Ο Τίτος Φλάβιος Δομιτιανός (24 Οκτωβρίου 51 – 18 Σεπτεμβρίου 96) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 81 έως το 96. Ήταν ο μικρότερος αδελφός του Τίτου και γιος του Βεσπασιανού, των δύο προκάτοχών του στο θρόνο, και το τελευταίο μέλος της δυναστείας των Φλαβίων.
Φωτογραφία: By I, Sailko, CC BY 2.5, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=5858660
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, η αυταρχική του κυβέρνηση τον οδήγησε σε αιχμηρές συγκρούσεις με τη σύγκλητο, της οποίας οι εξουσίες μειώθηκαν δραστικά.
Μετά το θάνατο του αδελφού του, ο Δομιτιανός ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από την Πραιτοριανή Φρουρά. Τα νεανικά του χρόνια και τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του, τα πέρασε σε μεγάλο βαθμό στη σκιά του αδελφού του, Τίτου, ο οποίος κέρδισε τη στρατιωτική του φήμη κατά τη διάρκεια του Πρώτου Ιουδαϊκού Πολέμου. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε υπό την ηγεσία του πατέρα του, Βεσπασιανού, ο οποίος έγινε αυτοκράτορας το 69 μετά τον εμφύλιο πόλεμο, γνωστή ως η Χρονιά των Τεσσάρων Αυτοκρατόρων.
Μητέρα του ήταν η Φλαβία Δομιτίλα. Ο Δομιτιανός δεν έλαβε συστηματική παιδεία, καθώς από νεαρή ηλικία (18 ετών) έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην κατάληψη της εξουσίας από τον πατέρα του (69 μ.Χ.). Η ανάρρησή του στο θρόνο το 81 μ.Χ. έγινε, μετά το θάνατο του αδελφού του Τίτου, σύμφωνα με τη διαθήκη του πατέρα του.
Αμέσως ο Δομιτιανός φανέρωσε την πρόθεσή του να μετατρέψει το πολιτικό καθεστώς της Ρώμης σε απόλυτη μοναρχία. Συγκέντρωσε στο πρόσωπό του πολλά αξιώματα και τίτλους, διέθετε ακολουθία 24 ραβδούχων και μετά τη νίκη του στο γερμανικό μέτωπο το 83 μ.Χ., συνήθιζε να παρουσιάζεται στη σύγκλητο με στολή θριαμβευτή.
Τα έργα του
Το 86 μ.Χ. ίδρυσε στη Ρώμη τα Καπιτώλια προς τιμή του Δία (Αγών Καπιτολίνος), που επιβίωσαν έως την εποχή του Διοκλητιανού, στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. Οι αγώνες αυτοί είχαν ως πρότυπο τα Ολύμπια και έτσι περιλάμβαναν στάδιο, δίαυλο, δόλιχο και οπλητοδρομία, πένταθλο, τα τρία βαρέα αγωνίσματα, καθώς και αγώνα δρόμου γυναικών.
Για τη διεξαγωγή των αθλητικών αγώνων ο Δομιτιανός έκτισε στη Ρώμη στάδιο ελληνικού τύπου, στο Πεδίο του Άρεως, ενώ για τους μουσικούς αγώνες έκτισε Ωδείο. Τα θεμέλια αυτών των κτισμάτων έχουν βρεθεί κάτω από την Πιάτσα Ναβόνα της σύγχρονης πόλης. Ο ίδιος εμφανιζόταν ως πρόεδρος των αγώνων και φορούσε ελληνική ενδυμασία. Ακόμη ευνόησε τους αγώνες μονομάχων και τη λατρεία της Μινέρβας (Αθηνάς), που τη θεωρούσε προστάτιδά του.
Όσον αφορά την οργάνωση της δημόσιας ζωής, ο Δομιτιανός προσέδωσε τυπικό χαρακτήρα στη Σύγκλητο και συζητούσε τα ουσιαστικά θέματα σχεδόν αποκλειστικά με το αυτοκρατορικό συμβούλιο, γεγονός που δυσαρέστησε τους συγκλητικούς. Επιπλέον, οι άνθρωποι του πνεύματος και των γραμμάτων αντιτάχθηκαν στην αυταρχικότητά του και στην αυτοκρατορική λατρεία. Ο Δομιτιανός αντέδρασε με διώξεις, εξορίες και εκτελέσεις των αντιφρονούντων. Οι φιλόσοφοι κάθε είδους διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν πρώτα τη Ρώμη (89 μ.Χ.) και ύστερα το ιταλικό έδαφος (95 μ.Χ.), ενώ μεγάλη δίωξη υπέστησαν και οι χριστιανοί.
Η δολοφονία
Το φοβερό κλίμα τυραννίας που επικρατούσε, δημιούργησε αντιδράσεις, αλλά και ανησυχία ακόμη και στους ίδιους τους συνεργάτες του Δομιτιανού. Οι τελευταίοι συνωμότησαν με τη γυναίκα του Δομιτία Λογγίνα και τον δολοφόνησαν το 96 μ.Χ. Η σύγκλητος καταδίκασε επίσημα τη μνήμη του (damnatio memoriae).
Τα πολιτικά του επιτεύγματα
Ωστόσο, ο Δομιτιανός, παρά την τυραννικότητά του, παρουσίαζε σημαντικά θετικά στοιχεία: μερίμνησε για τη βελτίωση της διοίκησης των επαρχιών, άσκησε δυναμική εξωτερική πολιτική, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για την απονομή της δικαιοσύνης, προσπάθησε να ενισχύσει την ιταλική γεωργία προστατεύοντας τους μικροκαλλιεργητές, πήρε μέτρα για τη βελτίωση των ρωμαϊκών ηθών και, τέλος, κόσμησε τη Ρώμη με μεγαλοπρεπή οικοδομήματα, όπως για παράδειγμα ο ναός του Δία στο λόφο του Καπιτωλίου και η Νέα Αγορά.