Ο Τζέιμς Μπάτσελερ Σάμνερ (19 Νοεμβρίου 1887 – 12 Αυγούστου 1955) ήταν Αμερικανός χημικός, που μοιράσθηκε το Βραβείο Νομπέλ Χημείας το 1946 με τους Τζων Χάουαρντ Νόρθροπ και Γουέντελ Μέρεντιθ Στάνλεϋ. Ο Σάμνερ βραβευθηκε «για την ανακάλυψη ότι τα ένζυμα μπορούν να κρυσταλλωθούν».
Ο Σάμνερ γεννήθηκε στο Κάντον της Μασαχουσέτης, κοντά στη Βοστώνη, και απεφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ το 1910. Εκεί γνώρισε καλούς χημικούς, όπως τους Ρότζερ Άνταμς, Φάρινγκτον Ντάνιελς, Φρανκ Χουίτμορ, Τζέιμς Κόναντ και Τσαρλς Λόρινγκ Τζάκσον. Το 1912 άρχισε να σπουδάζει βιοχημεία στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και πήρε το διδακτορικό του το 1914 με τον Ότο Φόλιν. Στη συνέχεια δίδαξε και ερεύνησε ως επίκουρος καθηγητής της βιοχημείας στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ.
Σε ηλικία 17 ετών, ενώ κυνηγούσε, ο Σάμνερ πυροβολήθηκε κατά λάθος από έναν συνοδό του στο κυνήγι και ως αποτέλεσμα χρειάσθηκε να ακρωτηριασθεί το αριστερό του χέρι από το ύψος του αγκώνα. Μέχρι τότε ήταν αριστερόχειρας, οπότε μετά χρειάσθηκε να μάθει να κάνει τα πάντα με το δεξί χέρι.
Ο Σάμνερ νυμφεύθηκε τη Σιντ Ρίκετς (Cid Ricketts, Bertha Louise Ricketts) όταν εκείνη φοιτούσε στην Ιατρική Σχολή του Κορνέλ, στις 10 Ιουλίου 1915 και απέκτησαν 4 τέκνα. Πήραν διαζύγιο το 1930, αλλά εκείνη κράτησε και το επώνυμό του, και ως Σιντ Ρίκετς Σάμνερ έγινε συγγραφέας.
Ερευνητικό έργο
Στο Κορνέλ ο Σάμνερ άρχισε την έρευνά του για την απομόνωση των ενζύμων σε καθαρή μορφή, κάτι που κανένας δεν είχε κατορθώσει μέχρι τότε. Το ένζυμο με το οποίο εργάσθηκε ήταν η ουρεάση. Οι προσπάθειές του δεν σημείωναν επιτυχία επί πολλά χρόνια και αρκετοί από τους συναδέλφους του ήταν απαισιόδοξοι, πιστεύοντας ότι αυτό που επεδίωκε ήταν αδύνατο, αλλά το 1926 απέδειξε ότι η ουρεάση μπορούσε να απομονωθεί και να κρυσταλλωθεί. Μπόρεσε επίσης να αποδείξει με χημικά τεστ ότι η καθαρή ουρεάση του ήταν μία πρωτεΐνη. Αυτή ήταν η πρώτη πειραματική απόδειξη ότι ένα ένζυμο είναι πρωτεΐνη, ένα θέμα αντιδικίας εκείνη την εποχή.
Οι επιτυχημένες έρευνες του Σάμνερ τον κατέστησαν καθηγητή πρώτης βαθμίδας στο Κορνέλ το 1929. Το 1937 πέτυχε να απομονώσει και να κρυσταλλώσει ένα άλλο ένζυμο, την καταλάση. Μέχρι να γίνει αυτό πάντως, ο Τζων Χάουαρντ Νόρθροπ στο Ινστιτούτο Ροκφέλερ είχε παρασκευάσει άλλα κρυσταλλικά ένζυμα χρησιμοποιώντας παρόμοιες μεθόδους, αρχίζοντας από την πεψίνη το 1929. Είχε πια γίνει ξεκάθαρο ότι ο Σάμνερ είχε επινοήσει μία γενική μέθοδο κρυσταλλώσεως για τα ένζυμα, καθώς και ότι όλα τα ένζυμα είναι πρωτεΐνες.
Τιμητικές διακρίσεις
Το 1937 ο Σάμνερ κέρδισε μία υποτροφία Γκούγκενχαϊμ και πέρασε 5 μήνες στη Σουηδία, συνεργαζόμενος με τον Καθηγητή Τέοντορ Σβέντμπεργκ (βραβευμένο με Νόμπελ Χημείας το 1926). Το ίδιο έτος, ο Σάμνερ τιμήθηκε με το Βραβείο Σέελε στη Στοκχόλμη.
Οι Σάμνερ και Νόρθροπ μοιράστηκαν το Βραβείο Νόμπελ το 1946 για την κρυστάλλωση των ενζύμων. Ο Σάμνερ εκλέχθηκε μέλος της Αμερικανικής Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών το 1948 και το 1949 εταίρος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών. Ο Σάμνερ απεβίωσε σε ηλικία 67 ετών από καρκίνο στο Μπάφαλο.