “ΕΟΚΑ Β” κυπριακός τύπος, έχων πηγήν χρηματοδοτήσεως τας Αθήνας, λαμβάνει καθοδήγησιν και γραμμήν από τους υπευθύνους του 20υ Επιτελικού Γραφείου και του εν Κύπρω Κλιμακίου της Ελληνικής Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Κ.Υ.Π.).
Είναι αληθές ότι, οσάκις διεβιβάζοντο υπ’εμού παράπονα προς την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, δια την στάσιν και συμπεριφοράν ωρισμένων αξιωματικών, είχον την απάντησιν ότι δεν έπρεπε να διστάζω όπως καταγγέλλω αυτούς ονομαστικώς και αναφέρω τας συγκεκριμένας κατ’αυτών κατηγορίας, δια να ανακαλώνται εκ Κύπρου. Εις μίαν μόνον περίπτωσιν έπραξα τούτο. Μού είναι δυσάρεοτον το τοιούτον έργον. Αλλά και το κακόν δεν θεραπεύεται δια της κατ’αυτόν τον τρόπον αντιμετωπίσεώς του. Σημασίαν έχει η εκρίζωσις και πρόληψις του κακού, και ουχί απλώς η αντιμετώπισις των εκ τούτου επιπτώσεων.
Λυπούμαι να είπω, κύριε Πρόεδρε, ότι η ρίζα του κακού είναι πολύ βαθεία και φθάνει μέχρις Αθηνών. Εκείθεν τροφοδοτείται και εκείθεν συντηρείται και απλούται αναπτυσσόμενον το δένδρον του κακού, του οποίου τους πικρούς καρπούς γεύεται σήμερόν ο Κυπριακός Ελληνισμός. Και δια να είμαι απολύτως σαφής, λέγω ότι στελέχη του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδος υποστηρίζουν και κατευθύνουν την δραστηριότητα της τρομοκρατικής οργανώσεως “ΕΟΚΑ Β”. Εντεύθεν εξηγείται και η ανάμιξις Ελλήνων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς εις την παρανομίαν, την συνωμοσίαν και εις άλλας απαραδέκτους καταστάσεις. Περί της ενοχής των κύκλων του στρατιωτικού καθεστώτος καταμαρτυρούν έγγραφα, τα οποία ευρέθησαν προσφάτως εις την κατοχήν ιθυνόντων στελεχών της “ΕΟΚΑ Β”. Εκ του Εθνικού Κέντρου απεστέλλοντο αφθόνως χρήματα δια την συντήρησιν της οργανώσεως, εδίδοντο εντολαί δια την αρχηγίαν, μετά τον θάνατον του Γρίβα και την ανάκλησιν του μετ’αυτού ελθόντος εις Κύπρον ταγματάρχου Καρούσου, γενικώς δε εξ Αθηνών κατηυθύνοντο τα πάντα. Η γνησιότης των εγγράφων τούτων δεν είναι δυνατόν να τεθή εν αμφιβόλω, διότι και τα δακτυλογραφημένα εξ αυτών έχουν διορθώσεις δια χειρός γενομένας και γνωστός είναι ο γραφικός χαρακτήρ του γράψαντος. Ενδεικτικώς επισυνάπτω έν τοιούτον έγγραφον.
Είχον πάντοτε ως αρχήν και επανειλημμένως εδήλωσα, ότι η συνεργασία μου μετά της εκάστοτε Ελληνικής Κυβερνήσεως αποτελεί δι’εμέ εθνικόν καθήκον. Το εθνικόν συμφέρον υπαγορεύει την αρμονικήν και στενήν συνεργασίαν Αθηνών και Λευκωσίας. Οιαδήποτε και αν ήτο η Κυβέρνησις της Ελλάδος, ήτο δι’εμέ η Κυβέρνησις της Μητρός Πατρίδος και έπρεπε να συνεργάζωμαι μετ’αυτής. Δεν δύναμαι να είπω ότι τρέφω ιδιαιτέραν συμπάθειαν προς στρατιωτικά καθεστώτα, και μάλιστα εις την Ελλάδα, την χώραν, η οποία εγέννησε και ελίκνισε την δημοκρατίαν. Αλλά και εις αυτήν την περίπτωσιν δεν παρεξέκλινα της αρχής μου περί συνεργασίας. Αντιλαμβάνεσθε όμως, κύριε Πρόεδρε, τας θλιβεράς σκέψεις αι οποίαι βασανιστικώς με απασχολούν, κατόπιν της διαπιστώσεως, ότι άνθρωποι της Κυβερνήσεως της Ελλάδος εξυφαίνουν αδιαλείπτως κατ’εμού συνωμοσίας και, όπερ το χειρότερον, διαιρούν και εξωθούν τον Κυπριακόν Ελληνισμόν εις την δι’αλληλοσπαραγμού καταστροφήν. Ουχί άπαξ μέχρι τούδε ησθάνθην, και εις τινας περιπτώσεις σχεδόν εψηλάφησα, εκτεινομένην αοράτως εξ Αθηνών χείρα, αναζητούσαν προς αφανισμόν την ανθρωπίνην ύπαρξίν μου. Χάριν, όμως, εθνικής σκοπιμότητος, ετήρησα σιγήν. Και αυτό ακόμη το πονηρόν πνεύμα, υπό του οποίου εκυριεύθησαν οι τρεις καθαιρεθέντες Κύπριοι Μητροπολίται, οι μεγάλην κρίσιν προκαλέσαντες εν τη Εκκλησία, είχε πηγήν εκπορεύσεώς του τας Αθήνας. Ουδέν όμως, εν προκειμένω, είπον Σκέπτομαι μόνον και διαλογίζομαι, προς τί πάντα ταύτα. Θα εξηκολούθουν δε να τηρώ σιγήν περί της ευθύνης και του ρόλου της Ελληνικής Κυβερνήσεως εις το σημερινόν δράμα της Κύπρου, εάν επί της σκηνής του δράματος ήμην ο μόνος πάσχων. Αλλ’η συγκάλυψις και η σιωπή δεν επιτρέπονται, όταν πάσχη ολόκληρος ο Κυπριακός Ελληνισμός, όταν Έλληνες αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς, κατά προτροπήν εξ Αθηνών, υποστηρίζουν την “ΕΟΚΑ Β” εις εγκληματικήν δραστηριότητα, περιλαμβάνουσαν πολιτικάς δολοφονίας και, γενικώς, αποσκοπούσαν εις την διάλυσιν του κράτους.
Εις την προσπάθειαν διαλύσεως της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου, μεγάλη είναι η ευθύνη της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Το Κυπριακόν κράτος πρέπει να διαλυθή μόνον εις περίπτωσιν Ενώσεως. Μη καθισταμένης, όμως, εφικτής της Ενώσεως, επιβάλλεται η ιοχυροποίησις της κρατικής υποστάσεως της Κύπρου. Η Ελληνική Κυβέρνησις, δια της όλης στάσεώς της έναντι του θέματος της Εθνικής Φρουράς, ασκεί καταλυτικήν πολιτικήν επί του Κυπριακού κράτους. Προ μηνών, το εξ Ελλήνων αξιωματικών αποτελούμενον Γενικόν Επιτελείον της Εθνικής Φρουράς υπέβαλεν εις την Κυπριακήν Κυβέρνησιν, προς έγκρισιν, κατάλογον υποψηφίων δοκίμων εφέδρων αξιωματικών, οίτινες θα εφοίτων εις ειδικήν οχολήν, δια να υπηρετήσουν ακολούθως, κατά την διάρκειαν της στρατιωτικής θητείας των, ως αξιωματικοί. Εκ του υποβληθέντος καταλόγου, δεν ενεκρίθησαν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου πεντήκοντα επτά εκ των υποψηφίων. Ειδοποιήθη περί τούτου γραπτώς το Γενικόν Επιτελείον. Παρά ταύτα, κατόπιν οδηγιών εξ Αθηνών, το Επιτελείον ουδόλως έλαβεν υπ’όψιν την απόφασιν του Υπουργικού Συμβουλίου, έχοντος, βάσει νόμου, το απόλυτον δικαίωμα διορισμού αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Ενεργούν ασυδότως και αυθαιρέτως, το Γενικόν Επιτελείον κατεπάτησε νόμους, περιφρόνησε την απόφασιν της Κυπριακής Κυβερνήσεως, και ενέγραψεν εις την Σχολήν Αξιωματικών τους μη εγκριθέντας υποψηφίους. Απολύτως απαράδεκτη, θεωρώ την τοιαύτην στάσιν του εκ της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξαρτωμένου Γενικού Επιτελείου της Εθνικής Φρουράς. Η Εθνική Φρουρά είναι όργανον του Κυπριακού κράτους και υπ’αυτού πρέπει να ελέγχεται, και ουχί εξ Αθηνών. Η θεωρία περί ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδος-Κύπρου έχει την συναισθηματικήν πλευράν της. Αλλ’εν τη πραγματικότητι διάφορος είναι η κατάστασις. Η Εθνική Φρουρά, ως έχουν σήμερον η σύνθεσις και η στελέχωσίς της, εξετράπη του σκοπού της και κατέστη εκτροφείον παρανόμων, κέντρον συνωμοσιών κατά του κράτους και πηγή τροφοδοσίας της “ΕΟΚΑ Β”. Αρκεί να λεχθεί ότι, κατά την προσφάτως ενταθείσαν τρομοκρατικήν δραστηριότητα της “ΕΟΚΑ Β”, αυτοκίνητα της Εθνικής Φρουράς μετέφερον οπλισμόν και μετεκίνουν εν ασφαλεία μέλη της οργανώσεως, των οποίων επέκειτο η σύλληψις. Και δια την εκτροπήν αυτήν της Εθνικής Φρουράς απόλυτον την ευθύνην έχουν Έλληνες αξιωματικοί, μερικοί των οποίων είναι από ποδών μέχρι κεφαλής αναμεμιγμένοι και συμμέτοχοι εις την δραστηριότητα της “ΕΟΚΑ Β”. Και εις τούτο ευθύνης άμοιρον δεν είναι το Εθνικόν Κέντρον. Ηδύνατο η Ελληνική Κυβέρνησις, δι’απλού νεύματός της, να θέση τέρμα εις την θλιβεράν αυτήν κατάστασιν. Ηδύνατο το Εθνικόν Κέντρον να διατάξη τον τερματισμόν της βίας και της τρομοκρατίας υπό της “ΕΟΚΑ Β”, διότι εξ Αθηνών αντλεί η οργάνωσις τα μέσα συντηρήσεως και την δύναμίν της, ως εγγράφως μαρτυρούν τεκμήρια και αποδείξεις. Δεν έπραξεν, όμως, τούτο η Ελληνική Κυβέρνησις. Ως ένδειξιν μιας ανεπιτρέπτου καταστάσεως σημειώ ενταύθα παρενθετικώς, ότι και εις Αθήνας ανεγράφησαν προσφάτως συνθήματα κατ’εμού και υπέρ της “ΕΟΚΑ Β”, εις τους τοίχους ναών και άλλων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένου και του κτιρίου της Κυπριακής Πρεσβείας. Και η Ελληνική Κυβέρνησις, καίτοι γνωρίζει τους δράστας, ουδενός επεδίωξε την σύλληψιν και την τιμωρίαν, ανεχομένη κατ’αυτόν τον τρόπον προπαγάνδαν υπέρ της “ΕΟΚΑ Β”. Πολλα έχω να είπω, κύριε Πρόεδρε, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να μακρηγορήσω περισσότερον. Και δια να καταλήξω, διαβιβάζω ότι η υπό Ελλήνων αξιωματικών στελεχουμένη Εθνική Φρουρά, της οποίας το κατάντημα εκλόνισε την προς αυτήν εμπιστοσύνην του Κυπριακού λαού, θα αναδιαρθρωθή επί νέας βάσεως. Εμείωσα την στρατιωτικήν θητείαν, δια να ελαττωθή η οροφή της Εθνικής Φρουράς και το μέγεθος του κακού. Πιθανώς να παρατηρηθή, ότι η ελάττωσις της δυνάμεως της Εθνικής Φρουράς, λόγω συντμήσεως της στρατιωτικής θητείας, δεν καθιστά αυτήν ικανήν να ανταποκριθή εις την αποστολήν της εν περιπτώσει εθνικού κινδύνου. Δια λόγους, τους οποίους δεν επιθυμώ ενταύθα να εκθέσω, δεν συμμερίζομαι αυτήν την άποψιν. Και θα παρεκάλουν, όπως ανακληθούν οι στελεχούντες την Εθνικήν Φρουράν αξιωματικοί εξ Ελλάδος. Η παραμονή των εις την Εθνικήν Φρουράν και η υπ’αυτών διοίκησίς της θα είναι επιζήμιος εις τας σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας. Θα ήμην, εν τούτοις, ευτυχής, εάν ηθέλετε να αποστείλητε εις Κύπρον περί τους εκατόν αξιωματικούς, ως εκπαιδευτάς και στρατιωτικούς συμβούλους, δια να βοηθήσουν εις την αναδιοργάνωσιν και αναδιάρθρωσιν των ενόπλων δυνάμεων της Κύπρου. Ελπίζω, εν τω μεταξύ, να εδόθησαν εντολαί εξ Αθηνών εις την “ΕΟΚΑ Β” όπως τερματίση την δραστηριότητά της, καίτοι, εφ’όσον αύτη δεν διαλύεται οριστικώς, δεν αποκλείεται νέον κύμα βίας και δολοφονιών.
Θλίβομαι, κύριε Πρόεδρε, διότι ευρέθην εις την ανάγκην να είπω πολλά δυσάρεστα, δια να περιγράψω εις αδράς γραμμάς, με γλώσσαν ωμής ειλικρινείας, την από μακρού υφισταμένην εν Κύπρω αξιοθρήνητον κατάστασιν. Τούτο, όμως, επιβάλλει το εθνικόν συμφέρον, το οποίον έχω πάντοτε γνώμονα όλων των ενεργειών μου. Δεν επιθυμώ διακοπήν της συνεργασίας μου μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Δέον, όμως, να ληφθή υπ’όψιν, ότι δεν είμαι διωρισμένος νομάρχης ή τοποτηρητής εν Κύπρω της Ελληνικής Κυβερνήσεως, αλλ’εκλεγμένος ηγέτης μεγάλου τμήματος του Ελληνισμού και απαιτώ ανάλογον προς εμέ συμπεριφοράν του Εθνικού Κέντρου.
Το περιεχόμενον της παρούσης δεν είναι απόρρητον.

Μετ’εγκαρδίων ευχών,
Ο Κύπρου Μακάριος
2.7.1974

Και η απάντηση … το προδοτικό πραξικόπημα και εν συνεχεία η ατυχής ομιλία του Μακαρίου στον ΟΗΕ ….

19 Ιουλίου 1974: Η Ιστορική ομιλία του Αρχιεπίσκοπου Μακάριου στον ΟΗΕ λίγες ώρες πριν την έναρξη της Τουρκικής Εισβολής στην Κύπρο. «Θα ήθελα πρώτα να εκφράσω τις θερμότερες ευχαριστίες μου προς τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, για το έντονο ενδιαφέρον τους ως προς την κρίσιμη κατάσταση που δημιουργήθηκε στην Κύπρο μετά το πραξικόπημα,που οργάνωσε το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας και που υλοποίησαν οι Έλληνες αξιωματικοί, που υπηρετούν και διοικούν την κυπριακή εθνοφρουρά. Είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων στο Συμβούλιο Ασφαλείας για τη συμφωνία του να αναβάλει τη συνεδρίαση αυτή μέχρι την άφιξή μου, δίνοντάς μου έτσι την ευκαιρία να παρουσιασθώ ενώπιόν του και να αναφερθώ στα πρόσφατα δραματικά γεγονότα της Κύπρου. Τα όσα συμβαίνουν στην Κύπρο, από την περασμένη Δευτέρα το πρωί, είναι μία πραγματική τραγωδία. Το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας παραβίασε κατάφωρα την ανεξαρτησία της Κύπρου. Χωρίς ίχνος σεβασμού για τα δημοκρατικά δικαιώματα του κυπριακού λαού, χωρίς ίχνος σεβασμού για την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Δημοκρατίας της Κύπρου, η ελληνική χούντα επεξέτεινε τη δικτατορία στο κυπριακό έδαφος. Είναι γεγονός, ότι εδώ και λίγο καιρό η πρόθεσή τους είχε γίνει φανερή. Ο κυπριακός λαός είχε την αίσθηση, εδώ και πολύ καιρό, ότι ετοιμαζόταν πραξικόπημα από την ελληνική χούντα και η αίσθηση αυτή έγινε ακόμα εντονότερη τις τελευταίες εβδομάδες, όταν η τρομοκρατική οργάνωση “ΕΟΚΑ Β”, υποκινούμενη από την Αθήνα, πολλαπλασίασε τις βιαιότητές της. Ανέκαθεν γνώριζα, ότι η παράνομη αυτή οργάνωση είχε τις ρίζες και τις πηγές ανεφοδιασμού της στην Αθήνα. Εδώ και καιρό αντιλήφθηκα, ότι οι Έλληνες, που υπηρετούσαν και διοικούσαν την εθνοφρουρά, στρατολογούσαν μέλη της οργάνωσης αυτής και την υποστήριζαν με διάφορους τρόπους, μέχρι που τη βοηθούσαν να έχει πρόσβαση στις αποθήκες πυρομαχικών της εθνοφρουράς. Στα στρατόπεδα της εθνοφρουράς, οι Έλληνες αξιωματικοί έκαναν ανοικτή προπαγάνδα υπέρ της παράνομης αυτής οργάνωσης, και μετέτρεψαν την εθνοφρουρά, από κρατικό όργανο, σε όργανο ανατροπής της εξουσίας. Κάθε φορά που, κατά καιρούς, παραπονέθηκα στην Αθήνα για την ανάρμοστη συμπεριφορά των Ελλήνων αξιωματικών της εθνοφρουράς, η απάντηση ήταν ότι, εάν παρουσίαζα ισχυρές αποδείξεις, οι ένοχοι θα ανακαλούντο στην Ελλάδα. Από την όλη στάση της μού δημουργήθηκε η ορθή εντύπωση, ότι η μόνιμη απάντησή της αποτελούσε προσποίηση αθωότητας. Εδώ και λίγες ημέρες έφθασαν έγγραφα στα χέρια της αστυνομίας, που αποδεικνύουν σαφέστατα, ότι η “ΕΟΚΑ Β” δεν ήταν παρά παράρτημα του καθεστώτος των Αθηνών. Η κυβέρνηση των Αθηνών χορηγούσε οικονομική βοήθεια για τη συντήρηση της οργάνωσης, και τής έδινε λεπτομερείς οδηγίες για τις δραστηριότητές της. Θεώρησα αναγκαίο να στείλω μία επιστολή στον πρόεδρο της Ελλάδας, στρατηγό Γκιζίκη, ζητώντας του να δώσει εντολή για την κατάπαυση της βίας και της αιματοχυσίας και για τη διάλυση της “ΕΟΚΑ Β”. Επίσης, τού ζήτησα να ανακληθούν οι Έλληνες της κυπριακής εθνοφρουράς, προσθέτοντας ότι σκοπεύω να μειώσω την αριθμητική δύναμη του σώματος αυτού και να το μεταφέρω σε κρατικό όργανο. Είχα την εντύπωση, ότι το καθεστώς των Αθηνών δεν επιθυμούσε τη μείωση των μελών της εθνοφρουράς, ούτε, βέβαια, την απομάκρυνση των Ελλήνων αξιωματικών. Ακολούθως, με επισκέφθηκε ο Έλληνας πρεσβευτής στην Κύπρο, κατόπιν εντολής της κυβερνήσεώς του, για να μού εξηγήσει, ότι η αριθμητική μείωση των μελών της εθνοφρουράς ή ηαποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών θα οδηγούσαν στην εξασθένιση της κυπριακής άμυνας, σε περίπτωση τουρκικού κινδύνου. Αυτό το επιχείρημα, παρόλο που φαινόταν λογικό, δεν ήταν καθόλου πειστικό, διότι γνώριζα, ότι πίσω από αυτό εκρύβοντο άλλα συμφέροντα. Απάντησα ότι, όπως έδειχναν να εξελίσσονται τα πράγματα, θεωρούσα τον τουρκικό κίνδυνο πιο ασήμαντο από τον ελληνικό. Και, όπως αποδείχθηκε, οι φόβοι μου ήσαν δικαιολογημένοι. Το Σάββατο, 13 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα συνάντηση υπό την προεδρία του στρατηγού Γκιζίκη, η οποία διήρκεσε πολλές ώρες. Παρόντες ήσαν ο Έλληνας διοικητής των ενόπλων δυνάμεων, ο πρεσβευτής της Ελλάδας στην Κύπρο, ο διοικητής της Εθνοφρουράς και άλλοι αξιωματούχοι. Σκοπός της συνάντησης αυτής ήταν να συζητηθεί το περιεχόμενο της επιστολής μου. Το σχετικό ανακοινωθέν, που εξεδόθη στο τέλος της συνάντησης, ανέφερε ότι η συνάντηση θα επαναληφθεί στις 15 Ιουλίου, ημέρα Δευτέρα. Αυτή η αναφορά ήταν παραπλανητική. Διότι, ενώ τη Δευτέρα περίμενα την απάντηση στην επιστολή μου, η απάντηση που ήρθε ήταν το πραξικόπημα. Την ημέρα εκείνη επέστρεψα από την εξοχική μου κατοικία στο βουνό Τρόοδος, όπου βρισκόμουν το Σαββατοκύριακο, και στις 8:00 π.μ. έφθασα στο γραφείο μου, στο προεδρικό μέγαρο. Μισή ώρα αργότερα υποδέχθηκα στην αίθουσα δεξιώσεων μία ομάδα αγοριών και κοριτσιών, μελών της Ελληνικής Ορθόδοξης Νεολαίας Καίρου, που είχαν έρθει στην Κύπρο ως προσκεκλημένοι μου, για λίγες ημέρες. Καλά-καλά δεν πρόλαβα να τους καλωσορίσω, όταν ακούσθηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα οι πυροβολισμοί πολλαπλασιάσθηκαν, και ένα μέλος της προεδρικής φρουράς με πληροφόρησε ότι τεθωρακισμένα άρματα και οχήματα είχαν περάσει την έξω πύλη και βρίσκοντο ήδη στο προαύλιο του προεδρικού μεγάρου, που εσείετο από τους βομβαρδισμούς. Σύντομα η κατάσταση έγινε κρίσιμη. Προσπάθησα να συνδεθώ τηλεφωνικά με το κτίριο της Κυπριακής Ραδιοφωνίας, για να στείλω ειδική ανακοίνωση ότι γινόταν επίθεση στο προεδρικό μέγαρο, αλλά αντιλήφθηκα ότι οι τηλεφωνικές γραμμές είχαν διακοπεί. Οι πυροβολισμοί αυξάνοντο συνεχώς. Νομίζω, ότι σώθηκα ως εκ θαύματος της θείας πρόνοιας. Όταν πλέον βρέθηκα στην περιοχή της Πάφου, απέστειλα ραδιοφωνικό μήνυμα στο λαό από έναν τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, πληροφορώντας τον ότι είμαι ζωντανός και ότι θα αγωνισθώ μαζί του ενάντια στη δικτατορία, που προσπαθεί να επιβάλει το ελληνικό καθεστώς. Δεν σκοπεύω να απασχολήσω περισσότερο τα αξιότιμα μέλη του Συμβουλίου με την προσωπική μου περιπέτεια. Απλώς θα ήθελα να προσθέσω, ότι τη δεύτερη ημέρα της ένοπλης επίθεσης τα τεθωρακισμένα κατευθύνθηκαν προς την Πάφο, ενώ ταυτόχρονα ένα μικρό πολεμικό πλοίο της εθνοφρουράς άρχισε να βομβαρδίζει τη μητρόπολη της Πάφου, όπου έμενα. Υπ’αυτές τις συνθήκες, θεώρησα φρονιμότερο να εγκαταλείψω την Κύπρο, παρά να πέσω στα χέρια της ελληνικής χούντας. Είμαι ευγνώμων στη βρεττανική κυβέρνηση, που μού χορήγησε ελικόπτερο, το οποίο με μετέφερε από την Πάφο στις βρεττανικές βάσεις, και αεροπλάνο από τις βάσεις στο Λονδίνο, μέσω Μάλτας. Είμαι επίσης ευγνώμων στον ειδικό αντιπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα και στο διοικητή των ειδικών ειρηνευτικών δυνάμεων του Ο.Η.Ε. στην Κύπρο, για το ενδιαφέρον που έδειξαν για την ασφάλειά μου. Η παρουσία μου στην αίθουσα αυτή κατέστη δυνατή χάρις στη βοήθεια της βρεττανικής κυβέρνησης και των εκπροσώπων του Γενικού Γραμματέα, δρος Βαλντχάιμ. Το ενδιαφέρον τους για το άτομό μου, και για την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Κύπρος, με συγκινεί ως τα μύχια της ψυχής μου. Δεν γνωρίζω ακόμα όλες τις λεπτομέρειες της κρίσης, που δημιούργησε η ελληνική στρατιωτική κυβέρνηση στην Κύπρο. Φοβούμαι, ότι ο αριθμός των νεκρών είναι μεγάλος και οι υλικές φθορές ανυπολόγιστες. Ωστόσο, πρωταρχικό μας μέλημα, τη στιγμή αυτή, είναι να δοθεί ένα τέλος στην τραγωδία. Όταν έφθασα στο Λονδίνο, πληροφορήθηκα το περιεχόμενο της ομιλίας του εκπροσώπου της ελληνικής χούντας στα Ηνωμένα Έθνη. Εξεπλάγην, με τον τρόπο που προσπαθούν να εξαπατήσουν την παγκόσμια κοινή γνώμη. Χωρίς καν να κοκκινίζει από ντροπή, η ελληνική χούντα προσπαθεί να απλοποιήσει την κατάσταση, ισχυριζόμενη ότι δεν έχει ανάμειξη στην ένοπλη επίθεση και ότι οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών αποτελούν ενδοκοινοτική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν άνθρωποι, που πιστεύουν τους ισχυρισμούς αυτούς. Το πραξικόπημα δεν έγινε υπό συνθήκες τέτοιες, που να το καθιστούν εσωτερικό ελληνοκυπριακό ζήτημα. Πρόκειται σαφώς για εισβολή εκ των έξω, μαζί με κατάφωρη παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Δημοκρατίας της Κύπρου. Το λεγόμενο πραξικόπημα είναι δημιούργημα των Ελλήνων αξιωματικών, που αποτελούν και διοικούν την εθνοφρουρά. Πρέπει, επίσης, να τονίσω το ότι η ελληνική δύναμη, που αποτελείται από 950 αξιωματικούς και στρατιώτες, οι οποίοι βρίσκονται στην Κύπρο δυνάμει της Συνθήκης Συμμαχίας, διεδραμάτισε πρωταρχικό ρόλο στην επιθετική αυτή υπόθεση κατά της Κύπρου. Η κατάληψη του αεροδρομίου έγινε από αξιωματικούς και στρατιώτες της ελληνικής δύναμης, που έχει το στρατόπεδό της κοντά στο αεροδρόμιο. Αρκεί να πούμε στο σημείο αυτό, πως ορισμένες φωτογραφίες, που δημοσίευσε ο παγκόσμιος τύπος, έδειχναν τεθωρακισμένα που ανήκουν στην ελληνική δύναμη. Από την άλλη πλευρά, Έλληνες αξιωματικοί, που υπηρετούσαν στην εθνοφρουρά, διηύθυναν τις επιχειρήσεις. Στις επιχειρήσεις αυτές στρατολογούσαν μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης “ΕΟΚΑ Β”, τα οποία εξόπλιζαν με όπλα της εθνοφρουράς. Εάν δεχθούμε πως δεν είχαν ανάμειξη οι Έλληνες αξιωματικοί της εθνοφρουράς, τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι μεταξύ των νεκρών υπήρχαν και Έλληνες αξιωματικοί, που η σορός τους μεταφέρθηκε και κηδεύθηκε στην Ελλάδα; Εάν δεχθούμε πως το πραξικόπημα δεν έγινε από Έλληνες αξιωματικούς, πώς εξηγούνται οι νυκτερινές πτήσεις των ελληνικών αεροσκαφών, που μετέφεραν στην Κύπρο προσωπικό με πολιτικά και επέστρεφαν με νεκρούς και πληγωμένους; Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι το πραξικόπημα οργανώθηκε από την ελληνική χούντα και εκτελέστηκε από αξιωματικούς και στρατιώτες της ελληνικής δύναμης στην Κύπρο. Άλλωστε, όλος ο παγκόσμιος τύπος περιέγραψε το πραξικόπημα ακριβώς έτσι. Το πραξικόπημα προκάλεσε μεγάλη αιματοχυσία και αφαίρεσε τη ζωή πολλών ανθρώπων. Αντιμετωπίσθηκε με την αποφασιστική αντίσταση των νομίμων δυνάμεων ασφαλείας και του ελληνοκυπριακού λαού. Μπορώ να πω με βεβαιότητα, ότι η αντίσταση και η αντίδραση του ελληνοκυπριακού λαού ενάντια στους συνωμότες θα συνεχισθεί, μέχρι να αποκατασταθούν η ελευθερία και τα δημοκρατικά δικαιώματα. Ο κυπριακός λαός ποτέ δεν θα υποκύψει στη δικτατορία, ακόμα κι αν, προς το παρόν, υπερισχύει η βάρβαρη βία των τεθωρακισμένων. Μετά το πραξικόπημα, οι πράκτορες του ελληνικού καθεστώτος στην Κύπρο διόρισαν πρόεδρο έναν πασίγνωστο κακοποιό, το Νίκο Σαμψών, ο οποίος, με τη σειρά του, διόρισε υπουργούς γνωστά κακοποιά στοιχεία και οπαδούς της τρομοκρατικής οργάνωσης “ΕΟΚΑ Β”. Μπορεί να ισχυρίζονται μερικοί ότι όσα συνέβησαν στην Κύπρο αποτελούν επανάσταση, και ότι η νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε με βάση τον επαναστατικό νόμο. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν υπήρξε επανάσταση στην Κύπρο, που θα μπορούσε να θεωρηθεί εσωτερική υπόθεση. Υπήρξε εισβολή, που παραβίασε την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται, και θα συνεχίζεται όσο θα υπάρχουν Έλληνες αξιωματικοί στην Κύπρο. Οι συνέπειες της εισβολής αυτής θα είναι καταλυτικές για την Κύπρο, εάν δεν επανέλθουμε στη συνταγματική ομαλότητα και εάν δεν αποκατασταθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες. Με σκοπό τον αποπροσανατολισμό της παγκόσμιας κοινής γνώμης, το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας ανακοίνωσε χθες τη βαθμιαία αντικατάσταση των Ελλήνων αξιωματικών της εθνοφρουράς. Το θέμα, όμως, δεν είναι η αντικατάστασή τους, αλλά η αποχώρησή τους. Η κίνηση αντικατάστασής τους σημαίνει παραδοχή, ότι οι Έλληνες αξιωματικοί, που υπηρετούν τώρα στην εθνοφρουρά, είναι οι ίδιοι με ‘κείνους που έκαναν το πραξικόπημα. Όμως οι αξιωματικοί αυτοί δεν ενήργησαν με δική τους πρωτοβουλία, αλλά κατόπιν εντολής των Αθηνών, και η αντικατάστασή τους θα γίνει πάλι με εντολή της ελληνικής κυβέρνησης. Κατ’αυτόν τον τρόπο, η εθνοφρουρά θα παραμείνει για πάντα όργανο του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος.Είμαι βέβαιος, ότι τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας αντιλαμβάνονται το τέχνασμα αυτό. Μπορεί να λεχθεί, πως η κυπριακή κυβέρνηση ήταν αυτή που ζήτησε από τους Έλληνες αξιωματικούς να επανδρώσουν την εθνοφρουρά.Μετά λύπης μου ομολογώ, ότι ήταν λάθος μου να τους εμπιστευθώ τόσο πολύ, διότι έκαναν κατάχρηση της εμπιστοσύνης μου αυτής και, αντί να βοηθήσουν στην προάσπιση της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, έγιναν οι ίδιοι εισβολείς. Επί μακρό χρονικό διάστημα διεξήχθησαν συνομιλίες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με σκοπό την εξεύρεση ειρηνικής λύσης για το Κυπριακό, πράγμα που επανειλημμένως έχει απασχολήσει το Συμβούλιο Ασφαλείας και την ολομέλεια των Ηνωμένων Εθνών. Ο αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα και δύο συνταγματολόγοι από την Ελλάδα και την Τουρκία παρακολούθησαν τις συνομιλίες αυτές. Το Συμβούλιο Ασφαλείας δύο φορές το χρόνο ανανέωσε τη θητεία της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ στην Κύπρο, εκφράζοντας κάθε φορά την ελπίδα του για τη σύντομη εξεύρεση λύσεως του προβλήματος. Δεν μπορούμε να πούμε, ότι μέχρι σήμερα σημειώθηκε ικανοποιητική πρόοδος στις συνομιλίες. Πώς μπορούσε, όμως, να υπάρξει πρόοδος, όταν η πολιτική της Αθήνας για την Κύπρο ήταν διπρόσωπη; Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν συμφωνήσει, πως οι συνομιλίες διεξήγοντο με βάση την ανεξαρτησία. Το καθεστώς των Αθηνών συμφώνησε σ’αυτό, και επανειλημμένα ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών δήλωσε, ότι η θέση της Ελλάδας στο ζήτημα είναι σαφής. Αν αυτό ήταν αλήθεια, γιατί τότε το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας δημιούργησε και υποστήριξε την τρομοκρατική οργάνωση “ΕΟΚΑ Β”, που είχε στόχο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και της οποίας τα μέλη αυτοαποκαλούντο “ενωτικοί”; Στα στρατόπεδα της εθνοφρουράς, οι Έλληνες αξιωματικοί με κατηγορούσαν συνεχώς πως, ενώ η Ένωση ήταν δυνατή, εγώ υπονόμευα την πραγματοποίησή της. Έταν κάποιος τούς υπενθύμιζε πως η Ελλάδα είχε ξεκαθαρίσει τη θέση της πάνω σ’αυτό το θέμα, και ότι υποστήριζε την ανεξαρτησία, η απάντησή τους ήταν ότι δεν πρέπει να δίνει κανείς σημασία στα λόγια των διπλωματικών. Υπό τοιαύτας συνθήκας, πώς μπορούσαν οι συνομιλίες να φθάσουν σε θετικό αποτέλεσμα; Η διπρόσωπη πολιτική του ελληνικού καθεστώτος ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια στην πρόοδο των συνομιλιών. Υπό τις παρούσες συνθήκες, που επικρατούν στην Κύπρο, δεν δύναμαι να προβλέψω το μέλλον των συνομιλιών. Θα έλεγα, μάλλον, πως δεν υπάρχει μέλλον. Οποιαδήποτε συμφωνία που θα μπορούσε να επιτευχθεί δεν θα ήταν έγκυρη, διότι δεν υπάρχει εκλεγμένη ηγεσία για να χειρισθεί το θέμα. Το πραξικόπημα του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδας αποτελεί ανάσχεση της πορείας των συνομιλιών προς μία λύση. Επίσης, θα δημιουργήσει μία μόνιμη πηγή ανωμαλίας στην Κύπρο, οι συνέπειες της οποίας θα είναι βαθύτατες και μακρόχρονες, εάν επιτραπεί η κατάσταση αυτή να συνεχισθεί έστω και για βραχύχρονικό διάστημα. Καλώ τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να τεθεί ένα τέλος στην αφύσικη αυτή κατάσταση, που δημιουργήθηκε με το πραξικόπημα των Αθηνών. Καλώ το Συμβούλιο Ασφαλείας να κάνει χρήση όλων των τρόπων και μέσων που διαθέτει, ώστε να αποκατασταθούν χωρίς καθυστέρηση η συνταγματική τάξη και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου. Όπως ανέφερα ήδη, τα γεγονότα της Κύπρου δεν αποτελούν εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Αφορούν και επηρεάζουν και τους Τουρκοκυπρίους. Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας αποτελεί εισβολή, και οι συνέπειές του πλήττουν ολόκληρο τον κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους. Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν εγκαταστήσει μία ειρηνευτική δύναμη στην Κύπρο. Η παρουσία της δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική υπό συνθήκες πραξικοπήματος. Το Συμβούλιο Ασφαλείας πρέπει να καλέσει το ελληνικό στρατιωτικό καθεστώς να αποσύρει τους Έλληνες αξιωματικούς, που υπηρετούν στην κυπριακή εθνοφρουρά, και να θέσει τέλος στην εισβολή τους στην Κύπρο. Πιστεύω, με όσα στοιχεία παρέθεσα ενώπιόν σας, να σάς έδωσα μία ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης. Δεν έχω ουδεμία αμφιβολία, πως μία αρμόζουσα απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας θα θέσει τέλος στην εισβολή, και θα αποκαταστήσει την παραβιασμένη ανεξαρτησία της Κύπρου και τα δημοκρατικά δικαιώματα του Κυπριακού λαού. *Σημειώνεται ότι ο Στρατηγός Διγενής ήταν πάντα πολέμιος της χούντας και είχε αποθάνει 6 μήνες προ του προδοτικού πραξικοπήματος …27 Ιαν. 1974.
Τι άλλο; Και τα είπαμε και τα δώσαμε όλα στους Βαρβάρους…. ΦΕΥ! Μετά την ομιλία του ιεράρχη Αρχιεπισκόπου Μακαρίου σε λίγες ώρες και αφού οι Τούρκοι ανέμεναν να ολοκληρώσει, για να έχουν όποια «ατυχή» αιτιολογικά ηθελημένα ή μη ηθελημένα, που αναφέρθηκαν εντός της ομιλίας … εισέβαλαν στην Κυπριακή Δημοκρατία …. Και η χούντα δήλωνε μέσω ΑΓΕΣ Μπονάνου… ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΧΤΥΠΟΥΝ, ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΛΛΑΣ τις πρωϊνές ώρες της 20ης Ιουλίου Α΄Αττίλας και εν συνεχεία την 14η Ιουλίου, αφού οι Τούρκοι οδηγούν τις ειρηνευτικές συνομιλίες της Γενεύης σε αδιέξοδο, προς τιμή του ο ΥΠΕΞ Γ. Μαύρος με την σύμφωνο γνώμη Γλαύκου Κληρίδη και ΥΠΑΜ Κύπρου Ι. Ομήρου δηλώνει ότι ΜΕΤΑΞΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΝΤΡΟΠΗΣ ΘΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΜΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ. Σε μισή ώρα και αφού αρχίζει ο Β΄ΑΤΤΙΛΑΣ, δια στόματος Πρωθυπουργού Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας λέγεται το ανεκδιήγητο Η ΚΥΠΡΟΣ ΚΕΙΤΑΙ ΜΑΚΡΑΝ… Άλλο τι λέει ο Μαύρος και άλλο τι λέω ΕΓΩ… ΕΠΕΛΕΓΗ Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΕΛΙΚΑ και ΕΑΛΩ Η ΚΥΠΡΟΣ. Τα αυτονόητα συμπεράσματα δικά σας και ο νοών νοείτω και μη παρανοείτω, διότι ουδείς από τους τότε ταγούς μας είναι άμοιρος ευθυνών … Ολίγα παλαιότερα ενδεικτικά …..που σήμαναν την αρχή του τέλους… Ο προφητικός Μέγας Σεφέρης έγραψε και λάλησε … «Μ’ αυτά θα φέρετε τους Τούρκους στην Κύπρο», ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης έφερε προ των ευθυνών του τον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας Ευάγγελο Αβέρωφ, όταν από το Δεκέμβρη του 1958, ο Τούρκος ΥΠΕΞ Φατίν Ζορλού έβαλε στο τραπέζι στο Παρίσι σχέδιο λύσης του Κυπριακού. Επίσης όταν στη συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος αμφιταλαντευόταν στις θέσεις του, του καταλόγιζε πως «έκανε το ζαβό τόσες εβδομάδες και τώρα, την τελευταία στιγμή, πάει να τα κάνει θάλασσα»! ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ (Συμπρόεδρος Ένωσης Κέντρου, στην Ελλάδα): «Δεν θέλω να είμαι μάντης κακών, προβλέπω όμως, ότι αι υπογραφείσαι συμφωνίαι θα αποδειχθή εν τη εφαρμογή των, ότι δεν είναι βιώσιμοι και πρέπει να ανατραπούν. Άλλως, πολύ φοβούμαι ότι θα θρηνήσωμεν νέας εθνικάς συμφοράς». Και …. ο Κ. Καραμανλής …..«Το Κυπριακό έχει μεταβληθεί σε εθνική γάγγραινα και αποτελεί εθνική περιπέτεια στην οποία σύρεται η Ελλάς και η μόνη λύση που σπομένει είναι μια απ ευθείας συνεννόηση με τους Τούρκους.» (Βουλή Ελλήνων 14-12-1958.) ΕΑΛΩ ΚΑΙ ΞΕΡΙΖΩΘΗΚΕ Η ΓΑΓΓΡΑΙΝΑ…ΤΟ 1974. ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ ΑΠΌ Π.Β. ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ – ΠΟΙΗΤΡΙΑ – ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΣΣΑ.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ