Τα σενάρια για την προσάρτηση των Κατεχομένων στην Τουρκία

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Θα ταράξει τα ήδη ταραχώδη νερά της Μεσογείου αλλά και ολόκληρου του δυτικού κόσμου, θα αποτελέσει την κορωνίδα του αναθεωρητισμού.

Σε ομιλία του στην ημερίδα που διοργάνωσε το ΕΚΠΑ την περασμένη Τετάρτη, με θέμα «Η Ελλάδα στη δίνη των διεθνών εξελίξεων», ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας ανέδειξε δύο στοιχεία που χαρακτηρίζουν την τελευταία (μακρά) περίοδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Αφενός την πρωτοφανή διάρκεια συνεχούς όξυνσης που καλλιεργεί συστηματικά η τουρκική ηγεσία και η οποία διαρκεί πλέον περισσότερα από τρία χρόνια, και αφετέρου την επίσης συστηματική και δημοσκοπικά αποτυπωμένη καλλιέργεια ανθελληνισμού στην τουρκική κοινωνία μέσω της στοχευμένης προπαγάνδας που έχουν εξαπολύσει η τουρκική κυβέρνηση και τα ΜΜΕ της χώρας.

Το μίσος εναντίον των Ελλήνων, που αποτυπώνεται σε συνεχείς δηλώσεις από επίσημα χείλη Τούρκων αξιωματούχων (όπως «θα σας πετάξουμε στη θάλασσα») συμπληρώνεται από τις αχαλίνωτες διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας και του Ελληνισμού συνολικά, περιλαμβάνοντας και την Κύπρο.

Εν προκειμένω, η φημολογία ότι ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν πρόκειται στην επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, στις 20 Ιουλίου, να εξαγγείλει προσάρτηση των κατεχόμενων εδαφών της Μεγαλονήσου κινητοποιεί την ελληνική διπλωματία. Η αξιολόγηση αυτής της πιθανής εξέλιξης προέκυψε από ένα άρθρο του Τούρκου δημοσιογράφου Τζεβχερί Γκιουβέν, το οποίο αναπαρήγαγε η γνωστή τουρκοκυπριακή εφημερίδα «Χαλκίν Σεσί» σε φύλλο της στις αρχές Ιουλίου (5/7).

Η σχετική φημολογία προέκυψε και από πληροφορίες που συγκέντρωσαν ο ελληνικός παράγοντας στην Ουάσινγκτον και οι ελληνικές και οι αμερικανικές υπηρεσίες, αν και οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι φήμες άρχισαν από «ψιθύρους» που άφηνε σκόπιμα να διαρρέουν η τουρκική εξουσία το τελευταίο διάστημα και, πάντως, λίγες ημέρες πριν από την παρουσίαση του γνωστού πλέον εξωφρενικού χάρτη των «Γκρίζων Λύκων», στον οποίο τα μεγαλύτερα ελληνικά νησιά του Αιγαίου και η Κρήτη συμπεριλαμβάνονται στην τουρκική επικράτεια.

Η σύνθεση των δύο αυτών φαινομενικά ανεξάρτητων κινήσεων καταδεικνύει, σύμφωνα με αναλύσεις επιτελικών γραφείων, ότι πρόκειται για στοχευμένη εκστρατεία, στο πλαίσιο ενός άτυπου ψυχολογικού πολέμου, που πάντοτε προηγείται και εν συνεχεία συνοδεύει τον πραγματικό πόλεμο…

Σύμφωνα με τα ίδια συμπεράσματα, που τελούν εις γνώσιν της ελληνικής κυβέρνησης, οι κινήσεις αυτές έχουν σκοπό αφενός να πλήξουν, προκαταρκτικά, το ηθικό των Ελλήνων καλλιεργώντας στο αντίπαλο στρατόπεδο σκόπιμα το αίσθημα απειλής (βλ. σχετικά και «casus belli»), αφετέρου την ενίσχυση του μίσους στον τουρκικό όχλο προς την Ελλάδα και τους Ελληνες προκειμένου να αξιοποιηθεί τη δεδομένη στιγμή επί του πεδίου. Είναι γνωστό ότι στο τουρκικό σύστημα εξουσίας η εργαλειοποίηση δήθεν «ατάκτων» και του ανεξέλεγκτου όχλου αποτελεί προσφιλή μέθοδο επίλυσης παντός είδους υπαρξιακών προβλημάτων της Τουρκίας (Κωνσταντινούπολη – Σεπτεμβριανά κ.ά.).

Οι ίδιες αναφορές τονίζουν ότι μπορεί οι εξόφθαλμες εξαλλοσύνες της τουρκικής ηγεσίας να την εκθέτουν περίοπτα, αλλά αυτό ουδόλως την απασχολεί, καθώς υπερεκτιμά τις δυνάμεις και την ισχύ της στο διεθνές σύστημα, ενώ δεν χαρακτηρίζεται, οπωσδήποτε, και από πολιτική ευφυΐα… Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο σενάριο, το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει διαψευστεί από τουρκικής πλευράς. Θεωρείται βέβαιο ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα παρευρεθεί στις σχετικές φιέστες που προγραμματίζει η κατοχική ηγεσία στο ψευδοκράτος, σε ακόμη μία επέτειο για την τουρκική εισβολή το 1974.

Οι προηγούμενοι αιφνιδιασμοί (το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο, η αιφνίδια μεταναστευτική επίθεση στον Εβρο, το ξαφνικό άνοιγμα των Βαρωσίων στην Κύπρο, η μετατροπή του ναού της Αγίας Σοφίας σε τζαμί και οι λοιπές ακρότητες) δεν επιτρέπουν κανέναν εφησυχασμό, εισηγούνται οι επιτελείς στα αρμόδια κυβερνητικά κλιμάκια, καθώς ο Ερντογάν, δέσμιος της ακροδεξιάς πολιτικής πτέρυγας των «Γκρίζων Λύκων», που τον στηρίζει, επιθυμεί να παρουσιάσει κάποια «νίκη» επί του παραδοσιακού εχθρού της Τουρκίας, την Ελλάδα, πριν από τις εκλογές του 2023.

Ωστόσο, η κίνηση αυτή, αν τελικά πραγματοποιηθεί, αναμένεται να ταράξει όχι μόνο τα ήδη ταραχώδη νερά της Μεσογείου, αλλά και ολόκληρου του δυτικού κόσμου, καθώς θα αποτελέσει την κορωνίδα του αναθεωρητισμού για το δυτικό στρατόπεδο και τους οικείους οργανισμούς (ΝΑΤΟ, Ε.Ε. κ.λπ).

Προσάρτηση των κατεχόμενων εδαφών της Κύπρου σημαίνει ότι ευρωπαϊκό έδαφος θα καταστεί μέσα σε μία νύχτα τουρκικό, καθώς ολόκληρο το κυπριακό έδαφος έχει ενταχθεί στην Ε.Ε., ενώ θα αποτελέσει παράλληλα την ταφόπλακα του Κυπριακού… Σκόπιμα και διαχρονικά η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή πλευρά τορπιλίζουν κάθε προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού και επανένωση της Μεγαλονήσου σε κάθε φάση της διαδικασίας.

Η Αγκυρα στέκεται απέναντι στις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών και του ευρωπαϊκού Κοινοτικού Δικαίου, ενώ με την πιθανή προσάρτηση δεν θα διστάσει να αθετήσει ακόμα και τη νεοπαγή δική της θέση για λύση στη βάση δύο κρατών. Στο κλίμα αυτό Ελλάδα και Κύπρος εμφανίζονται συνεχώς προσηλωμένες στις αποφάσεις του Σ.Α. του ΟΗΕ και στην αποδεκτή και από τη διεθνή κοινότητα βιώσιμη λύση του Κυπριακού στη βάση δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας.

Ωστόσο, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν συγκεντρώσει οι ελληνικές υπηρεσίες, το λεγόμενο «πρωτόκολλο συνεργασίας Τουρκίας – ΤΔΒΚ» ήδη δημιουργεί προϋποθέσεις ενσωμάτωσης του ψευδοκράτους στην τουρκική επικράτεια, σε ένα ψευδεπίγραφο μοντέλο «συνομοσπονδίας» που θα διατηρεί την ψευδεπίγραφη «ανεξαρτησία» της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου».

Στα σκαριά ένα νέο εθνικό «τραύμα»

Το περσινό άνοιγμα της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου (Βαρώσια) και οι χλιαρές αντιδράσεις της Δύσης ενεθάρρυναν περαιτέρω τον Τούρκο πρόεδρο. Η Ε.Ε. και ο ΟΗΕ περιορίστηκαν σε φραστικές καταδίκες αποφεύγοντας τη λήψη μέτρων και κυρώσεων.

Αν η Τουρκία επιδιώξει ως επόμενο βήμα την προσάρτηση των κατεχόμενων εδαφών της Κύπρου είναι αναγκαία η επανεξέταση μέτρων και κυρώσεων. Τέτοια μέτρα θα έπρεπε να επιβληθούν και τη χρονική στιγμή ανακήρυξης του ψευδοκράτους (1983). Θα σημαίνει, ωστόσο, παράλληλα συνολική αποτυχία της ελληνικής διπλωματίας, καθώς η Κύπρος κατά τεκμήριο «θα χαθεί» και μια νέα συρρίκνωση του Ελληνισμού πιθανώς θα γεννήσει ένα νέο «εθνικό τραύμα» μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ